Πώς καταλαβαίνουµε το ποιοτικό λάδι; Πώς γίνεται η συγκοµιδή και η αποθήκευσή του; Με ποιο τρόπο σερβίρεται και γιατί οι καταναλωτές θα πρέπει να επιµένουν στο συσκευασµένο τυποποιηµένο ελαιόλαδο;
Απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήµατα έδωσε ενηµερώνοντας σερβιτόρους και προσωπικό κουζίνας στο εστιατόριο “Χρυσόστοµος” ο σεφ και µέλος του ∆.Σ. του “∆ικτύου Κρητικής Γαστρονοµίας” κ. Γιάννης Αποστολάκης.
Οι µετέχοντες γεύτηκαν 6 διαφορετικά ελαιόλαδα προκειµένου να καταλάβουν γευστικά τη διαφορά ενός υποβαθµισµένου, µε ένα µέτριο, µε ένα “έξτρα παρθένο” βιολογικό, µε ένα τσουνατόλαδο κ.α.
«Μέσα από αυτές τις δράσεις ενηµερώνουµε ανθρώπους που εργάζονται στην εστίαση έτσι ώστε να περάσει σιγά- σιγά σε όλους ότι στο εστιατόριο, στην ταβέρνα πρέπει να ζητάνε συσκευασµένο τυποποιηµένο λάδι. Είναι το ελαιόλαδο που έχει υπογραφή, σε αντίθεση µε τα χύµα ελαιόλαδα που σερβίρονται εκτεθειµένα στον ήλιο, στο φως, σε κακές συσκευασίες και που είναι υποβαθµισµένα» ανέφερε ο κ. Αποστολάκης.
Ο σεφ εξήγησε πως για να έχουµε καλή ποιότητα ελαιολάδου η συγκοµιδή γίνεται Οκτώβρη- Νοέµβριο και η ελαιοποίηση του καρπού να γίνεται άµεσα. Μίλησε για το “έξτρα-παρθένο”, το “παρθένο” και “λαµπάντε” και το πυρηνέλαιο και έκανε εκτενή αναφορά στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του καλού ελαιόλαδου: Τα πολλά αντιοξειδωτικά που εµπεριέχει, το ότι είναι αντικαρκινικό και αντιφλεγµονώδες αλλά και το ότι είναι ευάλωτο, θα πρέπει να αποθηκεύεται σε ανοξείδωτες συσκευασίες και σε χώρους που δεν υπάρχουν άλλα προϊόντα µε ισχυρή µυρωδιά πχ. κρεµµύδια, σκόρδα.
«Ήταν µια πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση. Παρόλο που είµαστε στην Κρήτη δεν ξέρουµε παρά ελάχιστα για το λάδι» µας ανέφερε ο Γιώργος, σερβιτόρος στο “Χρυσόστοµο”, συµπληρώνοντας πως αντίθετα µε το κρασί όπου οργανώνονται συχνά δράσεις γευσιγνωσίας κάτι αντίστοιχο δεν γίνεται µε το ελαιόλαδο. Συµπλήρωσε επίσης πως υπάρχει ανάγκη για ενηµέρωση τόσο των επαγγελµατιών της εστίασης όσο και του καταναλωτικού κοινού.