Ήταν το 961 όταν μια φωτισμένη ιεραποστολική ψυχή έρχεται στην, μέχρι πρότινος ενετοκρατούμενη Κρήτη να την ευαγγελισθεί και να την επιστρέψει στην Ορθόδοξη πίστη.
Πρόκειται για τον Νίκωνα τον «Μετανοείτε», κατά κόσμον Νικήτα, τον οποίον η Εκκλησία μας εορτάζει στις 26 Νοεμβρίου. Θεωρούμε χρέος μας, και ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και ως παροικούντες την Κρήτη, να αφιερώσομε το γραφτό μας αυτό στον μεγάλο ιεραπόστολο και ευαγγελιστή αυτής, τον Άγιο Νίκωνα, τον «ουδέν προτιμήσαντα της του Κυρίου αγάπης», τον «ποδηγέτην των λαών», πολιούχον των Λακώνων και της Κρήτης τον φλογερόν ιεραπόστολο.
Η προσφορά και το μεγαλείο του Αγίου Νίκωνα είναι τεράστιo και απερίγραπτο και, ως εκ τούτου, είναι αδύνατη η αναφορά μας στα πλαίσια ενός άρθρου. Ωστόσο, είναι πάλι τόσο μεγάλο το χρέος μας, ειδικώς των Κρητών, ώστε μας επιβάλλει, με την ευκαιρία μάλιστα της εορτής του, να γράψομε λίγα λόγια γι’ αυτήν την μεγάλη οσιακή μορφή και την πύρινη ιεραποστολική ψυχή.
Ο Άγιος Νίκων γεννήθηκε στον Πόντο της Μ. Ασίας αρχές του δέκατου αιώνα (920/925). Μια εποχή που το Βυζάντιο βρισκότανε σε ταραχή: Βούλγαροι και Άραβες κρατούσαν εκλεκτά μέρη της Αυτοκρατορίας στη Σικελία, την Κιλικία, τη Συρία, την Κρήτη. Η ημισέληνος πολεμούσε τον Σταυρόν του Χριστού και οι Φράγκοι – Παπικοί σχεδίαζαν την υποταγή της Ανατολής στη Δύση. Ο Νικήτας είχε μέσα του την φλόγα της αγάπης και της θυσίας για τη σωτηρία των ανθρώπων και την δόξα του Θεού. Κατά θαυμαστόν τρόπον εισάγεται μοναχός στο Μοναστήρι της Χρυσής Πέτρας, στην περιοχή του Πόντου. Υπόδειγμα αληθινού μοναχού και υπακοής στον ηγούμενο, κάτι πολύ σπάνιο και δυσκολόβρετο στον καιρό μας…
Τακτικά, μέρα ή νύχτα, έκλαιγε ο Νίκων και ο γέροντας – Ηγούμενος κάποια μέρα τον ρώτησε: «Γιατί κλαις, παιδί μου, νύχτα – μέρα; Τι σε βαραίνει;» Κι εκείνος απήντησε: «Δύο είναι οι λόγοι που θρηνώ: Διότι με το χωματένιο σώμα που φορώ αξιώθηκα την χάρη να βλέπω με τα μάτια της ψυχής τις ομορφιές του ουρανού… και γιατί σκέπτομαι πόσοι και πόσοι άνθρωποι -αδελφοί μας- τάχθηκαν στη ματαιότητα και προτιμούν από τα αιώνια τα πρόσκαιρα και αμαρτάνουν και θα χάσουν τη Βασιλεία του Θεού. Πώς να μην κλαίω σ’ αυτόν τον κίνδυνο;»
Και έτσι περνούσαν τα χρόνια. Η πύρινη αυτή καρδιά έτρεχε να ανταμώνει τους τραυματισμένους από την αμαρτία. Θα διατρέξει πολλές χώρες της Ανατολής και θα έλθει και στην Κρήτη, η οποία από την επί εκατόν τριάντα επτά χρόνια κατοχή των Αράβων, είχε βαθιά τα σημάδια της απιστίας, της πλάνης, επειδή οι κάτοικοί της με τον καιρό και την συναναστροφή με τους απίστους, συνήθισαν τα έθιμά τους και τα βέβηλα όργιά τους.
Ο Άγιος Νίκων ένιωθε πως θέλημα του Θεού τον καλούσε στην Κρήτη για να κηρύξει την επιστροφή στον Χριστό, γιατί τον είχαν αρνηθεί και οι πιο πολλοί τον είχαν λησμονήσει. Τους καλούσε αδιάκοπα σε μετάνοια και άρνηση της αμαρτωλής και ειδωλολατρικής ζωής τους, κάτι που δεν τους άρεσε, και έβαλαν στόχο να τον φονεύσουν. Εκείνος τους φερνόταν άκακα και υπομονετικά και δεν ήταν ολίγοι εκείνοι που μετάνιωσαν και αγάπησαν τον Άγιον. Σιγά – σιγά η φήμη του και το κήρυγμά του εξαπλώθηκε σ’ ολόκληρο το νησί. Ο Άγιος παρέμεινε στην Κρήτη πέντε χρόνια. Ανάστησε ψυχές και Εκκλησίες. Φρόντισε για τα Μοναστήρια. Στελέχωσε τις ενορίες με ιερείς και σιγά – σιγά όλα τα εμπόδια παραμέριζαν, η Κρήτη ολόκληρη επαναχριστιανιζόταν. Μετά ο Άγιος φεύγει στη Στερεά Ελλάδα, στον Μοριά, όπου πολλά δεινά: οι Σλάβοι, οι Εβραίοι, οι ληστές, οι σεισμοί και οι θεομηνίες είχαν κλονίσει την πίστη πολλών.
Η Σπάρτη θα γίνει η κολυμβήθρα χιλιάδων Χριστιανών και θα χαριτωθεί με το να τον δεχθεί στα χώματά της, μόνιμη χαριτόβρυτη πηγή. Πριν κοιμηθεί (πεθάνει) ευλόγησε τα πλήθη των χριστιανών: «Ο Θεός και η αγάπη μου μαζί σας… Ω! παιδιά μου, κι αδέλφια μου!». Στις 26 Νοεμβρίου του 998 ο Άγιος Νίκων, καθοσιωμένος μετέστη προς τα ουράνια σκηνώματα. Ο βιογράφος του Αγίου λέγει ότι, φεύγοντας από το νησί μας, πήρε μαζί του ένα σακουλάκι αλάτι. Βέβαια, δεν “ξοφλήσαμε” μ’ αυτήν την φούχτα το αλάτι το χρέος μας στον φλογερό αυτόν ιεραπόστολο της Κρήτης!
Η Κρήτη του οφείλει πολλά και τίποτε δεν έχει κάνει. Στους περισσοτέρους είναι άγνωστο και το όνομά του! Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι ο τουρισμός και τα κονδύλια από την επάρατη Ε.Ε. Όμως, την Κρήτη δεν έσωσαν και δεν θα σώσουν, τα κονδύλια, οι τρόικες, τα απανωτά χαράτσια, αλλά οι άγιοι και οι ήρωές της.