Πρόχειρον Σημειωματάριον – Ημερολόγιον
Εφέδρου χωροφύλακος Νικολάου Γ. Μπροτζάκη
Εξ Αμνάτου Ρεθύμνης – Κρήτης
Ογδόντα χρόνια μετά από το ιστορικό έπος του 1940! Του μεγάλου “ΟΧΙ” που είπαν τότε οι Ελληνες, αρνούμενοι να παραδώσουν “γη και ύδωρ” στους επίδοξους κατακτητές!
Το μεγάλο “ΟΧΙ” εκείνο της φυλής διατρανώθηκε με το… πανηγύρι που στήθηκε για την κατάταξη των αντρών στο στρατό για την πατρίδα που κινδύνευε!
Από κάθε περιοχή της Ελλάδος έσπευσαν άνθρωποι απλοί να συνδράμουν τον ιερό αυτό αγώνα υπέρ βωμών και εστιών!
Σήμερα τιμώντας τη μνήμη όλων εκείνων των ηρώων που έσπευσαν -με όπλο πρωτίστως την ψυχή τους- παρουσιάζουμε αυτούσιο το Ημερολόγιο ενός απλού στρατιώτη του έφεδρου χωροφύλακα Νικολάου Γ. Μπροτζάκη, εξ Αμνάτου Ρεθύμνης – Κρήτης, όπως ο ίδιος αναγράφει στην πρώτη σελίδα του Ημερολογίου του.
Συγκλονιστικές περιγραφές – ντοκουμέντα μέσα από τα οποία παρακολουθούμε τις δυσκολίες και τις κακουχίες που έζησαν εκείνοι που έκαμαν το χρέος τους ως άλλοι Σπαρτιάτες…
Το χειρόγραφο αντίγραψε η κόρη του Ν. Μπροτζάκη, Αγγελική Μπροτζάκη – Σκάρπα η οποία σημειώνει σε ένα εισαγωγικό της σημείωμα μεταξύ άλλων:
«Ο Νικόλαος Γ. Μπροτζάκης γεννήθηκε στην Αμνάτο Ρεθύμνης από γονείς γεωργούς, το Γεώργιο και τη Σοφία. […] Η οικογένεια του ήταν φτωχή και η κατάταξη στη Χωροφυλακή ήταν εκείνα τα χρόνια μια σπουδαία επαγγελματική αποκατάσταση. Η Χωροφυλακή στάθηκε ένα ανώτερο σχολείο γι’ αυτόν, που ήθελε να μάθει γράμματα. Καλλιέργησε τη γλώσσα και έμαθε να μιλάει και να γράφει καλύτερα.[…]. Αντέγραψα το ημερολόγιο του πατέρα μου, σαν μνημόσυνο στη μνήμη του. […] Οι ρίζες μας, οι προγονοί μας, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε άμεσα, καθορίζουν σε κάποιο σημείο τη ζωή μας. Η παρακαταθήκη τους και τα δικά τους βήματα μας άνοιξαν το δρόμο για τη δική μας ζωή. Κάθε λόγος τους είχε τη βαρύτητα του για το μέλλον μας. Κάθε πράξη τους έβαζε ένα λιθαράκι για να πατήσουμε και να ανέβουμε ψηλότερα. Πιστεύω ότι θα χαίρεται να βλέπει πως οι απόγονοι του έκαναν πράξη τα δικά του όνειρα. […] Παντρεύτηκε την Ειρήνη Αγγελή Κανακάκη το 1939, αφού έκτισε το σπίτι του, όπως συνήθιζαν τότε στην Κρήτη. […] Με την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου κατετάγη έφεδρος χωροφύλακας στην Ήπειρο. Τα γεγονότα της ζωής του την περίοδο αυτή καταγράφει στο ημερολόγιό του. […]
Απέκτησε τρία παιδιά. Το Γιώργη, τη Μαρίνα και την Αγγελική. Ήθελε πολύ να μάθουν γράμματα, μα δεν πρόλαβε να τα χαρεί. Οι κακουχίες και κάποιο κρύωμα την εποχή του πολέμου πείραξε την καρδιά του. Πέθανε το 1956 σε νοσοκομείο των Αθηνών.
Όπως κι εγώ έτσι και σεις θα τον γνωρίσετε μέσα από κάθε λέξη του. Θα περπατήσετε μαζί του στα ίδια μονοπάτια και στις δυσκολίες του πολέμου του 1940 και της κατοχής. Θα νιώσετε αισθήματα όμορφα και άσχημα όπως και εκείνος. Θα κλάψετε και θα χαρείτε. Θα κουραστείτε, θα πεινάσετε, θα αγανακτήσετε, θα φοβηθείτε, θα πονέσετε, θα απελπιστείτε.
Ο λόγος του θα σας εντυπωσιάσει. […] Θα γυρίσετε ζωντανά το χρόνο στα γεγονότα.
Φανταστείτε πως μέσα στις τόσες δυσκολίες έγραφε. Από το γράψιμο φαίνεται πως το έκανε την ίδια ημέρα. Τα πιο πολλά είναι γραμμένα με μολύβι ή και ξυλομπογιά. Δεν άλλαξα καμιά λέξη ή φράση. Είναι ένα ακριβές αντίγραφο. Μόνο μερικά ορθογραφικά λάθη διόρθωσα και λίγα σημεία της στίξης πρόσθεσα, δηλαδή τελείες πού και πού.
Το ημερολόγιο ξεκινάει και τελειώνει κοντά στη θάλασσα της Κρήτης. Θα ήθελα να συνέχιζε… Μα αφήνουμε τη φαντασία μας να συνεχίσει», σημειώνει η ίδια!
ΑΚΡΙΒΟ ΚΕΙΜΗΛΙΟ
Το ντοκουμέντο που έφτασε στα χέρια μου χάρη στην εγγονή του Ν. Μπροτζάκη, Ντέπυ Σκάρπα αποτελεί κειμήλιο για όλους τους τωρινούς, ένα κειμήλιο ακριβό όπως και τόσα άλλα που χρειάζεται να διατηρήσουμε και να γνωρίσουμε, να κατανοήσουμε την τεράστια αξία που έχει για τις ζωές μας, και την ιστορία του τόπου μας.
Ομολογώ πως παρόλο που για λόγους χώρου θα έπρεπε να επιλεγούν αποσπάσματα από το γραπτό του στρατιώτη Μπροτζάκη, αδυνατούσα να προβώ σε οποιαδήποτε επιλογή. Θα ήταν σαν να έκοβα από την ψυχή, τον ψυχισμό, τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα ενός ανθρώπου που τότε υπό συνθήκες που εμείς σήμερα δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, κατάφερε να καταγράφει σχεδόν καθημερινά σημειώσεις από τα τεκταινόμενα!
Μία αληθινή πέρα από φτιασιδώματα και εξωραϊσμούς ιστορία ενός ανθρώπου που όπως και χιλιάδες άλλοι κατάφεραν να περάσουν στο Πάνθεον των ηρώων τούτου του τόπου! Θα τον ακολουθήσουμε από την κατάταξή του στις 13-12 του 1940 στο Δ.Χ. Ρεθύμνης έως και την επιστροφή του στην Κρήτη και τους δικούς του…
ΠΡΟΧΕΙΡΟΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ
13-12-40
Ημέρα παρουσίασης μου εις το Δ. Χ. Ρεθύμνης!..
15-12-40
Ώραν 5.00 π.μ. ανεχώρησα διά Σούδα – Κρήτης εκ Ρεθύμνου. Την αυτήν ημέραν ώρα 6.00 μ. μ. ανεχώρησα διά Αθήνας μαζί με 600 συναδέλφους μου. Στο ταξίδι αυτό τράβηξα τα πάνδεινα. Με πείραξε η θάλασσα, εκάναμε εμετό ο εις επάνω στον άλλον. Απελπίστηκα ωσότου πατήσω στεριά. Αυτό το ταξίδι θα μείνει αλησμόνητον.
16ην 12-40
Παρουσίασθην στο Τάγμα Βασιλικής Χωροφυλακής. Απεσπάσθην στον 4° λόχο Σχολ. Βαρβακείου.
21-12-40
Μου εχορηγήθη φύλλον πορείας μαζί με τους Γ. Αγγαθάγγελον, Δ. Τζαγκαράκην, Ν. Σπαντιδάκην, Αντ. Αεμονήν για Α. Χ. Θεσπρρωτίας με έκτακτον στρ. αμαξοστοιχίαν. Ανεχώρησα ώραν 7.00 μ.μ.
22-12-40
Ώραν 10 π.μ. εφθάσαμε στο Σιδ. Σταθ. Δεμερλή Θεσσαλικού Κάμπου. Εκεί έμεινα μέχρι 6.00μ.μ., οπότε πήρα το τρένο Βόλου-Καλαμπάκας.Το χιόνι στο Δεμερλή είναι 50 πόντους. Όλος ο Θεσσαλικός κάμπος είναι κατάλευκος. Κρύο τρομερό, παγωνιά… Τα ποδάρια παγωμένα δεν τα αισθάνομαι. Έβαλα δυο ζεύγη κάλτσες. Στη διαδρομή διήλθομεν εκ της πόλεως Τρίκαλα και Καρδίτσης. Στο Σιδ. Σταθμό παντού νέκρα. Μόνον ένας – δύο υπάλληλοι του Σιδ/μου. Εδώ το κρύο πιο τσουχτερό. Φαίνονται οι πεδιάδες κατάλευκες σαν να μην υπάρχει ζωή ζώσα!… Ζηλεύω μόνον τις Θεσ. πεδιάδες, αλλά το κρύο υψηλόν. Την 11ην ώρα 22α 12 40 εφτάσαμε στην Καλαμπάκα… Εδώ τελείως ερημιά. Το κρύο περισσότερον ως και το χιόνι 60-70 πόντοι. Μείναμε 16 συνάδελφοι στο τρένο όλη την νύχτα. Αλλού καταλληλότερον δεν βρήκαμε. Στο κάθισμα εξημερωθήκαμεν. Κρύο! που μας θέρισε!…
Πρωίαν της 23-12-40
Ήρθε η μηχανή του τρένου και μας έκανε μέρος από το χιόνι. Όλη τη νύχτα έριχνε νέο. Βγήκαμε στην πόλη της Καλαμπάκας τελείως εξαντλημένοι από παγωνιά και πείνα. Το άλλο βράδυ μείναμε νηστικοί… Εδώ στην Καλαμπάκα δεν συναντάς παρά μόνον στρατιώτας. Είναι εφοδιασμού του στρατού η πόλις. Έχει 4-5 χιλ. κατοίκους, αλλά πόλις-χωριό. Έχει μόνον ένα – δύο μαγαζιά… καλά… Είναι όμως γραφικότατη πόλις με τα βουνά Μετέωρα που τα πολλά μοναστήρια που ανέρχονται με σχοίνινη σκάλα. Επισκεύθην έναν παλαιόν ναόν 1200 ετών της Παναγίας. 15 Αυγούστου εορτάζει! 100 τάσιμα.
Μείναμε εδώ μέχρι 27-12-40
Βρήκαμε το δεύτερο βράδυ ξενοδοχείον, αλλά το κρύο- λάσπες, τρομερό. Το φαγί μας είναι φασόλια!..
Ημέρα Χριστουγέννων
Σήμερον βρήκαμε λίγο κρέας και εφάγαμε. Εγώ σήμερον στενοχωρούμαι. Σκέπτομαι χίλια δύο πράγματα. Δεν εφύγαμε λόγω διακοπής συγκοινωνίας, λόγω χιόνος. Η ζωή μας εδώ στην Καλαμπάκα είναι αφόρητη. Στενοχωρούμεθα όλοι.
Την 27-12-40
Επιτέλους! Ώρα 2.00 μ. μ. ανεχωρήσαμε με αυτοκίνητο φορτηγόν αξεσκέπαστον δια τα Ιωάννινα. Στην καρότσα του φορτηγού είμεθα 26 άτομα σαν σαρδέλες. Όρθιοι. Ο τσουκτερός αγέρας της Ηπείρου μας θερίζει. Τα πάντα είναι χιονισμένα. Βουνά άγρια χιονισμένα. Η ζωή μας είναι μαρτυρική λόγω της παγωνιάς… Μόλις που ζούμε. Τίποτα δεν αισθανόμαστε πως είναι δικά μας χέρια – πόδες. Βγαίνομε ένα τρομερό ανήφορον, χιονισμένο το βουνό επί 100% χιόνι. Δε διακρίνομε παρά τα πεύκα, αλλά τα πεύκα τα ψηλά…. Πόσο ζηλεύω μόνο αυτά… Ήρχισε η νύχτα. Βγαίνομεν στο τρομερό βουνό ο Κατάρας!… και τον Κατάρα Δεσπότη που πέθανε εκεί λόγω κρύου. Εις ένα μέρος του δρόμου μόλις εσωθήκαμε. Ο αριστ. τροχός έφυγε στο κενό και τι κενό… 300 μέτρα. Ο φόβος όλων μας είναι απερίγραπτος. Όλοι κάμαμε το σταυρό μας, που σωθήκαμε… Σέρνοντας όλοι με τριχιές το αυτοκίνητο, που διαρκώς κολλά, κολλά και το δικό μας. Πάλι σπρώξιμο του αυτοκινήτου. Τι βάσανα, τι ζωή, έχω απελπιστεί…
Ώρα 9.00μ.μ. 27η λόγω βλάβης άλλων προπορευόμενων αυτοκινήτων σταματά και το δικό μας. Πρέπει να μείνομε στο ύπαιθρον σε υψόμετρο 1987 μέτρα/το χιόνι 50%. Σε πολλά μέρη δεν φαίνονται τα τηλεγραφόξυλα από το χιόνι. Είμεθα στην κορυφή του όρους Κατάρα… εις αξεσκέπαστον αυτοκίνητον, ο ένας επάνω στον άλλον. Αποφασίσαμε να διανυκτερεύσομεν. Χωριό πλησίον δεν υπάρχει. Η βραδιά αυτή για μένα θα μείνει αλησμόνητος. Υπήρξε η πιο βάναυση και απελπιστική της ζωής μου. Έχω σκεπαστεί μια κουβέρτα. Κάθε λεπτό την τινάσσω να φεύγει το χιόνι. Δεν αντέχομε την παγωνιά των ποδιών μας. Μας φέρνει το κλάψιμο. Αναγκαζόμαστε να βγαίνομε από το αμάξι για να κινούμεθα να μην παγώσομε. Όλη τη νύχτα αυτό γινόταν. Με τέτοια σκυλίσια ζωή ξημέρωσε.
Μόλις αρχίσαμε να βλέπομε φεύγομε όλοι. Εγκαταλείπομε το αυτοκίνητο. Θέλομε να φτάσομε στο Μέτσοβο. Είναι 20 χιλιόμετρα. Το πήραμε για 5 ώρες. Κόβαμε το χιόνι 50- 60 πόντοι. Εφτάσαμε στο Μέτσοβο την 28-12 τελείως εξαντλημένοι. Όλοι έχομε πιαστεί, η πείνα μας τρώει. Το άλλο βράδυ δεν είχαμε φάγει. Εκεί βρήκα και έφαγα φασόλια και εκοιμήθην αμέσως σε ξενοδοχείον, αλλά κρύο εδώ τσουκτερό. Αν δεν κρατούσα τις κουβέρτες μου δεν θα ζούσα. Οι λοιποί τις άφησαν στο αυτοκίνητο. Τώρα πώς να φύγομεν; Αυτοκίνητον δεν υπάρχει. Τις αποσκευές μας τις έχομε αφήσει στο αυτοκίνητο. Αυτό θα περάσει την άνοιξη… Έχουν πιαστεί 40-50 αυτοκίνητα, ολόκληρος άρχος κάρων και παντοειδές πολεμικόν υλικόν. Εμείναμε στο Μέτσοβο μέχρι την παραμονή του νέου έτους. Εστείλαμε με αγωγιάτας και μας έφεραν τας αποσκευάς μας. Ανεχωρήσαμεν πάλι με ανοιχτό αυτοκίνητον για Ιωάννινα. Στο δρόμο μας πήραν κυνήγι τα αεροπλάνα. Εγκαταλείποντας το αυτοκίνητον εκρυβόμεθα στα δέντρα….
31-12-40
Εφτάσαμε στα Ιωάννινα τας 2.00 μ.μ. Μόλις έχει λήξει ο συναγερμός. Έχουν ριχτεί περί τας 30 βόμβας και ουχί χωρίς Θύματα, – δυστυχώς. Η πόλις έχει υποστεί επανειλημμένως βομβαρδισμούς… Το απόγευμα 3-4 φορές πήγαμε στα καταφύγια…
1-1-41 ώρα 2.00 μ.μ.
Ανεχώρησα διά Ηγουμενίτσα. Είναι 105 χιλ. έφτασα ώρα 7.00 μ.μ. Όλη τη διαδρομή διερχόμεθα την νοτικήν όχθην του Θρυλικού ποταμού Καλαμά. Στην Ηγουμενίτσα δεν υπάρχει παρά 3-4 οικήματα ημικατεστραμμένα. 1 καφ/νείον, 1 μαγειρείον. Τα πάντα έχουν καταστραφεί και πυρποληθεί παρά του ιταλικού στρατού ή μάλλον παρά των εντοπίων Τουρκαλβανών… Να βλέπει κανείς τας καταστροφάς και να δακρύζει. Οι βόμβες, η φωτιά έχουν ερημώσει τα πάντα. Το μέρος είναι πολύ ωραίο, παραθαλάσσιον. Υπολογίζω ότι είχε 500 κατοίκους… Εμπόριον ανεπτυγμένον και γενικώς εξωραϊσμένη κωμόπολις. Έδρα νομού Θεσπρωτίας.
2-1-41 ώρα 12.00.
Ανεχώρησα αποχωριζόμενος των γνωστών συναδέλφων εκτός Τζαγκαράκην, Σπαντιδάκην δια ν.Χ. Φιλιατών, όπου τοποθετούμαι. Απέχει περί τας 4 ώρας. Πήγαμε πεζοπορία…. Διήλθαμε τον θρυλικόν ποταμόν Καλαμά εις θέσιν Ξεροπόταμον. Υπάρχει μεγάλη βάρκα κινητή. Εις το μέρος αυτό υπάρχει το μέτωπόν μας. Εις το μέρος αυτό του Καλαμά επνίγησαν χιλιάδες στρατιώτες Ιταλοί. Το πυροβολικόν έχον επισημάνει την ξύλινην γέφυραν χτυπά τους Ιταλούς που τους τρελαίνει επί 3 ημέρας, κατά την αφήγησιν εντόπιων. Πλέον των 1000 Ιταλών επνίγησαν και εθέρισαν τα ελληνικά πυρά. Εδώ υπάρχει και Ιταλικόν Νεκροταφείον.
Ώρα 6.00 μ.μ. φτάσαμε σταις Φιλιάταις. Έξω της κωμοπόλεως παρατηρώ τας θέσεις που έχουν τοποθετήσει τα ιταλικά πυροβόλα… Και εχτύπησαν πολλοί Ιταλοί και ένας συνταγματάρχης. Εδώ υπάρχει και άλλο Ιταλικό νεκροταφείο. Κατά τας αφηγήσεις χιλιάδες Ιταλοί τραυματίες και νεκροί μετακομίζονταν προς τα πίσω. Η κωμόπολις περιέχει περί τους 500 κατοίκους. Έχει υποστεί βομβαρδισμούς και πυρκαγιάν και τελείως εγκαταλειμμένη. Βρισκόμεθα στο σκότω λόγω των αεροπλάνων. Τα σύνορα τα παλαιά, απέχουν περί τας 4 ώρας… Εδώ και εις την Ηγουμενίτσα το μέρος είναι ζεστό, υπάρχουν ελιές, πορτοκαλιές…. Οι ελιές είναι ακαλλιέργητες. Μεγάλοι τεμπέληδες είναι οι κάτοικοι.
3-1-41
Μου εχορηγήθη φύλλον πορείας διά τον Σ.Χ. Παλαιοχωρίου. Τοποθετούμαι οριστικώς πλέον κατόπιν 20 ημερών ταξίδι… Απέχει περί 4 ώρας οδικώς των Φιλιατών ακριβώς στη βορινή όχθη του θρυλικού ποταμού Καλαμά. Το ποτάμι αυτόείναι το μεγαλύτερον και τρομερότερον, μέχρι σήμερον έχω δει: Βρήκα στον Σταθμόν με έναν πατριώτην συνάδελφο ονόματι Μαρκάκη Σ. εκ Μερτζανών Μυλοποτάμου. Πήρα μεγάλη χαράν. Θα είχα την συντροφιά του. Το Παλαιοχώριον είναι ένα μικρό ελληνικό χωριό περί 50 κατοίκους (σπάνια). Έχει ένα ψευτοπαντοπωλείο τίποτα άλλο. Οι κάτοικοι άεργοι και ο συνήθης ηπειρώτικος λαός. Σταθμάρχη βρήκα ονόματι Δαρδανό Γ. Ενωμ. από τη Χίο, καλό παιδί. Η περιφέρεια του σταθμού έχει 11 κοινότητες. Τα πλείστα είναι τούρκικα χωριά, Τουρκαλβανοί (Τσάμηδες), πονηρός λαός, μοχθηρός, αιμοβόρος. Όλοι αυτοί κατά την εισβολή την ιταλικών στρατευμάτων έδρασαν κατά των χριστιανών και τον ελληνικού στρατού. Πολλοί από αυτούς ηκολούθησαν τον ιταλικό στρατόν κατά την υποχώρησιν του. Αυτοί οι Τούρκοι έκαμαν την μεγαλύτερην ζημιάν και συλλαμβάνονται και εξορίζονται ως επικίνδυνοι. Πολλοί από αυτούς εσκοτώθηκαν από τους Έλληνες κατά την ανακατάληψιν της περιφέρειας.
6-1-41
Το κλίμα είναι υγιεινό, δεν έχει καθόλου κρύο, η περιφέρεια έχει ελιές, αγρούς καλούς. Όλη η πλείστη περιφέρεια κάμποι. Παράγει καλαμπόκι, σιτηρά και όρυζα. Εδώ χρησιμοποιείται όρυζα ντόπια. Είναι σαν όρυζα δεύτερης ποιότητας. Έρχεται λίγο σκούρη και κόκκινη. Ψημένη γίνεται μελαψή, σχεδόν μαύρη, αλλά έχει γεύσιν.
7-1-41
Σήμερα βγήκα υπηρεσία. Μουζάκες, Πηγαδόλια, Σκαλιαβένη, Σμπίκια κ.τ.λ. Παντού κακομοιριά, οπισθοδρομικότης, κόσμος άθλιος, λάσπη τρομερή. Διάνυσα το μέρος αυτό εις 5 ώρας.
8-1-41
Είμεθα στο Σταθμό 8 χωροφύλακες. Μαγειρεύουμε μόνοι. Σήμερα είμαι μάγειρας. Δεν είναι και καλή δουλειά, βαριέμαι μόνο το πλύσιμο των πιάτων… Το φαγί μας: Κρέας, φασόλια, αυγά, μακαρόνια. Άλλο- τίποτα δεν υπάρχει. Το κρέας, τα φασόλια και λοιπά είδη δεν πληρώνομε. Τα έχουμε πάρει ζούλα. Έχουμε παρακαταθήκη. Πλύστρα έχομε μια γριά 60 ετών. Μόλις δύναται να βαδίζει. Αυτή μας φέρνει το νερό. Είναι μια γυναίκα βρομερή και κουτσή. Πού να βρούμε όμως καλύτερη; Μας ξεπλένει απ’ ευθείας στο κρύο νερό τα ρούχα και μας τα φέρνει υγρά. Εμείς τα απλώνομε και τα αναρράβομε μάλιστα. Τι να κάνομε. Το κεφάλαιο αυτό μας στενοχωρεί όλους. Τα ρούχα τα λερώνομε στις λάσπες.
9-1-41
Άμα ήλθα εδώ έχω και απάνω μου δυο φορές ψείρες. Αυτό με απελπίζει…
10-1-41
Είμαι ανήσυχος, Δεν δέχονται τηλεγραφήματα. Στενοχωρούμαι. Αισθάνομαι ένα βάρος στην καρδιά μου. Βρίσκομαι απελπισμένος. Δεν ημπορώ να το πάρω απόφαση πως πρέπει να δεινοπαθήσω!
13-1-41
Σήμερον έστειλα τηλεγράφημα στο σπίτι μου. Περιμένω εναγωνίως απάντησιν.
18-1-41
Σήμερον πήρα τηλεγράφημα. Μου γράφουν υγιαίνουν… Κάπως ησύχασα. Στενοχωρούμαι. Τη νύχτα δεν ημπορώ να κοιμηθώ. Βλέπω όνειρα, βλέπω την Κυρίαν μου κ.τ.λ.
19-1-41
Περνώ καλά… Στενοχωρούμαι. Αισθάνομαι ένα βάρος στην ψυχή μου μέσα. Πήγα εξωτερική υπηρεσία. Κουράστηκα, βράχηκα. Πήγα συνοδεία στις Φιλιάτες, 4 ώρες, λάσπη και κακό. Εις ένα μέρος του ποταμού Καλαμά βρήκα ένα πτώμα. Το είχε παρασύρει ο ποταμός. Μακάβριον θέαμα… Όταν γύρισα την επομένην δεν περνιόταν τα παραπόταμα. Έπεσα σε κάτι βάλτους. Υπέφερα πολύ. Στις Φιλιάτες ήρθαν εχθρικά αεροπλάνα. Είδα πραγματικό φόβο!..
25-1-41
Καθημερινά ακούγονται από το μέτωπο οι βομβαρδισμοί. Σήμερον όμως και χθες περισσότερον. Δεν ημπορώ να ησυχάσω την νύχτα. Βλέπω όνειρα περί της οικογενείας μου, του αδελφού μου.…
26-1-41
Βρέχει, βρέχει συνεχώς επί 25 ημέρας…. Αφού τοποθετήθην εδώ, τρομερή υγρασία.
27-1-41
Πήγα εξωτερική υπηρεσία. Έμεινα έξω. Τρομερή κακομοιριά των κατοίκων. Έμεινα νήστις όλη την ημέραν. Το βράδυ εφάγαμε ένα αρνί. Επίσης είδα 7 πτώματα Οθωμανών. Τους είχαν φονεύσει προ μηνός… Μακαύριον θέαμα. Επέβαλαν στους κατοίκους και τους έθαψαν.
28-1-41
Ανησυχώ, στενοχωρούμαι που δεν πήρα γράμμα από το σπίτι μου….
30-1-41
Δεν ξέρω γιατί δεν ημπορώ να ησυχάσω. Βρίσκομαι σε ένα διαρκή μαρασμό. Είμαι όλον τον καιρόν διαρκώς άκεφος. Σήμερα στενοχωρήθην περισσότερον. Τώρα 3 σχεδόν μήνας δε μου έβγαλαν μισθόν.
31-1-41
Ακόμα δεν έλαβα επιστολήν από το σπίτι μου. Ανησυχώ πολύ. Τας νύχτας δεν ημπορώ να κλείσω μάτι. Τηλεγράφησα πάλι!… Πήγα εξωτερική υπηρεσία. Κουράστηκα τρομερά. Το ψωμί το καλαμποκίσιο δεν ημπορώ να φάγω. Πόσο υποφέρω!
1-2-41
Αι βροχαί δριμύτερες. Κουκοσάλι. Σωστός κατακλυσμός Τον εαυτόν μου αισθάνομαι πολύ κουρασμένον. Όλη την νύχτα δεν ημπορώ να κοιμηθώ. Αυτά τα όνειρα μου ταράσσουν τα νεύρα.
3-2-41
Πήγα εξωτερική υπηρεσία στο χωριό Γουλά πάντοτε όμως υπό βροχήν. Ευτυχώς εκεί φάγαμε ένα αρνί. Ακόμα δεν έλαβα γράμμα. Ανησυχώ πολύ…
5-2-41
Έλαβα γράμμα από το σπίτι μου. Είναι σαράντα ημερών…. Εξακολουθεί επί τρεις ημέρες ραγδαία βροχή. Ο κόσμος έχει πλημμυρίσει. Ο Καλαμάς πλημμύρισε χιλιάδες εκτάσεις. Τέτοια βροχή δεν είδα ακόμη…
7-2-41
Η έδρα του Σταθμού Παλαιοχωρίου είναι 30 οικογένειες, αλλά είναι σωστοί γύφτοι, πραγματικοί Τσάμηδες. Ο Σταθμός βρίσκεται στον περίβολο της εκκλησίας, Άγιος Δημήτριος, αλλά και εδώ φαίνεται η ελεεινότης των κατοίκων. Η εκκλησία είναι τελείως απεριποίητη σε τέτοιο σημείο που δεν αντίκρισα ακόμη τέτοια θέση ναού ούτε στα ερημικά μοναστήρια. Γύρω στην εκκλησία είναι περιβόλια κατάφυτα από ελιές περί τις 25. Παρουσιάζει όμορφο θέαμα το μέρος αυτό, αλλά, δυστυχώς, έρημο μέρος. Ουδείς υπάρχει να τον συνεννοηθούμε και έτσι πλήττομε. Το φαγί μας είναι φασόλια, κρέας και μακαρόνια. Οι κάτοικοι μας φέρνουν καθημερινώς αρνάκια. Επίσης εδώ είναι πολλοί κυνηγοί και έχομε
δυο κυνηγούς χωροφύλακες. Φέρνουν κάθε μέρα ένα-δυο, μόνο που στερούμεθα φυσιγγίων.
11-2-41
Ο καιρός 3 ημέρας έχει καλοκαιρία, τα αεροπλάνα μόνον βρίσκονται διαρκώς στο κεφάλι μας. Πλησίον μας εις Παραμυθιάν έγινε αεροδρόμιον δικό μας και έτσι έχομε συχνές επισκέψεις εχθρικών αεροπλάνων. Προς δε, πού να τα γνωρίζομε ποία τα ιδικά μας και ποία τα ξένα! Και έτσι βρισκόμεθα με διαρκή ανησυχία και εν συναγερμώ. Κατά πληροφορία χθες εβομβάρδισαν τα Ιωάννινα κ.λ.π, αλλά και τα ιδικά μας κάνουν 4-5 πτήσεις την ημέραν κατά του εχθρού. Ο Θεός βοηθός μας…
16-2-41
Επιστολάς έλαβα από το σπίτι μου και τηλεγράφημα. Ησύχασα κάπως από αυτήν την αγωνίαν. Από τον αδελφόν, όμως τον Μανώλη δεν λαμβάνω και στενοχωρούμαι πολύ.
18-2-41
Η θέσις μας εδώ, όσον πηγαίνει γίνεται μαρτυρική. Κάθε λεπτό τα αεροπλάνα βρίσκονται στα κεφάλια μας. Αναπαυόμεθα ότι είναι τα δικά μας, λόγω του πλησίον αεροδρομίου Παραμυθιάς. Πάντως τα ιδικά μας αεροπλάνα κάνουν πτήσεις κατά του εχθρού 4-5 φοράς την ημέραν. Οθωμανών επικίνδυνων. Βροχή συνεχής. Έχομε να διανύσομε 6 ώρες πορεία. Φθάσαμε 4μ.μ. εις Φιλιάτας υπό διαρκή βροχή. Κούραση, που μόλις κινούμαι.
25-2-41
Σήμερα ανεχώρησα από Φιλιάτες. Μετά πορεία όμως 2 ωρών επέστρεψα. Οι ποταμοί αδιάβατοι. Ο Καλαμάς κατέκλυσε ολόκληρες εκτάσεις. Ένα ξηροπόταμος είχε κατακλύσει πεδιάδα 2 χιλιομέτρων.
26-2-41
Σήμερον οι ποταμοί λίγο λιγόστεψαν και έφυγα διά Παλαιοχώριον, αλλά οι δρόμοι αδιάβατοι. Όλο το δρόμο μες σε 20-30 πόντους νερό. Βαδίσαμε σε 6 ώρες. Φθάσαμε. Κούραση τρομερή. Βρεγμένοι μέχρι το κόκαλο.
2-3-41 Τυρινή Κυριακή – Αποκριά
Σήμερα αισθάνομαι εαυτόν περισσότερον κουρασμένον και αδιάθετον. Αλήθεια, πόσο σκέφτομαι… το σπίτι μου… Πέρυσι πού ήμουν…. Όλα αυτά γυρίζουν στο μυαλό μου σαν ταινία… Υποφέρω… το βράδυ δειπνήσαμε λίγο κρέας κριθαράκι. Κανείς δε μιλούσε… Μετά το δείπνον ένας συνάδελφος έβαλε ένα γραμμόφωνον. Πόσον με εκνευρίζει. Νομίζω πως παίζει τίποτα, κανένα επικήδειον ύμνον.
3-3-41 Καθαρά Δευτέρα.
Βγήκα περιοδεία στα χωριά. Ερημιά. Δεν ομοιάζει πως είναι τέτοια μέρα. Ο κόσμος υποφέρει ψυχικά. Όλην την ημέρα ήμουνα νήστις. Τι να φάγω; Δεν ημπορώ να φάγω το καλαμπόκι. Ύπνος. Επίσης αύριον επιστρέφω στον σταθμόν.
4-3-41
Λόγω των νικών του στρατού μας όλοι είμεθα όλο χαρά. Τα αεροπλάνα μας διαρκώς πετούν προς το μέτωπον και σφυροκοπούν τον εχθρόν. Επιστολήν πήρα από το σπίτι μου.
5-3-41
Η ζωή εδώ στο σταθμό σχεδόν είναι μαρτυρική. Υποφέρω από τρομερή μονοτονία. Τα ρούχα μας δεν πλένονται καλά, μόνοι μας τα ράβομε κ.λπ.
10-3-41
Σήμερα έλαβα γράμμα από το σπίτι μου και τον αδελφό μου Σταμάτη. Μου γνωρίζουν πως υπάρχει αντιγνωμία στο σπίτι μου. Εξ αιτίας τούτων στενοχωρούμαι, υποφέρω υπερβολικά. Είμαι πτώμα. Ο νους μου βάζει χίλια δύο πράγματα και η ζωή μου είναι μαρτυρική.
11-3-41
Τα όλα νέα του μετώπου παρουσιάζουν ευχάριστα διά τα στρατεύματα μας. Από εδώ το μέτωπον είναι πλησίον. Οι κρότοι των βομβαρδισμών ακούονται ευκρινώς. Καθημερινώς ημέρα και νύχτα βάζουν τα κανόνια. Τα παλαιά σύνορα Αλβανίας απέχουν από εδώ μόλις 5 ώρες.
14-3-41
Οι αντεπιθέσεις των Ιταλών απεκρούονται με μεγάλας ζημίας αυτών. Οι βομβαρδισμοί σήμερον έχουν εξαιρετικήν έντασιν, Τα αεροπλάνα διαρκώς πετούν προς το μέτωπον. Οι ειδήσεις που μανθάνομεν είναι πολύ ευχάριστοι.
15-3-41
Τα αεροπλάνα του αεροδρομίου διαρκώς πετούν στο μέτωπον και πάντα επιστρέφουν σώα. Οι βομβαρδισμοί του μετώπου σήμερον ακούγονται ευκρινώς. Σήμερα είμαι αδιάθετος. Έχω βάλει ποτήρια (βεντούζες). Τρία βράδια η πλάτη μου είναι σε κακή θέσιν.
23-3-41
Σήμερον έγινε αεροπορική επιδρομή στο πλησίον μας αεροδρόμιον. Απεκρούσθην, ευτυχώς. Ήτο πραγματικόν θέαμα το αντιαεροπορικόν μας πυρ!…. Επίσης σήμερον είμεθα όλοι απογοητευμένοι εξ αιτίας, όπου μάθαμε, ότι η Σερβία προσεχώρησε στον Άξωνα…. Ο κόσμος κάπως φοβείται.
24-3-41
Η αυτή νευρική κρίσις μας κρατά όλους. Δεν εμάθαμε νέα. Οι κανονιοβολισμοί ακούονται από το μέτωπον. Τα αεροπλάνα πέταξαν με θυμό σήμερα προς το μέτωπον. Εγώ στενοχωρούμαι. Δεν πήρα γράμμα.
25-3-41
Ευαγγελισμού σήμερα. Ημέρα εθνικής εορτής. Ανησυχώ. Ουδείς έχει κέφι…. Η ζωή μας εδώ είναι πολύ μαρτυρική. Μοναξιά και αβεβαιότητα. Νέα δε μαθαίνομεν καθόλου. Κανονιοβολισμοί ακούονται σήμερα συνεχώς. Έχουμε αποκρούσει επιτυχώς 7 ημέρας τώρα. Διαρκώς επιθέσεις του εχθρού.
27-3-41
Σήμερον έγινε επιδρομή εχθρικών αεροπλάνων κατά του πλησίον μας αεροδρομίου. Ευτυχώς ουδεμία ζημιά. Έκαμαν αερομαχία. Έγινε στα κεφάλια μας. Είδαμε πραγματικό και βέβαιο κίνδυνο. Βόμβα έπεσε εις απόστασιν 50 μέτρων, όπου είχα πέσει στη γη. Τα βλήματα πέρασαν από το κεφάλι μου. Η γη με επέταξε 4 μέτρα μακριά. Έγινα κατάμαυρος από τα χώματα. Ευτυχώς ουδέν έπαθα. Ήμουν μαζί με ετέρους δυο συναδέλφους μου…
30-3-41
Επί δύο ημέρας δεν ημπορώ να συνέλθω από την προχθεσινήν ταραχήν, φόβον κλ.π.
2-4-41
Σήμερον πληροφορηθήκαμεν την επαναστατικήν κίνησιν της Σερβίας. Όλοι μας πήραμε μεγάλην χαράν. Τονώθη το ηθικόν μας! Κατά διαδόσεις απορρίφθη παρά της Νέας Σερβικής Κυβερνήσεως το υπογραφέν παρά της προκατόχου της σύμφωνον προσχωρήσεως της Σερβίας εις τον Άξωνα.
4-4-41
Εμείς εδώ περνάμε καλά, παρά μόνον που εγώ στενοχωρούμαι διαρκώς.
Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΜΑΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΠΟΛΕΜΟ – Ο ΠΕΙΝΑΣΜΕΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
Βρισκόμαστε στην 6η Απριλίου του 1941! Ο Ν. Μπροτζάκης την ίδια ημέρα πληροφορείται όπως και όλοι οι στρατιώτες ότι η Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα! Βρισκόμαστε στην αρχή της κατάρρευσης του Μετώπου, στην υποχώρηση του Στρατού και στην επιστροφή των στρατιωτών για τους τόπους καταγωγής τους!
Μία συγκλονιστική καταγραφή που ομοιάζει όπως και ο ίδιος γράφει με
«τας διηγήσεις των παλαιών πολεμιστών της Μ. Ασίας».
Γράφει στο Ημερολόγιό του:
6-4-41
Σήμερα πληροφορήθημεν ότι την πρωίαν της σήμερον η Γερμανία εκ Βουλγαρίας μας κήρυξε τον πόλεμον ως επίσης και της Σερβίας.
7-4-41
Πληροφορήθημεν ότι τους Γερμανούς τους απομακρινό μεν, συνελάβαμεν αιχμαλώτους.
8-4-41
Πληροφορήθημεν, ότι η Σερβία εισέβαλε στη Βόρειον Αλβανία από τη Σκόδρα. Διερωτόμεθα τι θα πράξει η Τουρκία, για αυτό όλοι ανησυχούμε.
9-4-41
Ο κόσμος είναι απογοητευμένος. Πληροφορήθημεν ότι τα στρατεύματα μας συμπτύχθησαν εκ Θράκης και ότι η Θεσσαλονίκη κατελήφθη!
10-4-41
Όλοι είμεθα ανήσυχοι. Διερωτόμεθα, τι θα γίνει το μέτωπον της Αλβανίας. Κατά πληροφορίας τα Σερβικά στρατεύματα κατέλαβον τη Σκόδρα και προχωρούν!… Πληροφορήθημεν ότι η πόλις Μοναστιήριον της Σερβίας καταλήφθη και το Βελιγράδιον υπέστη τρομερόν βομβαρδισμόν!…
14-4-41
Σήμερα γίνεται γενική επίθεσις όλη την ημέρα. Το κανόνι εκατέρωθεν βάζει χωρίς καμία διακοπή! Χαλάει ο κόσμος. Όλοι είμεθα ανήσυχοι. Πληροφορούμεθα ότι ο στρατός μας εγκατέλειψε την Θράκην και Αν Μακεδονία. Σήμερα διαταχθήκαμε να συλλάβομεν κάθε ύποπτον μουσουλμάνον. Τους συνόδεψα διά Φιλιάταις. Στο δρόμο μας τα αεροπλάνα πετούσαν διαρκώς από το κεφάλι μας. Ένα πέρασε στα 50 μέτρα ύψος.
15-4-41
Χθες το βράδυ ήλθαμε εκ Φιλιάταις. Όλη την ώρα είχαμε συναγερμόν. Από ράδιον πληροφορήθημεν ότι η πρωτεύουσα της Σερβίας Βελιγράδιον κατελήφθη παρά των Γερμανών. Περί το απόγευμα έφθασε στην έδρα, μετ’ ολίγον σμήνος 16 αεροπλάνων εχθρικών, επετέθη κατά του πλησίον μας αεροδρομίου ευτυχώς χωρίς ζημίες. Επίσης το αυτό αεροδρόμιο είχεν υποστεί και άλλην επιδρομήν και χθες δίχως ζημίας εννοείται. Η έδρα μας λόγω της θέσεως της με το αεροδρόμιον.
17-4-41
Πληροφορήθημεν ότι ο στρατός μας συμπτύχθηκε εκ βορείου μετώπου. Διαδόσεις εξεγείρουν τον κόσμον. Επικρατεί πανικός στον πληθυσμόν.
18-4-41
Όλοι υποφέρομεν ψυχικώς με την αβεβαιότητα της κατάστασης. Βρισκόμαστε εν αγωνία ότι από λεπτό εις λεπτόν θα υποχωρήσομεν. Σήμερα συνελάβαμε όλους τους ύποπτους μουσουλμάνους της περιφέρειάς μας. Βοηθητικά σώματα του στρατού μας φάνηκαν να καταλαμβάνουν τη γραμμάς επιχειρήσεων πλησίον μας. Τα νέα που μανθάνομεν δεν είναι ευχάριστα. Το πλησίον μας αεροδρόμιον εγκατελείφθη προφανώς. Τώρα εχθρικά αεροπλάνα διαρκώς πετούν στο κεφάλι μας.
Μεγάλη Παρασκευή είδα πράγματα που θα τα θυμάμαι πάντα. Ώρα 4μ.μ. τον Επιτάφιον τον γυρίσαμε μόνο γύρω της εκκλησίας. Τον κρατούσα εγώ. Έλαβα εισέτι τηλεγράφημα από το σπίτι μου. Ζητούν πληροφορίας περί της υγείας μου. Πώς να απαντήσω; Δεν δέχονται τηλεγραφήματα. Ανησυχώ.
19-4-41
Μεγάλο Σάββατο. Βρισκόμεθα εν ανησυχία. Τίποτα δεν γνωρίζομεν. Ανησυχούμε. Τηλέφωνον δεν έχομεν, είμεθα απομονωμένοι εδώ!….
20-4-41
Πάσχα!!!.. Ώρα 3.00 π.μ. (νύχτα). Πήγαμε και εμείς στην εκκλησία σαν χριστιανοί!… Μετά το πέρας της εκκλησίας όλοι ομού το προσωπικόν του Σταθμού κατεγινόμεθα να προπαρασκευάσομεν το μεσημβρινόν φαγί μας! Βάλαμε το αρνί στη σούβλα και ετοιμάσαμε τα κάρβουνα για το ψήσιμον…. Φευ!… Οπότε ώρα 7.00 π.μ. ήρθε τηλεγράφημα διά έκτακτου πεζού να εγκαταλείψομεν τη θέσιν μας, παίρνοντας μαζί μας μόνο τα ατομικά απαραίτητα είδη μας. Τα δε λοιπά Σταθμού και οπλιτών προβούμε στην καταστροφήν…. Τα πάντα έμειναν, όπως τα προετοιμάσαμεν. Ετοιμάσθημεν εν συντομία. Καταστρέψαμε το αρχείον του Σταθμού. Πήραμε τις σφαίρες, το όπλο μας, μια αλλαξιά ρούχα. Δώσαμε στα σπίτια μερικά μας είδη προς φύλαξιν. Διανείμαμε τα τρόφιμα στους πολίτες. Έτσι μισοψημένα τα αρνιά 3 τον αριθμόν!… Όλοι είμεθα καταλυπημένοι. Λυπούμεθα να εγκαταλείψομεν τα μέρη που ζει τόσος ελληνισμός και που τον κερδίσαμε τόσο το 1912’όσον και σήμερα με τόσον ελληνικόν αίμα. Ενθυμούμεθα τους άθλους του στρατού μας και τώρα να υποχωρεί μόνος για να αποφύγει την κύκλωσιν!… Το χωριό, εν γένει παιδιά, άντρες, γυναίκες, έχουν μαζευτεί γύρω μας. Όλοι κλαίγουν, όλοι μοιρολογούνται!… Κάνουν σαν τρελοί. Μας φωνάζουν ικετευτικά με μάτια που τρέχουν ποτάμια δάκρυα! «Πού φεύγετε; Πού πηγαίνετε; Πώς μας αφήνετε; Εμείς τι Θα γίνομε εδώ μόνοι μας! Ποιος θα μας υποστηρίξει; Ποιον θα έχομε συντροφιά και στήριγμά μας»; Ποια ελληνική καρδιά δε ν Θα συγκινηθεί και ποια μάτια δε Θα δακρύσουν!.. Όλοι πλέον εμείς είμεθα κατασυγκινημένοι με τα κλάματα. Ήρχισαν και τα δικά μας μάτια να δακρύζουν!
Φευ! Ήλθε η στιγμή να δώσομε το χέρι για τον αποχαιρετισμόν!… Όλοι τότε ξέσπασαν σε ένα ξεφωνητό κλάψιμον και όλοι γυναίκες, άνδρες μας αποχαιρετούσαν με κλάματα, που πολλοί από εμάς έπραξαν το ίδιον.
Τέλος φύγαμε από το χωριό καταλυπημένοι. Πρώτον για τη λυπηρή στροφή του ιερού αγώνος μας και δεύτερον που αφήνομεν απροστάτευτον τόσον ελληνικόν πληθυσμόν.
Το τηλεγράφημα μας λέγει να μεταβώμεν στις Φιλιάταις 5 ώρες από εδώ! Καταφορτωμένοι ανεχωρήσαμε! Και μήπως ξέραμε πού πηγαίναμε; Στο δρόμο τα πράγματα μας ήρχισαν να μας κουράζουν και τότε αρχίσαμε να πετούμε τα είδη μας για να αλαφρύνουμε το φορτίον μας. Διανύσαμε πορείαν 4 ωρών. Φθάσαμε στο χωριό Καλπάκι (Έληθα). Εκεί συναντήσαμε τα πρώτα υποχωρούντα τάγματα σκαπανέων. Αναπαύθημεν εκείθεν ολίγον και εξακολουθήσαμεν την πορείαν μας. Μετ’ ολίγον αγγελιοφόρος χωροφύλαξ εκ της υποδιευθύνσεως μας μας φράζει τον δρόμον. Μας κομίζει έγγραφον να επανέλθομεν στη θέση μας! Όλοι κατά βάθος πήραμε μεγάλην χαρά. Ελπίσαμε κάτι καλό θα εμεσολάβησε! Αλλά πώς να επιστρέψομεν; Είμεθα τελείως εξαντλημένοι από κούραση και νύστα! Η χαρά όμως πως επανερχόμεθα στη θέση μας μας όπλισε με καινούριες δυνάμεις. Οπισθοχωρήσαμε προς τη θέσιν μας και μετά μεγάλον κόπον φθάσαμε στην έδρα μας περί ώραν 5μ.μ.. Αλλά τι νομίζετε πως μας ανέμενον: Ένα πλήθος, ένα χωριό έξαλλο από ενθουσιασμόν και χαρά. Όλοι έκαναν σαν τρελοί. Όλοι γυναίκες, άντρες μας ασπάζονταν σαν να είμεθα οι πιο προσφιλείς συγγενείς των. Σαν να είχαμε χρόνια να ανταμωθούμε… και ας είχαμε φύγει προ 9-10 ωρών! Όλοι έτρεξαν να μας εξυπηρετήσουν. Τα τρόφιμα μας επανέφερον στην κουζίνα μας και λοιπά είδη μας, χωρίς να χαθεί τίποτα απολύτως. Έφεραν τα μισοψημένα αρνιά και χωριανοί οι ίδιοι ήρχισαν να αποτελειώνουν το ψήσιμον των αρνιών, που το πρωί αφήσαμε μισοψημένα. Δεν περιγράφεται η χαρά των κατοίκων. Όλοι μας τριγύριζαν και όλοι θέλουν να μας περιποιηθούν! Εμείς όλοι έχομε κατασυγκινηθεί από την άριστην διαγωγήν των Ελλήνων αυτών! Εις ένα καφενείο κοντά στον Σταθμόν ήρχισεν τότε αμέσως ένα ωραίον γλέντι. Έλαβε μέρος όλο το χωριό τρελό από χαρά. Μετ’ ολίγον ήρχισαν να έρχονται οι κοινοτάρχαι των ελληνικών χωριών να μας υποδεχτούν. Δεν ημπορούσαν να το πιστέψουν. Όλοι μας εναγκαλίζονται με δάκρυα! Το γλέντι διήρκεσε μέχρι την 12ψ ώρα. Όλοι βρισκόμεθα ευχαριστημένοι!
Αι στιγμαί αύται του Πάσχα 1941, στιγμαί οδύνης και χαράς θα μείνουν αιωνίως στην μνήμη μου σαν αι πιο οδυνηραί και χαράς της ζωής μου.
22-4-1941
Τρίτη του Πάσχα! Σήμερον πληροφορήθημεν ότι ο γερμανικός στρατός εισήλθε στην πόλιν των Ιωαννίνων… Ολόκληρος η Ανατολική στρατιά του Αλβανικού μετώπου υπερφαλλαγγίσθη! Εμείς εδώ και σχεδόν όλη η Τζαμουριά, Νομός Θεσπρωτίας, είμεθα εκτός του κλειού ιταλικού, γερμανικού στρατού… Όλοι διερωτόμεθα πώς δεν διετάχθη να συμπτυχθούμε! Επίσης πληροφορήθημεν ότι έγινε ανακωχή. Τι είδους ανακωχή, δεν γνωρίζομεν. Αλλοι λέγουν ότι η στρατιά έκαμεν την συνθηκολόγησιν, άλλοι η κυβέρνησις. Πάντως είμεθα τρομερά ανήσυχοι. Δεν γνωρίζομεν τι θα απογίνομεν! Εγώ, εξαιρετικά, στενοχωρούμαι περισσότερον. Έχω λάβει από την παραμονήν του Πάσχα τηλεγράφημα από το σπίτι μου, ζητόν πληροφορίας περί της υγείας μου, χωρίς να ημπορώ να τους απαντήσω. Δεν δέχονται τηλεγραφήματα. Άραγε Θα πηγαίνουν τουλάχιστον γράμματα; Ανησυχώ πολύ, στενοχωριέμαι τρελά!
23-4-41
Ημέρα Αγίου Γεωργίου. Περί ώραν 12.00 π.μ της χθες αντελήφθημεν να υποχωρούν εσπευσμένως τα στρατεύματα μας. Περί την 6ην πρωινήν ηναγκάσθην να μεταβώ εις Μενίνα, αμαξωτήν οδόν και να πληροφορηθούμεν τι συμβαίνει. Μόλις πήγα στον Σταθμόν, μετ’ εκπλήξεως είδον ότι ο Σ. Χ. Μενίνης είχε εγκαταλείψει την Θέσιν του. Δια τηλεφώνου πληροφόρήΘην ότι η Υποδ/ σις Παραμυθιάς, η Διευ/σις μας, και Υποδ/σις Φιλιατών έφυγαν χωρίς να ειδοποιήσουν τον Σταθμόν μας. Έσπευσα και μετέβην στον Σταθμόν μου, αναφερών στον Σταθμάρχην μου. Αμέσως. Πήραμε μια αλλαξιά ρούχα, μια κουβέρτα και ανεχωρήσαμε, εγκαταλείποντες τον σταθμόν, τα πράγματα μου. Είχα τρία κουστούμια, γυναικεία φορέματα και τόσα άλλα, αλλά δεν ημπορούσα να πάρω τίποτε.
Μετά κόπον διήλθαμεν τον Θρυλικόν Καλαμά! Με φορτίον 20 οκάδων βαδίζαμε στο δρόμον. Τι να ίδη το ανθρώπινον μάτι: Γυναίκας, άνδρας, παιδιά φορτωμένοι, κατάκοποι να υποχωρούν. Τα στρατεύματα μας υποχωρούν ρακένδυτα, ξυπόλυτα. Καταλυπημένοι για την τύχην μας. Προπορευόμεθα για Παραμυθιά 5 ώρες από Μενίνα. Όλη αυτά η απόστασις είναι γεμάτη στρατό. Δεν ημπορείς να βαδίσεις. Εγώ κατάκοπος σε κάθε 1000 μέτρα σταματώ. Με κουράζει το φορτίον μου. Πληροφορούμεθα ότι γερμανικά στρατεύματα πήγαν στην Πρέβεζαν και ότι πηγαίνομεν να καταθέσομεν τα όπλα. Στην Πρέβεζα επίσης μανθάνομεςν ότι τα ιταλικά στρατεύματα έμειναν στα παλαιά Σύνορα, χωρίς όμως να έχομεν εμπιστοσύνην. Από ραδιόφωνον μανθάνομεν ότι η Δεξιά Στρατιά μάχεται στας Θερμοπύλας, καθ’ ότι ο Βασιλεύς, η Κυβέρνησις ,εγκατεστάθην στην Κρήτην και ότι δεν εγκρίνει την συνθηκολόγησιν της στρατιάς της Ηπείρου. Όλοι είμεθα ανήσυχοι και κατάκοποι, νήστεις.
Περί ώραν 7ην μ.μ. φθάσαμε στην Παραμυθιά. Είναι μία ωραία κωμόπολις. Αι αρχαί έχουν φύγει, μόνον στρατός είναι γεμάτη. Πεδιάδες, λόγγοι όλα έχουν καταυλισμούς. Προχωρούν προς την Πρέβεζα. Ο δρόμος είναι γεμάτος. Υλικόν πολεμικόν εγκαταλείπεται! Αλίμονον!
Κοιμήθηκα σε ένα σχολείον με τον μανδύα μου. Η πρώτη βραδιά, αλίμονον δεν έκλεισα μάτι. Τα κόκαλα μου σάπισαν. Αλίμονον! Βάσανα! Θυμάμαι τας διηγήσεις των παλαιών πολεμιστών της Μ. Ασίας…
24-4-41
Όλην την ημέραν εκαθίσαμεν στην Παραμυθιά. Είναι αφάνταστη η ταλαιπωρία εν γένει του ελληνικού στρατού. Όλοι διαμαρτύρονται… Περί ώραν 12 νυκτερινήν ήλθεν η είδησις, ότι ο ιταλικός στρατός κατέβη μέχρι Καλαμά. Απέχουν 20 χιλιόμετρα από εδώ. Αμέσως ότι ημπορούσα πήρα και φύγαμε για την Πρέβεζα χιλιόμετρα 150. Πού να βαδίσεις! Τα πόδια μου είναι σάπια. Αι οπισθοφυλακαί του στρατού μας και οι βραδυπορούντες μετά κόπων σύρονται προς την Πρέβεζαν. Σε κάθε ένα χιλιόμετρο καθίζαμε. Πού να βαδίσομεν! Σημειωτέον είμεθα νηστικοί… Μέχρι την πρωίαν φθάσαμεν στο χωριό Κανελάκι -Κλεισούρα. Δεν ημπορώ να βαδίσω!…. Άνθρωπος δεν ημπορεί να αφηγηθεί την ταλαιπωρίαν μας και εν γένει του ελληνικού στρατού. Ρακένδυτος, ξυπόλυτος, κατάκοπος εγκαταλείπει το πολύτιμον πολεμικόν υλικόν. Στον δρόμον, γεμάτο, πολεμικόν υλικόν, πολυβόλα, όπλα, σφαίρες, βλήματα… Ο κάθε στρατιώτης μόλις κουραστεί πετά τα πάντα, όπλον. Πωλεί το όπλον του, το άλογο του. Βαδίσαμεν μέχρι την 8ην βραδινήν. Φθάσαμε σε μια εξοχή όλο βάλτοι, Μπουρτάρι. Νήστις. Έχω να φάγω από το πρωί ένα κομμάτι γαλέτα. Μαζί με ένα συνάδελφον μου φάγαμε μία γαλέτα. Κοιμηθήκαμε μέσα σε ένα σχίνον. Κρύο, δροσούλα, είμεθα βρεγμένοι από τη δροσούλα. Διεσώθημεν εκ θαύματος. Μέσα στη φωτιά που ανάβαμε, μία ομάς στρατιωτών έριξε 2 δεσμίδες σφαίρες. Αν δεν προλαμβάναμεν..;
25-4-41
Ώραν 4.00 π.μ. Ξεκινήσαμεν διά Πρέβεζαν. Είναι νύχτα. Έχομε να διανύσομεν 40 χιλιόμετρα ακόμη. Κούραση, πείνα!
4 ημέρας τώρα τρώμε μία φοράν την ημέρα ξερή γαλέτα. Στο δρόμο συναντά κανείς πράγματα που δεν ημπορώ να διηγηθώ. Πείνα!
Φθάσαμε στην Πρέβεζα 4.00 μ.μ. Τι να ίδη εδώ το ανθρώπινον μάτι! Κοσμοπλημμύρα στρατιωτών και πολεμοφόδια σε κάθε 100 μέτρα παραδίδονται στους Γερμανούς. Οι πλησίον στρατιώτες πήραν μαζί τους τα όπλα, τα ξίφη κλ.π. Βλέπεις τον πλούτον του στρατού στα χέρια των πολιτών μέχρι τα κλείσθρα των πυροβόλων… Εδώ στην Πρέβεζαν δεν υπάρχει τίποτα όρθιον. Όλα έχουν καταστραφεί από βομβαρδισμούς. Ούτε νερό ακόμα δε βρήκα. Μετά κόπον ξοικονόμησα μισή κουραμάνα από έναν αξιωματικό. Ο κόσμος την είδε στα χέρια μου σαν πράγμα πολύ σπάνιον. Τόσες χιλιάδες πολιτών, στρατιωτών πεινούν.
Ο πεινασμένος στρατός έσπασε τας αποθήκας τροφίμων και υλικού. Δεν έμεινε τίποτα μέσα.
Βλέπεις ρύζι, σακί αλεύρι να πωλείται για 50 δραχμές. Το πιο άσχημο και πιο λυπηρό είναι να βλέπει κανείς την οδύνη του στρατού να παραδίδεται με τέτοιον τρόπον…
26-4-41
Όσον παραμένει κανείς στην Πρέβεζα, νομίζει πως βρίσκεται στην κόλαση. Να παρακολουθεί το κάθε τι ο κόσμος προσπαθεί να φύγει με οποιονδήποτε τρόπον. Δηλαδή μόνον με βάρκες ή καμιά βενζίνα! Είμαι κουρασμένος τρελά. Έχω να φάγω φαγί από 4 ημέρες. Σήμερα μας είπαν πως Θα μας απολύσουν. Το βράδυ κοιμήθηκα σε ένα ερειπωμένο από βομβαρδισμό σπίτι. Κρύο! Με έχουν εγκαταλείψει οι δυνάμεις μου.
27-4-41
Μέχρι της μεσημβρίας μας τυραννούσαν να μας δώσουν ένα σημείωμα. Αφού παρεδώσαμεν οπλισμόν, μας λέγουν ότι είμεθα πολίται!…. Τώρα πώς θα φύγομεν; Τι μέσο; με τι τρόπον; Είμαι κουρασμένος. Έχω διανύσει 200 χιλιόμετρα.
Περί ώραν 2.00 μ.μ. απεφασίσαμεν μαζί με μία ομάδα συναδέλφων μου και εφύγαμε με βάρκα για μια ακτή του Ξηρομέρου Βόνιτσα. Είναι μια ωραία κωμόπολις. Εδώ βρήκα και έφαγα 3 αυγά μετά 5 ημέρας που είχα φάγει φαγί. Από εδώ απεφασίσαμε να φύγομεν διά Αγρίνιον- Μεσολόγγι. Είναι από εδώ 230 χιλιόμετρα. Ξεκινήσαμε. Μετά 3 ώρες φθάσαμε σε ένα χωριό Θώριον ονόματι. Κοιμηθήκαμε σε ένα σχολείον. Είμαι κουρασμένος. Κρατώ φορτίον 15 Οκάδες. Λυπούμαι να πετάξω τα ρούχα μου.
28-4-41
Πρωί ξεκινήσαμε για την πρώτη κωμόπολη, που συναντάμε, την Κατούνα. Δρόμος ανώμαλος, βουνά απέραστα. Μετά 6 ώρας φθάσαμε. Είμαι τελείως εξηντλημένος. Θα διανυκτερεύσω εδώ. Τα πόδια μου δεν με κρατούν πια, έχουν πρησθεί. Εδώ είναι μια ωραία κωμόπολις. Έχει μια αφάνταστον, έμορφη εκκλησίαν. Από εδώ το Αγρίνιον είναι 50 χιλιόμετρα. Οι Γερμανοί έχουν καταλάβει Αγρίνιον, Μεσολόγγιον, Πάτρα, Αθήνα. Υποφέρω το να σκέφτομαι πως δεν μπορώ να επικοινωνήσω με το σπίτι μου και ότι εγώ δεν είμαι ελεύθερος να πάγω.
29-4-41
Περί ώραν 6 π.μ. ξεκινήσαμε από Κατούνα διά Αγρίνιον απόστασιν 70 χιλιόμετρα. Αυτοκίνητα μόνον γερμανικά κυκλοφορούν, αλλά δεν μας παίρνουν. Σε κάθε χιλιόμετρον καθίζω. Τα πόδια μου δεν με κρατούν. Πεινώ. Ξηρή γαλέτα και ολίγη τρώγω 8 ημέρας. Χθες το βράδυ κοιμήθηκα έξω.
Κρύo, κακουχίες. Έχω διανύσει περί τα 300 χιλιόμετρα πεζός. Κατευθύνομαι διά Αγρίνιον, χιλιάδες κόσμου. Οι αξιωματικοί εγκατέλειψαν τους στρατιώτες. Γκογκίζουν, βρίζουν, γιατί κανείς δεν τους βοηθεί να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Περί ώραν 12.00 φθάσαμε στη γέφυρα Αχελώος, μια κρεμαστή θαύμα τελειότητος. Γέφυρα μήκους περί τα 300 μέτρα. Ξεκουράσθημεν. Είμαι κατάκοπος. Έπλυνα τα ποδάρια μου. Είναι καταματωμένα – πρησμένα. Δεν ημπορώ να κινηθώ. Βάσανα, που δεν ήλπιζα. Περί ώραν 6 μ.μ. φθάσαμε εις Αγρίνιον. Είναι μια πόλις 30 χιλ. Κατοίκων, πολύ ωραία. Ο στρατός που έχει μαζευτεί δεν είναι δυνατόν να τροφοδοτηθεί. Το να βλέπει κανείς τον αγώνα, την πάλην του κόσμου για 100 δράμια ψωμί! Κοιμήθηκα καταγής στο μαγειρείο του κτήματος. Αν έλειπε ένας πατριώτης ενωμοτάρχης Σπανουδάκης θα έμενα νηστικός, συγκοινωνία δεν έχει. Το τρένο δεν εργάζεται, είμαι κατάκοπος.
1-4-41
Δε βρήκαμε συγκοινωνία. Καίτοι κουρασμένος μέχρι αιματώσεως, αναγκασθήκαμε να αναχωρήσομεν περί την 12ην διά Μεσολόγγιον περί τα 40 χιλιόμετρα. Η ζέστα είναι ανυπόφορη. Μετά λίγην ώραν πορείας αναγκαζόμεθα να καθίζομε. Τα πόδια μου έχουν πρηστεί, ματώσει. Προς δε ένα πρήξιμο προφανώς έχουν μαζευτεί τα νεύρα. Είναι δύσκολον να ημπορέσω να φθάσω.
Περί 6ην απογευματινήν ξεκουραζόμεθα εις ένα μοναστήριον Αγίας Ελεούσας. Ένα μαγευτικό μέρος μέσα σε μια χαράδρα, μοναχοί Αγρινίου-Μεσολογγίου ασφαλώς . Θα μάθομεν έξω. Απέχει περί τα 20 χιλιόμετρα το Μεσολόγγιον. Το βράδυ εμείναμεν εξω. Εξεκουράσθημεν μέσα εις ένα σταύλον. Ψύλλους! που μας έφαγαν.
1-5-41
Πρωτομαγιά! Την 9η π.μ. ώραν φθάσαμεν εις Μεσολλόγιον κατάκοποι – πεινασμένοι. Σαν ζώα – όνους, μας έδωσαν στο δρόμο 100 δράμια ψωμί. Μη χειρότερα! Η πόλις είναι παραθαλάσσιος, πολύ ωραία. Έχει περί τις 20 χιλιάδας κατοίκους. Ο στρατός, όσον περνάνε οι ώρες, μαζεύονται πεινασμένοι, κατάκοποι, ρακένδυτοι. Μετά μεγάλης αγωνίας κατορθώσαμεν και επιβιβασθήκαμε μιας βενζίνας και βγήκαμε εις Πάτρας. Η πόλις έχει σχεδόν ερημωθεί. Πού είναι η παλαιά Πάτρα; Μετά δέκα ημέρας, τέλος πάντων, κοιμηθήκαμε σε ξενοδοχείον. Είμαι πτώμα. Κούραση τρομερή. Έχω βαδίσει 350 χιλιόμετρα.
2-5-41
Περί ώραν 7.00 ανεχώρησα εκ Πάτρας, επιτέλους, σιδηροδρομικώς. Στη διαδρομή θαυμάζω τον Πελοποννησιακόν κάμπον με τα αμπέλια, τα οπωροφόρα δέντρα… Περί ώραν 7.00μ.μ. φθάσαμε εις ΚόρινΘον. Είμαι νήστις όλη την ημέρα δεν έφαγα τίποτα. Ένα καφέ το πρωί. Εδώ διανυκτερεύσαμε σε μία οικία. Η γραμμή σιδηροδρόμου έχει χαλάσει. Η γέφυρα του Ισθμού έχει καταστραφεί. Η Κόρινθος είναι μία ωραία πόλις. Είναι τα πάντα κλειστά. Ψωμί δεν υπάρχει ούτε άλλα τρόφιμα. Έφαγα στο σπίτι που εκοιμήθην μια σούπα από ρύζι.
3-5-41
Περί ώραν 7ην έφυγα πεζή να αποβιβαστούμε του έναντι του Ισθμού τρένου. Επί μίαν ώραν πεζή. Εδώ είναι πλέον των 10 χιλιάδων στρατιωτών μας μαζεμένοι. Ποιος θα πρωτοφύγει; Όλοι πεινούμε. Τίποτα δεν έχω φάγει. Έχω αλλάξει χρώμα από την πείνα. Ούτε νερό υπάρχει!…
Μετά πολλού κόπου το βράδυ κατόρθωσα να επιβιβασθώ τρένου διά Αθήνας. Είμεθα σαν σαρδέλες. Οι Γερμανοί μας παίρνουν φωτογραφίες, διασκεδάζουν με την αγωνία μας, την πείνα μας. Μας εξεσφενδονίζουν του τρένου. Μέσα στο τρένο μου ‘ρχεται λιγοθυμία από ασφυξία και την πείνα. Αγόρασα μία γαλέτα 20 δραχμάς, να ήτο κι άλλη…
Περί ώραν 4 το πρωί φθάσαμε επιτέλους στας Αθήνας. Δεν μας επιτρέπετο να μπούμε στην πόλη με στολή και νύχτα. Αναγκαστικά μείναμε να περιμένομε να ξημερώσει. Η χθεσινή ημέρα για μένα ήτο αγωνιώδης και θα είναι αλησμόνητος.
Η ΕΠΑΙΤΕΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΡΑΥΜΑΤΙΩΝ ΔΙΧΩΣ ΧΕΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΔΙΑ
4-5-41
Έφθασα εις Αθήνας σήμερα. Ουδεμία καταστροφή έχει υποστεί η πόλις, ευτυχώς, μόνον που τα πλείστα μαγαζιά είναι κλειστά. Ψωμί δεν υπάρχει. Σχεδόν τα πάντα με σειρά. Το φαγί στα εστιατόρια, στα χόρτα και σε όλα, τα πάντα σειρές ατέλειωτες περιμένει ο κοσμάκης. Για να φάγει κάτι πρέπει με σπρωξιές να μπει στο εστιατόρων και εκεί άλλη διαδικασία για να βρεις κάθισμα! Δεν γράφονται τα τι βλέπει το ανθρώπινον μάτι. Διερωτόμεθα τι θα γίνομε εδώ; Πώς θα ζήσομε;
10-5-41
Ενταύθα συσσωρεύονται οι νησιώτες και προπαντός οι Κρήτες. Τα πάντα είναι δύσκολα. Ψωμί δε βρίσκεις εκτός με δελτία. Η ζωή είναι μαρτυρική το να βλέπει κανείς τον κόσμον να σπρώχνεται και να περιμένει. Και να περιμένει ατέλειωτες ώρες για να πάρει μία οκά χόρτα ραδίκια. Αλίμονον.! 15 δραχμές κατ’ οκάν. Κολοκύθια 26. Πατάτες δεν υπάρχουν. Αγκινάρες 2.80- 3.00 δραχμές η μία. Τα κουκιά 15 δραχμές και πού να βρίσκεται τέτοιο πράγμα! Εγώ προσωπικώς φοβάμαι την κατάστασιν. Τι θα απογίνω; Ευτυχώς κοιμούμαι και με περιποιείται η θεία. Για να συντηρηθώ μια μέρα θέλω 100 δραχμάς. Πού θα φθάσουν τα λεπτά μου; Όταν έφυγα από τον σταθμόν εκράτουν 5.500 χιλιάδας. Ωσότου να έλθω εις Αθήνας ξόδεψα τα μισά! Πήρα και από εδώ 2.500, αλλά πού να φθάσουν! Δεν περιγράφεται η ζωή μου. Προπαντός στενοχωρούμαι. Σκέπτομαι το σπίτι μου και τόσα άλλα. Ο Μανόλης δεν ήλθε ακόμη. Έμαθα “μόνον πως είναι καλά.
20-5-41
Διαρκώς, σχεδόν κάθε βράδυ έχομε επισκέψεις των αγγλικών αεροπλάνων. Τους βάζουν από παντού τα πυροβολεία χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Όσον πηγαίνει, τόσον αυξάνει η αγωνία όλων μας. Η ζωή μας εδώ είναι σχεδόν αφόρητος. Βλέπει κανείς μπροστά του πράγματα, που ούτε τα περίμενε ούτε είναι δυνατόν να διηγηθούν!…. Όπως η επαιτεία των πολεμιστών μας και δει των τραυματιών μας. Με δίχως χείρας και πόδας. Όλοι σήμερα είμεθα εις τρομερή αγωνία. Μανθάνομεν ότι γίνεται αποβίβαση εις Κρήτην και ότι εκ συστάδην γίνονται μάχαι!…
23-5-41
Σήμερα και χθες επληροφορήθημεν ότι περί τους 10.000 Γερμανών αποβιβάσθηκαν εις Κρήτην, ότι καταλήφθη το Ηράκλειον και το αεροδρόμιον του Μάλεμε και ότι μάχαι λαμβάνουν χώραν αιματηραί. Όλοι αγωνιούμε, όλοι υποφέρουμε ψυχικώς. Δεν ημπορούμεν να ησυχάσομεν με τα όσα συμβαίνουν στη νήσον μας. Από την κίνηση των αεροπλάνων συμπεραίνομεν το τι επακριβώς γίνεται εκεί κάτω. Όλην την ημέρα, νύχτα και ημέρα κατά εκατοντάδας πετούν προς Κρήτην να εκσπείρουν τον τρόμον και την καταστροφήν. Όλοι υποφέρομε και επιθυμούμε να λήξει της γεννέτηράς μας αυτή η ανθρωποσφαγή. Εγώ εξαιρετικώς 2 ημέρας δεν είμαι καλά. Υποφέρω ψυχικώς. Στενοχωρούμαι. Είμαι εκτός εαυτού.
24-5-41
Χθες κατά διαδόσεις κατελήφθη και το Ρέθυμνον. Σήμερον όμως κατά πληροφορίας του Λονδίνου ανεκατελήφθη το Ηράκλειον και το Ρέθυμνον. Τέλος η αγωνία εμάς των Κρητών έχει φθάσει στο κατακόρυφον. Σαν να μην είναι αρκετή η δεινή οικονομική θέσις μας ενταύθα, υποφέρομεν ψυχικώς για τον αιματηρόν αγώνα της πατρίδος μας. Από την δράσιν της αεροπορίας εις άλλα μέτωπα αντιλαμβανόμεθα το τι γίνεται κάτω.
Ασφαλώς Θα καταστραφεί εκείνο το άμοιρο νησί. Εγώ ιδιαιτέρως στενοχωρούμαι το να σκέφτομαι την Θέσιν της γυναικός μου και του σπιτιού μου εν γένει…
28-5-41
Κατά αρθρογραφίαν των εφημερίδων ο αγών στην Κρήτη εξελίσσεται τραχύς, εκτός προηγουμένου, υπέρ των Γερμανών. Εμείς εδώ υποφέρουμε. Ψωμί 60 δράμια την ημέρα. Πατάτες κολοκύθια έχουν 36 δραχμάς. Πεινούμε χωρίς να ημπορούμε να κάμομε τίποτα. 120-J 30 δραχμάς την ημέρα θέλω έξοδα την ημέρα. Στενοχωρούμαι. Με φέρνει σε απελπισία. Προχθές 26η του μηνός μας προσέλαβαν πάλι στη Χωροφυλακή προσωρινώς ως μας λέγουν και λεπτά δεν μας δίνουν. Μας κάνουν μόνον ένα φαγί.
2-6-41
Σήμερα πληροφορήθημεν ότι οι Άγγλοι εγκατέλειψαν την Κρήτην. Όλων η στενοχώρια μας είναι μεγάλη για τον μάταιο αγώνα της πατρίδας μας. Ταις καταστρφαίς μας παρουσιάζουν μεγάλαις πότε 80 και πότε 100.000 τους νεκρούς και ότι αι πόλεις και τα πλείστα χωριά έχουν καταστραφεί. Εγώ δεν ημπορώ να κοιμηθώ πια. Στενοχωρούμαι, υποφέρω σε αφάνταστον σημείον. Σκέφτομαι την θέσιν της γυναικός μου, του σπιτιού μας, των λοιπών δικών μου και μου φέρνει σε τρέλα. Η ζωή μας ήδη είναι μαρτυρική.
5-6-41
Τώρα πλέον εβεβαιώθην ότι κατελήφθη η Κρήτη. Άραγε θα μας πάγουν; Άραγε ζουν οι δικοί μου; Τέτοια αγωνία, στενοχώρια μόνον βουνό ημπορεί να αντέξει. Όσο πηγαίνει, τόσον η ζωή μας εδώ γίνεται μαρτυρική. Ούτε λεπτά πιάνουν μέρος ούτε τίποτα. Για να φάγει κανείς θέλει 50 δραχμάς και ουχί να χορτάσεις! Εννοείται πως τις περισσότερες ημέρες δίχως ψωμί. Ευτυχώς μου έδωσαν πάλι 2.360, αλλά πού να κρατήσουν! Αχ! Κρίμα τα λεπτά που ξοδεύω αδίκως. Τι να γίνει, θα έχομεν υπομονή μέχρι τέλους του μηνός να είδομεν θα μας πάγουν στην πατρίδα μας;
16-6-41
Όσον περνούν αι ημέραι, τόσον η γωνία μας και η θέσις μας γίνεται μαρτυρική. Υποφέρομεν από τα πάντα, Τα λεπτά μου τελειώνουν. Ψωμί μας δίνουν 60 δράμια ημερησίως. Αιχμαλώτους Κρήτες φέρνουν. Άραγε θα μας πάγουν και μας; Σήμερα διεδόθη ότι επιτρέπουν την αλληλογραφίαν στην Κρήτη. Έγραψα 2-3 γράμματα. Άραγε θα πάγουν; Σκέπτομαι το σπίτι μου, την γυναίκα μου και με φέρνει εις απελπισίαν. Αι διαδόσεις μας τρελαίνουν. Τέλος πάντων, πόσον θα διαρκέσει η ζωή αυτή;
20-6-41
Η ζωή όσον πηγαίνει, τόσον γίνεται μαρτυρική. Όλος ο κόσμος έχει πέσει στην κλεψιά για να φάγει 4 μερίδες φαγί. 50-60 δραχμάς οι μπάμιες, μελιτζάνες έχουν 60 δραχμάς. Ψωμί παίρνω 60 δραχμάς την ημέρα. Πεινώ!…
23-6-41
Έχομεν επανακαταγεί στην Χωρ/κή. Μας κάνουν ένα συσσίτιον, όχι όπως πρώτα. 40 δράμια ψωμί μας δίνουν. Αεπτά ίσως μας δώσουν, άμα δουλέψομε το μήνα. Υποφέρομε όλοι από πείνα. Εγώ στενοχωρούμαι που με φέρνει σε απελπισία. Σαπούνι δεν βρίσκομε. Φοράω 15-20 ημέρες τα ίδια ρούχα.
30-6-41
Σήμερα όλοι απογοητεύθημεν. Έγραψαν οι εφημερίδες ότι προς το παρόν δεν μας πηγαίνουν στην πατρίδα. Εστενοχωρέθην πολύ. Με πείραξε πυρετός σήμερα. Είμαι πτώμα από στενοχώρια.
2-7-41
Όλοι, οι πλείστοι έχουν λάβει γράμμα από τα σπίτια τους. Εγώ δεν έλαβα και η .ζωή μου έγινε αφόρητη. 3-4 ημέρας έχω πυρετό. Με έχουν εγκαταλείψει αι δυνάμεις μου!
3-7-41
Σήμερα είμαι τελείως εξηντλημένος. Πήγα στο γιατρό. Μου έδωσε κάτι χάπια! Φοβούμαι μήπως δεν θα ανδέξω τις στενοχώριες και τα βάσανα. Άτιμη Αθήνα, πώς σε βαρέθηκα! Ακόμα δεν έλαβα γράμμα και ανησυχώ!
6-7-41
Σήμερα έλαβα μίαν κάρτα από τον συνάδελφον Μαριόλον, όστις μου γνωρίζει ότι στο σπίτι μου είναι όλοι καλά και ότι προς τούτο εξουσιοδοτήθη παρά της συζύγου μου.
Πήρα μεγάλη χαρά που έμαθα πως είναι όλοι καλά. Αλλά με έβαλε σε μεγάλη ανησυχία το γιατί να μη γράψει η σύζυγος μου το γράμμα; Μήπως είναι άρρωστη; Πώς εννοεί το δεν μπορεί να κατέβη εις Ρέθυμνον; Εκείνη δεν ημπορούσε, άλλος; δεν ημπορούσε; Άραγε είναι άρρωστη; Αλλά πώς να μη γράψει άλλος κανείς;
Η επιστολή αυτή με ανησυχεί πολύ όλη τη νύχτα δεν ημπορώ να κοιμηθώ, σαν να μη μου αρκούσαν τα άλλα βάσανα!…
Της Ειρηνούλας της έχω μεγάλον παράπονον, γιατί δεν έσπευσε να μου γράψει, ενώ άλλος χωριανός μου έλαβε και εγώ έχω στείλει 6 γράμματα! (Ήταν στις μέρες της να γεννήσει το Γιώργη).
10-7-41
Δεν έλαβα ακόμη γράμμα από το σπίτι μου, καίτοι οι πλείστοι έχουν λάβει, και στενοχωρούμαι πολύ!… Έχω βαρεθεί πια τον εαυτό μου, πλήττω. Αυτή η Αθήνα με εκνευρίζει πια. Η ζωή εδώ έχει γίνει αφόρητος. Τρόφιμα δεν υπάρχουν και ο κόσμος υποφέρει, προ πάντων εμείς. Το λάδι 230-250 δραχμάς και δεν βρίσκεις. Οι ντομάτες 60 δραχμάς. Μελιτζάνες, μπάμιες 60 δραχμάς. Πατάτες 40-50 δρ. Τυρί 300 δρ. η μερίδα. Το φαγί 33 δρ. και τι μερίδα!…
Όσα λεπτά και να έχει κανείς δεν του φθάνουν. Στενοχωρούμαι πολύ, γιατί βλέπω ότι δεν θα μας πάγουν στην πατρίδα. Αλίμονον μου, αν μου τελειώσουν τα χρήματα ή αν είμαι εδώ τον χειμώνα. Για το σπίτι μου ανησυχώ πολύ. Πώς να μην μου γράψουν;
11-7-41
Χθες πήρα γράμμα από το σπίτι μου. Δόξα τω Θεώ, μου γράφουν πως είναι όλοι καλά!… Τώρα θα ανησυχώ μέχρις ότου μάθω ότι ελευθερώθη η Κυρία μου!… Από τα γραφόμενα αφήνει να εννοηθεί ότι δεν είναι ομαλή η κατάστασις κάτω!…
Τώρα 15 ημέρες είμαι άρρωστος. Έχω γίνει σκελετός. Φοβάμαι μην ασθενήσω, γιατί και η συντήρησίς μου δεν είναι καλή. Γενικώς πεινάμε. Η μερίδα το φαγί, τα χόρτα έχουν φθάσει τις 20 δρ. και τη μερίδα μία πιρουνιά. Ντομάτες, μπάμιες, μελιτζάνες, αχλάδια, σταφύλια, ροδάκινα, καρπούζια, πεπόνια έχουν 60-70 δρ. Λάδι δεν υπάρχει. Το ψωμί η οκά Ι00 δρ. Βλέπω τα φρούτα και ζηλεύγω. Αλίμονον, αν παραταθεί η ζωή μας αυτή!
15-7-41
Σήμερον έλαβον και ετέραν επιστολήν από το σπίτι μου, ησύχασα κάπως!…
Τώρα μόνον αγωνιώ να βρεθώ κοντά στην οικογένειαν μου. Αυτή η μαύρη Αθήνα με έχει φέρει εις απελπισίαν. Έχω μείνει ο μισός. Υποφέρω σχεδόν από τα πάντα. Το ψωμί το βλέπω και μου έρχεται ίλιγγος! Πού να φθάσουν τα 50 δράμια; Η Αθήνα τρέφεται προπαντός με σύκα έτσι και εγώ. Τα φρούτα τα βλέπω μόνον, πού να αγοράσω; 60-70 δραχμάς… Με λίγα λόγια αλίμονον! αν παραταθεί η ζωή αυτή.
20-7-41
Σήμερα διετάχθη η απόλυσίς μας από την χωρ/κήν. Μας απέλυσαν. Είμαι στενοχωρημένος. Δε βλέπω ποιοι θα είναι οι πόροι ζωής μου εδώ πλέον. Η ζωή εδώ είναι αφόρητη. Όλος ο κόσμος υποφέρει από την πείναν. Λάδι δεν υπάρχει και εάν βρεις προς 400 δρ. η οκά. Τα φαγιά τα τρώμε δίχως λάδι. Όλα τα είδη έχουν δεκαπλασιασθεί. Τα παπούτσια 1500 δρ., κάλτσες ανδρικές, οι πρόχειρες 50 δρ., ξυραφάκια 10 δρ., σπίρτα 6 δρ., σιγάρα 40 δρ. και γενικώς όλα τα είδη. Σταφύλια 60 δραχμάς, πού να φάγω εγώ; Δεν αποφασίζω.
24-7-41
Έφυγα από του θείου του Σπύρου και κοιμάμαι στης θείας της Ειρήνης εις Μοσχάτο. Στον θείο, δυστυχώς, δεν έχουν καμία οικογενειακήν συνεννόησιν. Διαρκώς γκρινιάζουν και πάντα δίχως λόγον. Όλοι τους είναι άνθρωποι που δεν ημπορεί κανείς να συνεννοηθεί ή να τους χαρακτηρίσει. Γι’ αυτό έφυγα. Τώρα, καίτοι κουράζομαι περισσότερον έχω κάποια ησυχία ψυχική.
26-7-41
Σήμερα έλαβα δύο γράμματα από το σπίτι μου. Εχάρην όπου όλοι είναι καλά. Η χαρά μου σήμερα είναι απερίγραπτη, που με πληροφόρησε ο θείος ο Φραγκιάς ότι η γυναίκα γέννησε καλώς και ότι μου χάρισε αγοράκι!… Η επιθυμία επραγματοποιήθη. Είμαι τρελός από την χαράν μου, αλλά και δυστυχισμένος. Το να βρίσκομαι εδώ αιχμάλωτος και δε βρέθηκα κοντά στη γυναίκα μου τας κρίσιμους της αυτάς στιγμάς. Τώρα η ανησυχία μου διπλασιάσθη. Τώρα αγωνιώ περισσότερον να φύγω! Αχ! Τους είχα γράψει επανειλημμένως να μου γράψουν την γνώμην τους ως προς την φυγήν μου από εδώ. Δυστυχώς δεν απάντησαν τίποτα. Τι να αποφασίσω; Φευ! Γνωρίζω πως η θάλασσα τρώγει πολλούς και όσοι πάγουν τους κλείνουν σε στρατόπεδα. Πάντως προσεχώς θα αποφασίσω. Δεν ημπορώ να ζήσω πλέον εδώ. Σχεδόν πεινώ κάθε λεπτό και η αγωνία μου με τρελαίνει. Αλίμονον! τη ζήσην μου. Πρέπει να την αποφασίσω.
1-8-41
Επί 15 ημέρας προσπαθώ να εύρω καΐκι να φύγω. Τα απεφάσισα. Θα παίξω κορώνα — γράμματα τη ζωή μου! Σήμερα βρήκα καΐκι με εισιτήριο 3.300. Με μεγάλας προφυλάξεις, με σφιγμένα τα δόντια και την αναπνοήν μπήκαμε στο καΐκι, ένα πολύ μικρό, σαν βάρκα. Μπήκαμε 30 άτομα. Αμπαρωθήκαμε. Μας σκέπασαν με μουσαμάδες και περί ώραν 5.30μ.μ. ξεκινήσαμε. Όλοι δεν ξέρομε πού πηγαίνομεν. Το ταξίδι δύσκολο και τολμηρό. Με μεγάλο κόπο βγήκαμε από το λιμάνι. Ουδείς κινείται. Όλοι σαν νεκροί, για να περάσομε τα πυροβολεία και την Αίγινα. Αεροπλάνα περνούν διαρκώς από επάνω μας. Όλοι είμεθα φοβισμένοι. Ταξιδεύομε 24 ώρες ταξίδι πολύ καλά όλοι. Μείναμε έκπληκτοι όταν είδαμε την Κρήτην. Όλοι δακρύσαμε. Όλοι περιμένομε με αγωνία να βγούμε. Γιατί είναι η δυσκολότερη φάσις του ταξιδιού μας. Περί ώραν 5.30 μ.μ. αποβιβαζόμεθα εις το ακρωτήρι Γραμβούσα με προφυλάξεις σε ένα όρμο Μέννες. Βλέπομε πατριώτες και συγκινούμεθα. Είναι άλλοι που φεύγουν σκαστοί και αυτοί, Στερεοελλαδίτες. Όλοι δακρυσμένοι φιλήσαμε την γη της γλυκιάς πατρίδας!…
Βαδίσαμε 5 ώρες για να φθάσομε το πρώτο χωριό. Ο δρόμος κακός, εξαντλημένοι από πείνα και το ταξίδι. Περί ώραν 10.30 φθάσαμε. Κοιμηθήκαμε έξω. Φοβηθήκαμε να πλαγιάσομε σε σπίτι.