Σε κάθε µεγάλη αθλητική διοργάνωση – και ιδιαίτερα στους Ολυµπιακούς Αγώνες – τα φώτα της δηµοσιότητας πέφτουν πάνω στους πρωταγωνιστές µη “εµπορικών” αθληµάτων. Κι έπειτα, “εξαφανίζονται”, µένουν µόνοι να παλεύουν µε την υποχρηµατοδότηση των οµοσπονδιών τους, µε την ανεπάρκεια προπονητικών και άλλων υποδοµών, µε την αδυναµία τους να εξασφαλίσουν τα προς το ζην προκειµένου να συνεχίσουν τον πρωταθλητισµό.
Φέτος τα πράγµατα δείχνουν να είναι αρκετά διαφορετικά, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στον στίβο. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του Μίλτου Τεντόγλου, σε συνδυασµό µε την εντατική παρουσία αρκετών αθλητών και αθλητριών στα κοινωνικά δίκτυα, κρατούν “ζωηρό” το ενδιαφέρον των Ελλήνων για την καθηµερινότητα αυτών των ανθρώπων.
Το ενδιαφέρον, δυστυχώς, δεν πηγάζει από την αγάπη των πολιτών για τον ερασιτεχνικό αθλητισµό, κάτι που άλλωστε δεν καλλιεργείται στη σηµερινή Ελλάδα. Είναι ένα ενδιαφέρον συγκυριακό, στο πνεύµα της εποχής, όπου µέσα από τα κοινωνικά δίκτυα µας αρέσει να κρυφοκοιτάµε από την ψηφιακή… κλειδαρότρυπα τις ζωές διάσηµων ανθρώπων.
Στη συγκεκριµένη περίπτωση, ο σκοπός αγιάζει τα µέσα. 5 – 10 αθλητές του στίβου κι άλλων “µικρών” αθληµάτων, κατάφεραν (ενδεχοµένως άθελά τους) να κάνουν “µόδα” τον χώρο τους. Κι αν µέσα από αυτή τους τη δηµοφιλία καταφέρουν να περάσουν τα σωστά µηνύµατα, τότε ενδεχοµένως η Πολιτεία και κάθε λογής αρµόδιος θα δεήσουν επιτέλους να ασχοληθούν µε τα διαχρονικά, σοβαρά προβλήµατα του ερασιτεχνικού αθλητισµού.
Ίσως για παράδειγµα, να ΄ναι κι αυτή η µόνη λύση για τα τόσα χρόνια επιδεικτικής αδιαφορίας για τις συνθήκες προπόνησης Χανιωτών αθλητών του στίβου σε χωράφια. Να φέρουµε τον Τεντόγλου να γυρίσει ένα βίντεο στα… εξωτικά προπονητήρια των Χανίων.
Τότε ίσως κάποιοι ντραπούν. Όχι από φιλότιµο βέβαια, αλλά από τον φόβο της έκθεσης στην “αρένα” των κοινωνικών δικτύων.