Μην πάρεις το για προσβολή αν κουζουλό σε πούνε,
των γνωστικών τα όνειρα οι κουζουλοί τα ζούνε.
Άλλαξε η ατμόσφαιρα
λίγο σ’ αυτό το τόπο
κι αχνίζ’ ένα χαμόγελο
στα χείλη των ανθρώπω.
Μακάρι γέλιο τρανταχτό
να γίνει κάποια μέρα
στα πρόσωπα που μέχρι χτες
τα ’σκιαζε μια φοβέρα.
’Νιαχωριανός
Καινούργιο τσίγκλισμ’ απ’ το Σφηναριώτη βλέπω
Ώρα θαρρώ πως έφταξε, για να κοντραριστούμε,
έλα και κάτσε δίπλα μου, λιγάκι να τα πούμε.
Η σύνταξή σου δεν αρκεί, που παίρνεις κάθε μήνα,
για τα πολλά τα έξοδα και μου τη βγάζεις φίνα.
Πολλά ταξίδια σου θωρώ, μα και διασκεδάσεις
κι αν δε διαβαίνεις νόμιμα, ούλα θε να τα χάσεις.
Χοχλιούς μανήτες μάζωξες και μπόλικα ροδίκια,
μπουνάτσα φρέσκ’ απ’ το γιαλό κι ακόμα λίγα φύκια.
Γι αυτό θωρώ σε άξαφνα, με πλούτη μεγαλεία,
κάθε βραδιά γλεντοκοπάς, σ’ ύποπτα ταβερνεία.
Πριν λίγες μέρες σ’ εύρηκα, πέρα εις τη Γραμπούσα,
με φώναξες και έκατσα, την ώρα που περνούσα.
Κι ήταν στ’ αλήθεια όμορφα, περάσαμε ωραία,
φαγί κρασ’ ήταν τέλεια, μα πρώτα η παρέα.
Με κέφι ανεξάντλητο, περάσαμ’ όλοι θαύμα,
απ’ τα Χανιά και Κίσαμο, γενήκαμ’ ένα πράμα.
Ριζίτικα τραγούδησαν, τση τάβλας, μαντινάδες,
γι οι άντρες που πλουμίζουνε, «Ριζίτες» και «Μαδάρες».
Θα μείνει τούτ’ αξέχαστο, που το ‘στησ’ ο Θανάσης,
κάθε βολά να με καλείς, μη λάχει και ξεχάσεις.
Μα ‘ψες για τ’ Αννουσάκειο, σ’ ηύρα να ξεφαντώνεις,
π’ οργάνωσ’ η Μητρόπολη κι αγάπη να του δώνεις.
Ντε λόγο σ’ ακολούθησα, με άλλες δυο κυράδες,
βοήθεια να δώσουμε, στσι ευπαθείς ομάδες.
Δεσπότ’ ευκή να έχουμε, μικροί μα και μεγάλοι,
στα ντρέτα να διαβαίνουμε, μεσ’ τση ζωής την πάλη.
Πολύ καλά περάσαμε, μα κάνε λίγο κράτει,
δύσκολες μέρες έρχονται και ρίξ’ το, στο ραχάτι.
Σφηναριώτης
Κι ο ‘Νιαχωριανός, βλέπει το, μα ξεγλιστρά.
Ξανά μου μπαίν’ αδερφοχτός και με τσιγκλά κομμάτι,
αναπαμό δε βρίσκω ‘γω, μ’ αυτόν τον ξενομπάτη.
Λέει μου να μιλήσουμε, απόψε για τσι πίτες,
κάτι θα βρουν να γράψουνε, γι αυτές οι μαυρομύτες.
Η εποχή τους έφτασε και βρίσκονται σε φούρια,
τση πίτας τα κοψίματα, χρονιά ‘χομε καινούρια.
Αφού το Πάσχα πιο νωρίς, πέφτει αυτό το χρόνο,
τρέχουμε να προλάβουμε, Σαρακοστής τον τόνο.
Πίτες συλλόγοι κόβουνε, όπως και σωματεία,
η κρίση δεν προκάλεσε, ανακοπής αιτία.
Το Σάββατο εκόψαμε, στο Βλάτος τη δική μας
και εις την Περιφέρεια, έτυχε το φλουρί μας.
Την Κυριακή είχε σειρά, ο Σύλλογος Γραμπούσας,
μα έλειπε ο Πρόεδρος, τση Κρητικής τση Μούσας.
Όμορφα επεράσαμε, στην αίθουσα του Δήμου
κι ύστερα στην Καλυβιανή, συνέχεια τ’ εθίμου.
Εφάγαμε και ήπιαμε, όλοι μας μια παρέα
και το Θανάση δίπλα μας, να λέει τα ωραία.
Ο Δήμαρχος του Καστελιού, μαζί και με συμβούλους,
για το Δεικτάκη ήρθανε, που ‘χει φιλιά με ούλους.
Μ’ υπάρχει και συνέχεια, σε τούτη την πορεία,
σειρά ‘χει τ’ Αννουσάκειο, αν έχετ’ απορία.
Οψές που έκοψε κι αυτό, πίτα στην Ευτυχία,
και λίγη υποστήριξη, ζητά ‘π’ την επαρχία.
Πνευματικοί δημιουργοί, στο Κάτω το Δαράτσο,
θα το γιορτάσουνε μετά, προσκλήσεις είναι μάτσο.
Και θα διασκεδάσουνε, γραφιάδες, λαογράφοι,
μα και διανοούμενοι, μαζί ένα σινάφι.
‘Νιαχωριανός