Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Μνήµες θυµάτων της Χούντας μέσα από το βιβλίο του Δ. Βεριώνη

«Η έρευνα αποτελεί χρέος απέναντι στην ιστορία» επισηµαίνει ο κ. ∆ηµήτρης Βεριώνης συγγραφέας του ‘‘Θάνατοι στη Χούντα’’ (∆ολοφονίες, αντιδικτατορική δράση-ύποπτοι θάνατοι την περίοδο 1967-1974). Μια µνηµειώδης πολυσέλιδη εργασία µετά από προσπάθεια 10 ετών στην οποία αποκαλύπτονται σπάνια στοιχεία.

Σε συνέντευξή του στα “Χανιώτικα Νέα”, ο  συγγραφέας τονίζει ότι «γράφει µε αποδείξεις έχοντας ως στόχο τη διατήρηση της µνήµης των θυµάτων».

∆ιαβάζοντας το βιβλίο σας θα ήθελα  να σας ρωτήσω –όχι µε τη µεταφυσική φυσικά διάσταση– αν ανθρώπινα, συλλέγοντας όλα αυτά στοιχεία, γράφοντας, αισθανθήκατε ότι “συνοµιλήσατε” µε τους ανθρώπους αυτούς; Τους βλέπετε στον ύπνο σας; Τους σκέφτεστε;

Η όλη διαδικασία της συγγραφής και της έρευνας του βιβλίου ξεκίνησε µε την επαφή µε τις φωτογραφίες των ανθρώπων αυτών µετά από µια επίσκεψη στο «Σύνδεσµο Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967-1974» το Νοέµβρη του 2013. ∆ιαπίστωσα ότι υπήρχαν πολλές φωτογραφίες θυµάτων της χούντας για τα οποία δεν είχα ιδέα! Ήταν έντονη η συναισθηµατική φόρτιση, αναρωτιόµουν γιατί έχουν χαθεί αυτοί οι άνθρωποι και προσπάθησα να  µάθω όσο τον δυνατόν περισσότερα στοιχεία για αυτούς. Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της έρευνας µάθαινα για ένα ασήµαντο στοιχείο για τον καθένα ότι πχ. ο ένας έπαιζε κιθάρα ή ο άλλος αγαπούσε τον Χ ΄ συγγραφέα. Όλα αυτά σαφώς µπορεί να µην εµπλέκονται µε το βασικό κορµό της ιστορίας αλλά ήταν πολύ σηµαντικά κοµµάτια ώστε να τους δούµε όχι ως απλά ονόµατα που καταγράφηκαν στην ιστορία για το θάνατο τους αλλά ως ανθρώπους που θα µπορούσαν σήµερα να είναι δίπλα µας. Αναζητώντας περισσότερες πληροφορίες έφτασα σε κάποιους από αυτούς ποιο κοντά κυρίως µέσω των οικογενειών τους. Αυτό ήταν το συγκλονιστικό για µένα. Η δυνατότητα να γνωριστώ µε το περιβάλλον των θυµάτων, µε ανθρώπους που τους έζησαν περισσότερο ή λιγότερο µε έκανε να νιώθω πολύ οικεία τα πρόσωπα αυτά. Η συναισθηµατική εµπλοκή είναι και το πιο σηµαντικό για να ξεκινήσει κάποιος µια έρευνα.

Γράφετε για το κάθε θύµα, δίνοντας  στοιχεία της ταυτότητας του, τι µουσική άκουγε, τι οµάδα ήταν, µας δίνεται την ανθρώπινη τους διάσταση χωρίς να τους παρουσιάζεται ως “super ήρωες”…

Ναι και κάποιοι από αυτούς δεν είχαν κάποια φανερή αντιστασιακή δράση, απλά βρέθηκαν τη λάθος στιγµή στο λάθος τόπο! Ήταν πολύ σηµαντικό για µένα ότι ξεκίνησα την έρευνα από την αγωνία της “µη λήθης”, να µην ξεχάσουµε δηλαδή τους ανθρώπους αυτούς. Ένιωσα ότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν ξεχαστεί και αυτό είναι µια “πληγή” ,ένας δεύτερος θάνατος ίσως πιο επώδυνος από τον πρώτο, αν ισχύει ότι το “ζούµε όσο µας θυµούνται…”Για αυτό ήθελα όσο τον δυνατόν περισσότερα στοιχεία, σηµαντικά ή ασήµαντα. Πολλοί εξ’ αυτών δεν έφτασαν στη δική µας ηλικία, δεν έγιναν 40,50,60 ετών γιατί κάποιοι αποφάσισαν ότι η ζωή τους πρέπει να σταµατήσει στα 20 και στα 30 και αυτό είναι εξαιρετικά οδυνηρό , ειδικά για τις οικογένειες τους, τους οικείους τους.

Στα 10 χρόνια της έρευνας σας ποια ήταν η µεγαλύτερη δυσκολία που συναντήσατε;

Το µεγαλύτερο πρόβληµα ήταν η έλλειψη πηγών και στοιχείων. Οι καταγραφές είναι ελάχιστες! Βρίσκεις κάποια πράγµατα στον πρώτο µεταπολιτευτικό τύπο .στις µηνύσεις για τους ύποπτους θανάτους,  στα µνηµόσυνα αγωνιστών σε εφηµερίδες. Η έλλειψη πηγών ήταν το µεγαλύτερο ζήτηµα και έπρεπε να προσπαθήσω µε 1002 τρόπους να βρω τις πληροφορίες και να συναντήσω τα οικεία πρόσωπα. Για πολλούς ανθρώπους είχα µόνο ένα ονοµατεπώνυµο και αναζητούσα τον τρόπο καταγωγής και να φτάσω σε συγγενικά τους πρόσωπα.

Πολλοί άνθρωποι που σας δίνουν πληροφορίες δεν θέλουν να δώσουν τα ονόµατα τους, άλλοι πάλι σας είπαν πως απλά δεν ήθελαν να µιλήσουν;

Υπήρχαν κάποιοι που µου παν “το έχουµε θάψει  µέσα µας αγόρι µου”. Είναι κάτι απόλυτα σεβαστό γιατί η διαχείριση του πόνου είναι ένα καθαρά προσωπικό θέµα και για αυτό δεν µπορεί να πει κανείς το οτιδήποτε. Σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχε και το στοιχείο του φόβου. Αρχικά το περιβάλλον, κοινωνικό, πολιτικό µέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η µεταπολίτευση τα πρώτα χρόνια . Γιατί τα “σταγονίδια της χουντας” που έλεγε ο Αβέρωφ δεν ήταν καθόλου “σταγονίδια” αλλά ισχυρές βροχές που απειλούσαν τη δηµοκρατία καθώς οι άνθρωποι της χούντας παρέµεναν στα πράγµατα. Το βίωµα είναι τόσο ισχυρό  και εξηγείται ο µετέπειτα φόβος»Να  µην πάθουµε τα ίδια”,  γιατί “απειλήθηκε κάποιος από την οικογένεια µας”  γιατί «αυτοί οι άνθρωποι είναι εδώ τριγύρω και τους βλέπουµε να ισχυροποιούνται στη σύγχρονη πολιτική σκηνή”.

Υπήρξε κάποιο άτοµο για το οποίο ξεκινήσατε να ψάχνεται µε λίγα στοιχεία και ωστόσο βρήκατε µαρτυρίες, υλικό ;

Είναι πάρα πολλές περιπτώσεις αυτές για τις οποίες ένιωσα αληθινά ικανοποίηση και χαρά. Για πολλούς είχα µια φωτογραφία , ένα ονοµατεπώνυµο, ένα έτος θανάτου! Καταλαβαίνεται ότι δεν είχα σχεδόν τίποτα! Και η χαρά ήταν τεράστια όταν µετά από επίπονες προσπάθειες µε επαφές µε δηµοτολόγια, ληξιαρχεία, κατάφερνα και έβρισκα µια άκρη. Αντίστοιχα ήταν έκδηλη η απογοήτευση στις περιπτώσεις που είχα σαφής πληροφορίες για πχ. τον στρατιώτη Γεωργουσόπουλο ή τον φοιτητή Λόγγου και δεν κατάφερα να βρω περισσότερα στοιχεία παρότι έψαξα σε πολλά επίπεδα, διοικητικά µέσω ∆ήµων, ακόµα και µέσω αγγελιών σε εφηµερίδες.

Πέρα από την πλήρη καταγραφή των νεκρών του Πολυτεχνείου, διαβάσαµε µε µεγάλο ενδιαφέρον για τους νεκρούς του βασιλικού κινήµατος ή για “αυτοκτονίες” και “ατυχήµατα” που έγιναν σε στρατιωτικούς που δεν ήταν ιδιαίτερα φιλικοί στη χούντα, ή για το θάνατο εξόριστων στα ξερονήσια λόγω των κακών συνθηκών κράτησης. Στο βιβλίο σας µάλιστα δεν διστάζετε   να παρουσιάσετε και τις περιπτώσεις όπου λανθασµένα κάποιοι θάνατοι καταχωρήθηκαν στα

εγκλήµατα της χούντας…

Για µένα το ζήτηµα δεν ήταν ο εντυπωσιασµός αλλά η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας. Αν κάτι ισχύει πρέπει να καταδειχθεί και να αναδειχθεί ιστορικά,το ίδιο και αν δεν ισχύει γιατί αν κάτι δεν ισχύει δίνει το έδαφος σε αντιδραστικές δυνάµεις του ιστορικού αναθεωρητισµού να κάνουν πολιτικά παιχνίδια και να µιλήσουν για ανυπαρξία νεκρών πχ. στο Πολυτεχνείο ∆ηλαδή πράγµατα που δεν θα πρεπε καν να τα κουβεντιάσουµε, ακόµα και η ίδια η χούντα παραδέχθηκε ότι υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο. Εµένα µε ενδιέφερε να ανοίξει η κουβέντα για όλα αυτά τα γεγονότα, κρατώντας τις αποστάσεις της αντικειµενικότητας µιλώντας συγκρατηµένα και παρουσιάζοντας τεκµήρια. Από εκεί και πέρα ο ιστορικός και ο ερευνητής του µέλλοντος θα µπορεί να αναζητήσει περισσότερα στοιχεία για τα γεγονότα αυτά. Είναι σηµαντικό όµως να καταγραφούν όλα αυτά τα πράγµατα για αυτό και παραθέτω όλες τις περιπτώσεις για τις οποίες κατηγορήθηκε το καθεστώς και υπέπεσαν στην αντίληψη µου.

∆ύσκολο και να µην επηρεαστείς συναισθηµατικά, σκεπτόµενος ότι έχεις να κάνεις µε ανθρώπους πολλούς από αυτούς σε µικρή ηλικία, οικογενειάρχες, άνθρωποι της τρίτης ηλικίας ;

 Οφείλεις να κάνεις την έρευνα µε πάθος, αλλά να το αφαιρείς κατά τη συγγραφή . Το   προσπάθησα αυτό , η γραφή µου να είναι όσο το δυνατόν πιο στεγνή και χωρίς συµπεράσµατα. ∆εν χρειάζεται να εκβιάζεις τη συγκίνηση, την ενσυναίσθηση, την συµπόνια. Προκύπτουν όλα αυτά από τα γεγονότα. Προσπάθησα να είµαι νηφάλιος, όχι ενθουσιώδης. Σίγουρα υπήρχαν περιπτώσεις όπως του Γιάννη Καίλη, του Λάµπρου Τζιάνου, του Γιάννη Φουντουλάκη από τα Χανιά και άλλες ακόµα που βλέποντας τι ακριβώς έχει γίνει και αντιλαµβανόµενος το µέγεθος της φονικής δραστηριότητας των κύκλων της χούντας είναι αδύνατον να µην συγκινηθείς. Και τώρα  σε παρουσιάσεις του βιβλίου είναι δύσκολο να µην έχω συναισθηµατική έξαρση ξαναζώντας και ξαναµιλώντας για  όλα αυτά τα θέµατα.

ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ

Το αίσθηµα που αφήνει το βιβλίο στον αναγνώστη είναι αυτό τις ατιµωρησίας για όλους αυτούς που δολοφόνησαν, βασάνισαν ακόµα και τραυµατίες ή τους συνοδούς τους έξω από τα Νοσοκοµεία πχ. το βράδυ του πολυτεχνείου..

Όντως το αίσθηµα αυτό προκύπτει. Αν και στο βιβλίο δεν ήθελα να κατονοµάσω τους φυσικούς αυτουργούς – πέρα από αυτούς που κρίθηκαν δικαστικά- γιατί δεν ήταν το αντικείµενο της έρευνα µου αφού προσωπικά µε ενδιέφεραν τα θύµατα και η προσωπική τους δικαίωση.  Ήθελα να αναδειχθούν οι ιστορίες των θυµάτων ,να τους θυµηθούµε και να µην τους ξεχνάµε. Οι άνθρωποι που χάθηκαν θα µπορούσαν να ζουν όλα αυτά τα χρόνια δίπλα µας. Φυσικά η αίσθηση της ατιµωρησίας και της αγνόησης των οικογενειών και των µηνύσεων που κατατέθηκαν αναδύεται µέσα από το βιβλίο.  Παρουσιάζω τους ανθρώπους που πέθαναν πχ. στα ξερονήσια ή αφού είχαν αποφυλακιστεί από αυτά. Ήταν τέτοια η υποβάθµιση της ποιότητας ζωής τους που ο θάνατος του οφείλεται στη χούντα. Είχαν κρατηθεί παράνοµα, είχαν συλληφθεί χωρίς ένταλµα, χωρίς κατηγορίες! Είναι επικίνδυνος ένας άνθρωπος µεγάλης ηλικίας που στέλνεται στα ξερονήσια, ενώ είναι τυφλός, κουφός, έχει καρδιακά προβλήµατα, κινείται µε µπαστούνι ακόµα   για την “κοινωνική σταθερότητα” όπως την ονειρεύονταν η χούντα; Θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγµατα αν στις µηνύσεις της Φιλάνθης Ψυρρή (σσ. της µαχητικής δικηγόρου, που ένα µέρος του αρχείου της αξιοποιήθηκε από το συγγραφέα) το Ελληνικό κράτος και η δικαιοσύνη είχαν ασχοληθεί σοβαρά.

Συνεχίζεται και συλλέγετε στοιχεία για µια επανέκδοση του βιβλίου;

Ναι βέβαια  µου µίλησαν περιπτώσεις που δεν γνώριζα , για  άλλες περιπτώσεις πάλι βρέθηκε περισσότερο  υλικό. Η  έρευνα συνεχίζεται και οφείλουµε να τη συνεχίζουµε. ∆εν αποτελεί κάποιο πολιτικό ή κοµµατικό παιγνίδι αλλά χρέος απέναντι στην κοινωνία, την ιστορία, την ιστορική αλήθεια όταν γίνεται  χωρίς βεβαιότητες που προδίδουν το ίδιο το αντικείµενο. Αν µιλούσα µε απόλυτη βεβαιότητα για όλους αυτούς τους θανάτους θα έκανα  ένα σφάλµα. Θα έκανα την ιστορία όχι ζήτηµα τεκµηρίων αλλά θα προέβαλλα τη δική µου άποψη κάτι που θα ήταν µεγάλο λάθος και δεν θα είχε κανένα όφελος. Σε κάθε περίπτωση είναι σηµαντικό και σε θεσµικό επίπεδο να αναζητηθούν οι αλήθειες πίσω από αυτές τις ιστορίες µε όσα µέσα διαθέτει το κράτος. Η αληθινή αγάπη για την πατρίδα περναει µέσα από την παραδοχή και των σφαλµάτων και των κακώς κειµένων που έχουν υπάρξει σε αυτόν τον τόπο και δεν είναι η αγάπη µιας φαντασιακής κοινότητας όπου τα πάντα γίνονταν τέλεια. ∆εν πρέπει να ενοχλεί η έρευνα αλλά να µας προβληµατίζει και να µας δείχνει µε ποιο τρόπο µπορούµε να γίνουµε καλύτεροι ως άνθρωποι και ως κοινωνία µέσα από την παραδοχή των λαθών και να πηγαίνουµε µπροστά λαµβάνοντας υπόψιν τα διδάγµατα. Προσωπικά παραµένω ανοικτός και  όποιος γνωρίζει στοιχεία  για αυτές οι άλλες υποθέσεις µε µεγάλη χαρά θα ήθελα να τα µοιραστεί µαζί µου.

Οι Χανιώτες- Κρητικοί

Γράφετε και τις ιστορίες θανάτου πολλών Κρητικών και Χανιωτών. Του  Ρουκουνάκη, του Βαβαγιάκη, του Φουντουλάκη, υπάρχουν ιδιαιτερότητες στις περιπτώσεις τους;

Υπάρχουν πολλά θύµατα και πολλοί ύποπτοι θάνατοι από τα Χανιά και την Κρήτη. Η υπόθεση του Φουντουλάκη είναι συγκλονιστική   γιατί αποδείχθηκε ότι ήταν δολοφονία. Ένας θάνατος που αποδόθηκε σε καρδιακή προσβολή και όταν έγινε η ανακοµιδή των λειψάνων του βρέθηκε ότι είχε σηµάδι από σφαίρα στο κεφάλι. Και η υπόθεση του Ρουκουνάκη είναι συγκλονιστική, όπως και του Μπονάτου του φούρναρη από τα Χανιά. Όλες διαφορετικές µεταξύ τους. άλλος στρατιωτικός, άλλος φαντάρος, άλλος γνωστός κοµµουνιστής. Υπάρχει και η περίπτωση ενός σµηνία απο την Ήπειρο που πέθανε τρεις µέρες πριν απολυθεί στην 115 Π.Μ. και θεωρήθηκε αυτοκτονία. Σε κάθε περίπτωση το ότι από την Κρήτη υπήρχαν τόσα θύµατα αυτό έχει να κάνει µε το χαρακτήρα και το ταµπεραµέντο των Κρητικών που δεν δέχονται το ζυγό πάνω από το κεφάλι τους και αυτό φάνηκε και στη χούντα και παλαιότερα στην κατοχή.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα