Μην νομίζεται πως δεν βλέπω, δεν ακούω και δεν αντιλαμβάνομαι τι γίνεται γύρω μου και πως δεν έχω μιλιά…
Τόσα χρόνια εδώ πέρα είδαν τα μάτια μου τόσα και τόσα! Ποτέ μα ποτέ μου όμως, δεν ένοιωσα τόση ζάλη κι απελπισία.
Είναι βλέπεις εκείνη η λέξη η παράξενη που όλο τη ξεχνώ. Να’ ναι λες ένας… κουμπαράς όπου θα μαζευτούν χρήματα που θα δοθούν για την καλοπέραση της αφεντιάς μου; Για να με αναστηλώσουν, να με βάψουν, να μου φτιάξουν την οροφή και να μου δώσουν ζωή σαν άλλοτε; Ρώτησα τις προάλλες τον γείτονά μου τον ψηλό, κι εκείνον που είναι εγκατεστημένος χρόνια και χρόνια εδώ κοντά, τι μέλλει γένεσθαι τώρα που μπήκαμε στο… πώς το λένε, και ξέρετε τι μου απάντησαν;
«Φίλε μου», είπαν «να ξεχάσεις αυτά που ήξερες για ένδοξες στιγμές, για ηρωισμούς και για πολιτισμό. Πουληθήκαμε χωρίς να μας ρωτήσουν! Και νομίζεις πως θα μας ζητούν την άδεια κάθε φορά που θα φέρνουνε εδώ πάνω τον κάθε άσχετο να πίνει, να τρώει, να παντρεύεται, να φωγραφίζεται με εισιτήριο και να οργανώνει τις φιέστες του; Εδώ φίλε νικά ο θεός του εμπορίου, ο Ερμής! Δεν τον βλέπεις που όλο κατεβαίνει και μας κοιτά εξεταστικά, υπολογίζοντας τι θα βγάλει απ’ τον καθένα μας; Δέστε τον τώρα που έχει θρονιαστεί από πάνω μας και γελά ειρωνικά! Κατιτί μας ετοιμάζει να ξέρεις…»
«Δεν σας πιστεύω! Κι αν έχει κάποια αλήθεια ο λόγος σας, τα…παραλέτε λέω! Γιατί αν κατάλαβα καλά, ισχυρίζεστε πως θα δουν τα μάτια μου πράγματα που δεν θα μου αρέσουνε, αλλά αφού ξεπουλήθηκα και δεν έχω κανένα σύμμαχο πια, δεν θα μπορώ ν’ αντιδράσω;»
«Φυσικά φίλε μου! Τι περίμενες; Να σου κάνουν κι υποκλίσεις;»
«Μα εγώ είμαι «ιστορικό μνημείο», καθώς λεν όσοι γνωρίζουν! Δεν γίνομαι εγώ υπηρέτης του κάθε κερδοσκόπου!»
«Θα γίνεις θες δεν θες! Και πρόσεξε! Λάου-λάου θα σε φέρουνε εκεί που θέλουνε! Κι αν δεν είσαι υπάκουος θα σ’ αφανίσουνε τελείως!»
«Εμένα;»
«Ναι εσένα! Κι όλους εμάς! Μια μικρή συσκευή μόνο στα ιστορικά υπόγειά σου, -εκεί που σάπιζαν τα παλιά τα χρόνια της… σκλαβιάς κάτι…θερμόαιμοι αγωνιστές- και γίνεσαι… καπνός! Μπορεί να σε βγάλουν και παράνομο ολότελα, έτσι που καλοκάθεσαι πάνω στο γιαλό, και να έλθουν οι μπουλντόζες να σε κάνουν… χώμα στο λεπτό!»
«Τι μου λέτε; Δεν σας πιστεύω!»
«Σώπα καημένε, γιατί υπάρχουν και χειρότερα!»
«Χειροτέρα;»
«Εχεις σκεφτεί πως μπορεί με μια νομοθεσία, μια παραγραφούλα τόση δα -δυο φαινομενικά ασήμαντες, συμπληρωματικές λεξούλες- να σε…αποχαρακτηρίσουν; Να μην είσαι πια… ιστορικό μνημείο, μόνο ένα κοινό, κοινότατο… παλιοκτήριο χωρίς αξία;»
«Τι μου λες τώρα; Ότι δεν θα έχω παρελθόν; Ότι δεν θα έχω ιστορία; Δεν θα έχω συνέχεια;»
«Μπορεί να γίνει κι αυτό στις μέρες μας που τα πάντα αλλάζουν ερήμην μας, κι ο κόσμος όλος ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί!
Γι’ αυτό… μιλιά!»