«Αν δεν πιστέψεις πως θ’ αναστηθείς σε τρεις ημέρες, τρία χρόνια, τρία τέρμινα, δεν πρόκειται να αναστηθείς ποτέ», έλεγε ο – θεός σχωρέσ’ τον, 31 χρόνια κλείνουνε φέτος από το καλοκαίρι του 1983 που έφυγε πλήρης ημερών και έργων – παππούς μου, σαν επιμύθιο όταν – παιδί ήμουν – τον παρακαλούσα να μου διηγηθεί τα πάθη και την ανάσταση του Ιησού Χριστού. Η ελπίδα της Ανάστασης είναι που συντηρεί, τρέφει τους χριστιανούς. Όπλο τους είναι στις καθημερινές δυσκολίες και απ’ αυτήν την ιδέα κρέμονται όταν βρίσκονται στο χείλος του γκρεμού.
Τρεις μέρες έμεινε ο Θεός στον Κάτω Κόσμο και έπειτα ανέστη. «Θάρρος, πιστά κι αγαπημένα μου παιδιά κι ο Χάρος που με πονηριές κι ατιμίες ξεγέλασε και νίκησε τόσα και τόσα προσφιλέστατά σας πρόσωπα, γονείς, παιδιά, αδέλφια, συγγενείς και φίλους, δεν είναι Ανίκητος. Τον συνέτριψα εγώ, τον ξεφτίλισα με την Ανάστασή μου. Τώρα, πια, δεν μπορεί να μας βλάψει. Το νου σας νάχετε σε όσους σάς περιτριγυρίζουνε. Σκότωσα το φίδι που ξελόγιασε την Εύα, μα υπάρχουν τόσα ακόμη ζωντανά και σαν πλανεύτρες γυναίκες ή χαμαιλέοντες θέλουν να αποτραβήξουν τον άνθρωπο από το μόνο μονοπάτι της αληθινής σωτηρίας. Της ψυχής και του σώματος. Να προσέχετε», λέει σε όλους μας καθημερινά ο Θεάνθρωπος γιος της Παρθένου.
Πράγματι, τα φίδια σήμερα είναι πολλά. Κι επιμελώς κρυμμένα. Πίσω από το σαγηνευτικότατο χαμόγελο μίας νεαράς δεσποινίδος που σου γεννά λαίμαργες ερωτικές επιθυμίες μπορεί να κρύβεται ένα μεταλλαγμένο «τραβεστί». Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας μαζύ με το χέρι βοηθείας πιθανόν να ετοιμάζει και για σένα ένα μαχαίρι, περιμένοντας την κατάλληλη ώρα να σε πλήξει. Το «έτερον ήμισύ» σου μπορεί να είναι εξαρτημένο από αλκοόλ ή ναρκωτικές ουσίες και να είναι ικανό για να τα αποχτήσει να προβεί σε οτιδήποτε, ακόμη κι εις βάρος του ίδιου κι όσων αγαπά ή τον αγαπούν.
Το λαοφιλέστερο των αθλημάτων, το ποδόσφαιρο, όζει από σκάνδαλα, ανθρώπους του υποκόσμου και προσχεδιασμένα, κοινοβλαβή φρενοβλαβών επεισόδια. Τα πρωτοκλασάτα κεφάλια της πολιτικής σε τοπικό και σε εθνικό επίπεδο, αντί να ασχοληθούνε με τα πραγματικά προβλήματα του λαού και πώς θα τον βοηθήσουν να εξέλθει της πνευματικής στασιμότητας, της κοινωνικής σήψεως και οικονομικής παρακμής, τον ρίχνουν – για να τον εκμεταλλεύονται όσο γίνεται πιο πολύ – στα Τάρταρα και συναγωνίζονται αλλήλοις ποιος θα πρωτοπρολάβει να δώσει στον άλλο το γνωστότατο δηλητήριο αρσενικό, για να μείνει αυτός και να επικρατήσει εις βάρος των πολιτών.
Κι εμείς τι κάνουμε; Εφησυχάζουμε; Σηκωνόμαστε και στεκόμαστε όρθιοι, για να φοβηθούν το ανάστημά μας; Πίνουμε γάλα, για να αποβάλλουμε το τοξικό δηλητήριο που μας ποτίζουνε; Παύουμε να δίνουμε «ψήφο εμπιστοσύνης και ανοχής» σε όσους εκμεταλλεύονται τους κόπους μας; Ομολογούμε τα λάθη μας και παραδειγματιζόμαστε από εκείνα και νουθετούμε όσους, δελεασμένοι από τα εφήμερα και επιφανειακά «αγαθά» (χρήμα, δόξα, τιμές), στρέφονται στην φιλαυτία και ξεφεύγουν από το δρόμο της αρετής και της διάθεσης για κοινωνική προσφορά; Παύουμε να πηγαίνουμε στο γήπεδο και να εξυπηρετούμε τα άθλια σχέδια όσων σπρώχνουν τους χούλιγκαν στην αντικοινωνική τους δράση; Δίνουμε ανιδιοτελώς το χέρι κι ανοίγουμε διάπλατα την καρδιά μας σε όσους πραγματικά την έχουν ανάγκη;
Ποτέ, πάντως, δεν είναι αργά. Ας ξυπνήσουμε. Τα φίδια παραμονεύουν. Κι αν δεν είμαστε χεροδύναμοι Ηρακλείς να τα πνίξουμε μια κι έξω, τουλάχιστον ως «όφεων γόητες» ας τα πείσουμε (όχι με αρνητική κριτική και κουτσομπολιό, αλλά με ανυπόκριτο διάλογο) πως είναι καιρός να αρχίσει συλλογική προσπάθεια κοινωνικής Ανάστασης, γιατί – παρελθούσης της τριημέρου προθεσμίας, προ πολλού! – το πτώμα έχει γεμίσει δυσωδία τον τόπο.
Και το αρσενικό, που μας ποτίζουνε, κάθε μέρα, εκόντων ή και ακόντων ημών και υμών, τα μεγαλόσχημα δηλητηριώδη και ψυχοφάγα φίδια είναι το πιο θανατηφόρο, γιατί προορίζεται για το καλό μας τάχα. Μα ο Χριστός πέθανε κι ανέστη και για τους ανθρώπους και για τις οχιές που μας περιβάλλουνε κι οι οποίες προλαβαίνουνε να μετανοήσουνε. Φτάνει να θέλουν…