Στο χωριό ελέγανε πως η Κανακογιώργαινα ό,τι και να ακούσει δεν το κρατάει μυστικό μόνο το πλησιώνει ακόμης και πιο πολύ από ό,τι της πεις.
– Αλλά άκου εσύ είντα βάνει ο νους μου Νταμουλίνα να τση σκαρώσω που θα την ξεμασκαρώσω ντελόγγο και δεν θα μπορεί να μου τα στρίψει και να βρει δικαιολογία για να καλύψει αυτό το κακό χούι που έχει.
-Μα για πες μου το γερά-γερά Μανούσαινα ήντα μπορείς να τση σκαρώσει και θα σε παραδεχτώ για τα καμώματά σου.
– Ναι, Νταμουλίνα αύριο το πρωί έχε έγνοια και θα τ’ ακούσεις που θα τηνε απαντήξω και θα τση πω δήθε πως μου συνέβηκε κάτι να δω σε πόσους τόπους θα το πει και πώς θα το ξεμακρύνει.
– Καλημέρα Κανακογιώργαινα, είντα κάνεις του λόγου σου εδά έχεις πράμα να μου πεις.
– Όι Μανούσαινα εγώ δεν άκουσα πράμα.
– Μα εγώ Αγλαΐα έχω να σου πω αλλά είναι μυστικό και ξιάσου μη το πεις πουθενά.
– Είντα εγώ κατέεις το ό,τι μου πει κάνεις, δεν κάθομαι να το κουβεδιάζω με τσι κουτσομπόλες του χωριού.
– Τότε, άκουσε είντα μου έτυχε απόψε αργά. Το πρωί που σηκώθηκα είδα να έχει κάνει ο άνδρας μου ένα αυγό αλλά όπως σου είπα μην το πεις ποθές ξιάσου.
Αλλά η Κανακογιώργαινα μόλις χώρισαν με την Μανούσαινα τση απαντήχνει μια γειτόνισσα.
– Γειτόνισσα Μαριγώ, έμαθες τα σημερινά χαμπάρια που εγώ γέρασα και αυτό το πράμα δεν ξανάγινε.
Ο άνδρας τση Μανούσαινας απόψε το βράδυ έκαμε δυο αυγά, αλλά μου είπε να το κρατήσω μυστικό αλλά και εσύ μην πας και το διαδόσεις.
Μόλις ξεχώρισαν η Αγλαΐα με την Μαριγώ, η Μαριγώ συναντά και αυτή μια άλλη και αμέσως τση λέει «γειτόνισσα εμάθα ένα χαμπάρι που ποτές δεν εξανάγινε, αλλά είναι μυστικό και μην ντο πεις πουθενά».
Αλλά αυτό το μυστικό μόνο μυστικό δεν έμεινε αλλά από στόμα σε στόμα διαδόθηκε κι έτσι με αυτό τον τρόπο η Μανούσαινα ξεμασκάρωσε την Κανακογιώργαινα.
ΓΛΩΣΣΑΡΙ
το πλησιώνει = το μεγαλώνει
ακόμης = ακόμα
είντα = τι
τση = της
σκαρώσω = καταφέρω
ντελόγγο = αμέσως
χούι = κακό μάθημα
γερά-γερά = πιο σύντομα
απαντήξω = συναντήσω
τση πώ = της πω
πράμα = τίποτα
κατέεις το = το ξέρεις
αργά = βράδυ
τση απαντήχνει = την συναντά
χαμπάρια = νέα