Η μοίρα με όρισε να παίξω έναν συγκεκριμένο ρόλο στη ζωή ενός από τους σπάνιους ανθρώπους που μετά τον Μεγάλο Πόλεμο επρόκειτο να προκαλέσουν τρομερές αλλαγές και ανυπολόγιστα πάθη στην Ευρώπη. Αρκετές φορές μετέπειτα αναρωτήθηκα τι με ώθησε τότε το φθινόπωρο του 1918 να εμπλακώ σ’ εκείνη την υπόθεση, αν ήταν η φιλομάθεια, η κύρια ιδιότητα ενός ερευνητή που ασχολείται με την ιατρική επιστήμη, ή ένα είδος παντοδυναμίας, η επιθυμία να ορίσω μια φορά κι εγώ τα πράγματα.
Πριν όμως ο αφηγητής φτάσει στο φθινόπωρο του 1918, τότε που, ως νέο ακόμα γιατρό, η μοίρα τον έφερε αντιμέτωπο με την υστερική τύφλωση του Α.Χ., τύφλωση η οποία αντιμετωπίστηκε με επιτυχία, γεγονός που, μετά τη σύντομη αίσθηση επιστημονικής ευτυχίας, έμελλε να καθορίσει το μέλλον, το ζοφερό μέλλον εκατομμυρίων ανθρώπων, εξιστορεί τη ζωή του μέχρι τότε, για να φτάσει στο κρίσιμο σημείο, και να συνεχίσει μέχρι κάποια χρόνια αργότερα, ενώ, παράλληλα με τη δική του ιστορία, που παρά τη διασταύρωσή της με τον Α.Χ. μικρή αξία θα είχε ως ιστορική μνήμη, αφηγείται την ιστορία της Γερμανίας, κυρίως, και της Ευρώπης, γενικότερα. Και είναι αυτή η απόφαση του Βάις που μετατρέπει το μυθιστόρημα αυτό από ένα απλό μυθιστόρημα ευρήματος σε ένα πραγματικά σπουδαίο μυθιστόρημα.
Ο Βάις, γιατρός και ιδεολογικός αντίπαλος του Χ. και όσων εκείνος πρέσβευε και εφάρμοζε, παίρνει τη θέση του συναδέλφου του που θεράπευσε τον Χ. από την υστερική τύφλωση. Σε πρώτο πρόσωπο, λοιπόν, και με το βάρος του γεγονότος εκείνου στους ώμους, ο αφηγητής, ξεκινώντας από την παιδική του ηλικία, λίγα χρόνια πριν μπει η Γερμανία στον Μεγάλο Πόλεμο για να βγει ηττημένη και πολιτικά ασταθής, αφηγείται μια -αρχικά- ιστορία ενηλικίωσης, μέσα από την οποία ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με την εποχή εκείνη, όχι απλώς με τα σημαντικά και καταγεγραμμένα πολιτικά γεγονότα, αλλά και με την κοινωνική πραγματικότητα. Οι οικογενειακές σχέσεις και η σεξουαλική αναζήτηση, το εκπαιδευτικό πλαίσιο και οι αγκυλώσεις του παρελθόντος, ο ναζισμός που ρίζωνε πριν καν οριστεί, θεωρητικοποιηθεί και εν τέλει εφαρμοστεί, οι διακρίσεις με βάση τη θρησκεία, την καταγωγή και την τάξη αποτελούν κάποιες από τις συνισταμένες της αφήγησης του Βάις, που μέχρι το σημείο καμπής θυμίζει έντονα έναν άλλον σπουδαίο συγγραφέα, τον Ρόμπερτ Βάλζερ.
Διαβάζοντας ένα μυθιστόρημα σχετικά με μια περίοδο της ιστορίας για την οποία τόσα γνωρίζουμε -αν και κάποια πράγματα είναι απαραίτητο να επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά-, το κεντρικό ερώτημα του μυθιστορήματος, εκείνο που απασχολεί και τον αφηγητή άλλωστε, είναι η απάντηση στο ερώτημα για το αν ο γιατρός έπραξε ορθά θεραπεύοντας τον Χ. Ερώτημα που δεν έχει μία και μόνη απάντηση, πόσο μάλλον απλή, αλλά αποτελεί ένα σύνθετο φιλοσοφικό ερώτημα και μάλιστα σε μια περίοδο που η ηθική της επιστήμης δεν ήταν ανεξάρτητος κλάδος του στοχασμού. Ο Βάις χειρίζεται έξυπνα τον βασικό πυλώνα του μυθιστορήματός του, αποφεύγοντας να λαϊκίσει και να ωθήσει τον αφηγητή του στην απόλυτη καταδίκη ή αθώωση του εαυτού του, καταφεύγει στην αφήγηση της ατομικής ιστορίας, η οποία έρχεται να συναντήσει τη μεγάλη ιστορία από μία συγκυρία, ώστε να θέσει και να αφήσει παρακαταθήκη το πλέον σημαντικό και, διαχρονικά σύγχρονο, ερώτημα: πώς βρέθηκε μια τόσο μεγάλη πλειοψηφία του λαού να ακολουθήσει τις προσταγές ενός αρρωστημένου μυαλού, πώς διαμορφώθηκαν οι συνθήκες εκείνες, ώστε το έδαφος να γίνει γόνιμο για τον σπόρο του μίσους.
Ο αφηγητής δεν είναι ήρωας. Είναι ένας απλός άνθρωπος με πάθη, αρετές και ελαττώματα, που προσπαθεί να αποκτήσει βηματισμό σε μια εποχή που κυριαρχεί βαθύ σκοτάδι, παλεύοντας να ορίσει έναν προσωπικό κώδικα αξιών, να γνωρίσει τον εαυτό του, να συμφιλιωθεί μαζί του και να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην ευτυχία.
Είναι η πρώτη φορά που κάποιο έργο του Ερνστ Βάις μεταφράζεται στα ελληνικά και αυτό από μόνο του θα μπορούσε να αποτελεί ένα σπουδαίο γεγονός. Όμως, αν δεν επρόκειτο για ένα τόσο σπουδαίο και δυνατό μυθιστόρημα, τότε η παρούσα έκδοση θα αποτελούσε απλώς τον εμπλουτισμό της μεταφρασμένης λογοτεχνίας με ακόμα έναν τίτλο.
Στην κατατοπιστική εισαγωγή του μεταφραστή Αλέξανδρου Κυπριώτη, ανάμεσα σε άλλα ενδιαφέροντα, βρίσκεται και η ιδιαίτερη σχέση του Βάις με τον Κάφκα ως αντίδωρο για τον αναγνώστη!