Θύελλα ξεσήκωσαν τα λεγόμενα της γνωστής σε μας τους Έλληνες, κας Christine Lagarde, Προέδρου της ΕΚΤ, μόλις δυο μέρες πριν, αφού οι θέσεις που συνοψίζουμε στη συνέχεια όχι μόνο δεν εξυπηρετούν τα ευρωπαϊκά δεδομένα της ευρωζώνης, αλλά σαφέστατα υπονομεύουν την προσπάθεια να επιτευχθεί επιστροφή στην ομαλότητα μετά τη δίνη του κορωναϊού. Μάλιστα μερικοί χαρακτηρίζουν σκωπτικά την εξαγγελία της νέας προέδρου της ΕΚΤ πριν 2 μήνες, που στηριζόταν στο μοτίβο «Κάθε γνώμη έχει αξία για εμάς» στα πλαίσια της επανεξέτασης της στρατηγικής 2020, για να διασφαλιστεί ότι η στρατηγική μας για τη νομισματική πολιτική είναι κατάλληλη για τον σκοπό που υπηρετεί τόσο σήμερα όσο και στο μέλλον.
H εξάπλωση του κορωνοϊού (COVID-19), σημειώνει η κα Λαγκάρντ, αποτέλεσε μείζονα διαταραχή για τις προοπτικές ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας και της οικονομίας της ζώνης ευρώ και αύξησε τη μεταβλητότητα στις αγορές. Έστω και αν εκ φύσεως θα είναι εν τέλει παροδική, η επιδημία θα επηρεάσει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, θα επιβραδύνει την παραγωγή λόγω δυσλειτουργίας των αλυσίδων προσφοράς και θα μειώσει την εγχώρια και την εξωτερική ζήτηση.
Οι κυβερνήσεις και όλα τα άλλα όργανα χάραξης πολιτικής καλούνται να αναλάβουν έγκαιρη και στοχευμένη δράση προκειμένου να αντιμετωπίσουν την πρόκληση που θέτει για τη δημόσια υγεία ο περιορισμός της εξάπλωσης του κορωνοϊού και να μειώσουν τον αντίκτυπό του στην οικονομία. Συγκεκριμένα, απαιτείται μια φιλόδοξη και συντονισμένη αντίδραση από την πλευρά της δημοσιονομικής πολιτικής με σκοπό τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που βρίσκονται σε κίνδυνο.
Η κα Λαγκάρντ θεωρεί ότι αποφασίστηκε η λήψη ολοκληρωμένης δέσμης μέτρων νομισματικής πολιτικής, τα οποία σε συνδυασμό με τα σημαντικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας μέσω της νομισματικής πολιτικής αναμένεται να στηρίξουν τη ρευστότητα και τις συνθήκες χρηματοδότησης για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και τις τράπεζες. Τα μέτρα αυτά συνοπτικά είναι:
Πρώτον, διενέργεια προσωρινά, πρόσθετων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, με σκοπό την άμεση παροχή στήριξης σε ρευστότητα προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ.
Δεύτερον, εφαρμογή σημαντικά ευνοϊκότερων όρων κατά την περίοδο Ιουνίου 2020 – Ιουνίου 2021 σε όλες τις πράξεις που θα στηρίξουν τις τραπεζικές χορηγήσεις προς όσους έχουν πληγεί περισσότερο από την εξάπλωση του κορωνοϊού, ιδίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σε όλη τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, το επιτόκιο αυτών των πράξεων θα είναι κατά 25 μονάδες βάσης χαμηλότερο από το μέσο επιτόκιο που εφαρμόζεται στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος.
Τρίτον, διάθεση προσωρινά ποσό ύψους 120 δις. ευρώ για πρόσθετες καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού μέχρι το τέλος του έτους, διασφαλίζοντας τη σθεναρή συμβολή των προγραμμάτων αγοράς περιουσιακών στοιχείων του ιδιωτικού τομέα. Δηλαδή αποφάσισε να αυξήσει το πολιτικά αμφιλεγόμενο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων προσθέτοντας 120 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους.
Τέταρτον, αποφασίστηκε να διατηρηθούν τα επιτόκια της ΕΚΤ αμετάβλητα.
Αυτά τα μέτρα με την αξιολόγηση που προηγήθηκε, αντανακλά εν μέρει μόνο στις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ για τη ζώνη του ευρώ του Μαρτίου 2020.
Έτσι, σύμφωνα με τις προβλέψεις , αναμένεται η αύξηση του ετήσιου πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,8% το 2020, 1,3% το 2021 και 1,4% το 2022.
Η Φρανκφούρτη προσφέρει φθηνά δάνεια σε τράπεζες αλλά διατηρεί ήδη αρνητικά επιτόκια.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόσφερε πιο εύκολο χρήμα για να μετριάσει τις οικονομικές επιπτώσεις του κοροναϊού, αλλά κράτησε μακριά από τη μείωση των επιτοκίων σήμερα.
Οι τράπεζες της Ευρωζώνης θα λάβουν επίσης μια νέα παρτίδα φτηνών δανείων της ΕΚΤ για να βεβαιωθούν ότι υπάρχουν αρκετά χρήματα που επιπλέουν για να διατηρηθεί η οικονομία.
Κανείς πλέον δεν αμφιβάλει ότι άλλο η εποχή Ντράγκι, όπου υπήρχε αντίκτυπος θετικός στην πραγματική οικονομία , και άλλο η εποχή Λαγκάρντ που δεν μπόρεσε να διαγνώσει το σφυγμό της ευρωζώνης. Μέτρα που δεν οδηγούν σε ανάσα τις ΜΜΕ, και η ρευστότητα δεν αντανακλάται ούτε σε δεινοπαθούσες οικονομίες, όπως στη χώρα μας, ούτε ακόμη και σε άλλες με ουσιαστικά προβλήματα όπως η Ιταλία, όπου την επαύριο των δηλώσεων Λαγκάρντ οδήγησαν το Χρηματιστήριο του Μιλάνου σε κατακρήμνιση κατά 16,9%, η μεγαλύτερη πτώση σε μία συνεδρίαση από τότε που δημιουργήθηκε ο δείκτης το 1998.
Σημειώνουμε επιπρόσθετα ότι οι εξελίξεις αυτές δεν πρέπει να πάνε χαμένες, ώστε η χώρα μας να αρπάξει την ευκαιρία και να προχωρήσει σε διάλογο με τους θεσμούς για το πρόβλημα της επιβράδυνσης της ανάπτυξης και στην υιοθέτηση νέων κανόνων που θα δώσουν σωστές ανάσες στην ελληνική οικονομία. Γιατί τα μέτρια μέτρα που πήρε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρόκειται να διευκολύνουν την εντελώς ανύπαρκτη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών. Μάλιστα θα πρέπει να δούμε τι θα απαντήσει η ΕΚΤ στον ευρωβουλευτή κ. Κύρτσο που ρωτά «Τι πρωτοβουλίες θα πάρει για να ενισχύσει τις ελληνικές συστημικές τράπεζες ενόψει των νέων κινδύνων που δημιουργηθεί ο κορωνοϊός και να προστατεύσει παράλληλα τους οφειλέτες από δυσάρεστες καταστάσεις;»