Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Νικηφόρος Φωκάς & Ανεμάς

 «Στρατιώτην τα όπλα σε, στρατηγόν η παράταξις, βασιλέα κράτιστον το διάδημα, αλλ’ ασκητήν οι αγώνες σε, τα άθλα δε μάρτυρα καταγγέλλουσι τρανώς, Νικηφόρε,
τοις πέρασιν…»
(Από τον Λαυριωτικό Κώδικα Β 4Φ. 133.)

Στις 7 Μαρτίου 961, μετά από τέσσερις μεγάλες και άλλες μικρότερες αποτυχημένες εκστρατείες των Βυζαντινών στην Κρήτη και ύστερα από επτά και πλέον μήνες πολιορκίας του αραβοκρατούμενου Χάνδακα (από τα τέλη Ιουλίου 960), ο Βυζαντινός αρχιστράτηγος και μετέπειτα αυτοκράτορας Νικηφόρος Β’ Φωκάς (912 ή 919 – 969) και ο στρατός του εκπορθούσαν τα τείχη και εισέρχονταν στην πόλη, επιφέροντας έτσι ένα σοβαρότατο πλήγμα στους Ανδαλούσιους Άραβες (Σαρακηνούς) της Κρήτης.

Ο τελευταίος Άραβας εμίρης της al-Qurṭubī -Κουρούπη τον έλεγαν οι Βυζαντινοί- και ο γιος του, al-Nu‘mān, αιχμαλωτίστηκαν.
Με την πλήρη ανακατάληψη του νησιού, που ολοκληρώθηκε λίγο αργότερα, καταλύθηκε το Αραβικό Εμιράτο της Κρήτης μετά από περίπου 134 χρόνια (827/828 – 961) και η Κρήτη ενώθηκε και πάλι με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Με τα μέτρα που πήρε ο Νικηφόρος Φωκάς κατάφερε να τονώσει το θρησκευτικό συναίσθημα των κατοίκων για τον Χριστιανισμό, που είχε ατονήσει, να απελευθερώσει τους θαλάσσιους δρόμους του βυζαντινού εμπορίου στην ανατολική Μεσόγειο και να απαλλάξει τα νησιά και παράλια του Αιγαίου από τις βάρβαρες πειρατικές επιδρομές που γίνονταν με ορμητήριο την Κρήτη.

Οι Σαρακηνοί ηγέτες μεταφέρθηκαν μαζί με τις οικογένειές τους στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο Νικηφόρος Φωκάς, σε θρίαμβο που τέλεσε στον Ιππόδρομο, παρουσίασε τους αιχμαλώτους μπροστά στον αυτοκράτορα Ρωμανό Β’, τη σύζυγό του Θεοφανώ και το πλήθος που τον επευφημούσε. Αργότερα, ο al-Nu’mān βαπτίσθηκε χριστιανός και με το όνομα Ανεμάς υπηρέτησε στον βυζαντινό στρατό, έλαβε μέρος στο Βυζαντινορωσικό πόλεμο στη Βουλγαρία (969-971), ως αρχηγός των επίλεκτων ιππέων (“αθανάτων”) του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, και σκοτώθηκε πολεμώντας ηρωικά κατά την πολιορκία του Δορύστολου.
Στους παρακάτω στίχους, που έχω γράψει βασιζόμενος στην κρητική ντοπιολαλιά, ο Βασίλειος, βετεράνος Κρητικός αξιωματούχος στο βυζαντινό φρούριο «Τέμενος» της Κρήτης (όπου σήμερα σε κοντινή απόσταση η κωμόπολη Προφήτης Ηλίας, Ηρακλείου), στο συμπλήρωμα της πρώτης μ.Χ. χιλιετίας, διηγείται στον γιο του Στέφανο τη συνομιλία –όπως την άκουσε ο ίδιος- μεταξύ του Νικηφόρου Φωκά και του al-Nu‘mān, λίγο μετά την εκπόρθηση των τειχών του Χάνδακα:

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
Σα ντη μεγάλη τη γ-κορφή που χιόνι τη σκεπάζει,
σα ντο βαθέ το μ-ποταμό νερό που κατεβάζει,
ετσά μεγάλο και βαθιό είναι το σέβας που ’χω,
στο Νικηφόρο το Φωκά, νικητή και τροπαιούχο.
Και το Θεό ευγνωμονώ που ηθέλησε να δώσει,
την Κρήτη απού τσ’ Αγαρηνούς να την ελευτερώσει.
Κοντά αιώνα και μισό την Κρήτη την κρατούσαν,
οι Άραβες Σαρακηνοί και την ετυραννούσαν.
Μα εις του Μάρτη στσι εφτά, σαράντα χρόνια οπίσω,
λευτερώθηκεν’ ο Χάνδακας, πώς να ξελησμονήσω!
Στη μ-πρώτη τη συνάντηση που ’χεν ο Νικηφόρος,
με το γιο του Κουρούπη, Ανεμά, ήμουν ευτυχοφόρος.
Τα λόγια που ’πεν’ ο γεις τ’ αλλού μου μείναν’ χαραμένα,
εις το μυαλό, και πέμπου με συχνά στα περασμένα.
Μα πλια πολύ συγκινούσι με του καλλίνικου τα λόγια,
γι’ άπιστους που εδιαγουμίζανε σ’ ανώγεια και κατώγεια.
Έζησα κοπέλι κ’ ήκουσα τση Κρήτης η-τα πάθη,
που απού το μ-πολιτισμό πλια ‘πό αιώνα εχάθη.
Σαν εδά θωρώ το δομέστικο στο τείχος που καταρρέει,
στα μάθια ξανοίγει τον Ανεμά και ήρεμα του λέει:
σκλάβο μου σ’ έχω Ανεμά κ’ είν’ η χαρά μου τόση,
και φχαριστώ η-το Θεό που μ’ έχει αξιώσει,
απίστους να δω μιγαδερούς στο Χάνδακα να γυρίζουν,
κι απού τσ’ ανέμους που ‘σπειραν θύελλες να θερίζουν.
Είδα περίσσα τη χαρά στω γ-Κρητικώ τα μάθια,
που με ροδόσταμνο κι αθούς ραίνα ντα μονοπάθια.
Μα στο στρατό ’δωκα ορισμό άοπλους μην καταλυούνε,
και τσι πολλές γυναίκες σας καλά να σεβαστούνε.
Είδα και τον πατέρα σου, το γέρο το γ-Κουρούπη,
τα δάκρυα να χύνει τα πικρά και με κυρτό σουλούπι.
Σε σένα που πλια καθαρό μυαλό ’χεις δίχως άλλο,
τα με καιντούνε θενά πω κι απόκριση ας μη μ-πάρω.
Κατέχω το, ο Απόχαψις πως σε κουμβάρια εμπήκε,
με μια μ-πατούλια και στση Μεσαράς το Χάρακα εβγήκε.
Ζαμάνια κι α(ν) μ-περάσανε κιανείς δε θα ξεχάσει,
Βυζάντιος γη Κρητικός πως η Κρήτη ‘χει στενάξει.
Κ’ η χώρα η εκατόμπολη κακόμοιρη εγίνη·
εκατό χρόνια, του πολιτισμού χαθήκανε τα ίχνη.
Κι ακόμη πλιότερά ’τονε, χαθήκαν κ’ οι εκκλησίες,
τζαμιά τσι καταστέσανε με τυμπανοκρουσίες.
Και το νησί τση αντρειγιάς και τση τιμής το φάρο,
οι πρόγονοί σου κάμανε πατρίδα τω γ-κουρσάρω.
Μέλι και γάλα ρέανε στην Κρήτη μέχρι να ’ρθει,
ο δολερός Απόχαψις να τηνε καταλάβει·
κ’ οι φόνοι που γενήκανε σταματημό δεν είχαν
και δούλοι πουληθήκανε που δε τζι ξαναβρήκαν·
άδικα μάνες κλαίγανε που τα κοπέλια εχάσαν,
κι όσα ’τονε πολλά μικιά την Κρήτη την ξεχάσαν.
Ο γιος του Απόχαψι ο Σαήτ, μαζί μ’ ένα μ-προδότη,
ούλα τα νησά ερημάξανε· με τον ’ξωμότη Φώτη.
Ρωμαίοι με τσι: Φωτεινό, Κρατερό και Ωορύφα,
λίγα εκατορθώσανε, ο Αγαρηνός τσ’ αψήφα.
Γογγύλης και Ιμέριος ατυχήσα με την Κρήτη,
εκειά κοντά στην εποχή του ’ξωμότη Τριπολίτη.
Μα ’γω ’μουν ο πλια τυχερός κι όχι ο πλια γενναίος,
δομέστικος, που τση Κρήτης πάτησα χώματα τελευταίος·
υπηρέτης του Μεγαλοδύναμου απού ’σωσεν’ την Κρήτη,
του Χάνδακα ελευτέρωσεν’ και το τελευταίο σπίτι.
Κ’ η Υπερμάχος Στρατηγός κι αυτή εσυντρόφευγέ μας,
στο κορφάλι όντε βγήκανε οι δικοί σας έσωσέ μας.
Μα κ’ η βοήθεια τω γ-Κρητικώ ήτα μ-πολλά μεγάλη,
σα ντη φιλοτιμία του Κρητικού στο γ-κόσμο δεν είν’ άλλη.
Γιάε τσι πώς χορεύγουνε και καλοτραγουδούνε,
την έρμη τη μ-πατρίδα ντως ελεύτερη θωρούνε·
κι οπίσω για πολλές γενιές θα πρέπει να γιαγείρει,
να δει την Κρήτη ελεύτερη κιανείς· πρι τον εμίρη.
Μα κι ο αυθέντης Ρωμανός έξυπνα κατάστεσέ ντο,
τσ’ έγκυες φοράδες σάς έπεψεν’ κ’ έκαμε γ-καλλιμέντο.
Τα πουλάρια δικά σας και κειεσάς τη μ-πείνα θα γλυτώνα,
τσ’ ιππείς μας ανιμένανε στ’ Αλμυρού η-το γ-κρουψώνα.
Οι μήνες που περάσαμεν’ όξω απού τα τείχη,
πολλές δυσκολίες φέρανε δε βοήθησεν’ κ’ η τύχη.
Ο Καραμούντης ο άτιμος επίθεση έκαμέ μας,
πείνα, κακοκαιρία είχαμεν’ κι ο Παστιλάς «άφησέ» μας.
Κ’ η εταίρα που ανέβηκε με περίσσο ανταλέτι,
στη ντάμπια, δεινά επροκάλεσε σάμε να πληγεί στο μπέτη.
Ποιήσαμε ντην ελέπολιν· κριγιό πολιορκίας,
λαγούμια, μα η πίστη στο Θεό είχε ντη πλια αξία.
Το Χάνδακα ψες κυριέψαμε π’ Αγαρηνός επάτει,
στρατώνες και το ναύσταθμο, τ’ εμίρη το παλάτι.
Κι ούλη η πόλη ελεύτερη είν’ ύστερ’ απ’ τη μάχη,
όσο αλάργο βγορίζει μου, σάμε του γιαλού τ’ αστάχυ.
Ετούτα καλά θυμούμαι τα είπεν ο Νικηφόρος,
να με ρωτήξεις ό,τι θες, τα ’ζησα ευτυχοφόρος.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Κύρη καλά σε γροίκησα, πράμα δε θέλω άλλο,
μόνο τ’ Ανεμά την απόκριση, στη γ-κρίση να μη σφάλλω·
ήντα λογιώς απάντησεν’ εις τη γ-κατηγορία,
του ηττημένου με του νικητή να συγκρίνω την αξία.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
Απήτις ο δομέστικος σωπά και ξεπεζεύγει,
κινά να μιλεί ο Ανεμάς και φύλλο δε σαλεύγει:
η-τω Ρωμαίω αμιρά, αγαπώ τηνε την Κρήτη,
γιατί ’παέ γεννήθηκa κ’ είν’ το δικό μου σπίτι.
Κι α(ν) στέκομαι ’δα στα χαμηλά πλάι εις το φαρί σου,
και σα μιαρό θα με θωρείς κάτσε κι αναστορήσου·
εις την Ταρσό, την Τρίπολη, Μοσούλη και Χαλέπι,
Άραβες εταπείνωσες ετσά απού δε μ-πρέπει.
Μα ό,τι ’παέ ’κάμετε δε μου ’χει ξανατύχει,
κεφαλές επαλουκώσετε γύρου απού τα τείχη.
Ο στρατός σου εψές την ταχινή π’ εμπήκενε στη μ-πόλη,
στου Μουχαμέτη εξαπόστειλεν’ αμάχους το περβόλι.
Σοφό που τσι σταμάτησες, τούτο καλά έκαμές το,
ο Θεός σου στο αρμήνεψεν’ κι ό,τι ’πεν’ ήκουσές το.
Τσι προγόνους μου κατηγορείς, ευθύνες ζητάς ’πο μένα,
δε ντα ’ζησα, όντε ντα ’μαθα ήτονε περασμένα.
Τούτα τα ξετελέματα έχουνε οι πολέμοι,
κάθε καλό το παίρνουνε οι τέσσερις ανέμοι.
Κι ο άθρωπος πολλά συχνά βρίχνεται εις τη μέση,
που το καλό και το κακό αντιμαχούν με ζέση.
Για λόγου μου χάρη δε ζητώ· μούδε για τη ζωή μου,
μόνο σεβάσου το Θεό μαζί και τη φυλή μου…

ΚΡΗΤΙΚΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙ
(ο) αθός=το άνθος
αλάργο=μακριά
αναστορούμαι=θυμάμαι
ανιμένω=περιμένω

(το) ανταλέτι=η πρόκληση
(η) αντρειγιά=η ανδρεία
(το) ανώι=το υπέργειο δωμάτιο & (το) κατώι=το υπόγειο δωμάτιο
απήτις=αφού, αφότου
αρμηνεύγω=συμβουλεύω, προτρέπω
(το) αστάχυ του γιαλού=ο θαλασσινός ορίζοντας
(ο) αυθέντης=ο ηγεμόνας, αρχηγός, το αφεντικό
(ο) βαθές,-έ,-έ & βαθιός,-ά,-ό =βαθύς
βγορίζω=φαίνομαι, διακρίνομαι από μακριά
(ο) γεις=ο ένας
γη=ή
γιαγέρνω=επιστρέφω
γιάε=κοίτα
γιαμιάς=αμέσως
διαγουμίζω=λεηλατώ, διασκορπίζω
εδά=τώρα
εκειά=εκεί
ετσά=έτσι
ζαμάνια=χρονική περίοδος (συνήθως μεγάλη)
ήντα λογιώς=με ποιο τρόπο
θενα=θα
θωρώ=βλέπω
(το) καλλιμέντο=η επιτυχία

καταλύω=σκοτώνω, καταστρέφω
καταστένω=δημιουργώ, κάνω κάτι
καιντώ=ανάβω, παίρνω φωτιά (εδώ έχει μεταφορική έννοια)
κειεσάς(εκειεσάς)=αυτές, εκείνες
κιανείς=κανείς
κινώ=ξεκινώ
(το) κορφάλι=η κορυφή λόφου ή μικρή κορυφή υψώματος
κρατίζω=παρακρατώ
(ο) κριγιός=ο κριός
(το) λαγούμι=η υπόγεια στοά
λόγου(ελόγου) μου=εγώ, εμένα
(το) μιαρό= το έντομο, ερπετό
(ο) μιγαδερός,-ή,-ό =ο μελαψός
(ο) μικιός=ο μικρός
μούδε=ούτε
(ο)Μουχαμέτης=ονομασία κατά τους Κρητικούς του προφήτη των μουσουλμάνων, Μωάμεθ
(ο) μπέτης=το στήθος
(η) ντάμπια=ο προμαχώνας
ξελησμονώ=ξεχνώ
(το) ξετέλεμα=το αποτέλεσμα
(ο) ’ξωμότης(εξωμότης)=ο αρνησίθρησκος, αποστάτης
(ο) ορισμός=η διαταγή
’παέ(επαέ)=εδώ
(η) πατούλια=η ομάδα, παρέα
πέμπω=στέλνω
(ο) περίσσος,-α,-ο =ο παραπανίσιος, άφθονος
πλιά= πιο, πιο πολύ & πλιότερος,-η,-ο =περισσότερος
πολλά=πολύ
(το) πουλάρι=το μικρό σε ηλικία γαϊδούρι, μουλάρι ή άλογο
(το) ροδόσταμνο=το ροδόσταγμα, ροδόνερο (άρωμα που έχει φτιαχτεί από την εμβάπτιση ροδοπέταλων στο νερό)
σαλεύγω=κινούμαι
σάμε=μέχρι
(το) σουλούπι=το παρουσιαστικό
στση=στης & στσι=στις
(η) ταχινή=το πρωί
τση=της
’τονε(ήτονε)=ήταν
τσ’ (τσι) & τζι=τους, τις
(το) φαρί=το άλογο
(ο) χαραμένος,-η,-ο =ο χαραγμένος
ψες(εψές, οψές)=χθες

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ
1. Βασίλης Ι. Καλαϊτζάκης, «Η Κρήτη και οι Σαρακηνοί», Εκδόσεις ΡΩΝΤΑ, Αθήνα 1984.
2. Μανούσος Μανούσακας, «Λόγος εις τα αποκαλυπτήρια της στήλης του αυτοκράτορος Νικηφόρου Φωκά» Κρητικά Χρονικά, Τόμ. ΙΕ’-ΙΣΤ’, Τεύχ. ΙΙΙ, Εκδότης: Ανδρέας Γ. Καλοκαιρινός, Ηράκλειο 1961-1962, σελ.251-262.
3. Λουκία Σ. Παναγή, «Η ανακατάληψη της Κρήτης από το Νικηφόρο Φωκά (961)», Μεταπτυχιακή Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, επιβλέπων καθηγητής: Θ. Κορρές, Θεσσαλονίκη 2009,
URL: http://ikee.lib.auth.gr/record/113686/files/Binder1.pdf
4. Νικόλαος Β. Τωμαδάκης, «Προβλήματα της εν Κρήτη Αραβοκρατίας (826-961 μ.Χ.)-Περί της δήθεν αλλοιώσεως του πληθυσμού εξ απόψεως εθνολογικής και θρησκευτικής», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, Αθήνα 1960-1961, σελ.1-38

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
• Αν και η διεξαγωγή της συνομιλίας των δυο αντρών είναι υποθετική, βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα.
• Οι στρατηγοί: Φωτεινός, Κρατερός, και οι ναύαρχοι: Ωορύφας, Ιμέριος, Γογγύλης, ήταν επικεφαλής σε κατά καιρούς αποτυχημένες εκστρατείες του Βυζαντίου κατά των Σαρακηνών της Κρήτης. Ο στρατηγός Παστιλάς σκοτώθηκε όταν ο Νικηφόρος Φωκάς τον έστειλε να αντιμετωπίσει Σαρακηνούς της υπαίθρου της Κρήτης υπό την αρχηγεία του εξωμότη Καραμούντη.
• Σύμφωνα με παράδοση που αναφέρει ο Άραβας ιστορικός al-Nuwayrī, όταν ο Νικηφόρος Φωκάς έφτασε στην Κρήτη, οι ιππείς του βρήκαν έτοιμες εκεί που αποβιβάστηκαν 500 φοράδες να ιππεύσουν. Τις είχε στείλει λίγο καιρό πριν ο Ρωμανός Β’ με την δικαιολογία ότι είχε πέσει μεγάλη πείνα στην Κωνσταντινούπολη και με τη συμφωνία τα θηλυκά αλογάκια που θα γεννιούνταν να ανήκαν στους Σαρακηνούς (βλ. Β. Ι. Καλαϊτζάκη, ό.π., σελ.100-102).
• Οι Βυζαντινοί αυτοπροσδιορίζονταν συνήθως ως «Ρωμαίοι». Ακόμη και ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος υπέγραφε ως «πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Η ονομασία μετεξελίχθηκε σε «Ρωμιοί». Η λέξη Βυζάντιος, όταν χρησιμοποιούνταν, σήμαινε μόνο τον κάτοικο της Κωνσταντινούπολης.
• Ο Νικηφόρος Φωκάς δώρισε πολλά από τα λάφυρα της νίκης του σε μοναστήρια. Οι θύρες του ανακτόρου των αμιράδων της Κρήτης χρησιμοποιήθηκαν για να κοσμήσουν την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος, η οποία ιδρύθηκε το 963 από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, πνευματικό πατέρα και στενό φίλο του Νικηφόρου Φωκά. H μνήμη του Αγίου Νικηφόρου Φωκά εορτάζεται στις 11 Δεκεμβρίου, ημέρα της δολοφονίας του.
• Η ανακατάληψη της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά συνιστά ένα από τα σπουδαιότερα κατορθώματα της ιστορίας μας κατά το Μεσαίωνα. Οι αντίθετες απόψεις που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί -δήθεν ότι η νίκη αυτή των Βυζαντινών απέβη τελικά σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού της Κρήτης- αποδεικνύονται ανυπόστατες, μετά την προσεκτική μελέτη από τον καθένα και την καθεμιά των συγγραμμάτων επιστημόνων εγνωσμένου κύρους που αναφέρω παραπάνω, στην «Βιβλιογραφία-Πηγές», με τα οποία αντικρούονται αποτελεσματικά οι απόψεις αυτές.
• Αγαρηνοί= Σαρακηνοί
• Απόχαψις= Έτσι αποκαλούσαν οι Βυζαντινοί τον Abū Ḥafṣ ʿUmar b. Shuʿayb al-Ballūṭī, αρχηγό των προερχόμενων από την Ανδαλουσία της Ισπανίας -όπου είχαν εξισλαμιστεί- Σαρακηνών της Κρήτης, που με ενδιάμεσο σταθμό την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου (814-827) και μετά από συχνές επιδρομές στην Κρήτη, αποβιβάστηκαν εκεί με 40 πλοία για οριστική εγκατάσταση, το Καλοκαίρι του 827, και την κατέλαβαν σχεδόν ολόκληρη μέχρι τα μέσα του 828.
• Δομέστικος των σχολών της Ανατολής= ο αρχιστράτηγος των Βυζαντινών στρατευμάτων της Ανατολής. Ο Ρωμανός Β’ έδωσε στον Νικηφόρο Φωκά το αξίωμα αυτό.
• Εκατόμπολις= η Κρήτη (βλ. Ομήρου Ιλιάδα, Β 649)
• Ελέπολις= πολιορκητικός κριός ή πύργος
• Ευτυχοφόρος= ο σημαιοφόρος
• Καλλίνικος= χαρακτηρισμός που έδωσαν οι στρατιώτες του στον Νικηφόρο Φωκά
• Κουμβάριον=μακρύ πλοίο των Σαρακηνών της Κρήτης
• Υπερμάχος Στρατηγός= η Θεοτόκος (όπως αναφέρεται στον “Ακάθιστο Ύμνο”)
• Χάρακας (Χάραξ)=Το ακρωτήριο που σύμφωνα με τις βυζαντινές πηγές αποβιβάστηκαν οι Σαρακηνοί στην τελική τους επιδρομή κατά της Κρήτης, το 827. Οι απόψεις των ιστορικών διίστανται για την ακριβή σημερινή τοποθεσία που αντιστοιχεί.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα