«ΓΙΟΡΤΑΣΤΗΚΕ» και πάλι η «Ημέρα της Μητέρας». Που κανονικά θα έπρεπε να γιορτάζεται κάθε μέρα. Απλά, θα θέλαμε σήμερα να πούμε δυο λόγια για τις λησμονημένες μάνες των πόλεων και των χωριών, τις μορφωμένες ή τις αμόρφωτες, τις ταπεινές κι ανώνυμες, τις νέες μητέρες ή τις πονεμένες ηλικιωμένες.
ΓΙΑ εκείνες τις μάνες που κράτησαν-και κρατούν- στους ώμους τους την κρίση, για τις άλλες που αγωνίζονται να βρουν ένα πιάτο φαγητό για τα παιδιά τους, για τις μάνες που έχουν άρρωστα παιδιά και δεν το λένε πουθενά, για τις άλλες που ξενοδουλεύουν, για τις πρόσφυγες μάνες που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, για τις μάνες του κόσμου που προσεύχονται για όλους μας…
Για όλες αυτές, οι παρακάτω λίγοι στίχοι:
«Η Μάνα μου/ πρωί μεσημέρι βράδυ
γονατισμένη/ έκανε τις παρακλήσεις της
Η μέρα άρχιζε γι’ αυτή/ με την επίκληση
της θείας βούλησης.
Δε ζητούσε δόξες/ και λαμπρές ανοίξεις
Μόνο λίγο χώμα/ και λίγο νερό
για να φυτέψει τ’ όνειρο». (Σιμόπουλος Ηλίας, «Η Μάνα μου»)
ΚΑΙ του χρόνου, να έχουν κουράγιο και την υγειά τους…