Μόλις το 35% του συνόλου των παραγωγών που ασχολούνται με την καλλιέργεια λειτουργικών φρούτων ή αλλιώς “superfruits” -μεταξύ άλλων αρώνια, μύρτιλο, ιπποφαές, goji berry, σμέουρο, βατόμουρο, φραγκοστάφυλο, golden berry και pepino- είναι “παραδοσιακοί καλλιεργητές”, ενώ η πλειοψηφία αποτελεί παραγωγούς νέους (όχι σε ηλικία), από διάφορες κοινωνικές τάξεις.
Η περίπτωση του Θωμά Κοντοβά αποτελεί απόδειξη ότι ο πρωτογενής τομέας είναι η διέξοδος από την ανεργία, που πολλοί αναζητούν. Ο 48χρονος μπορεί να σπούδασε παιδαγωγικό και για 20 χρόνια να δούλευε ως αποκλειστικός αντιπρόσωπος μεγάλης αυτοκινητοβιομηχανίας στην Καρδίτσα, αλλά την τελευταία τριετία έχει επιστρέψει στη γη, καλλιεργώντας 55 στρέμματα αρώνιας.
Ο Θωμάς Κοντοβάς, ο οποίος προέρχεται από αγροτική οικογένεια, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι “ο πρωτογενής τομέας είναι παραμελημένος” και σημειώνει: “όποιος θέλει να κάνει δουλειά, θα προχωρήσει σίγουρα, όσοι αποτυγχάνουν σημαίνει ότι κάτι δεν κάνανε καλά”.
Εκφράζει δε την ευχή, “να πολλαπλασιαστεί ο αριθμός όσων απασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα” και προσθέτει: “Αρκεί να γίνει σαφές ότι πρέπει να επιλέγουμε βάσει του εδάφους που διαθέτουμε την καλλιέργεια που θα ασχοληθούμε, να έχουμε τη τεχνική υποστήριξη και να προσβλέπουμε σε ένα πιστοποιημένο προϊόν με ταυτότητα και υψηλή προστιθέμενη αξία”.
Η καλλιέργεια λειτουργικών φρούτων (superfruits)
Στη χώρα μας καλλιεργούνται περισσότερα από 7 χιλιάδες στρέμματα λειτουργικών φρούτων και το δίκτυο “PlantDirect” έχει στην ευθύνη του περίπου 2600 στρέμματα αρώνιας, 400 στρέμματα ιπποφαούς, 250 στρέμματα goji berry, 200 στρέμματα μύρτιλου και εκμεταλλεύσεις που στο σύνολο τους δεν ξεπερνούν τα 150 στρέμματα για τα υπόλοιπα φρούτα της συγκεκριμένης κατηγορίας.
Όπως επισημαίνει ο γεωπόνος-φυτοπαθολόγος Δρ. Γιώργος Μπάρδας, επικεφαλής του δικτύου “PlantDirect”, η ανάπτυξη των συγκεκριμένων εκμεταλλεύσεων ξεκίνησε στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας και αυξήθηκε ραγδαία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας οικονομικής κρίσης.
Μάλιστα, τονίζει ότι οι συγκεκριμένες καλλιέργειες σιγά σιγά βρίσκουν την ισορροπία τους στο εθνικό και διεθνές οικονομικό περιβάλλον, απευθυνόμενες κυρίως σε “premium” αγορές νωπού και μεταποιημένου προϊόντος.
Τα κύρια προβλήματα
Μπορεί τα προβλήματα για κάποιον που θα ασχοληθεί με την καλλιέργεια “superfruits” να είναι αρκετά, ωστόσο οι λύσεις υπάρχουν και οργανώνονται ολοένα και πιο διεξοδικά.
Στα προβλήματα συμπεριλαμβάνονται: σχεδόν παντελής έλλειψη καλλιεργητικής εμπειρίας και γεωτεχνικής γνώσης, έλλειψη πιστοποιημένων επιχειρήσεων παραγωγής φυτικού υλικού, αδυναμία πώλησης παραγόμενων προϊόντων και καθετοποιημένης οργάνωσης παραγωγών και υφιστάμενων συνεταιρισμών και έλλειψη μεταποιητικών δράσεων.
Μερικές από τις απαντήσεις στα συγκεκριμένα προβλήματα είναι οι πειραματισμοί in vitro και in planta που γίνονται, με σκοπό την ανάπτυξη και τη δημιουργία καλλιεργητικών μοντέλων – βάσης δεδομένων καλλιεργητικών χαρακτηριστικών, με στόχο τη δυνατότητα πλήρους τεχνικής υποστήριξης των εκμεταλλεύσεων. Ειδικά “σε συγκεκριμένες καλλιέργειες, όπως η αρώνια, το επίπεδο της οργάνωσής μας είναι κορυφαίο σε παγκόσμιο επίπεδο” επισημαίνει ο κ. Μπάρδας.
Παράλληλα, γίνεται εργαστηριακός έλεγχος φυτικού υλικού σε συνεργασία με φυτωριακές επιχειρήσεις και παρέχεται εγγύηση φυτοϋγείας και ταυτοποίησης καλλιεργούμενων ποικιλιών.
Σε ό,τι αφορά τη σύνδεση προσφοράς και ζήτησης, ο κ. Μπάρδας επισημαίνει ότι “σκοπός μας είναι η ανάπτυξη μεταποιημένων προϊόντων υψηλής ποιότητας και στόχος η απορρόφηση της παραγωγής και η ανάπτυξη της οικονομικότητας των εκμεταλλεύσεων”.
Σύμφωνα με τον ίδιο, μέσω του δικτύου της “PlantDirect” έχουν προωθηθεί στην ελληνική και στις διεθνείς αγορές περίπου 100 τόνοι αρώνιας, επτά τόνοι ιπποφαούς, οκτώ τόνοι goji berry, τρεις τόνοι μύρτιλου και ταυτόχρονα έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για την απορρόφηση των προϊόντων των επόμενων καλλιεργητικών περιόδων και τις συνθήκες ανάπτυξης εκμεταλλεύσεων με βάση την αγοραστική ζήτηση.