ΘΕΟΔΟΣΗ Π. ΤΑΣΙΟΥ
» Μουσείο Ν. Καζαντζάκη και Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2021, σελ. 78
Ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που αναφέρεται στη προσωπικότητα και το χαρακτήρα ενός τραγικού, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, διανοούμενου της Κρήτης, του Νίκου Καζαντζάκη, εκδόθηκε πρόσφατα με τη συνεργασία του ομώνυμου Μουσείου και των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.
Συγγραφέας του πονήματος αυτού ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Θεοδόσης Τάσιος ο οποίος συστηματικά, όπως αναφέρουν οι εκδότες, αναλύει το παρελθόν και το μέλλον του τόπου μας με στόχο τη καλλιέργεια της σκέψης και την ενίσχυση της αυτογνωσίας μας. Όπως αναφέρει ο συγγραφέας στην εισαγωγή του δοκιμίου του χρέος μας είναι να κατανοήσουμε τις πάμπολες αντιφάσεις του Καζαντζάκη ούτως ώστε να μπορέσουμε να τον κρίνομε “όχι από το τι έκανε αλλά από το τι ήταν αυτό που ήθελε να κάνει”. Ο Θ. Τάσιος επικεντρώνεται σε τρία χαρακτηριστικά του Καζαντζάκη για να μπορέσει να τον κατανοήσει καλύτερα:
Α) Τη προβολή και υπηρέτηση φιλοσοφικών ιδεών,
Β) Τον αγώνα του και τα υπαρξιακά του αδιέξοδα, και
Γ) Το πάθος για την έκφραση όλων αυτών μέσω της τέχνης.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ο Καζαντζάκης ήταν ένα σπάνιο υβρίδιο πνευματικού ανθρώπου ο οποίος:
1. Ήταν παθιασμένος με την ιστορία και τις φιλοσοφικές ιδέες καθώς και δεινός αναλυτής τους,
2. Ήθελε να βιώνει τις ιδέες που ενστερνιζόταν καθώς και εκείνους που τις εξέφραζαν (Χριστός, Βούδας) και όχι να τις διατηρεί μόνο στη σκέψη του. Αγκάλιαζε για κάποιο διάστημα μια ιδέα (Εθνικισμός, σοσιαλισμός, θρησκεία, αθεΐα) και προσπαθούσε να τη ζήσει στη πράξη. Ο Θ. Τάσιος θεωρεί ότι ήταν ένας “μετασχηματιστής ιδεών” παρά ένας “διανοητής”,
3. Εκτός όμως από το φιλοσοφικό του πιστεύω ο Καζαντζάκης ήθελε να παρεμβαίνει στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι όπου τα διαφορετικά κατά καιρούς ενδιαφέροντα του (ή οι ιδέες που βίωνε) τον οδήγησαν σε σημαντικές αντιφάσεις στα πλαίσια των πολιτικών του δραστηριοτήτων.
Όπως αναφέρει ο συγγραφέας ο Καζαντζάκης έγραψε πολλά έργα εμπνευσμένα από τη ζωή σπουδαίων ιστορικών προσώπων μετά βέβαια από τη συστηματική μελέτη του βίου τους. Ήταν επίσης παθιασμένος με τη φιλοσοφία και μάλιστα με τη μεταφυσική εκδοχή της.
Συγκεκριμένα σε νεαρή ηλικία για βιοποριστικούς λόγους μετέφρασε πολλά ξένα κείμενα εστιασμένα σε φιλοσοφικά θέματα ενώ αργότερα παρακολούθησε τα μαθήματα του Α. Μπερξόν στο κολλέγιο της Γαλλίας. Επιπρόσθετα μελέτησε το έργο του Φ. Νίτσε και συνέταξε την επί υφηγεσία διατριβή του σε αυτό. Παρ’ όλα αυτά, αναφέρει ο Θ. Τάσιος, ο Καζαντζάκης δεν θέλησε να περιοριστεί στη θεωρητική-διανοητική μελέτη της φιλοσοφίας αλλά τον ενδιέφερε το βίωμα της και η τέχνη προσπαθώντας να επιτύχει “τη συμφιλίωση του θεού και του ανθρώπου”. Προσπάθησε και αγωνίστηκε για να συμφιλιώσει το νου με τη καρδιά. Όπως αναφέρει ο Πρεβελάκης άνθρωποι σαν τον Καζαντζάκη ζουν κατά καιρούς σαν ασκητές αναζητώντας επίμονα μια ικανοποιητική θεωρία για το κόσμο και τον άνθρωπο. Ακροβατώντας ανάμεσα στη τέχνη και την υπέρβαση ήταν δύσκολο να συνομιλήσει με το μεγάλο κοινό και τους ομότεχνους του και ήταν καταδικασμένος στη μοναξιά. Όπως αναφέρει ο Θ. Τάσιος λίγοι Έλληνες λογοτέχνες είχαν τη φιλοσοφική παιδεία του Καζαντζάκη. Μελέτησε το έργο πολλών φιλοσόφων, υπήρξε μαθητής του Α. Μπερξόν ενώ μελέτησε σε βάθος το έργο του Φ. Νίτσε. Επηρεάστηκε από το πεσιμιστή Ο. Σπένγκλερ και το έργο του “Η παρακμή της Δύσης” έχοντας σε όλη του τη ζωή έμμονες ιδέες για τη καταστροφή του Δυτικού πολιτισμού και την έλευση ενός νέου. Όμως, όπως έλεγε “η αφηρημένη φιλοσοφία δεν μπορεί να χορτάσει τη καρδιά μου”. Την ενοποίηση του νου και της καρδιάς ο Καζαντζάκης προσπάθησε να τη πετύχει μέσω της τέχνης προσπαθώντας μέσω αυτής “να εκφράσει μία νέα έννοια της ζωής”. Όμως τον βασάνιζε ο “καϋμός της συμφιλίωσης του θεού και του ανθρώπου” καθώς και “η εμμονή του για τη καταστροφή του Δυτικού κόσμου και η έλευση ενός νέου” η οποία κατά διαστήματα τον οδήγησε σε συμπάθεια προς ακραίες ιδεολογίες. Όπως αναφέρει ο Θ. Τάσιος ο Καζαντζάκης ήταν αγνωστικιστής (αλλά όχι μηδενιστής) χωρίς να ελκύεται από καμία διαθέσιμη θρησκεία ενώ σε ορισμένα έργα του μπορούν να διαγνωστούν στοιχεία πανθεϊσμού. Στην “Αναφορά στο Γκρέκο” εκφράζει την επιθυμία να “αναδιοργανώσει το Χριστιανικό ασκητισμό και να του εμφυσήσει μια δημιουργική πνοή”. Η κοινωνική δράση, παρά τη μοναχικότητα του, ενδιέφερε τον Καζαντζάκη όπως αποδεικνύεται από τη θητεία του στο Υπουργείο Κοινωνικής Περίθαλψης επί Βενιζέλου και αργότερα στη προεδρία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης. Ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο Καζαντζάκης ήθελε να είναι κατά διαστήματα επιστήμονας-φιλόσοφος, καλλιτεχνίτης και πολιτικός. Είχε μια αντιπάθεια προς το κατεστημένο και τους “καλοκαθισμένους” και επηρεασμένος από τις απαισιόδοξες απόψεις του Ο. Σπένγκλερ για “Τη παρακμή της Δύσης” θεώρησε ότι η Ρωσική επανάσταση θα μπορούσε να συμβάλλει στη δημιουργία μιας πιο δίκαιης κοινωνίας σε σχέση με τη παρακμάζουσα τότε Ευρωπαϊκή. Η πολιτική του στάση τις δεκαετίες ’20 – ’40 χαρακτηρίζεται από σημαντικές αντιφάσεις καθώς ενώ δήλωνε ότι δεν ήταν κομμουνιστής υπερασπιζόταν τον υπαρκτό σοσιαλισμό της εποχής. Όμως αργότερα, αναφέρει ο Θ. Τάσιος, στο σοσιαλιστικό μανιφέστο (1945) θα ταχθεί υπέρ μιας σοσιαλιστικής δημοκρατίας η οποία θα χαρακτηρίζεται από κοινωνική δικαιοσύνη ενώ οραματίζεται το τέλος της αδελφοκτόνας διχόνοιας. Αν και δηλώνει ότι δεν ανήκει σε καμία ιδεολογία οι τελευταίες αυτές απόψεις του θα μπορούσαν να θεωρηθούν “σοσιαλοδημοκρατικές” και ήταν στον αντίποδα των απόψεων που εξέφραζε τις δεκαετίες του ’20 και του ’30 όπου ο Καζαντζάκης θεωρούσε ότι ο κάθε άνθρωπος θα έπρεπε να κάνει μια ξεκάθαρη επιλογή “να πάει δεξιά ή αριστερά. Η μέση οδός είναι μια χίμαιρα”. Ο συγγραφέας αποδίδει τις ακραίες απόψεις του Καζαντζάκη τη περίοδο αυτή στην επιρροή των απόψεων του Νίτσε και του Σπένγκλερ ενώ σχετιζόταν ασφαλώς και με τη γενικότερη αναστάτωση και κρίση στη Ευρώπη τη περίοδο αυτή (5). Ο Θ. Τάσιος θεωρεί ότι ο Καζαντζάκης ήταν ένας τραγικός διανοούμενος ο οποίος μαχόταν συνεχώς με τον εαυτό του για να δημιουργήσει και να βιώσει ένα ατομικό προσωπικό κοσμοείδωλο. Η μάχη αυτή τον οδήγησε σε πολλαπλές αντιφάσεις ενώ ανάλωσε τον εαυτό του. Είχε όμως μια μεγάλη καρδιά, αναφέρει ο συγγραφέας, ενώ χαρακτηριζόταν από προσωπικές θυσίες, αντοχή στην ανέχεια, μετριοφροσύνη, μακροθυμία, ανθρωπισμό, φιλανθρωπία, αφιλοκέρδεια, αξιοπρέπεια, γενναιοφροσύνη, μοναχικότητα και αγωνιστικότητα. Στο εξαιρετικό αυτό πόνημα, ο Θ. Τάσιος, (ένας ακαδημαϊκός με υπόβαθρο των θετικών επιστημών) παρουσιάζει με μοναδικό τρόπο την ανθρωπογραφία του Καζαντζάκη (ενός διανοούμενου με θεωρητικό υπόβαθρο) συμβάλλοντας με το τρόπο του στη καλλιέργεια της σκέψης μας και στην ενίσχυση της αυτογνωσίας μας για το χαρακτήρα και τη προσωπικότητα ενός διακεκριμένου συγγραφέα και διανοούμενου της Κρήτης.
(1) Θεοδόσης Π. Τάσιος (1930- ). Έλληνας Ακαδημαϊκός Ομότιμος καθηγητής της σχολής Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ. Έχει τιμηθεί από διάφορα πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού ενώ είναι πρόεδρος της Ελληνικής φιλοσοφικής εταιρείας. Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο με εκατοντάδες άρθρα και δεκάδες βιβλία σε επιστημονικά και φιλοσοφικά θέματα,
(2) Ανρί Μπερξόν (1859-1941). Γάλλος φιλόσοφος και καθηγητής στη κολλέγιο της Γαλλίας τιμηθείς το 1927 με το Νομπέλ της λογοτεχνίας. Ο Α. Μπερξόν διετύπωσε την άποψη ότι η ζωική ορμή, μία δύναμη χωρίς κανόνες και προγραμματισμό, στάθηκε η αιτία για τη δημιουργία της ζωής στα διάφορα επίπεδα της (φυτά, έντομα, σπονδυλωτά). Η δημιουργία του ανθρώπου στη γη από τη δύναμη της ζωικής ορμής, υποστήριξε, ήταν τυχαία χωρίς προκαθορισμένο σχέδιο που στόχευε σε ορισμένο τέλος,
(3) Όσβαλντ Σπένγκλερ (1880-1936). Γερμανός ιστορικός και φιλόσοφος. Στο εμβληματικό και απαισιόδοξο έργο του “Η παρακμή της Δύσης” προδικάζει το τέλος του Δυτικού πολιτισμού, μετά από μία χιλιετία ακμής, σε αναλογία με τη παρακμή μεγάλων πολιτισμών του παρελθόντος,
(4) Φρίντριχ Νίτσε (1844-1900). Σημαντικός Γερμανός φιλόσοφος, ποιητής και φιλόλογος. Οι κεντρικές ιδέες της φιλοσοφίας του περιλαμβάνουν το θάνατο του θεού και την ύπαρξη του υπερανθρώπου. Στη θεωρία του αμφισβήτησε την αξία της αντικειμενικότητας και της αλήθειας ενώ η επίδραση του του έργου του, αν και αμφιλεγόμενη, ήταν σημαντική,
(5) Τη δεκαετία του ’20 είχε τελειώσει ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος αφήνοντας εκατ. νεκρούς. Η συνθήκη των Βερσαλλιών επέβαλε δυσβάστακτους όρους στους ηττημένους οδηγώντας σε συνδυασμό με τη μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση του ’29 στην εξαθλίωση της Γερμανίας και σε σημαντικά οικονομικά προβλήματα άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό οδήγησε στη άνοδο των Ναζί στη Γερμανία, στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο και στη καταστροφή της Ευρώπης. Τη περίοδο του μεσοπολέμου πολλοί πίστευαν ότι τη λύση στα οξυμένα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης θα έδιναν είτε ο φασισμός ή ο (σοβιετικού τύπου) κομμουνισμός.