Ετσι μίλησε για κείνον, με σεβασμό, ο Απόστολος Καλδάρας, πριν από αρκετά χρόνια…
Μ’ αυτά περίπου τα λόγια. Ο Πυθαγόρας Παπασταματίου.
Ετσι ήταν το πραγματικό του όνομα. Μεσοβδόμαδο, κλείνουν 35 ολόκληρα χρόνια από τότε που έφυγε, νέος, στα σαράντα εννιά του χρόνια…
Δεν έτυχε να κάνω άλλοτε κάποιο μικρό αφιέρωμα γι’ αυτόν τον δημιουργό, και τώρα, επιθυμώ ν’ αναφέρω, έτσι, από καρδιάς και μνήμης τα λίγα που γνωρίζω για την ωραία, ενδιαφέρουσα ζωή του.
Ενδιαφέρουσα, με την έννοια ότι, ήταν πολύπλευρος, πολυτάλαντος, πολυπράγμων.
Ανθρωπος σεμνός, γλυκός, καλλιεργημένος. Εγραφε με αμεσότητα στο λεκτικό του, με ελληνικές, ελληνικότατες “κυριότητες” στα ποιήματά του, με τρυφερότητα και συγκίνηση για το ωραίο και το άξιο!
Με το όνομα Πυθαγόρας, το μικρό του, έμεινε στο δημιουργικό τοπίο, κι έγινε γνωστός και δημοφιλής πολύ…
Η καταγωγή του ήταν από τη Σάμο, αν θυμούμαι καλά, και ήρθε στην Αθήνα πολύ νέος, μετά το σχολείο, ν’ ακολουθήσει την ηθο-ποιία…
Λίγο όμως ασχολήθηκε, οι διαθέσεις του, ήταν φιλολογικές.
Εγραψε και θεατρικά έργα, κείμενα για επιθεωρήσεις, σενάρια, αλλά, διέπρεψε ως στιχουργός, δίνοντας την ευαισθησία του, την ποιητική, στη μελοποίηση…
«Πάει ο ήλιος, πάει κι’ Αμοργός, στα μάτια του νυχτώνει…
κι’ ο έφεδρος ανθυπολοχαγός, κοιμάται μεσ’ το χιόνι…».
Το ελεγείο για το νεκρό παλληκάρι στα αλβανικά βουνά, γέμισε βουρκώματα τις νότες του Γιώργου Κατσαρού, και τις καρδιές μας…
Ομως, εκείνο το έργο, εκείνη η ωραία σημαντική γραφή στο βινύλιο, που πέρασε στα πρώτα κατάπρωτα μουσικά έργα, σπουδαία κατάθεση ελληνικότητας, είναι βεβαίως η Μικρά Ασία!
Εκείνα τα δέκα – δώδεκα τραγούδια, που άφησαν τη μυρωδιά και το αίσθημα της Σμύρνης, να παρεισφρύσει στον χρόνο των Ελλήνων, σταλάσσοντας πάντα συγκίνηση και Ιστορία…
Κι αφού το έργο μελοποίησε ο Καλδάρας, σε μια μοναδική έμπνευση μίλησε και μιλούσε για κείνον, με θαυμασμό και αγάπη.
Για ένα φίλο, για ένα συνεργάτη. Μίλησε και μιλούσε, γιατί ασφαλώς είναι αείμνηστος κι εκείνος, από χρόνια…
Ο Πυθαγόρας, λοιπόν, μπόρεσε με τη Μικρά Ασία, να κερδίσει μια θέση δίκαιη και εξέχουσα, ανάμεσα στα μεγάλα εκείνα ονόματα, που “κίνησαν” με το λόγο τους, την αρμονία του ήχου στις ψυχές των κορυφαίων μουσικών της πατρίδας.
Βίρβο, Γκάτσο, Ελευθερίου, Χριστοδούλου, Παπαδόπουλο και άλλους.
Είναι γνωστό πως η Μικρά Ασία μπόρεσε σ’ ένα εύρος τόσο περιορισμένο του δίσκου δηλαδή, να ιστορήσει τον ξεριζωμό και τα δεινά, το δάκρυ, το θάνατο, αλλά και την ελπίδα, τον έρωτα, την ομορφιά.
Αξίζει να θυμίσω μερικούς στίχους, όπου ο λυρισμός και ο καημός, με τακίμι, ταξίμι και ταξίδι, μας παρασέρνουν σε ανθισμένους ανατολικούς παραδείσους μελωδιών, που διήρκεσαν και διαρκούν, έπαινος και σέμνωμα και περηφάνεια για την εποχή βέβαια, αλλά και για το πώς αποτυπώθηκε στην Τέχνη της Μουσικής και του Λόγου.
Εννοείται με τον ευθύβολο λαϊκό τρόπο, ώστε να φτάνει στην ψυχή και τη συνείδηση όλων…
Και όσων γνωρίζουν πολλά, αλλά και όσων γνωρίζουν λίγα, ή και λιγότερα ακόμη…
Ο Πυθαγόρας, το είχε το χάρισμα αυτό το ευγενικό…
Ηταν κατανοητός. Λιτός, με ανάγνωση πρώτη στο λόγο του, άσχεται από τις ευθείες παραπομπές του στο Ιστορικό τοπίο, με σιγουριά και πίστη.
«Μεσ’ του Βοσπόρου τα στενά ο Γιάννος κλαίει τα δειλινά…».
“Η προσφυγιά”, “Η Σμύρνη”, “Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς”, “Οι καμπάνες της Αγια Σοφιάς”, “Πέτρα – πέτρα κτίσαμε”, “Τι να θυμηθώ τι να ξεχάσω”.
Αλλά και τα παλληκάρια απ’ τ’ Αϊβαλί, η… φωτιά που πήρε το κορδελιό, στα οποία ο Ερωτας “πρωτοστατεί” με τρόπο… μάχιμο κι “επιθετικό”, στα ευτυχισμένα χρόνια…
…Τριάντα πέντε χρόνια που λείπει ο Πυθαγόρας, και, και ας του χαρίσαμε 35 κλαδάκια δεντρολιβανιάς, που τώρα ανθίζει…
Το αξίζει, δεν το αξίζει;