Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Μικρασιάτες συγγραφείς και λόγιοι

Β. ΜΕΡΟΣ

 

Μιχαήλ Ατταλειάτης

Ο Μιχαήλ Ατταλειάτης (1022-1080) ήταν Βυζαντινός αξιωματούχος και ιστορικός, που έζησε στην Κωνσταντινούπολη και τις γύρω επαρχίες της αυτοκρατορίας το δεύτερο μισό του ενδέκατου αιώνα. Ήταν νεότερος σύγχρονος (πιθανόν ακόμη και μαθητής) του Μιχαήλ Ψελλού και ενδεχομένως μεγαλύτερος συνάδελφος του Ιωάννη Σκυλίτζη, των δύο άλλων Βυζαντινών ιστορικών του ενδέκατου αιώνα, των οποίων σώζονται τα έργα τους. Ο Μιχαήλ Ατταλειάτης καταγόταν πιθανόν από την Αττάλεια (στη σημερινή Τουρκία) και μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ 1030 και 1040 για να ακολουθήσει νομικές σπουδές. Κατά τα χρόνια της υπηρεσίας του στο δικαστικό σύστημα της αυτοκρατορίας δημιούργησε μια μικρή περιουσία. Η διάκρισή του στη δικαστική έδρα προκάλεσε την προσοχή αρκετών αυτοκρατόρων, που τον επιβράβευσαν με μερικές από τις υψηλότερες τιμητικές διακρίσεις που υπήρχαν για τους δημοσίους υπαλλήλους (πατρίκιος και ανθύπατος). Το 1072 συνέγραψε για τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Παραπινάκιο νομικό κώδικα, γνωστό ως «Πόνημα νομικόν», βασισμένο στα Βασιλικά (συλλογή νόμων του 892 κατ’ εντολή του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού). Πέραν αυτού συνέταξε ένα Κανονισμό για το Πτωχοκομείο και τη Μονή, που ίδρυσε στην Κωνσταντινούπολη στα μέσα της δεκαετίας του 1070. Το έργο αυτό, γνωστό ως Διάταξις, είναι μεγάλης αξίας για τους μελετητές της κοινωνικής, οικονομικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής ιστορίας του Βυζαντίου, της Κωνσταντινούπολης και των επαρχιών, κατά τον 11ο αιώνα. Παρέχει επίσης πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη ζωή του ίδιου του Ατταλειάτη.
Το 1079-1080 εξέδωσε την Ιστορία, πολιτική και οικονομική ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για τα έτη 1034-1079. Ο Ατταλειάτης πιθανότατα πέθανε γύρω στα 1080, λίγο πριν από την αρχή της εποχής των Κομνηνών.

Αλεξούδης Άνθιμος

(1824 – 1909). Κληρικός και λόγιος. Διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα στη Μάδυτο. Το 1848 πήγε στην Κωνσταντινούπολη και μαθήτευσε για λίγο στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Αργότερα, έγινε γραμματέας του επισκόπου Εφέσου Άνθιμου. Το 1855 χειροτονήθηκε μητροπολίτης Βελιγράδων. Αργότερα, μετατέθηκε στην Αμάσεια έως το 1908. Ήταν φιλομαθής, γνώριζε ιταλικά και λατινικά, ενώ ασχολήθηκε με ιστορικές μελέτες και με τη συγγραφή επισκοπικών καταλόγων. Μερικά από τα έργα του: Σύντομος ιστορική περιγραφή της ιεράς μητροπόλεως Βελιγράδων (1868), Κατάλογος μητροπολιτών Νικοπόλεως (1891), Σύντομος ιστορική περιγραφή της Απολλωνίας, πόλης της νέας Ηπείρου (1896), Έγγραφα πατριαρχικά κ.ά.

Φιλή Βατίδου

Γεννήθηκε το 1901 στη Σμύρνη και ήταν κόρη του Κυριάκου Βατίδη. Αδελφή της ήταν η επίσης λογοτέχνιδα, Όλγα Βατίδου. Αποφοίτησε από το Κεντρικό Παρθεναγωγείο της Σμύρνης και από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με την ποίηση, δημοσιεύοντας έργα της σε λογοτεχνικά περιοδικά της γενέτειράς της. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή κατέφυγε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα συνεχίζοντας το ποιητικό της έργο. Παράλληλα υπήρξε δραστήριο μέλος διαφόρων μικρασιατικών οργανώσεων και κυρίως της Εστίας Νέας Σμύρνης, συμβάλλοντας μεταξύ άλλων στην ίδρυση της βιβλιοθήκης της Εστίας Νέας Σμύρνης, η οποία ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1947. Πέθανε στην Αθήνα την 15η Δεκεμβρίου του 1963.

Βεϊνόγλου Αλέξανδρος
του Στεφάνου

 

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1910 και μετά τη µμικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά και ακολούθησε το διπλωματικό κλάδο. ∆ιετέλεσε πρεσβευτής στην Τουρκία την Αίγυπτο και τη Λισαβώνα. ∆ημοσίευσε τα: «Οι θεότητες του Κοτύλου», «Η Μάγισσα», «Η Νεκρόπολη», «Η αισθητική του βιβλίου», «Το ραδιόφωνο», «Μελαγχολία», «Απόψε θάρθουν οι νυφίτσες», «Η Γαλλοπούλα», «Ο Σταυρός», «Η γυναίκα του Ευαγγελίου», «Το µυστικό των νεκρών» κ.ά.

Βεϊνόγλου Χριστίνα

Αδελφή του Αλεξάνδρου Βεϊνόγλου, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912, ασχολήθηκε µε την πεζογραφία και δημοσίευσε εργασίες της στη «Νέα Εστία», στον «Εθνικό Κήρυκα» Νέας Υόρκης και στο περιοδικό «Ήλιος».

Ηλίας Βενέζης

Ο Ηλίας Βενέζης (πραγματικό όνομα: Ηλίας Μέλλος, Αϊβαλί, 4 Μαρτίου 1904 – Αθήνα, 3 Αυγούστου 1973) ήταν Έλληνας Μικρασιάτης λογοτέχνης, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Γεννήθηκε στις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας στις 4 Μαρτίου 1904 σύμφωνα με αυτοβιογραφικό του σημείωμα. Ο πατέρας του, Μιχαήλ Μέλλος, καταγόταν από την Κεφαλλονιά και η μητέρα του από τη Λέσβο. Βενέζης λεγόταν ο παππούς του Δημήτριος από την πλευρά της μητέρας του.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στο Αϊβαλί, μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1914, όταν και εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και τα αδέρφια του στη Μυτιλήνη μέχρι το 1919. Ο Βενέζης παρακολούθησε το Γυμνάσιο της Μυτιλήνης (Γυμνασιάρχης ήταν ο φιλόσοφος Ιωάννης Ολύμπιος), αλλά αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κυδωνιών. Το 1922 η οικογένειά του εγκατέλειψε οριστικά πλέον τη Μικρά Ασία, ο ίδιος όμως δεν πρόλαβε να επιβιβαστεί στο πλοίο. Αιχμαλωτίστηκε και εστάλη, μαζί με άλλους 3.000 Αϊβαλιώτες, στα Τάγματα Εργασίας για 14 μήνες σε ηλικία 18 ετών. Οι εμπειρίες του από τα εργατικά τάγματα περιέχονται στο πρώτο μυθιστόρημά του, Το Νούμερο 31328. Ο Βενέζης ήταν ένας από τους μόλις 23 συμπατριώτες του που τελικά επιβίωσαν. Το 1923 απελευθερώθηκε και επέστρεψε στη Μυτιλήνη όπου ανέπτυξε αξιόλογη λογοτεχνική κίνηση με πρωτεργάτη τον Στρατή Μυριβήλη. Αυτός μάλιστα τον παρακίνησε να καταγράψει την αιχμαλωσία του και έλεγε χαρακτηριστικά ότι “του έμαθε πώς να κρατάει το μολύβι στο χέρι”. Το Νούμερο 31328 δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες το 1924 στην εφημερίδα Καμπάνα της Μυτιλήνης, διευθυντής της οποίας ήταν ο Μυριβήλης. Το 1939 ο Βενέζης μοιράστηκε μαζί με τον Μυριβήλη το πρώτο στην ιστορία Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας. Το 1956 ήταν και οι δυο υποψήφιοι για την έδρα Λογοτεχνίας στην Ακαδημία Αθηνών, όπου και εκλέχτηκε ο Βενέζης.
Στη Μυτιλήνη εργαζόταν στην Τράπεζα της Ελλάδος και το 1932 πήρε μετάθεση και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα (υπήρξε υπάλληλος στην τράπεζα το διάστημα 1930-1957). Διώχθηκε για τις πολιτικές του ιδέες από τον νόμο του “Ιδιωνύμου”, από τη δικτατορία του Μεταξά και κατά τη διάρκεια της Κατοχής συνελήφθη με την κατηγορία ότι είχε μιλήσει για ελευθερία, σε συγκέντρωση του προσωπικού της τράπεζας μέσα στο κεντρικό κτίριο, με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Φυλακίστηκε στο “Μπλοκ C” των φυλακών Αβέρωφ και η εκτέλεσή του απετράπη έπειτα από αντιδράσεις του πνευματικού κόσμου. Μετά τον πόλεμο διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην πνευματική ζωή της χώρας με επίσημες θέσεις, όπως του Διευθύνοντος συμβούλου του Εθνικού Θεάτρου, Αντιπροέδρου του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Το 1957 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 1957 και τιμήθηκε με το Α’ κρατικό βραβείο λογοτεχνίας και τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών για το μυθιστόρημά του «Γαλήνη». Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του (1971-1973) υπέφερε από σοβαρό πρόβλημα υγείας. Κατά το διάστημα αυτό είχε αποτραβηχθεί από κάθε κοινωνική ζωή και όταν δεν βρισκόταν στο νοσοκομείο, εργαζόταν επάνω στα τελευταία του βιβλία. Μετά τον θάνατό του κυκλοφόρησε το Μικρασία, Χαίρε, που βρέθηκε έτοιμο σε ντοσιέ ανάμεσα στα χαρτιά του με τη σημείωση: «Για το τυπογραφείο». Το 1979 το «Βιβλιοπωλείον της Εστίας» δημοσίευσε Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων, που είχε γραφεί για την εφημερίδα «Ακρόπολη» το 1958. Πέθανε στις 3 Αυγούστου 1973 στην Αθήνα, από καρκίνο του λάρυγγα. Κηδεύτηκε και τάφηκε στη Μήθυμνα (Μόλυβο) της Λέσβου απέναντι από τη μικρασιατική του πατρίδα. Σύμφωνα με τη θέλησή του, ο τάφος του είναι ανώνυμος με μόνη επιγραφή τη λέξη ΓΑΛΗΝΗ.

Ιωάννης Βενθύλος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση στην πλοήγησηΠήδηση στην αναζήτηση
Ιωάννης Βενθύλος
Ο Ιωάννης Βενθύλος (1804-1854) ήταν Έλληνας φιλόλογος και καθηγητής πανεπιστημίου. Ήταν ένας από τους πρώτους εκπαιδευτικούς που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της παιδείας στην νεότερη Ελλάδα. Γεννήθηκε το 1804 στην Σμύρνη όπου έλαβε τις πρώτες γνώσεις του, ενώ συνέχισε σπουδάζοντας φιλολογία στο Βερολίνο με καθηγητές τους Boeckh και Hermann. Το 1828 επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να διδάσκει αρχικά στο Ορφανοτροφείο και στη συνέχεια στο Κεντρικό Σχολείο της Αίγινας, όπου μαζί με τον Γεώργιο Γεννάδιο κατάφερε να το μετατρέψει σε βαρύνουσας σημασίας πνευματικό κέντρο. Ωστόσο απολύθηκε λόγω της δημοκρατικής και αντικαποδιστριακής ιδεολογίας του. Το 1833, όταν ιδρύθηκε γυμνάσιο στο Ναύπλιο διορίστηκε καθηγητής εκεί, διδάσκοντας ελληνικά και γαλλικά. Αργότερα, το 1839, διορίστηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου παρέμεινε μέχρι το 1854 όταν πέθανε από χολέρα. Μεταξύ των σημαντικότερων έργων του περιλαμβάνονται:
Γραμματική της νεωτέρας ελληνικής γλώσσης, 1832.
Νεφέλες του Αριστοφάνη (επιμέλεια), 1839.
Ποιητική του Αριστοτέλη (επιμέλεια), 1841.
Στοιχεία μετρικής της των Ελλήνων και Ρωμαίων ποιήσεως, 1851.

Βενιζέλος, Θεοδόσιος

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1821 και πέθανε στην Αθήνα το 1900. Φιλόλογος και συγγραφέας. Σπούδασε φιλοσοφία στα πανεπιστήμια της Αθήνας και του Βερολίνου και αναγορεύτηκε διδάκτορας του δευτέρου με μια μελέτη του για την Αθηνά (1854). Δίδαξε στη Ριζάρειο σχολή επί 45 χρόνια καθώς και στη Σχολή Ευελπίδων. Έργα του: Περί του ιδιωτικού βίου των αρχαίων Ελλήνων (1873), η δίτομη Ελληνική Ιστορία (1873) κ.ά.

 

Ανδρέας Βεντουράτος

Ο Ανδρέας Βεντουράτος ήταν ηθοποιός, σκηνοθέτης, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας από τη Σμύρνη όπου γεννήθηκε το 1921. Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και δραματική τέχνη στη σχολή του Κάρολου Κουν (αποφοίτησε το 1944) και στη Γαλλία. Συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους και διάφορους ραδιοφωνικούς σταθμούς, ως εκφωνητής, συγγραφέας πολλών εκπομπών και ραδιοσκηνοθέτης. Έγραψε ποιήματα που δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και θεατρικά έργα που μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο όπως “Κωνσταντίνος Παλαιολόγος” και άλλα. Ο Ανδρέας Βεντουράτος συμμετείχε σε εννέα κινηματογραφικές ταινίες.

Ιωάννης Βερβέρης

Ο Ιωάννης Βερβέρης γεννήθηκε το 1840 στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας το 1840. Μετακόμισε στην Σύρο όπου εξέδωσε τα σατιρικά περιοδικά Εωσφόρος και Ιππότης. Στη συνέχεια μετακόμισε στην Αθήνα όπου υπήρξε εκδότης του περιοδικού Ό,τι θέλω την περίοδο 1876-1877. Επίσης συνεργάστηκε με τον Γεώργιο Σουρή στην έκδοση του περιοδικού Σκηναί, ενώ έγινε γνωστός για το σκωπτικό του ύφος. Δημοσίευε επιφυλλίδες σε μορφή λαϊκών μυθιστορημάτων στα περιοδικά Αριστοφάνης, Ραμπαγάς και Μη Χάνεσαι, τα οποία είχαν ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση στο αναγνωστικό κοινό. Αργότερα εξέδωσε και το περιοδικό Παληάνθρωπος στο οποίο χρησιμοποιούσε την δημοτική γλώσσα κάτι που τον έκανε να θεωρείται πρόδρομος του δημοτικισμού. Πέθανε το 1903 ή το 1905 στην Αθήνα.

Φώτης Αγγουλές

Ο Φώτης Χονδρουλάκης (Τσεσμές Μικράς Ασίας, 1911 – Αιγαίο Πέλαγος, 27 Μαρτίου 1964), γνωστός με το ψευδώνυμό του Φώτης Αγγουλές, ήταν Έλληνας Μικρασιάτης ποιητής, μέλος του ΕΑΜ στα κινήματα της Μέσης Ανατολής και μέλος του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Γεννήθηκε στον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας. Λίγα χρόνια μετά από τη γέννησή του, οι γνωστές βίαιες ιστορικές συνθήκες του στέρησαν το γενέθλιο λίκνο: Στα τρία του χρόνια έγινε για πρώτη φορά προσφυγάκι και στα έντεκα του, με τον τελεσίδικο διωγμό του 1922, ακολούθησε τη μοίρα χιλιάδων άλλων Μικρασιατών και την οριστική εγκατάσταση της οικογένειάς του σε παράγκα στο Φρούριο της Χίου. Ο Φώτης Αγγουλές εγκατέλειψε το σχολείο στη Β΄ δημοτικού, για να βοηθήσει σε στεριά και θάλασσα τον πατέρα του Σιδερή Χονδρουλάκη. «Αγγουλές» (= παλληκάρι) ήταν το παρατσούκλι με το οποίο ο Φώτης αντικατέστησε το επίθετό του. Η οικογένειά του υπήρξε εύπορη, όμως κατά τον διωγμό των χριστιανών από τη Σμύρνη, παράτησε όλο της το βιός και με ένα καΐκι μαζί με τρεις αδερφές του, τις Ευαγγελία, Αγγέλα και Κυριακούλα, πέρασαν απέναντι στη Χίο. Η Χίος έγινε η δεύτερή του πατρίδα. Στην ηλικία των 14-15 χρόνων εντυπωσιάστηκε όταν διάβασε μερικά ποιήματα σε κάποια εφημερίδα στο ψαρομανάβικο του πατέρα του (από αυτές που τύλιγαν τα ψάρια). Ήταν η εποχή που ξεκίνησε να γράφει στίχους και να διαβάζει, προσπαθώντας να καλύψει τα μαθησιακά κενά του. Λίγο αργότερα (1928) άφησε την εργασία του πατέρα του και πήγε μαθητευόμενος τυπογράφος στην τοπική εφημερίδα της Χίου Ελευθερία. Η επανασύνδεσή του αυτή, αρχικά με τον γραπτό λόγο, τη στοιχειοθεσία, με τον μαγικό κόσμο των λέξεων και των σκέψεων, αλλά και η επαφή του με τους αρθρογράφους και πνευματικούς της εποχής, τον έχρισαν ποιητή, δημοσιογράφο και εκδότη. Κατά τη διάρκεια των πολεμικών και πολιτικών αναταραχών της Ελλάδας, ο ανήσυχος Αγγουλές ξεκινά να δημοσιεύει τα δικά του ποιήματα. Μάλιστα, το 1936, μέσα από την εφημερίδα Αλήθεια, ένα σατιρικό ποίημά του κατά του δικτάτορα Μουσολίνι, τον έστειλε -από την ντόπια εξουσία στα δικαστήρια. Στα δεκαοκτώ του μόλις χρόνια, εξέδωσε την «Καμπάνα», την πρώτη του σατιρική εφημερίδα. Τρία χρόνια μετά συνέχισε με την εβδομαδιαία εφημερίδα «Μιχαλού». Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των στίχων του και η αριστερή του ιδεολογία διαμόρφωσαν με σταθερότητα ένα είδος ποιητή, που ακροβάτησε ανάμεσα στην ευαισθησία, τον σαρκασμό και τη δυσφορία από την αδικία των κοινωνικών συνθηκών. Εξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές, την προπολεμική περίοδο: Την «Αμαβασιά» (1934), τις «Κραυγές στον ήλιο», και τους «Μενεξέδες» (1938). Παράλληλα επιμελήθηκε τη λαογραφική συλλογή «Ο λαός της πατρίδας μου», που την αποτελούσαν λαϊκά δίστιχα και τραγούδια από τον Τσεσμέ. Λίγο καιρό αργότερα, με μια ομάδα συνεργατών και έπειτα μόνος, κυκλοφόρησε το λογοτεχνικό περιοδικό «Το νησί». Το ποιητικό σύμπαν του Φώτη Αγγουλέ, εκφράστηκε μέσα από τους τίτλους και τα εξής έργα του: «Αμαβασιά» (η νύχτα, αμέσως μετά τη χάση του φεγγαριού), «Πορεία μέσα στη νύχτα» (1958), «Κραυγές στον ήλιο» (1938), «Φωνές» (1943), «Φλόγες του δάσους» (1946), «Φουτσιγιάμα» (1962), «Μενεξέδες» (1938), «Οπτασίες στην έρημο» (1943), «Εντελβάις» (1946).
Οι κακουχίες και οι ασθένειες τον οδήγησαν στον θάνατο. Ο Φώτης Αγγουλές πέθανε από οξύ πνευμονικό οίδημα μέσα στο επιβατηγό πλοίο «Κολοκοτρώνης», ταξιδεύοντας από τη Χίο στον Πειραιά, στις 27 Μαρτίου 1964, σε ηλικία 53 ετών.

Ναυσικά Γεωργιάδη – Μουσούρη

Τη ζωγράφο, λογοτέχνιδα και δημοσιογράφο Ναυσικά Γεωργιάδη ελάχιστοι γνωρίζουν. Η οικογένειά της καταγόταν από τα Επτάνησα, η ίδια γεννήθηκε στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας το 1906. Μετά από τη Μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα όπου σπούδασε ζωγραφική. Πραγματοποίησε πολλές ατομικές εκθέσεις, ενώ παράλληλα ασχολούμενη με τη λογοτεχνία, εξέδωσε δύο συλλογές διηγημάτων: «Το ανθισμένο σπίτι» (1948) και «Ζωές τυραννισμένες» (1966). Το 1935 παντρεύτηκε τον ποιητή, λογοτέχνη, ζωγράφο και δημοσιογράφο Σπύρο Ν. Μουσούρη (1887-1981), γνωστό με το ψευδώνυμο Φώτο Γιοφύλλη, αλλά δεν απέκτησαν απογόνους. Τόσο η Ναυσικά Γεωργιάδη, όσο και ο σύζυγός της, ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί στους φιλολογικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους της Λάρισας του μεσοπολέμου. Ήταν μέλη του «Ομίλου Διανοουμένων και Φιλοτέχνων Λαρίσης» (ίδρυση 1933) και συνεργάτες του περιοδικού «Θεσσαλικά Γράμματα» (1935). Απεβίωσε στις 21 Ιανουαρίου του 1990 και κηδεύθηκε στο Γ’ Νεκροταφείο των Αθηνών (Κοκκινιά).


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα