43 χρόνια συμπληρώθηκαν το Σάββατο από την ημέρα που σημειώθηκε έκρηξη στο μότορσιπ “Πανορμίτης” και στο λιμάνι της Σούδας πραγματοποιήθηκε μία σεμνή τελετή παρουσία τοπικών φορέων και κατοίκων της περιοχής.
Υπενθυμίζεται ότι την 1η Οκτωβρίου 1979 στις 9 το πρωί σημειώθηκε έκρηξη στο μότορσιπ “Πανορμίτης” -η μεγαλύτερη έκρηξη πλοίου στον ελλαδικό χώρο σε καιρό ειρήνης σε κατοικημένη περιοχή-.
Το μότορσιπ είχε καταπλεύσει στο λιμάνι της Σούδας μεταφέροντας εύφλεκτο υλικό όπως φιάλες με υγραέριο, κιβώτια με δυναμίτιδα, βενζίνη κ.α. Ηταν αγκυροβολημένο στην προβλήτα μπροστά από την κεντρική πλατεία της περιοχής όταν έγινε η έκρηξη.
Από την τρομακτική έκρηξη που κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά την κωμόπολη, σκοτώθηκε ένας πολίτης ενώ 138 τραυματίστηκαν (3 από τους οποίους ακρωτηριάστηκαν).
Οι μαρτυρίες όσων έζησαν την συγκλονιστική έκρηξη, σοκάρουν ακόμα και σήμερα.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους ο κ. Σταύρος Μυριδάκης ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «5’ λεπτά πριν την έκρηξη είχαν μπει τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου μέσα στις τάξεις τους από το προαύλειο του κτηρίου. Φανταζόμαστε όλοι τι θα γινόταν αν τα παιδιά ήταν έξω… θα είχαμε πάρα πολλά θύματα», ενώ επεσήμανε ότι «τρέχανε στην πλατεία, φωνάζοντας μαζί με τον καπετάνιο φύγετε θα γίνει έκρηξη, φύγετε θα γίνει έκρηξη. Αυτό έσωσε τη Σούδα».
«Άρχισε ο ουρανός, δεν μπορείτε να φανταστείτε, πως βρέχει το χιόνι, να πέφτουν σίδερα, λαμαρίνες ολόκληρες, ρέλες του μισού τόνου σε όλο τον Ναύσταθμο. Δεν είχαμε βγει ακόμα έξω να δούμε την καταστροφή» τόνισε ο κ. Μυριδάκης ενώ κατέληξε λέγοντας: «Δεξιά αριστερά από το Ναυτικό Νοσοκομείο μέχρι και την Κάτω Σούδα – ειδικά η πλατεία – είχε ισοπεδωθεί όλη. Από τα αντικείμενα δεν μπορούσες να περπατήσεις».
Από μεριάς του ο κ. Γιάννης Φωκάς, κάτοικος Σούδας τόνισε ότι «είμαστε ευλογημένοι όλοι μας, που διασωθήκαμε από τη σιδεροβροχή που έπεσε σε όλο τον κόσμο. Ενα πλοίο το οποίο εξαϋλώθηκε σε δευτερόλεπτα. “Ενα καράβι καίγεται” μου είπε η μάνα μου».
Συνεχίζοντας την διήγησή του ο κ. Φωκάς ανέφερε: «Το κάψιμο από το θερμικό κύμα ήταν τόσο έντονο που ήταν αυτό που μου γλίτωσε τη ζωή. Το στενάκι πάνω που ανεβαίνει είναι η Γ’ Σεπτεμβρίου μαζί με αυτό Μαζί με αυτό που έτρεχα εγώ φεύγανε πέτρες, κεραμίδια, παράθυρα, καφάσια, τελάρα και ότι οικοδομικό υλικό υπήρχε από τα γύρω κτήρια» ενώ κατέληξε λέγοντας πως «η μπίντα, η δέστρα δηλαδή του πλοίου βρέθηκε στο εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα που είναι στα 3,5 χιλιόμετρα. Το κατάρτι στο σπίτι των Ρηγάκηδων. Εδώ έγινε ένας κρατήρας γύρω στα 60 μέτρα. Η προκυμαία έφυγε όλη».
Μιλώντας στα “Χ.ν.” ο κ. Γιώργος Χατζηκοκολάκης ανέφερε ότι «αρχικά το μότορσιπ “Πανορμίτης” ήταν δεμένο στην προβλήτα Ανδρίας, επειδή όμως θα ερχόταν το πλοίο της γραμμής, το “Κύδων”, μεταφέρθηκε στην προβλήματα μπροστά από την πλατεία. Οταν έγιναν οι εκρήξεις εμείς ήμασταν εδώ, βλέπαμε τις εκρήξεις. Τα βαρέλια της βενζίνης πετάγονταν 30-40 μέτρα ύψος και να σκάνε. Στην 5η έκρηξη τινάχτηκε το καράβι στον αέρα Εγώ ήμουν μέσα στον Ναύσταθμο και πετάχτηκα 5-6 μέτρα μακριά. Ετρεχα να μπω κάπου να προστατευτώ τα αντικείμενα πέφτανε βροχή. Το καράβι ήταν φτιαγμένο με περσίνια με ίλους όπως λέγονται. Ολα αυτά ήταν πυρακτωμένα και πεταγόντουσαν. Όλα τα αυτοκίνητα που ήταν εδώ παρκαρισμένα και είχαν κλειστά τα τζάμια παραμορφώθηκαν.Όπου έπεφταν τα αντικείμενα άρπαζε αμέσως φωτιά».
Στην συνέχεια ο κ. Χατζηκοκολάκης τονίζει πως «μέσα στην δεξαμενή (Σ.Σ. του Ναυστάθμου) ήταν δύο πλοία, είχανε περίπου 20 άτομα πλήρωμα το καθένα. Είχε και πολλούς εργαζόμενους εκείνη την εποχή ο Ναύσταθμος. Τουλάχιστον 70 άνθρωποι θα μπορούσε να είχαν σκοτωθεί αν δεν είχε αλλάξει θέση το πλοίο και η έκρηξη γινόταν στην θέση που βρισκόταν αρχικά. Αν έπεφτε το θυρόπλοιο. Ηταν από τα μόνα συνεργεία που είχαν ταράτσα και σηκώθηκε 10 πόντους πάνω. Τα τζάμια καρφώθηκαν στον τοίχο. Πρόκειται για θαύμα ότι δεν υπήρξαν πολλά θύματα. Ετρεχα και προσπαθούσα να σωθώ, πήγα να μπω σε ένα συνεργείο και έπεφταν τα ντουβάρια…».