Ανέ ξανοίξεις γύρω σου, θωρείς ίντα συμβαίνει και η TV στα σπίθια μας, καθημερνά τα φέρνει. Στον κόσμο ίντα γίνεται μαθαίνουμε τα νέα θαρρώ πως ήτονε παλιά λιγότεροι κι ωραίοι. Θυμούμαι παλαιότερα οι άθρωποι πώς ζούσαν κόπιαζαν, εργαζότανε, μιλούσαν, εγλεντούσαν. Στον τόπο τους κοιτάζανε, πράμα καλό να γίνει εδά να αφανίσουμε στη φύση ότι ‘χει μείνει. Καθένας με τον κόπο ντου, έβγανε τα δικά ντου τιμούσε κι αναγνώριζε πάντα τα γονικά ντου. Αγάπη, σύμπνοια, χαρά, είχαμε τότες ούλοι ευγένεια την είχαμε, καθημερνή γη σκόλη. Η φύση ούλη μύριζε ‘πο βότανα και δυόσμο και ο Θεό που ‘ναι ψηλά καμάρωνε τον κόσμο. Άθρωπος επροόδευε με πλήρη αρμονία τα πάντα ήταν ομαλά μέσα στην κοινωνία. Εδά καθένας μας ξυπνά ότι ώρα τον βολέψει πάει κι η τιμιότητα, απού μπορεί θα κλέψει. Ετσά δε νιώθουμε καλά όπου κι ανέ βρεθούμε σκεφτόμαστε την πάρτη μας γι’ άλλα αδιαφορούμε. Ούλοι να δούμε πρόοδο, βαθιά επιθυμούμε αλλά για να ‘ρθουν τα καλά, πρέπει ν’ αγωνιστούμε. Γι’ αυτό δεν πάμε πια καλά, μέλλον αβέβαιο ‘ναι γιατί δεν πράττομε σωστά και πάντα μας ετρώνε.