Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Μικρασιάτες πρόσφυγες

Β’ ΜΕΡΟΣ: Οι Μικρασιάτες στην Κρήτη
Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες που έφθασαν στην Κρήτη περίµεναν από τους Κρητικούς συµπατριώτες τους να τους βοηθήσουν ώστε να ορθοποδήσουν ξανά και να αρχίσουν µια νέα ζωή σε µια νέα πατρίδα.
H αντιµετώπιση των προσφύγων από το κράτος και από τους γηγενείς πληθυσµούς δεν ήταν κοινή. Το ελληνικό κράτος ίδρυσε οργανισµούς σίτισης, υγειονοµικής περίθαλψης, παιδικής µέριµνας και οργανισµούς υπεύθυνους για την στέγαση των προσφύγων, όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Πρόσφυγες» της Ευγενίας Λαγουδάκη. Η ύπαρξη τέτοιων οργανώσεων ήταν απαραίτητη κατά την άφιξη των προσφύγων από την Μικρά Ασία, καθώς οι άνθρωποι αυτοί όταν έφτασαν στην Ελλάδα ήταν καταβεβληµένοι τόσο σωµατικά όσο και ψυχικά. Έτσι δηµιουργήθηκε στα Χανιά και στο Ηράκλειο «Υπηρεσία Περιθάλψεως Προσφύγων». Όσον αφορά την στέγαση των προσφύγων, φαινόταν ότι τα προβλήµατα δεν µπορούσαν να ξεπεραστούν εύκολα. Σε συνέντευξη του ο Ασλάνης Ιωάννης (πρόσφυγας πρώτης γενιάς) αναφέρει ότι είχε δηµιουργηθεί ένας οργανισµός, ονόµατι ΕΑΠ (Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων), υπεύθυνος για την στέγαση των νεοφερµένων προσφύγων. Το ελληνικό κράτος έκανε µεγάλες προσπάθειες αλλά ήταν αδύνατο να αποκαταστήσει άµεσα και αποτελεσµατικά ένα τόσο µεγάλο αριθµό προσφύγων, για την άφιξη των οποίων έφερε τεράστια ευθύνη λόγω της πολιτικής και των χειρισμών του στο Μικρασιατικό ζήτημα. Αρχικά σε κάποια ιδρύµατα, οικίες και ευρύχωρα σπίτια επιβαλλόταν η συγκατοίκηση των ιδιοκτητών µε τους ξεριζωµένους µε αποτέλεσµα να δηµιουργηθεί δυσαρέσκεια.
Το Ταµείο Περιθάλψεως Προσφύγων (λειτούργησε από το 1922 ως το 1925) κατέβαλε φιλότιµες προσπάθειες κατασκευάζοντας σπίτια είτε ξύλινα, είτε λίθινα αλλά που δεν είχαν ούτε νερό, ούτε ρεύµα, ούτε αποχέτευση και που δεν ήταν αρκετά για την στέγαση όλων των προσφύγων, πολλοί από τους οποίους έµεναν όπου έβρισκαν: σε δρόµους, πλατείες, σε σχολεία, σε εκκλησίες, σε κοίτες ποταµών και αλλού. ∆υστυχώς λόγω της οικονοµικής δυσχέρειας που επικρατούσε εκείνη την περίοδο ήταν αδύνατον να παρέχουν τις κατάλληλες υποδοµές στους πρόσφυγες ( 36 τ.µ. η κάθε οικογένεια) Ως αποτέλεσµα σε αυτό, τα σπίτια ήταν πρόχειρα κατασκευασµένα και οι οικισµοί ασφυκτικά πυκνοκατοικηµένοι µε αποτέλεσµα τα προβλήµατα να παραµένουν µε το πέρασµα των χρόνων, και έτσι πολλοί πρόσφυγες να παραμένουν δυσαρεστηµένοι και απογοητευμένοι.
Όµως δεν υπήρξε και η ίδια συµπαράσταση και κατανόηση στα δεινά αυτών των ανθρώπων και από τους ντόπιους οι οποίοι έχοντας δηµιουργήσει αυστηρά κλειστές κοινωνίες, έβλεπαν µε µεγάλη επιφύλαξη, αν όχι µε εχθρότητα, τους νεοφερµένους. Οι Κρητικοί τους αντιµετώπισαν µε δυσπιστία και ζήλια. ∆εν ήταν και λίγες οι περιπτώσεις που τους εκµεταλλεύονταν και τους συµπεριφέρονταν µε περιφρόνηση και υποτιµητικά. Ο αρχικός εκνευρισµός που ένοιωσαν οι ντόπιοι για τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής πήρε σύντοµα τη µορφή εχθρότητας. Η ρατσιστική συµπεριφορά κατά των προσφύγων θα αποτελέσει κοινωνική συµπεριφορά εκτεταµένη σε όλη την έκταση του ελλαδικού χώρου. Όπως διηγείται ο Σπύρος Γενιτσαρίδης και η Σεβαστή Βασιλείου (πρόσφυγες πρώτης γενιάς) σε συνέντευξη τους, οι ντόπιοι τους φώναζαν «Πρόσφυγγες» και «Καραγκούνηδες», κάτι πολύ υποτιµητικό για εκείνους.
Βέβαια, όσο αφορά την υποδοχή των μεταναστών στην Κρήτη θα πρέπει να αναφερθεί και το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις υπήρχαν ειρηνικές σχέσεις, φιλικές αλλά και σχέσεις γάμου μεταξύ Μικρασιατών και Κρητικών. Παρά τη σταδιακή µεταβολή των αρχικών αντιλήψεων για τους πρόσφυγες, η πρωταρχική αντιπάθεια θα εξακολουθήσει να εκφράζεται µε διάφορους τρόπους. Τα παλιά εχθρικά συναισθήµατα και αρνητικά στερεότυπα θα παραχωρήσουν τη θέση τους στην υποτίµηση. Οι πρόσφυγες γενικά ήταν ανεκτικοί απέναντι σε ανθρώπους άλλων εθνικοτήτων, θρησκειών και πολιτισµών, γιατί ζούσαν στο κοσµοπολίτικο περιβάλλον της Μικράς Ασίας, όπου συνυπήρχαν πολλά και διάφορα έθνη και πολιτισµοί. Η επιβίωση στην καινούρια πατρίδα ήταν πολύ δύσκολη για όλους τους πρόσφυγες. Σιγά-σιγά όµως άρχισαν να συνηθίζουν στην καινούρια τους ζωή. Συνειδητοποίησαν ότι δεν έπρεπε να έχουν όνειρα για επιστροφή στη Μ. Ασία, ιδίως μετά την υπογραφή το 1930 του συμφώνου τακτοποίησης των οικονομικών διαφορών μεταξύ Βενιζέλου και Ινονού κατά την επίσκεψη του πρώτου στην Άγκυρα και προσπαθούσαν να κάνουν καλύτερη τη ζωή τους. Υπήρξαν και συνεργασίες μεταξύ τους στον επιχειρηματικό τομέα.
Στον εργασιακό τομέα και στις αγροτικές δουλειές, οι πρόσφυγες είχαν υποδεέστερη θέση σε σχέση με τους ντόπιους. Γεγονός είναι και πρέπει να αναφερθεί ότι σε σύγκριση με άλλες περιοχές, στα Μετόχια, στη Σούδα και στην ευρύτερη περιοχή των Χανίων οι πρόσφυγες είχαν καλύτερη αντιμετώπιση.
Αντίθετα, οι Μικρασιάτες που έμεναν σε άλλες περιοχές δεν αντιμετοπίστηκαν με τέτοια καλή συμπεριφορά. Οι ντόπιοι Κρητικοί, από τα χωριά, ερχόταν και θαύμαζαν τα σπίτια των προσφύγων για την καθαριότητά τους ενώ τους έβλεπαν με εκτίμηση,  σκεπτόμενοι ότι είναι ξεριζωμένοι και έφυγαν βίαια από την πατρίδα τους.
Τέλος πρέπει να αναφέρουμε ότι τα γεγονότα, οι καταστάσεις, οι συμπεριφορές, οι αντιλήψεις είχαν αλλάξει, ευτυχώς προς το καλύτερο, αφού η διαχωριστική γραμμή μεταξύ Ελλαδιτών Ελλήνων και προσφύγων έχει αποκατασταθεί εντελώς από το 1940. Από τότε και μετά,  δεν υπάρχει τέτοιου είδους έχθρα και αντιπάθεια ανάμεσα στα νέα παιδιά. Σημασία έχει όμως ότι κατάφεραν παρόλο τον πόνο και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν να αντεπεξέλθουν και να πετύχουν σε όλους τους τομείς. Ιστορικά αποδείχτηκε ότι οι Μικρασιάτες πρόσφυγες υπήρξαν ένα ολόκληρο κεφάλαιο για την Ελλάδα, πρόσφεραν και συνέβαλαν σημαντικά στην οικονομική ανάκαμψη της χώρας, αλλά και στην πνευματική και πολιτιστική άνοδο όλων των κατοίκων της χώρας.
Στα Χανιά εγκαταστάθηκαν πριν το 1922 περίπου 850 οικογένειες από τη Μικρά Ασία και τα Δωδεκάνησα για τη στέγαση των οποίων επιτάχθηκαν 33 ιδιωτικά κτίρια, όπως γαναφέρει ο ιστορικός Νίκος Ανδριώτης.
Στις αρχές Αυγούστου του 1922 έφθασαν οι πρώτοι 300 πρόσφυγες από τον Πόντο και τοποθετήθηκαν στη Σχολή του Τοπανά.
Ακολούθησε άλλη αποστολή 170 Ποντίων με το ατμόπλοιο «Σμύρνη» στο Ρέθυμνο.
Στο Ηράκλειο κατέφτασαν 1462 οικογένειες Μικρασιατών και στεγάστηκαν στα παραπήγματα των Ενετικών τειχών, ενώ το 1923 ο αριθµός τους έγινε κατά πολύ µεγαλύτερος.
Σύμφωνα με την πρώτη επίσημη καταγραφή προσφύγων που έγινε στις 14/11/1922 είχαν φτάσει στην Κρήτη 36.742 πρόσφυγες: στα Χανιά  18.822, στο Ηράκλειο 15.159, στο Ρέθυμνο 1.898 και στο Λασίθι 1.442.
Στα Χανιά στεγάστηκαν σε δημόσια και ιδιωτικά κενά κτίρια, ενώ μέρος τους μεταφέρθηκε σε χωριά του νομού. Κατά το πρώτο διάστημα σημαντικός αριθμός προσφύγων εγκαταστάθηκε προσωρινά στους οικισμούς που βρίσκονται κοντά στα Χανιά, όπως στη Σούδα, στον Αλικιανό, στο Καστέλλι Κισσάμου και στο Μάλεμε. Καθώς ο αριθμός τους ήταν μεγάλος για τις τότε δυνατότητες του τόπου, αναχώρησαν σταδιακά είτε για το Ηράκλειο είτε για άλλα μέρη της Ελλάδας.
Επιχειρώντας μια κοινωνιολογική κατάταξη των προσφύγων με βάση την πρώτη επίσημη απογραφή της Νομαρχίας Χανίων της 14/11/1922, βρέθηκαν και καταγράφηκαν στα Χανιά 18.822 πρόσφυγες οι οποίοι στεγάστηκαν προσωρινά στα Χανιά στον Ιταλικό Στρατώνα, στο Γιαλί Τζαμί, στη Σχολή της Κρητικής Χωροφυλακής, στο Παρθεναγωγείο, στο Φρούριο του Φιρκά, στη Μουσουλμανική Σχολή στο Λόφο Καστέλι, στο Γυμνάσιο και στο Καπί ή Γαζή Χουσεΐν Πασά Τζαμισί στον Κάτωλα. Όσον αφορά το Ηράκλειο, οι 15.159 πρόσφυγες στεγάστηκαν εκτός από τα παραπήγματα των Ενετικών τειχών που είχαν ήδη καταληφθεί από προηγούμενες αφίξεις προσφύγων, στο Γάζι και στο Αρκαλοχώρι και αργότερα μεταφέρθηκαν στις επαρχίες Μαλεβυζίου, Πεδιάδας και Τεμένους στα χωριά Δαφνές, Αρχάνες, Άγιο Μύρωνα και στα Καλέσα, σε σπίτια μουσουλμάνων που είχαν ήδη αναχωρήσει.
Οι πρόσφυφες των Χανίων με την απογραγή της 1/11/1923 κατά τόπο προέλευσης, προέρχονταν από οικισμούς της Δυτικής Μικράς Ασίας, ήτοι:
•10.694 από Σμύρνη
•1.858 από Αϊδίνι
•1.305 από Μαγνησία
•1.143 από Αϊβαλί
•1.033 από Προύσα
•504 από Αξάριον
•467 από Βαϊνδίριον
•322 από Φιλαδέλφεια
•288 από Μενεμένη
•234 από Καύκασο
•199 από Ουσάκ
•94 από Μάκρη
•60 από Αφιόν Καραχισάρ
•56 από Άδανα
•53 από Αδραμύτιο,
•31 από Δαρδανέλια
•28 από Εσκί Σεχίρ
•24 από Κιουτσάχ
•23 από Αττάλεια
•22 από Καισάρεια
•14 από Ικόνιο
•6 από Κωνσταντινούπολη
•2 από Ανατολική Θράκη
•2 από Καλλίπολη
Κάποιοι δεν δήλωσαν τόπο καταγωγής. Αργότερα προστέθηκαν και πρόσφυγες από τα Βουρλά, το Μελί και από άλλες περιοχές.
Όσον αφορά τα δηλωθέντα επαγγέλματα κατά φύλο ήταν:
Επαγγέλματα ανδρών:
•Γεωργοί 2.638
•Εργάτες 1.693
•Έμποροι 538
•Τεχνίτες 183
•Κτηματίες 178
•Υπάλληλοι 147
•Υποδηματοποιοί 72
•Αρτοποιοί 70
•Σιδηρουργοί 58
•Ιερείς 23
•Δάσκαλοι 21
•Ράπτες 17
•Αλιείς 17
•Μηχανικοί 14
•Ξυλουργοί 7
•Επιστήμονες 3
Δεν εδήλωσαν επάγγελμα 234
•Νήπια, μαθητές και σπουδαστές 2255
Επαγγέλματα γυναικών:
•Οικιακά 4.089
•Εργάτριες 1.114
•Ράπτριες 353
•Υπηρέτριες 253
•Υφάντρες 66
•Κεντίστρες 22
•Ταπητουργοί 13
•Μεταξουργοί 11
•Δασκάλες 6
•Κορδελιάστρες 4
Δεν εδήλωσαν επάγγελμα 230
•Νήπια, μαθήτριες και σπουδάστριες 4387
Στην συγκεκριμένη απογραφή προσφύγων, στο σύνολο της Κρήτης καταγράφηκαν 26.781 άτομα (11.752 άνδρες και 15.029 γυναίκες) από τους οποίους:
Χανιά 9.845 (2539 οικογένειες, 4.279 άνδρες και 5.566 γυναίκες)*
*Συμπεριλαμβάνονται και 17 άτομα που εγκαταστάθηκαν στα Σφακιά
Ρέθυμνο 2.445 (1.089 άνδρες και 1.356 γυναίκες)
Ηράκλειο 13.500 (6.000 άνδρες και 7.500 γυναίκες)
Λασίθι 1.008 (394 άνδρες και 614 γυναίκες)
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε και τις μετακινήσεις του προσφυγικού πληθυσμού τόσο στο εσωτερικό της Κρήτης (από νομό σε νομό) όσο και προς την υπόλοιπη Ελλάδα (ιδίως προς τον τότε νομό Αττικοβιωτίας) για εξέυρεση εργασίας αλλά πιο πολύ για επανένωση των οικογενειών.
Στην απογραφή του 1928 στα Χανιά απογράφηκαν 8.246 πρόσφυγες, από τους οποίους οι 6.925 στην πόλη των Χανίων και 772 στους πλησιέστερους οικισμούς της επαρχίας Κυδωνίας. Οι πρόσφυγες αποτελούσαν το 21,5% του συνολικού πληθυσμού της πόλης των Χανίων. Επίσης απογράφηκαν 262 πρόσφυγες στη Σούδα και 151 στα Τσικαλαριά.
Στην ίδια απογραφή του 1928, ο αριθµός των προσφύγων του νοµού Ηρακλείου ήταν 13.088, του νοµού Ρεθύµνου 3.407 και του νόµου Λασιθίου 1.316.

Συνδρομή του ντόπιου πληθυσμού στην αποκατάσταση των προσφύγων
Παράλληλα με τις άλλες δομές, στα Χανιά και στο Ρέθυμνο δημιουργήθηκαν «Επιτροπές Εράνου» με σκοπό να μαζευτούν χρήματα από τον κόσμο ώστε να βοηθηθούν οι πρόσφυγες. Στην επιτροπή των Χανίων μετείχαν η Νομαρχία, η Δημαρχία, η τοπική Ορθόδοξη εκκλησία, η Μουσουλμανική Κοινότητα με εκπρόσωπο το διευθυντή του Εβκαφείου, η Ισραηλιτική Κοινότητα και ο Εμπορικός σύλλογος. Από την επιτροπή του Ρεθύμνου που συστήθηκε με πρωτοβουλία του τότε Νομάρχη Γαλάνη, συγκεντρώθηκαν 5.600 δραχμές από τον κόσμο και άλλες 1.000 δραχμές από την τοπική εκκλησία. Και στους δύο εράνους συνεισέφεραν τόσο οι χριστιανοί όσο και οι μουσουλμάνοι κάτοικοι των περιοχών αυτών.
Η άφιξη προσφύγων στην Κρήτη συνεχίστηκε μέχρι το 1925.
Την Κυριακή 8 του Γενάρη του 1923, έγιναν μεγάλα συλλαλητήρια στα Χανιά, στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο με συμμετοχή ντόπιων και προσφύγων από τα οποία βγήκαν ψηφίσματα στα οποία ζητούσαν να γυρίσουν στον τόπο τους και να μη γίνει η ανταλλαγή που ήδη είχαν προτείνει, οι μεγάλες δυνάμεις στους Ελευθέριο Βενιζέλο και Μουσταφά Κεμάλ.
Ελπίδες, έστω και προσωρινές, για επιστροφή στις πατρίδες τους, είχε δώσει η ανακοίνωση του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Ελλάδας  που δημοσιεύτηκε στο φύλλο 2942 της εφημερίδας «Νέα Έρευνα» των Χανίων στις 14 Σεπτέμβρη 1922 και έλεγε ότι:
«Ειδοποιούνται οι μουσουλμάνοι της Κρήτης της κλάσης 1923 ότι υποχρεούνται σε κατάταξη στον Ελληνικό Στρατό, μαζί με τους Χριστιανούς».
Στο Ρέθυμνο, επειδή οι πρόσφυγες που είχαν φτάσει μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη του 1922, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα συνέχισαν να μένουν σε τσαντίρια στην ανατολική παραλία της πόλης, ο δημοσιογράφος Ανδρουλιδάκης της εφημερίδας «Δημοκρατία»    πρότεινε με επαναλαμβανόμενα άρθρα του να μεταφερθούν στα χωριά και αν παρ’ όλα αυτά παραμείνουν άστεγοι, να αδειάσουν τα μοναστήρια της περιοχής ώστε να μείνουν σ’ αυτά οι πρόσφυγες. Η εκκλησία, φυσικά, δε δέχτηκε ούτε να συζητήσει την περίπτωση εγκατάστασής τους στα μοναστήρια!
Για την εγκατάστασή τους δημιουργήθηκαν σε ολόκληρο το νησί 206 προσφυγικοί συνοικισμοί.
Το 90% των προσφύγων προέρχονταν από το Βιλαέτι της Σμύρνης (Σμύρνη, Βουρλά, Αλάτσατα, Νυμφαίο, Τσεσμέ, Φώκαια, Αϊδίνι) και από την Αλικαρνασσό.
Ο αριθμός των μουσουλμάνων Κρητικών που ανταλλάχτηκαν ήταν κατά πρεσέγγιση 23.500 άτομα. 5.500 από τα Χανιά, 3.500 από το Ρέθυμνο, 11.500 από το Ηράκλειο και 3.000 από το Λασίθι. Στο νησί και ιδίως στα Χανιά παρέμειναν λίγες εκατοντάδες μουσουλμάνοι στους οποίους η επιτροπή εξαιρέσεων έδωσε απαλλαγή είτε λόγω των επαγγελματικών των δεξιοτήτων, είτε επειδή κατά την ανταλλαγή ήδη βρισκόταν νόμιμα στο εξωτερικό, είτε λόγω της υπηκοότητάς τους.
Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία των μουσουλμάνων των Χανίων οι οποίοι μετακινήθηκαν προς την Μικρά Ασία, όλως μυστηριωδώς, έχουν εξαφανισθεί ή εντέχνως αποκρυβεί -θα έλεγα- από τα δημοτολόγια, και ο νοών νοείτω!
Κατά την επίσημη επίσημη καταγραφή που έγινε, η αξία των περιουσιών των Κρητικών μουσουλμάνων που ανταλλάχτηκαν ήταν 1.040.000.000 (ένα δις σαράντα εκατομμύρια) δραχμές. Φυσικά πολλαπλάσια αξία είχαν τα  καταλειφθέντα στη Μικρά Ασία περιουσιακά στοιχεία των χριστιανών προσφύγων. Η διαφορά αυτή ρυθμίστηκε υπέρ της Τουρκίας με τη διακρατική συμφωνία του Βενιζέλου με τους Μουσταφά Κεμάλ και Ινονού Πασσά στην Άγκυρα, τον Ιούνη του 1930.
Συνοψίζοντας θα μπορούμε να πούμε σαν επίλογο ότι παρ’ όλες τις δυσχέρειες και τις κακουχίες, οι Μικρασιάτες πρόσφυγες τα κατάφεραν. Βελτίωσαν τη ζωή τους αλλά ανανέωσαν και την Ελλάδα και αποτέλεσαν έκτοτε και μέχρι σήμερα, αναπόσπαστο κοµµάτι του Ελληνικού λαού.

* Ο Ευθύμης Λεκάκης είναι νομικός, ιστορικός ερευνητής


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

3 Comments

  1. Καλησπερα σας! Πολυ ενδιαφερον αρθρο! Αρχιζει να με ενδιαφερει ιδιεταιρα το θεμα Μικρα Ασια γιατι κι εγω, καθως ανακαλυπτω, εχω ριζα απο εκει. (Η προγιαγια μου ηρθε απο το Μιχαλιτσι Νικαιας. Μονο αυτο ξερω και με στενοχωρει το οτι η μητερα μου οσο ζουσε ουδεποτε μου μιλησε γι’αυτο το τοσο σημαντικο κατ’εμε θεμα) Μου αρεσει να σκεφτομαι οτι η υπερβολικη μας αγαπη για τη μουσικη κραταει απο εκει! 🙂

  2. Και το α’μέρος του άρθρου σας αλλά και το β’ κρίνονται πολύ ενδιαφέροντα, επειδή ακριβώς παρέχουν πολύ χρήσιμες πληροφορίες και στοιχεία
    για το Προσφυγικό Ζήτημα και τα προβλήματα που αυτό συνεπάγεται.
    Στο β’ μέρος του άρθρου η ένταξη των προσφύγων στην Κρήτη αναλύεται πολύ διεξοδικά, ώστε κάποιος που δεν κατάγεται από εκεί να έχει την ευκαιρία να γνωρίσει περισσότερα πράγματα για το συγκεκριμένο θέμα. Η αντιμετώπιση των προσφύγων από τους γηγενείς χάρη στα γραφόμενά σας με συγκίνησε πολύ!!!! Εύγε!!!!! Έχετε κάνει αξιοθαύμαστη εργασία!!!!!

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα