Τον Οκτώβρη του 1960 διορίστηκα ως αναπληρωτής δ/λος στο 1/θέσιο Δημοτ. Σχολείο Ανύδρων. Τότε Αναπληρωτές διορίζονταν ελάχιστοι, ίσως 3-4 σε όλον το νομό. Γι’ αυτό και οι υποψήφιοι για διορισμό ήταν πολλοί. Ο τότε Επιθ/τής Γ Περιφέρειας Χανίων Λάζαρος Πετρίδης, ένας εξαιρετικός παιδαγωγός και θαυμάσιος άνθρωπος, έθεσε ως κριτήριο διορισμού τον βαθμό του πτυχίου του κάθε υποψηφίου. Και επειδή ο βαθμός του πτυχίου μου είναι «Άριστα 9,51», κατέλαβα την πρώτη θέση της σειράς και έτσι διορίστηκα στο 1\θέσιο Δημοτ. Σχολείο Ανύδρων- Σελίνου, στο οποίο υπηρέτησα επί δύο έτη.
Τα δύο αυτά χρόνια μου άφησαν πολλές εμπειρίες αλλά και πολλές, ευχάριστες κατά κανόνα, αναμνήσεις, που μερικές φορές έφταναν στα όρια του αστείου και του ευτράπελου. Μια τέτοια ευχάριστη και εξαιρετικά αστεία ιστορία ήταν η εμπειρία μου για την πρέφα. Και επειδή ο κορωνοϊός εξακολουθεί να επικρέμαται ως «Δαμόκλειος Σπάθη» επί των κεφαλών μας, στερώντας από την ζωή μας ακόμη και τις ελάχιστες ευκαιρίες για γέλιο και ευθυμία, σκέφτηκα πως θα ήταν καλό να μοιραστώ μαζί σας την παραπάνω ιστορία, με την ελπίδα ότι θα έχετε μια αφορμή να χαμογελάσετε και να ξεχάσετε, έστω και για λίγο, τον κορωνοϊό και τα άλλα προβλήματα της ζωής. Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Κάθε βράδυ οι χωριανοί στους Ανύδρους μαζεύονταν στο μοναδικό καφενείο του χωριού το οποίο μάλιστα ήταν πολύ κοντά στο Σχολείο. Εκεί κουβέντιαζαν τα προβλήματά τους, έπαιζαν κανένα χαρτάκι, συνήθως πρέφα ή σκαμπίλι, έκριναν τους πολιτικούς και την πολιτική, ανεβοκατέβαζαν… κυβερνήσεις και πρωθυπουργούς και ό,τι άλλο φανταστείτε.
Τη δεύτερη μέρα λοιπόν της παρουσίας μου στο χωριό, αποφάσισα να πάω και εγώ σ’ αυτήν την ιδιότυπη τοπική βουλή του χωριού. Μόλις μπήκα στο καφενείο ακούστηκε ένα ομαδικό «κέρασε το Δάσκαλο». Οι χουβαρντάδες και φιλόξενοι κάτοικοι με καλωσόριζαν μ’ αυτόν τον τρόπο στο χωριό τους. Θέλω να πω πως όλοι οι κάτοικοι των Ανύδρων ήταν Βαρδουλάκηδες αλλά και όλοι είχαν και το ιδιαίτερο «παρατσούκλι» τους με το οποίο ήταν κατά κανόνα γνωστοί. Έτσι για να προσδιορίσει κάποιος για ποιον απ’ αυτούς μιλούσε έπρεπε να πει κυρίως το προσωνύμιό του.
Κάθισα λοιπόν δίπλα στο Μπαρμπα – Γιάννη, τον Καβρόγιαννη, που εκείνη την ώρα δεν έπαιζε χαρτιά. Μόλις κάθισα ο Μπαρμπα – Γιάννης με ρωτά:
-Δάσκαλε, κατέεις την πρέφα;
Τότε δεν είχα ιδέα από χαρτιά, γι’ αυτό απάντησα όχι. Μόλις άκουσε ο συνομιλητής μου το όχι, λες και τον κτύπησε ηλεκτρική εκκένωση και ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος:
-Κι είντα ήρθες επαέ να κάνεις αφού δεν κατέεις την πρέφα;
– Ήρθα για να μάθω γράμματα στα παιδιά σας, απάντησα.
– Και πώς θα τώνε μάθεις γράμματα σα δεν κατέεις την πρέφα;
Συνεχίζοντας ο μπαρμπα – Γιάννης με το δήθεν έκπληκτο ύφος του, φωνάζει στον δεύτερο της παρέας (μυημένο στο κόλπο).
– Μωρέ συ Πωλιό, γροικάς είντα λέει επαέ ο δάσκαλος;
– Είντα λέει;
– Δεν κατέει, λέει, την πρέφα.
Ακολουθεί δεύτερη έκπληξη από τον δεύτερο της παρέας τον επονομαζόμενο Μπαστανοπωλιό.
• Είντα λογάται δα! Την πρέφα, καλέ, δεν κατέει; Και είντα κατέει το λοιπός; Είντα θα τονε κάμουμε εδά;
Και για να ολοκληρωθεί η πρώτη πράξη της…παράστασης ο Μπαστανοπωλιός φωνάζει στον τρίτο της παρέας, τον επονομαζόμενο Μανουσογιώργη:
– Μπρε, συ Γιώργη, Μανουσογιώργη, γροίκα επαέ πράματα; Ο δάσκαλος που μας-ε-φέρανε δεν κατέει, λέει, την πρέφα!
– Είντα πράματα είναι τούτα-να; απαντά ο τρίτος της παρέας και συνεχίζει: Κι είντά κανε τοσουσάς χρόνους στην Ακαδημία; Κι είπε κι ο επιθεωρητής πως είναι ,λέει, αριστούχος. Είντα αριστούχος μπορεί να’ναι αφού δεν κατέει την πρέφα;
Το τι γέλιο έπεσε δεν περιγράφεται. Και επειδή γέλασα κι εγώ με… παραλαμβάνει ο πρώτος της παρέας, ο Καβρόγιαννης πάλι και με ύφος σοβαροφανές μού λέει:
– Μη γελάς ,δάσκαλε. Γροικάς είντα σου λέω; Και συνεχίζει …ακάθεκτος:
– Επαέ για να μάθεις γράμματα στα κοπέλια μας πρέπει να κατέεις την πρέφα. Ο Δάσκαλος που δεν κατέει την πρέφα δεν… είναι δάσκαλος!
Άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια… Εκείνος όμως απτόητος συνεχίζει:
– Αν-ε- θέλεις το λοιπός να κάτσεις επαέ και να κάνεις μάθημα στα κοπέλια μας πρέπει πρώτα να μάθεις την πρέφα! Και για να’μαστε νέτοι πως την έμαθες πρέπει να σε…εξετάσουμε κιόλας . Έμεινα εμβρόντητος αλλά άρχισα και να ψιλοδρώνω…
– Και ποιος θα μου την-ε- μάθει, τόλμησα να ρωτήσω.
– Εμείς οι τρεις. Θα σε βάλουμε να παίζεις πρέφα με τσοι δυο από μας και ο τρίτος θα σου ορμηνεύει είντα να παίζεις. Αυτά τα μαθήματα θα συνεχιστούν μέχρι να μάθεις καλά την πρέφα. Και για νά μαστε νέτοι πως την έμαθες στο τέλος των… σπουδών σου θα σε εξετάσουμε κιόλας. Και αν-ε- περάσεις σ’ αυτές τσι εξετάσεις που θα σου κάνουμε, τότεσας θα… υπογράψουμε και οι τρεις μας το πτυχίο σου και από τότε κι ύστερα θα μπορείς να κάνεις μάθημα στα κοπέλια μας!
Λογική … τετράγωνη, φίλοι αναγνώστες! Έτσι και έγινε. Χάρη σ’ αυτά τα ιδιαίτερα μαθήματα δεν άργησα να γίνω ξεφτέρι στην πρέφα. Έπαιζα πια μόνος μου και πολύ συχνά «έδερνα» τους συμπαίκτες μου που ήταν και οι δάσκαλοί μου.
Σημειώνω πως το έπαθλο της νίκης στην πρέφα ήταν συνήθως ένα λουκουμάκι, το οποίο όμως ο νικητής απολάμβανε με ξεχωριστή ικανοποίηση, πειράζοντας με σκωπτική διάθεση τους «χαμένους» συμπαίκτες του.
Θυμούμαι πως όταν «αποσπούδαξα» στην πρέφα, πολλές φορές «έδερνα» τους συμπαίκτες μου και εκείνοι αντιμετώπιζαν την ήττα τους με σκωπτικά σχόλια. Έτσι έλεγε ο ένας στον άλλο:
• Μωρέ μπουνταλά, του Δασκάλου μωρέ, ήθελες να μάθεις πρέφα! Αυτός όπως είναι αριστούχος δάσκαλος στο σκολειό έτσα γίνηκε και αριστούχος … πρεφαδόρος. Άμε δα πλέρωσε για να βάλεις νου, μπουνταλά!
Τελειώνοντας θέλω να πω πως στους Ανύδρους πέρασα δυο θαυμάσια χρόνια και πως οι τρεις παραπάνω «δάσκαλοί» μου στην πρέφα δεν ζουν σήμερα. Όμως τονίζω πως τόσο αυτοί όσο και όλοι οι κάτοικοι του χωριού ήταν εξαιρετικά χουβαρντάδες και φιλόξενοι αλλά και ευφυείς και πνευματώδεις άνθρωποι, που μπορούσαν να διαλέγονται και να συνδιαλέγονται με επιτυχία «επί παντός επιστητού».
Ακόμη να επισημάνω ότι κατά μίαν περίεργη συγκυρία οι μαθητές του Σχολείου ήταν σχεδόν όλοι κορίτσια, όπως άλλωστε δείχνει και η συνημμένη φωτογραφία ( με δυο- τρεις εξαιρέσεις: Τον Προκόπη, τον Ηλία και τον Γιώργο, που μάλιστα δεν φαίνονται στη φωτογραφία) Γι αυτό όλοι συνήθως με ρωτούσαν με σκωπτική διάθεση: Είντα κάνει το … Παρθεναγωγείο, Δάσκαλε;
Οι μαθητές του Σχολείου ήταν όλοι ευφυείς, με καθαρό μυαλό και έντονη κοινωνικότητα και έβγαζαν προς τα έξω μια εικόνα μαθητών… Αρσακείου. Αυτό γιατί οι μητέρες τους ήταν πανέξυπνες και μερακλίνες και ήξεραν να φροντίζουν και να ανατρέφουν σωστά τα παιδιά τους.
Εύχομαι σ’ αυτά τα παιδιά να έχουν υγεία και να θυμούνται πάντοτε εκείνα τα μοναδικά χρόνια.
Καλησπέρα
Θα ήθελα να επικοινωνήσω μαζί σας
Τζινιερης Νικων
Ταξίαρχος Μηχανικου ε.α.
Αντιπεριφερειάρχης Ανάπτυξης
Περιφέρειας Πελοποννήσου
6979195159, 2731363106
Ευχαριστώ