Πειραματικά δεδομένα ως προς την σεισμική απόκριση των μνημείων της Κρήτης, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμο υλικό για δομοστατικούς μηχανικούς που μελετούν την αντισεισμική θωράκιση των κτηρίων, προσφέρει μια νέα έρευνα που υλοποίησε η έδρα της UNESCO στην Κρήτη με χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό γραφείο της UNESCO και το Ιαπωνικό Υπουργείο Υποδομών.
Tα συμπεράσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν στη διημερίδα που ολοκληρώθηκε χθες στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου και διοργάνωσε η έδρα της UNESCO “Φυσικής Στερεάς Γης και Μείωσης Κινδύνου από Γεωκαταστροφές» του ΤΕΙ Κρήτης με το Δήμο Χανίων και την ΚΕΠΠΕΔΗΧ-ΚΑΜ. Στη μελέτη περιλαμβάνονται περίπου 30 υψηλόκορμα μνημεία της Κρήτης μεταξύ των οποίων ο φάρος των Χανίων, το Ρολόι του Δημοτικού Κήπου, καμπαναριά από εκκλησίες, ο μιναρές του Αγ. Νικολάου κ.ά.
Όπως εξήγησε ο διευθυντής του Εργαστηρίου Γεωφυσικής και Σεισμολογίας του ΤΕΙ Κρήτης και κάτοχος της έδρας UNESCO για τη φυσική της γης και και τη μείωση των γεωκαταστροφών, Φίλιππος Βαλλιανάτος, από την έρευνα δεν μπορούν να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα ως προς την κατάσταση των μνημείων καθώς η ολοκλήρωσή της απαιτεί την επεξεργασία των στοιχείων από δομοστακτικούς μηχανικούς.
«Τα αποτελέσματα της έρευνας πρέπει να τα πάρουν δομοστατικοί μηχανικοί για να τα εξετάσουν με τη δική τους λογική και τις μεθόδους. Στόχος δικός μας δεν ήταν να βγάλουμε κάποιο τελικό συμπέρασμα αλλά συγκεντρώσουμε πειραματικά δεδομένα που μετά μπορούν να επεξεργαστούν οι μηχανικοί», ανέφερε ο κ. Βαλλιανάτος και πρόσθεσε ότι η διαφορά με παλαιότερα είναι ότι ενώ μέχρι σήμερα οι μηχανικοί μελετούσαν τη συμπεριφορά των μνημείων με μοντέλα στον υπολογιστή τους, για πρώτη φορά τώρα τους δίνονται πειραματικά δεδομένα και ρεαλιστικές μετρήσεις που τους βοηθούν να προσεγγίσουν την πραγματικότητα. Πάντως από την πρώτη εξέταση των στοιχείων αυτό που προέκυψε ότι κάποια μνημεία φαίνεται να είναι κατασκευαστικά περισσότερο “θωρακισμένα” απέναντι σε σεισμούς ενώ κάποια άλλα ίσως χρειάζονται μεγαλύτερη ενίσχυση.
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, οι παρεμβάσεις που ενδέχεται να χρειαστούν είναι θέμα που πρέπει να αποφασιστεί έπειτα από τη διενέργεια της β΄ φάσης της μελέτης που μπορεί να γίνει από μηχανικούς. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την αντισεισμική θωράκιση των μνημείων κατά τη διάρκεια του συνεδρίου παρουσιάστηκαν καλές πρακτικές από το εξωτερικό και πιο συγκεκριμένα από την Ιταλία. «Στην Ιταλία έχουν αναπτύξει πολύ ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από σεισμούς», τόνισε ο κ. Βαλλιανάτος και συμπλήρωσε ότι οι πρακτικές που ακολουθούνται στο εξωτερικό ανέδειξαν τη σημασία της διεπιστημονικής προσέγγισης.
«Αυτό που προέκυψε είναι ότι χρειάζεται η συνεργασία διαφόρων κλάδων επιστημών για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από το σεισμικό κίνδυνο. Με άλλα λόγια εκτός από γεωφυσικούς και σεισμολόγους, αναδείχθηκε η σημαίνουσα συμμετοχή δομοστατικών μηχανικών και η ευαισθησία από τον τομέα της Αρχαιολογίας. Οι τρεις αυτές επιστημονικές ενότητες πρέπει και άμα συνεργαστούν μπορούν να πετύχουν πάρα πολλά για τα μνημεία μας», επεσήμανε ο κ. Βαλλιανάτος. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι αντίστοιχα καλές εφαρμογές έχει να επιδείξει και η βόρεια Ελλάδα όπως προέκυψε από τις εισηγήσεις που έγιναν στη διημερίδα.
Σχολιάζοντας το σημείο αυτό ο κ. Βαλλιανάτος ότι θα πρέπει να παραδειγματιστούμε από αυτές τις πρακτικές προκειμένου να προστατεύσουμε το πλούσιο πολιτιστικό απόθεμα που διαθέτει η Κρήτη και το οποίο αποτελεί σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή για την οικονομία του νησιού. Να αναφέρουμε τέλος ότι στο πλαίσιο της διημερίδας, που συντόνισε ο επικεφαλής του Περιφερειακού Γραφείου για την Επιστήμη και τον Πολιτισμό στην Ευρώπη της UNESCO κ. Philippe Pypaert, παραβρέθηκαν, μεταξύ άλλων, στα Χανιά Ευρωπαίοι επιστήμονες που εργάζονται σε συναφή επιστημονικά αντικείμενα.