Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024

Μνήμες ναζιστικής θηριωδίας: 81 χρόνια από την εκτέλεση 33 Περβολιανών

Αυτές τις ημέρες συμπληρώνονται 81 χρόνια από την αποφράδα μέρα της 20ης Ιουνίου 1941, που οι Γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν 33 Περβολιανούς, εκδικούμενοι τον θάνατο 3 στρατιωτών τους.

Eπειδή ζουν ακόμα ελάχιστοι χωριανοί μάρτυρες των τραγικών εκείνων στιγμών και επειδή η ζωντανή μαρτυρία ενός εντεκάχρονου, τότε, αγοριού μετράει πολύ στην καταγραφή των γεγονότων, επισκέφτηκα στις 8-6-2022, στο σπίτι του τον κ. Γιώργο Καρεφυλάκη και μου εξιστόρησε με κάθε λεπτομέρεια τις μέρες του βομβαρδισμού των Χανίων, πριν την πτώση των Γερμανών και τα γεγονότα της εκτέλεσης.

Ο κ, Γιώργος Καρεφυλάκης είναι γέννημα θρέμμα Περβολιανός, με καταγωγή από τον Πλάτανο Κισσάμου,για χρόνια δούλευε σε ποντοπόρα εμπορικά πλοία ως μηχανικός και τελευταία δούλεψε στο Ναύσταθμο Σούδας.
Έχει δημιουργήσει μια αξιόλογη οικογένεια με τη σύζυγό του Μαρίκα το γένος Βασ. Πούλακα, αποκτώντας τρία αγόρια, που και αυτά με τη σειρά τους έκαναν τις δικές τους οικογένειες.
Παρ΄ όλο που διανύει το 92ο έτος της ζωής του είναι καλά στην υγεία του οδηγεί νόμιμα το αυτοκίνητό του και προπάντων έχει πλήρη διαύγεια πνεύματος και εξαιρετικό μνημονικό.
Παρακάτω αναφέρω επακριβώς όσα μου εξιστόρησε στη δίωρη συζήτησή μας.
«Μια εβδομάδα , περίπου, πριν να πέσουν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, αρχισαν σφοδρούς βομβαρδισμούς στην πόλη των Χανίων. Τα στούκας, αεροπλάνα καθέτου εφορμήσεως, εντόπιζαν τον στόχο από ψηλά και αυτόματα, όπως το γεράκι όταν εντοπίσει τη λεία του,, εφορμούσαν πάνω στο στόχο, έριχναν τις βόμβες και επί τόπου υψώνονταν πάλι στον ουρανό. Έκαναν δε και ένα εκκωφαντικό θόρυβο που σε τρέλαινε κυριολεκτικά.
Τότε , σχεδόν, όλοι οι Χανιώτες ,εγκατέλειψαν την πόλη και πήγαν στα γύρω χωριά.
Εμείς στο σπίτι μας φιλοξενήσαμε την οικογένεια Ψιστάκη που κατάγονταν από το Ρέθυμνο και απόγονος τους τώρα είναι ο γνωστός γαστρεντερολόγος γιατρός.
Στον κάμπο μέσα στα λιόφυτα και γύρω στα υψώματα ήταν στρατιώτες Άγγλοι, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί και Έλληνες.

Επειδή στην οικογένειά μας, είμαστε 5 μικρά παιδιά, ο μεγαλύτερος εγώ, 11 χρονών, ο Μύρων 7 χρονών, ο Μανώλης 5 χρονών. η Στέλλα 3 χρονών και ο Βαγγέλης 3 μηνών, η μητέρα μου Κατίνα , το γένος Καράκη, έπεισε τον πατέρα μου, Θεόδωρο, να φύγουμε από το σπίτι μας και να πάμε σε μια σπηλιά, όπως κάνανε και πολλοί άλλοι.
Πήγαμε, λοιπόν, λίγο πιο μέσα από το Γαρύπα ,απέναντι από τη Δρούμπα, στη τοποθεσία “ Βολάκοι” σε μια ευρύχωρη σπηλιά με λιγοστά ρουχαλάκια, στρώσαμε στο πάτωμα της σπηλιάς “καλοκοιμηθιές,”,θάμνος με μαλακά φυλλαράκια, και μέναμε και κοιμόμαστε εκεί. Είχαμε μαζί μας και τη μοναδική καλογαλούσα κατσίκα μας, που μπορώ να πω ότι στην κυριολεξία αυτή μας έτρεφε στη συνέχεια.
Ο πατέρας μου κι εγώ κατεβαίναμε με προφυλάξεις στον κήπο μας τον ποτίζαμε και κόβαμε φρούτα και κηπευτικά.
Το ξημέρωμα της 20ης Μαΐου, άρχισαν οι σειρήνες των Εγγλέζων και η καμπάνα που είχαν οι χωροφύλακες έξω από το σταθμό κρεμασμένη σε μια ελιά, να σφυρίζουν μανιωδώς, υπόψη ότι ο σταθμός στεγάζονταν δίπλα στο σπίτι μας σε δικό μας οίκημα.
Αμέσως, μετά, είδαμε, ψηλά από τη σπηλιά χιλιάδες αεροπλάνα να βομβαρδίζουν και να πολυβολούν τα Χανιά Φόβος και τρόμος μεγάλος μας έπιασε
Όταν επιτέλους, τέλειωσε ο βομβαρδισμός, εμφανίστηκαν άλλα αεροπλάνα, αυτά πήγαιναν πιο αργά και φάνηκε ότι έριχναν κάτι τι.

Λέει τότε , ο πατέρας μου του Ψιστάκη.
– Βλέπεις, τώρα ρίχνουν προκηρύξεις.
– Για να βάλω τα γυαλιά μου.
– Όχι, Θοδωρή, ανθρώπους ρίχνουνε, δεν θωρείς πώς κουνούνε και τα πόδια τους;
Στο λεπτό μαζέψαμε τα πράγματά μας, κατεβήκαμε στο ποτάμι, τον Κλαδισό, και τραβήξαμε για το Θέρισο, μαζί μας και η κατσικούλα, ήταν ήμερη και μας ακολουθούσε σαν το σκυλάκι.
Εγώ κρατούσα ένα μπογαλάκι ρούχα και η μαμά και ο μπαμπάς τα δυο μικρά. Πρωί φύγαμε από τα Περβόλια, το βράδυ φτάσαμε στο Θέρισο, μαζί μας και άλλος κόσμος πολύς,φοβισμένος και ταραγμένος
Εμείς μείναμε δύο βράδια στο σπίτι της νονάς της μαμάς μου, της Δουκάκαινας, άλλα δύο βράδια κοιμηθήκαμε στο ξύλινο πάτωμα του καφενείου του Σκουλούδη, προπάππου των παιδιών που έχουν τη γνωστή ταβέρνα..
Όμως μαζεύτηκε πολύς κόσμος, περνούσαν και τα αεροπλάνα, πότε πότε και φύγαμε πιο ψηλά, πήγαμε στις Αλιάκες, μετά λίγο παραπέρα, πιο απόμερα για να μην μας εντοπίσουν τα αεροπλάνα΄
Η πείνα εν τω μεταξύ ήταν αφόρητη, ο Ψιστάκης πήρε τη οικογένειά του και διά μέσου της Μαδάρας πήγε στο χωριό στο Ρέθυμνο..
Εμάς με 5 παιδιά, στη κυριολεξία μας έσωσε η κατσίκα μας, λίγο γάλα, λίγο νερό, λίγο αλεύρι και είχαμε έτοιμη τη “ θολόσταση”.
Σε καμιά εβδομάδα ακούστηκε η θλιβερή είδηση ότι οι Γερμανοί μπήκαν στα Χανιά και ότι οι Εγγλέζοι έφυγαν.

Τότε με κρύα καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής, κόσμος και κοσμάκης πάλι στο γυρισμό. Στο Κλεφτοπέραμα, ένα πλάτωμα στα μισά του φαραγγιού, συναντήσαμε και καμιά δεκαριά Ιταλούς αιχμαλώτους στρατιώτες που τους ελευθέρωσαν οι δικοί μας, όταν πάρθηκε η Κρήτη..
Όλοι τους σε άθλια κατάσταση, με ξεσκισμένα ρούχα, κουρέλια στα πόδια αντί για παπούτσια, τρεις από’ αυτούς, είδαν τις δυσκολίες μας και προθυμοποιήθηκαν να μας βοηθήσουν, κρατώντας τα μικρά αδερφάκια μου.
Επιτέλους φτάσαμε στο σπίτι μας, ο πατέρας μου πήγε με τους Ιταλούς στον κήπο έβγαλαν πατάτες έκοψαν και κολοκύθια και τα μαγείρεψαν οι ίδιοι, εδώ στην αυλή..
Οι χωροφύλακες είχαν φύγει από τον σταθμό, είχαν όμως αφήσει πάνω στον οντά κλειδωμένα τα ,μπαουλάκια τους με τα υπάρχοντά τους. Ανέβηκαν οι Ιταλοί άνοιξαν τα μπαούλα και ντύθηκαν με ό,τι βρήκαν και μας αποχαιρέτησαν.
Η Κρήτη τώρα είχε πέσει στα χέρια των Γερμανών.

Τώρα, όσον αφορά την αφορμή της εκτέλεσης των 33 συγχωριανών μας.
Είδαμε ότι με το που άρχισαν οι συνεχείς βομβαρδισμοί, πριν την πτώση των αλεξιπτωτιστών,οι Χανιώτες και οι κάτοικοι των περιχώρων κοίταξαν να προφυλάξουν τις οικογένειές τους σε ασφαλέστερα σημεία Μερικοί δε απ’ αυτούς είχαν εξοπλιστεί με ό,τι όπλο βρήκαν, μεταξύ αυτών και ο Αντώνης Σκουμπάκης το σπίτι του οποίου βρισκόταν στη γειτονιά Πορί.
Φαίνεται ότι κάτι ήθελε να πάρει από το σπίτι του , την οικογένειά του την είχε προφυλαγμένη σε ασφαλές σημείο και κατέβηκε τη δεύτερη ή τρίτη μέρα της πτώσης των Γερμανών και πλησιάζοντας στο σπίτι του αντιλήφθηκε τρεις Γερμανούς να προσπαθούν να τραβήξουν νερό από το παραδίπλα πηγάδι.

Τον είδαν οι Γερμανοί και κινήθηκαν απειλητικά εναντίον του, φάνηκε τυχερός και τους εξουδετέρωσε. Τους σκέπασε πρόχειρα με κλαδιά και πέτρες και έφυγε. Ένας χωριανός, άδουλος,αλκοολικός, βρώμικος και ξυπόλητος, Μαμαλούκο τον παρανομοιάζανε είχε μείνει στο χωριό για πλιατσικολόγημα, είδε , μετά , τους Γερμανούς, πιθανόν να είχε αντιληφτεί και το γεγονός της συμπλοκής, τους έψαξε και πήρε τα χρήματα που είχαν.
Μετά από μέρες θέλησε να εξαργυρώσει τα ματωμένα χρήματα των σκοτωμένων.
Εν τω μεταξύ οι Γερμανοί είχαν βρει τους τρεις στρατιώτες τους και τους έθαψαν στο Πορί απέναντι από το σπίτι του Κωνσταντινίδη του Γιώργη στης Βασιλάκαινας το χωράφι.
Η προσπάθεια εξαργύρωσης των ματωμένων χρημάτων των σκοτωμένων, έφτασε στα αυτιά των Γερμανών, συνέλαβαν τον Μαμαλούκο και τα μαρτύρησε όλα.
Στη συνέχεια κατέστρωσαν το σχέδιο της συγκέντρωσης και της διαλογής των ανδρών για εκτέλεση. Τους συγκέντρωσαν στο Πορί, είχαν και διερμηνέα μαζί τους και ανακοίνωσαν ότι θα εκτελέσουν 33 Έλληνες για το θάνατο των 3 Γερμανών. Δέκα για τον κάθε στρατιώτη και 13 για το δεκανέα τους.

Ένας χωριανός. ο Σαραντάκης ο Αντώνης, που ήταν από γεννησιμιού του ανάπηρος, κούτσαινε υπερβολικά, γι’ αυτό και το παρανόμι “Κουτσαντώνης”, επέμενε να μπει στη γραμμή των εκτελεσθέντων για να γλυτώσει ένας γερός και απαραίτητος στην οικογένειά του. Ο Σαραντάκης επέμενε και ο Γερμανός τον έδιωχνε, στο τέλος τον έβαλε στη γραμμή δίχως να χαρίσει τη ζωή σε κάποιον άλλον.
Από το Πορί, αφού είχε γίνει η διαλογή, τους οδηγούν με αυστηρή συνοδεία προς τον τόπο της εκτέλεσης, στο δρόμο, βρίσκει το θάρρος και δραπετεύει ο Πολύκαρπος Κωνσταντινίδης, δυστυχώς όμως λίγο πιο πάνω τον προλαβαίνουν οι ριπές των όπλων δυο Γερμανών
Στη σημερινή πλατεία,τώρα Πλατεία ηρώων 1941, μπροστά από τον μαντρότοιχο και δίπλα από την πόρτα της βίλας του γερμανού Προξένου Κρούγερ γίνεται η εκτέλεση..
Εγώ, συνεχίζει, ο κ. Γιώργος μόλις είχα γυρίσει από τα Χανιά, με είχε στείλει η μητέρα μου να πω στον πατέρα μου να μην έρθει σήμερα στο χωριό γιατί οι Γερμανοί μαζεύουν τους άντρες και κάποιο κακό θα γίνει, Υπόψη ότι αρκετοί έμεναν σε σπίτια γνωστών τους στα Χανιά, που εκεί οι Γερμανοί δεν έκαναν αντίποινα.

Έβλεπα, λοιπόν, από το σπίτι μας,μια και είναι ακριβώς δίπλα από τον τόπο της εκτέλεσης και μόλις έφυγαν οι Γερμανοί πήρα ένα λα’ινάκι κι ένα μαστραπαδάκι και πήγα, εκεί με οδήγησε το παιδικό μου μυαλό, να τους δώσω λίγο νερό..
Με βλέπει και με αγκαλιάζει ο Γιανναρίου ο Κώστας, ζωντανός είμαι Γιωργάκι μου, φέρτε μου γιατρό.Τρέχω καταματωμένος στο σπίτι, μου αλλάζει το ρούχο η μάνα μου και της λέω τα καθέκαστα.

Εν τω μεταξύ επέστρεψαν οι Γερμανοί για τη χαριστική βολή και μάλιστα ‘εδωσαν διαταγή σε δυο ώρες να τους έχουν όλους θαμμένους.
Οι χαροκαμένες τώρα μάνες, γυναίκες ,αδελφές γειτόνισσες παίρνουν σκάλες , παραθυρόφυλλα ,πόρτες και ό,τι άλλο βάζουν, πάνω τους νεκρούς και τους πάνε στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής.
Στο δρόμο που τους πηγαίνανε τους έδεσαν τα χέρια για να μην κρέμονται κάτω, δένοντας η μάνα μου τα χέρια του Κατσανεβάκη του Μανώλη ή Γαυγιωτομανώλη της λέει σιγανά – Κατίνα, ζωντανός είμαι και μην μου σφίγγεις πολύ τα χέρια, να με βάλετε σ’ ένα μνήμα και όχι στην Εκκλησία.

Οι δικοί του, είχαν χάσει ήδη τον Αντρέα στη μάχη την πρώτη μέρα και το Λευτέρη στην εκτέλεση και τον έβαλαν στο Ιερό, για να φέρουν γιατρό.
Το γεγονός δεν έμεινε μυστικό και ο Ενωμοτάρχης που οι Γερμανοί τον είχαν καταστήσει υπεύθυνο για το αποτέλεσμα της εκτέλεσης και της ταφής, γνωστοποίησε το συμβάν στους Γκεσταπίτες και αμέσως στέλνουν στην Εκκλησία δυο στρατιώτες με μοτοσυκλέτα, ο ένας μπήκε και εκτέλεσε μέσα στον Ιερό τον Κατσανεβάκη, ο άλλος έμεινε απ’ έξω και λένε οι γυναίκες που βρίσκονταν εκεί ότι εδάκρυσε..
Ο Αντώνης ο Σκουμπάκης, τώρα εξαναγκάστηκε σε παράδοση, αφού είχαν συλλάβει την οικογένειά του, οδηγήθηκε στα Γραφεία της Γκεστάπο, εκεί που είναι τώρα φροντιστήριο στην οδό Ηρ. Πολυτεχνείου και αφού τον έβαλαν να ανοίξει τον τάφο του τον εκτέλεσαν.
Αυτά είχα , Δάσκαλε, να σου πω για το τι τραγικά υποφέραμε με τον πόλεμο και σε ευχαριστώ που έδειξες ενδιαφέρον να γραφτούν στην εφημερίδα να τα μάθουν και οι νεότεροι».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα