Πελαγωμένος από τα όσα γροικώ, θωρώ και διαβάζω, απολεμώ να ξεφύγω από το χωριό των υπερβολών και των ασυνάρτητων αμφισβητήσεων. Απού δεν αφήνουνε περιθώριο η γ’ αλήθεια του Θεού στη σκέψη μου, για ν’ αναζητήξει και να βρει λογική στα επιχειρήματα ντων.
Ακολουθώ το λοιπός κατά πόδα τον κοινό νου μου και παίρνω και πάλι το σκαμνάκι μου, όπως και τότες σας, στα μικιάτα μου και γροικώ τσ’ αναμνήσεις μου, που σαν καλές λαλάδες κι εκείνες μ’ αναθιβάνουνε τ’ ακούσματα που από τα περασμένα, κι από στόμα σε στόμα αποφτάξανε κι ως τα δικά ντωνε αφθιά.
Στ’ αλήθεια! σα να τσοι γροικώ εδά. Ναι παιδί μου! Εξεκλήριζε ολόκληρα χωριά η πανούκλα, γιατί κείνανα τα χρόνια δεν υπήρχανε μουδέ γιατροί, μουδέ γιατρικά. Μα εκτός από τούτανα τα παλιά χαμπέρια δεν ήτανε και λίγα από τα όσα εγροίκουνα για τη μάστιγα τση φυματίωσης, απού και κεινη εξεκλήριζε οικογένειες κι έκλειε σπίθια. Γεμάτη είναι η γ’ Ελλάδα από σανατόρια, γιατί ‘τανε και τούτηνα η γ’ αρρώσια, κολλητική, γι’ αυτό και τσ’ αρρώστους τσ’ απομονώνανε, αλλά και για γιατρικό είχανε τον καθαρό αέρα. Αλλά και ποιος είναι κείνοσας απού γροικά λέρα και δεν ανατριχιάζει;
Θεέ μου, ξεμίστευε μας. Οι πλια παλιοί γροικούνε Σπιναλόγκα και τσοι πιάνει φαγούρα. Ύστερα, ποιος δεν έχει ακούσει για τη γρίπη του 1918, γη και δεν έχει πέσει ο ίδιος θύμα τση από τσοι νεαρότερες γενιές, από τσοι ιούς τση; Τρομάρα με πιάνει, σαν αναστορούμαι, την αφεδιά μου στα μικιάτα μου με την Ιλαρά και τσοι μαγουλάδες, να ψήνομαι από τον πυρετό. Κι η συγχωρεμένη μάνα μου να περιμένει να με γιατρέψει το εικονοστάσι του σπιθιού, που άστε το καντηλάκι ντου και το θύμιαζε τσ’ αργαδινές, κι είχε για φάρμακο μοναδικό ένα πανί, που το ‘βρεχε με τσικουδιά και μου το βανε στο κούτελο, για να μη με κουζουλάνει ο πυρετός. Και ποιες να πρωτοθυμηθώ από τούτεσας τσοι κακομοιριές, απού βασανίζανε τσοι περασμένες γενιές και τσ’ υπομέναμε καρτερικά στο κρεβάτι, για να περάσουνε, αν αντέχανε ως το τέλος τσοι δυσκολίες, τσοι ταλαιπωρίες και τσοι πυρετούς, με την ελάχιστη ιατρική υποστήριξη.
Να ξεχάσω τ’ ακούσματα απού εγροίκουνα από τα θύματα των πυρετώ, απού τσ’ «ετίνασε ρίγος», όπως ελέγανε κι ετρέμανε σα ντα φύλλα στα δέντρα. Ως τα βαθιά ντω γεράματα, ο μπαρμπά- Νικόλας επήγαινε αρτοπλασία στο πανηγύρι του Αγίου Ιωάννου του ριγολόγου, απού ήτανε ταμένος. Αξέχαστες γ’ οι ιστορίες του πεθερού μου, απού στα μικιάτα ντου έμπλεξε με την οστεομυαλίτιδα (εκείνος βέβαια πίστες πως ήτανε βιστίριγμα) απού του κουτσοφτερούγισε στο τέλος τα όνειρα ντου για σπουδές, γιατί ‘τανε καλός μαθητής στην εποχή ντου, και στο τέλος εγλύτωσε τη ζωή, μ’ απόμεινε μισερός. Με τούτανα τ’ ακούσματα και τσοι προσωπικές εμπειρίες αναλικώθηκα. Με το πέρασμα τω χρόνω αρχινίξανε και οι προσπάθειες τσ’ επιστήμης, που πάντα, όπως εγώ προσωπικά πιστεύω, και με την αρωγή τση Θείας Πρόνοιας. Γιατί το αθρώπινο μυαλό είναι θεϊκό δώρο και ο φωτισμός του είναι έργο τση πρόνοιας του Θεού, κι ετσά από τη βατσίνα και τον δαμαλισμό εφτάξαμε στα εμβόλια, μ’ αποτέλεσμα, ούλες σχεδόν οι αρρώσιες απού αναφέρθηκα παραπάνω είναι εδά ανατριχιαστικές κακές αναμνήσεις.
Κι η γ’ αθρωπότητα να προχωρά τη στράτα τση ζωής, χωρίς τραγικά προβλήματα, με την προστασία του εμβολίου. Όμως, ξαφνικά, και κυριολεκτικά «ως κεραυνός εν αιθρία», απού λένε, μας εκόπιαε ο τρισκατάρατος κορωνοϊός. Παράξενος ο ερχομός του και καλά δύσκολη γι αντιμετώπιση ντου. Χιλιάδες τα θύματα ντου, εθύμιζε τσοι δύσκολες εποχές τω περασμένω χρόνω. Ανοχύρωτη πόλης η γι αθρωπότητα από γιατρικά, ψηλά τα χέρια γι επιστήμη. Πρωτόγονα τα πρώτα γιατροσόφια, υπακοή, μάσκες, πλύσιμο τω χεριώ κι αλάργο- -αλάργο. Για ν’ ανακόψουνε τη θανατηφόρα πορεία τση και να περιμένουν την ελπίδα στο βάθος του τούνελ ν’ ανάψει το φωτάκι του εμβολίου.
«Κι εβοήθησε το ριζίτικο τ’ αστροι μας ελυπήθηκαν», όπως λέει και ο Ρωτόκριτος· και τα εμβόλια σε χρόνο ρεκόρ, όπως λένε αυτοί απού τα κατένε καλά τα πράματα. Και να, έτοιμα και πανέτοιμα ήρθανε να θωρακίσουνε και να προστατεύσουνε την υγεία τω λαώ. «Μα πουρί κι άλλα βάσανε ετότες δεν ελέιψαν» όπως συνεχίζει ο Ερωτόκριτος. Γιατί εβγήκανε οι γι αντιεμβολιαστές. Που χωρίς σάλτσες και καρικεύματα τους απαντώ ευθέως ότι είναι εκτός λογικής και «ότι του κάνει κιανιούς η κεφαλή ντου δεν του τα κάνει ο μεγαλύτερος του εχθρός», σύμφωνα με τον σοφό λαό μας. Μόνο που επαέ «μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά», γιατί με το να αρνούνται κάποιοι να εμβολιαστούνε δεν θωρακίζεται γι αθρωπότητα με το «τείχος ανοσίας», απού λένε οι γι αρμόδιοι επιστημονικοί φορείς.
Όσο δα για τσοι θρησκευόμενους, να καταλάβουνε πως η θρησκεία μας δεν είναι των μάγω, των προλήψεων και των δεισιδαιμονιών. Αλλά είναι η θρησκεία απού ίδρυσε ο ίδιος ο Χριστός, απού αιώνες πριχού προαναγγείλει τον ερχομό ντου η Παλαιά Διαθήκη και τα δασκαλέματα ντου ως Ιερά Παρακαταθήκη, μας άφησε την Καινή Διαθήκη. Οτιδήποτε άλλο είναι εκ του πονηρού. Γι’ αυτό και διαβάσετε Χριστιανοί μου τσοι πεορασμούς του Χριστού στην Καινή Διαθήκη, για ν’ αντιγράψετε συμπεριφορά και να πείτε κι εσείς εκείνο το περίφημο «ύπαγε οπίσω μου Σατανά», «Στο τοιούτο νέφος μαρτύρων», απού λέει και ο Απόστολος Παύλος, στα συναξάρια τσ’ εκκλησίας και τ’ Αγιολόγια υπάρψχει πληθώρα από Αγίους απού υπηρετήσανε την ιατρική επιστήμη, όπου είναι ευλογημένη από το Θεό. Γιατί εκείνος είναι ο μεγάλος χορηγός της με το μυαλό απού μας έδωκε, απού εκτός από τσοι γιατρούς Αγίους έχομε και τσοι πολυσπουδαγμένους πατέρες απού με τη σοφία τωνε αγωνιστήκανε και θεμελιώσανε την Αγία κι Ορθόδοξη πίστη μας. Κι ας αφήσομε τσοι μάγισσες, τσοι χαρτορίχτρες και τα λοήσιμα σάιτ, απού παραπλανούνε και ξεστρατίζουνε από το σωστό δρόμο. Τουτεσάς οι σκέψεις μ’ οδηγήσανε εμένα να συνεχίσω να κάνω τα εμβόλια. Θεέ μου βλέπε μας το νου μας.
Εις οδόν ειρήνης Αναγνώστριες κι Αναγνώστες μου κι αναζητηχτοί.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Γροικώ= ακούω
Απολεμώ= προσπαθώ
Σκαμνί= μικρό παιδικό κάθισμα
Μικιάτα μου= μικράτα μου
Λαλά= γιαγιά
Αναθιβάνω= διηγούμαι
Γιάντα= γιατί
Αναστορούμαι= θυμούμαι
Αφεδιά μου= εαυτό μου
Άφτε= άναβε
Αργαδινές= βραδινές
Ξεμίστευε= προστάτευε, φύλαε
Βιστίριγμα= δαιμονική επέμβαση
Μισερός= ανάπηρος
Αναλικώθηκα= ενηλικιώθηκα
Κόπιασε= Έλα
Κουζουλάνει= τρελάνει