Ο δήμαρχος της Φλωρεντίας Ματέο Ρέντσι λαμβάνει σήμερα εντολή από τον πρόεδρο της ιταλικής Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο. Ο Ρέντσι, που εξελέγη γενικός γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος στις 8 Δεκεμβρίου 2013, γοητεύει και φοβίζει μαζί. Ιδού επτά πράγματα που πρέπει να ξέρουμε γι’ αυτόν.
1) Παραβίασε την υπόσχεσή του να αφήσει τον Ενρίκο Λέτα να ολοκληρώσει τη θητεία του. «Θέλουμε η κυβέρνηση να ολοκληρώσει το έργο της, θα είμαστε πίσω από τον πρωθυπουργό Ενρίκο Λέτα», είχε δηλώσει στις 24 Νοεμβρίου 2013. «Θέλω να αλλάξω την Ιταλία, όχι την κυβέρνηση», βεβαίωνε μία εβδομάδα μετά την εκλογή του. Και στις 12 Ιανουαρίου δεν άφηνε καμιά αμφιβολία: «Ο Ενρίκο δεν μου έχει εμπιστοσύνη, αλλά κάνει λάθος: είμαι πιστός. Η κυβέρνηση Λέτα θα παραμείνει στη θέση της όλο το 2014». Ένα μήνα μετά, το Δημοκρατικό Κόμμα αποφάσισε με μεγάλη πλειοψηφία ότι ο Λέτα ήταν ανεπαρκής και ότι οι μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η Ιταλία μπορούν να γίνουν μόνο από τον Ρέντσι.
2) Είναι ένας winner. Ο Ρέντσι κρατάει πάντα τα ηνία. Έτσι ήταν από το σχολείο, το βεβαιώνουν οι συμμαθητές του. Στους αγώνες ποδοσφαίρου, για παράδειγμα, ήθελε πάντα να νικάει. Σε αντίθετη περίπτωση, έπαιρνε την μπάλα κι έφευγε. Φανατικός οπαδός της Φιορεντίνα, της ομάδας της Φλωρεντίας, ονειρευόταν άλλοτε να γίνει δημοσιογράφος κι άλλοτε ποδοσφαιριστής. Στο σχολείο, ήταν πρώτος μαθητής χωρίς να διαβάζει πολύ. Στο γυμνάσιο πρωταγωνιστούσε πάντα στις συζητήσεις. Οι άλλοι άκουγαν.
3) Ο Ρέντσι είναι «καθο-κομμουνιστής». Ο πατέρας του ασχολιόταν ενεργά με την πολιτική και ήταν οπαδός του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος. Η οικογένεια πήγαινε κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Όταν πήγε στο λύκειο, όμως, ο Ματέο έγινε κομμουνιστής, ή μάλλον «καθο-κομμουνιστής» όπως λέει ο παλιός καθηγητής του στην ιστορία. Σήμερα, ορισμένοι τον αποκαλούν «σύγχρονη ποπ εκδοχή του Μπερλουσκόνι». Ίσως επειδή κατάφερε να κινητοποιήσει δύο εκατομμύρια ψηφοφόρους στις προκριματικές εκλογές του περασμένου Δεκεμβρίου.
4) Δεν δίστασε να συναντήσει μυστικά τον Μπερλουσκόνι. Στις 6 Δεκεμβρίου 2010, ο Ρέντσι επισκέφθηκε τον Μπερλουσκόνι στη βίλα του, στο Άρκορε, για να συζητήσουν θέματα σχετικά με τη διοίκηση της Φλωρεντίας. Η συνάντηση εκείνη έμεινε μέχρι πρόσφατα μυστική, γεγονός που έχει προκαλέσει ανησυχία στο κόμμα του. Ο ίδιος αδιαφορεί. Τέσσερα χρόνια αργότερα, κι ενώ ο Λέτα ακροβατούσε στην κεφαλή μιας κυβέρνησης συνασπισμού, ο Ρέντσι συνάντησε ξανά τον «Καβαλιέρε» για να συζητήσουν για τον εκλογικό νόμο.
5) Ο πρώην πρόσκοπος φορά σήμερα δερμάτινο μπουφάν. Από τα χρόνια του στον προσκοπισμό έχει κρατήσει τη φιλοσοφία της ζωής του: «Εντιμότητα, νομιμοφροσύνη, ειλικρίνεια και ουσία». Είκοσι χρόνια μετά, κάνει προεκλογικές περιοδείες φορώντας ένα δερμάτινο μπουφάν, ένας πραγματικός «ρόκερ της πολιτικής». Είναι ο άνθρωπος της ρήξης, που θέλει να χαράξει μια καινούργια γραμμή. Τα μαλλιά του είναι πάντα κοντοκουρεμένα και στις ομιλίες του επικαλείται τον τραγουδιστή Φραντσέσκο ντε Γκρεγκόρι. Τα πορτρέτα που έχει αναρτημένα στο γραφείο του αλλάζουν ανάλογα με το κανάλι στο οποίο δίνει συνέντευξη: άλλοτε είναι ο Ναπολιτάνο και άλλοτε ο Νέλσον Μαντέλα.
6) Βασιλιάς της Φλωρεντίας. Το θέμα του διδακτορικού του Ρέντσι είναι η ιστορία του δικαίου σε θέματα διοίκησης και πολιτικής κουλτούρας, με εκτενείς αναφορές στον Τζόρτζιο Λα Πίρα, δήμαρχο της Φλωρεντίας από το 1951 ως το 1956. Το 2008 εξελέγη δήμαρχος της όμορφης πόλης της Τοσκάνης. Πέντε χρόνια αργότερα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 56,5% των κατοίκων τον υποστηρίζουν. Ο Ρέντσι έχει μια εμμονή, σε μια Ιταλία που υποφέρει από την ανεργία: την απασχόληση. Για να της δώσει ώθηση, προτείνει μείωση των φόρων που θα χρηματοδοτηθεί από μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 15%, αύξηση των παιδικών σταθμών για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για τις γυναίκες, ένα σύμφωνο συμβίωσης για τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια και μέτρα υπέρ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Για την Ευρώπη δεν λέει πολλά πράγματα,
7) Το ερώτημα ενός «παλιού». Ο Τζουζέπε Τσιβάτι, στέλεχος της ιταλικής Αριστεράς, αναρωτιόταν την περασμένη Πέμπτη: «Εξηγήστε μου γιατί ετοιμαζόμαστε να σχηματίσουμε μια άλλη κυβέρνηση, η οποία όχι μόνο δεν έχει την έγκριση των ψηφοφόρων αλλά δεν αντιπροσωπεύει καν το 50% των ψήφων των τελευταίων εκλογών». Και το ερώτημα αυτό δεν το θέτουν φυσικά μόνο τα μέλη του κόμματος.