Η χούντα το 1967 στη μεγαλύτερη προδοσία στα χρονικά του νεότερου ελληνισμού απέσυρε την Eλληνική Mεραρχία από την Κύπρο,
για να στερεωθεί το χουντικό καθεστώς και είπε στους Τούρκους περάστε, με το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου
Χρειάστηκε να επιμείνουν οι άνθρωποι του ξενοδοχείου στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμενε η ελληνική κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία για να με πείσουν ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο ισλαμιστής δήμαρχος της πόλης των 15 ή 17 εκατομμυρίων κατοίκων ήρθε για να με συναντήσει.
Eίχαμε, το 1998 στην Πόλη, κοινοβουλευτικό συνέδριο μεταξύ των χωρών του Ευξείνου Πόντου και των χωρών της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης με αντικείμενο τις οικονομικές σχέσεις των χωρών. Τότε ήμουν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στην κοινοβουλευτική συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης και στη Συνέλευση της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης.
Πραγματικά στο σαλόνι, στο ισόγειο του ξενοδοχείου περίμενε ο δήμαρχος Ερντογάν με τον διερμηνέα του. Τι να ζητούσε άραγε ο ισχυρός αυτός Τούρκος δήμαρχος, που βρισκόταν στο περιθώριο από την τουρκική κυβέρνηση, από έναν Έλληνα βουλευτή;
Ο Ερντογάν δεν είχε τότε στη συμπεριφορά του καμιά σχέση με τον σημερινό σουλτάνο. Εμφανιζόταν γεμάτος από ευγένεια και ανθρωπισμό και με μεγάλη πίστη στην ελληνοτουρκική φιλία. Μας είπε ότι είχε θέσει το Ισλάμ στην εξυπηρέτηση των λαϊκών μαζών της Τουρκίας. Ήταν πραγματικά ένας εντυπωσιακά επιτυχημένος Δήμαρχος.
Ο Ερντογάν ήταν τότε, όπως έδειχνε, μακριά από τις γκρίζες ζώνες του κεμαλικού κατεστημένου και φαινόταν να πιστεύει στον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας. Όταν τον βλέπω σήμερα στις οθόνες της τηλεόρασης ως κάτοικο σε ένα χρυσό παλάτι θυμούμαι τα λόγια του ποιητή “που ήσουν νιότη που ’δειχνες πως θα γινόμουν άλλος”.
Ο Ερντογάν μπήκε αμέσως στο αντικείμενο που τον ενδιέφερε. Ήθελε να θέσω ως σύνεδρος στο συνέδριο της Πόλης το θέμα της ισλαμικής μαντήλας, το ότι δηλαδή απαγορευόταν από το κεμαλικό κατεστημένο. Ήθελε να θεωρηθεί η απαγόρευση αυτή ως θέμα προσβολής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τον απασχολούσε μάλιστα ιδιαίτερα το σοβαρό πρόβλημα του ότι ο τότε πρύτανης της Ιατρικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης διέγραφε διά παντός απ’ τη σχολή όποια φοιτήτρια φορούσε στο πανεπιστήμιο τη μαντήλα, έστω και για μια φορά.
Του υποσχέθηκα, παρά το διαφορετικό αντικείμενο του συνεδρίου, άλλωστε κοινοβουλευτική διπλωματία ασκούσαμε ως βουλευτές στα διεθνή συνέδρια και στις διεθνείς διασκέψεις, ότι θα αναφέρω το θέμα στο συνέδριο. Κατάλαβα όμως καλά στη διάρκεια της συζήτησης ότι ο Ερντογάν ήθελε να δημιουργήσει ένα “σκυλοκαβγά” μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στο συνέδριο αυτό για να προκαλέσει περαιτέρω το κεμαλικό κατεστημένο. Ήθελε να γίνομε οι Έλληνες βουλευτές όχημα των επιδιώξεών του και να γίνει η ισλαμική μαντήλα πρώτο θέμα στην κοινοβουλευτική αυτή συνάντηση. Όταν του επέστησα την προσοχή ότι οι κεμαλικοί θα τον βάλουν φυλακή μου είπε ότι είναι ήδη έτοιμος για αυτήν την εξέλιξη, ο μεθοδικός αυτός δήμαρχος.
Στην ομιλία μου στο συνέδριο ανέφερα απλά ότι στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου πέρα από τα οικονομικά προβλήματα υπάρχουν και προβλήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς να αναφερθώ καθόλου στο θέμα της μαντήλας. Είχα πείσει έναν Βέλγο συνάδελφο γαλλόφωνο βουλευτή να αναφερθεί στο θέμα της μαντήλας. Το θέμα πέρασε ανώδυνα στα ψιλά γράμματα του συνεδρίου. Άλλωστε ήταν κυρίως εσωτερικό θέμα της Τουρκίας.
Παρόλα αυτά ο Ερντογάν ήταν ή έδειχνε ικανοποιημένος και μας ξενάγησε με ευγένεια στην πανέμορφη και απέραντη Κωνσταντινούπολη, την οποία μας έδειξε από ψηλά από έναν πύργο που μας οδήγησε. Μας δεξιώθηκε χωρίς οινοπνευματώδη ποτά, όπως θα θυμάται και ο Βύρωνας Πολύδωρας, μέλος της αντιπροσωπείας μας και συμμέτοχος στις συζητήσεις. Υπάρχουν και οι φωτογραφίες αυτής της αναπάντεχης συνάντησης που δημοσιεύτηκαν παλιότερα στα Χανιώτικα Νέα.
Οι Ελληνικοί μύθοι
Οι διεθνείς σχέσεις είναι σχέσεις συμφερόντων, τελεία και παύλα. Έτσι είναι δομικά θεμελιωμένες και δεν αλλάζουν εύκολα με την αλλαγή των προσώπων της πολιτικής εξουσίας. Ο σουλτάνος Ερντογάν έχει ήδη απομυθοποιηθεί ενώ παρουσιαζόταν ως αντίθετος και αντίπαλος του κεμαλικού κατεστημένου. Απλά το υποκατέστησε στην ίδια επεκτατική πολιτική.
Είναι μύθος αυτό που λέγεται ότι δεν υπάρχουν διεκδικήσεις των Τούρκων σε βάρος της Ελλάδας, ότι δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε και ότι αυτά τα δημιουργούν οι πολιτικοί, αφού οι λαοί μας, όπως λένε, είναι αδελφωμένοι. Ασφαλώς οι λαοί αλλά και οι πολιτικοί ηγέτες των δύο λαών, θέλω να πιστεύω, επιθυμούν την ειρήνη.
Η ελληνοτουρκική αντιδικία όμως είναι αντιδικία και μεταξύ των απλών πολιτών των δύο γειτονικών χωρών, γιατί οποιοσδήποτε πολίτης αναλάβει την εξουσία σε οποιοδήποτε αξίωμα στην Ελλάδα ή στην Τουρκία, οι διαφορές μας, δηλαδή οι διεκδικήσεις των Τούρκων θα παραμένουν οι ίδιες. Εμείς ως Έλληνες δεν διεκδικούμε τίποτα από την Τουρκία αλλά και χαρίζουμε τίποτα από τα διεθνώς κατοχυρωμένα συμφέροντά μας. Η Ελλάδα δεν έχει απλά δικαιώματα, έχει συμφέροντα έλεγε ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Οι Τούρκοι πάντα θα διεκδικούν και οι Έλληνες πολίτες – πολιτικοί ασφαλώς δεν θα θέλουν να χαρίσουν το μισό Αιγαίο, τραβώντας μια γραμμή για να ησυχάσουμε, όπως λένε ελάχιστοι αφελείς, γιατί το τι ανήκει σε ποιον το καθορίζει το Διεθνές Ναυτικό Δίκαιο, το Διεθνές Δίκαιο γενικότερα και οι διεθνείς συνθήκες με κυρίαρχη στην περιοχή μας τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Αρκεί που η χούντα το 1967 στη μεγαλύτερη προδοσία στα χρονικά του νεότερου ελληνισμού απέσυρε την ελληνική μεραρχία από την Κύπρο, για να στερεωθεί το χουντικό καθεστώς και είπε στους Τούρκους περάστε, με το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Έτσι στη συνέντευξή του στο Βήμα ο Ερντογάν είπε ότι τώρα πια οι Τούρκοι είναι συνιδιοκτήτες της Κύπρου, που δεν θα γίνει ποτέ ξανά ελληνική.
Οι Τούρκοι συνεχώς επαίρονται για τα 780.000 Km2 της έκτασης της χώρας τους και για τα 80 εκατομμύρια των κατοίκων τους. Η Ελλάδα είναι μια μικρομεσαία χώρα με μικρό σχετικά πληθυσμό που δυστυχώς λιγοστεύει. Η Ελλάδα αποκτά μέγεθος και ακόμα μεγαλύτερη ομορφιά με τα κατεσπαρμένα στη θάλασσα νησιά της στα τρία πελάγη της, το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Λυβικό. Είναι ικανή να υπερασπιστεί την εθνικής της ανεξαρτησία και την εθνική της ακεραιότητα, μέσα μάλιστα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο απομυθοποιημένος σουλτάνος εδήλωσε ότι η Τουρκία δεν έχει διεκδικήσεις σε βάρος του ελληνικού εδάφους. Δεν πρέπει όμως να ξεχνά ότι και τα ελληνικά νησιά έχουν και έδαφος και υφαλοκρηπίδα και χωρικά ύδατα. Υπάρχει και η θεωρία του μεγάλου Ελευθερίου Βενιζέλου, του πραγματικού εθνάρχη των Ελλήνων, του βασικού θεμελιωτή της Συνθήκης της Λωζάνης, για τη σφήκα που μπορεί να αντιμετωπίσει τον ελέφαντα.
Ας μη ξοδεύουμε λοιπόν οι Έλληνες και οι Τούρκοι τα λεφτά μας στα κανόνια, αντί να κάνουμε κοινωνική πολιτική και ας μη γινόμαστε υποχείρια των ξένων μεγάλων δυνάμεων, όπως είχα την ευκαιρία να συζητήσω στη δεκαετία του 1980 με τον τότε πρεσβευτή της Τουρκίας Ακιμάν στη συνάντησή μας στην ελληνική Βουλή. Ας οριοθετήσουμε την υφαλοκρηπίδα, τη μόνη μεταξύ μας διαφορά που ταυτίζεται στην έκτασή της με την ΑΟΖ, έστω μέσω του διεθνούς δικαστηρίου της Χάγης.
Ναι οι δύο χώρες Ελλάδα και Τουρκία είναι παράλιες χώρες στο Αιγαίο, όπως είπε ο πρόεδρος Ερντογάν. Πώς να το κάνουμε όμως; Μπορεί το Αιγαίο να μην είναι μια κλειστή ελληνική λίμνη αλλά σύμφωνα με το Διεθνές Ναυτικό Δίκαιο τα νησιά έχουν όχι μόνο έδαφος αλλά και υφαλοκρηπίδα και χωρικά ύδατα.
Το ότι δε τα ακριτικά νησιά του Αιγαίου (Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος και Ικαρία) ανήκουν στην Ελλάδα αυτό έχει κατοχυρωθεί και με την υπογραφή των Τούρκων στην Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, με το άρθρο 12. Με τα άρθρα δε 15 και 17 της συνθήκης αυτής οι Τούρκοι έχουν παραιτηθεί από οποιαδήποτε δικαιώματα στα Δωδεκάνησα.
Μάλιστα τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 την υπέγραψαν οι Τούρκοι ως θριαμβευτές κατά των Ελλήνων, ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922. Ο ελληνικός στρατός είχε αναδιοργανωθεί μετά την καταστροφή με τον στρατηγό Πάγκαλο και η ελληνική στρατιά είχε παραταχθεί στη Θράκη, στον Έβρο. Ο Βενιζέλος είπε στον Κεμάλ ότι δεν μπορούσε να υποχωρήσει περαιτέρω και του τόνισε “ή υπογράφεις ή ξαναρχίζουμε”. Ο Κεμάλ υπέγραψε για να μη διακινδυνεύσει τα κεκτημένα. Τώρα ο σουλτάνος Ερντογάν θέλει να αμφισβητήσει την αυθεντία του Κεμάλ Ατατούρκ.
Είναι μύθος και ανοησία να λέμε ότι τώρα ξαφνικά ο πρόεδρος-σουλτάνος Ερντογάν επρόβαλε την απαίτηση της αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης και ότι έτσι λέει αιφνιδίασε τους Έλληνες! Άλλωστε είχε δώσει και πριν έρθει σχετική συνέντευξη. Αυτή η απαίτηση αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης είναι μια διεκδίκηση των ΄τούρκων εδώ και πολλές δεκαετίες. Κεμαλικοί και ισλαμιστές τις ίδιες επιδιώξεις έχουν, την ίδια τάση για επέκταση. Τι άλλο παρά προσπάθεια αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάνης και του διεθνούς δικαίου γενικότερα είναι η καθημερινή παράβαση του FIR Αθηνών και οι καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου επί ολόκληρες δεκαετίες με τα τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα να υπερίπτανται καθημερινά πάνω από τα ελληνικά νησιά;
Όσο αναφορά τους Έλληνες πολίτες της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη ασφαλώς το ελληνικό κράτος πρέπει συνεχώς να βελτιώνει το επίπεδο της ζωής τους για να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία. Τους παρέχει ήδη πλήρη θρησκευτική ελευθερία. Πρέπει να βελτιώσει περαιτέρω τα πολιτισμικά και εκπαιδευτικά τους προβλήματα. Οι Έλληνες αυτοί πολίτες πρέπει να καταλάβουν, αγνοώντας την προπαγάνδα του τουρκικού προξενείου ότι η Ελλάδα είναι το μόνο αρμόδιο κράτος για τη βελτίωση της ζωής τους.
Ο Ερντογάν είπε προκλητικά ότι οι Τούρκοι φέρονται σωστά και ανθρωπιστικά στους Έλληνες της Πόλης. Για ποια όμως ελληνική μειονότητα μας μιλά και για ποιους Έλληνες της Πόλης, αυτούς που κυριολεκτικά τους εκδιώξανε και τους καταδιώξανε και απέμειναν πλέον ελάχιστοι; Αυτά λέγαμε ως Έλληνες βουλευτές στο Συμβούλιο της Ευρώπης στο Στρασβούργο στους τούρκους συναδέλφους, τότε που ήταν βουλευτές ο Ισμαήλ Τζεμ και ο Αμπντουλά Γκιούλ μετέπειτα υπουργός εξωτερικών και πρόεδρος της Τουρκίας αντίστοιχα και αυτοί εξαγριώνονταν.
Πιστεύω ότι παρά το ότι η επίσκεψη Ερντογάν ήταν πρόχειρα οργανωμένη και δεν επέτυχε το στρατηγικό της στόχο τη βελτίωση δηλαδή των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπως τόνισε και σύσσωμη η αντιπολίτευση και όπως όλοι οι πολίτες διαπιστώσαμε, ο Ερντογάν έλαβε τις σωστές απαντήσεις στα προκλητικά του επιχειρήματα και από την ελληνική κυβέρνηση και από την αντιπολίτευση, αλλά και από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Δεν θα πρέπει όμως να κάνουμε συγκρίσεις της σημερινής μας κυβερνητικής ηγεσίας με ηγέτες του επιπέδου του Κωνσταντίνου Καραμανλή, της δεύτερης οκταετίας, που μας έβαλε στην Ευρωπαϊκή Ένωση κυρίως για πολιτικούς λόγους, όπως σωστά είπε. Η είσοδος της Ελλάδας στην Ε.Ε. ήταν μια μεγάλη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Ούτε πρέπει βέβαια να κάνουμε συγκρίσεις με ηγέτες του επιπέδου του Ανδρέα Παπανδρέου είπε Στοπ στους Τούρκους, κλείνοντας τις Αμερικάνικες βάσεις και έχοντας πλήρη γνώση των δεδομένων, των συσχετισμών, κάνοντας σωστές προβλέψεις. Ούτε βέβαια πρέπει να κάνουμε συγκρίσεις με ηγέτες του επιπέδου του Κώστα Σημίτη που έχοντας όλα τα παραπάνω δεδομένα έβαλε την Κύπρο στην Ε.Ε., χωρίς να έχει επιλυθεί το Κυπριακό, αγνοώντας τις απειλές των τούρκων ότι θα μας κάνουν πόλεμο. Ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία της εξωτερικής μας πολιτικής τα τελευταία χρόνια.
Οι συγκρίσεις για να γίνουν χρειάζονται ομοιότητα αντικειμενικών συνθηκών και ομοιότητα μεγέθους των προσωπικοτήτων της πολιτικής.
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι πάντοτε πρέπει να είναι ανοιχτοί οι δίαυλοι των συζητήσεων και της επικοινωνίας γενικότερα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και να θεμελιώνονται οι μεταξύ μας ειρηνικές σχέσεις.
Υπάρχει ως βάση η λογική των γειτονικών χωρών και τα καλώς εννοούμενα συμφέρονται και των δύο χωρών. Υπάρχει ως βάση το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς συνθήκες και ιδιαίτερα η συνθήκη της Λωζάνης που δεν αλλάζει όπως λένε οι Έλληνες, οι Ευρωπαίοι, οι Αμερικανοί, αλλά και η τουρκική αντιπολίτευση.