Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Ο διεθνής Έλληνας Δημήτρης Μητρόπουλος

Είναι αλήθεια ότι από την χώρα μας ποτέ δεν εξέλειπαν οι σημαντικοί άνθρωποι δυναμικοί, δραστήριοι, ανήσυχοι, δημιουργικοί όπου παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν άφησαν σημαντικό έργο πίσω τους ο καθένας στον τομέα του. Στις τέχνες, στις επιστήμες, στην ναυτιλία, στις επιχειρήσεις. Έζησαν κυρίως στο εξωτερικό κάνοντας έτσι το όνομα της χώρας μας σε όλο τον κόσμο, κατά κάποιο τρόπο, γνωστό.

Ένας από αυτούς ήταν και ο Δημήτρης Μητρόπουλος. Ο καλλιτέχνης εκείνος που ήταν ταγμένος ολοκληρωτικά στην μουσική, την οποία και υπηρέτησε μέχρι τέλους, κυριολεκτικά. Το έργο του αφορά κυρίως αυτό του μαέστρου και διευθυντή ορχήστρας και μάλιστα στις καλύτερες ορχήστρες της Ευρώπης και της Αμερικής. Επίσης, υπήρξε σημαντικός συνθέτης με έργα συμφωνικής μουσικής αν και δεν είναι τόσο γνωστός όσο θα έπρεπε. Ο Δημήτρης Μητρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα λίγα χρόνια πριν το 1900. Ο πατέρας του ήταν έμπορος με καταγωγή από το νομό Αρκαδίας και η μητέρα του ήταν από την Άνδρο. Μία μικροαστική οικογένεια, η οποία προσπαθούσε να επιβιώσει στα πολύ δύσκολα εκείνα χρόνια και παράλληλα προσπαθούσε το καλύτερο για τον νεαρό (τότε) Δημήτρη, στέλνοντάς τον στο καλύτερο σχολείο της εποχής, το Βαρβάκειο.

Οι μαθητικές επιδόσεις του δεν ήταν και πολύ καλές και αυτό γιατί από πολύ μικρός φάνηκε η κλίση και το ταλέντο που είχε στην μουσική. Για το λόγο αυτό γράφτηκε στο Ωδείο Αθηνών σε μικρή σχετικά ηλικία, όπου υπήρξε μαθητής του μεγάλου Armand Marsick, παίρνοντας το δίπλωμα πιάνου και μάλιστα μετ’ επαίνων και τιμητικών διακρίσεων. Κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία του Ωδείου Αθηνών στις Βρυξέλλες. Αργότερα εργάστηκε στην κρατική Όπερα του Βερολίνου. Παράλληλα ασχολήθηκε με την σύνθεση· ο κατάλογος των έργων του περιλαμβάνει σχεδόν πενήντα έργα, ανάμεσά του έργα για ορχήστρα μουσικής δωματίου, για πιάνο και ορχήστρα, για τραγούδι και πιάνο καθώς και μία όπερα. Επίσης η συνθετική του εργασία περιλαμβάνει και κάποιες μεταγραφές έργων των Μπαχ, Πέρσελ, Εσάνς, Μπετόβεν. Όλα αυτά τα έργα γράφτηκαν έως το τέλος της δεκαετίας του 1920. Κατόπιν εγκατέλειψε τη σύνθεση για να στραφεί αποκλειστικά στην διεύθυνση ορχήστρας. Η καριέρα του ως Μαέστρου άρχισε όταν διηύθυνε διαδοχικά την Συμφωνική Ορχήστρα του Ελληνικού Ωδείου καθώς και την Συμφωνική Ορχήστρα Συλλόγου Συναυλιών, όπως και αυτήν της Συμφωνικής Ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών. Το 1930 πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση στο εξωτερικό και μάλιστα με τριπλή ιδιότητα πιανίστα, μαέστρου, συνθέτη, προσκεκλημένος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου. Στην συνέχεια ακολούθησαν σειρά εμφανίσεων κατόπιν προσκλήσεων από την Κρατική Ορχήστρα της Γαλλίας στο Παρίσι, έπειτα από την Κρατική Φιλαρμονική της Μόσχας, από την Κρατική Φιλαρμονική του Λένινγκραντ, από την Ορχήστρα της Σκάλας του Μιλάνου και πολλών άλλων. Το 1936 δέχθηκε πρόταση να διευθύνει την Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστώνης και μάλιστα από τον μόνιμο διευθυντή του μεγάλο Serge Kussevitzky. Κατόπιν συνεργάστηκε με την Συμφωνική Ορχήστρα Μινεάπολις, όπου για δέκα χρόνια διετέλεσε γενικός διευθυντής.

Στη συνέχεια, κάπου στα 1950 αναλαμβάνει την Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης μια θέση που κράτησε για πάνω από δέκα χρόνια, κάτι που τον έκανε κατά άποιο τρόπο διεθνή, μιας και σε όλα αυτά τα χρόνια έδωσε συναυλίες σε όλο τον κόσμο, κυρίως Ευρώπη, Αμερική, Σοβιετική Ένωση, Λατινικές χώρες. Εκείνη την περίοδο ήλθε και σε Φεστιβάλ Αθηνών στο Ηρώδειο μετά από αρκετά χρόνια απουσίας από την Ελλάδα.

Στο τέλος της δεκαετίας του ‘50 ξανάρχισε τις Ευρωπαϊκές εμφανίσεις, μετείχε ως επικεφαλής της ορχήστρας του ή ως προσκεκλημένος μαέστρος στα διάφορα Φεστιβάλ, όπως αυτό του Σάλτσμπουργκ, της Βενετίας, των Αθηνών, της Φλωρεντίας, της Βιέννης, καθώς και σε διάφορα λυρικά θέατρα, σαν αυτό της Σκάλας του Μιλάνου, όπου σε μία από τις πρόβες της ορχήστρας στο έργο της Τρίτης Συμφωνίας του Μάλερ.
Ο Δημήτρης Μητρόπουλος πέθανε από έμφραγμα, λόγω βεβαρημένου ιστορικού, στις 2 Νοεμβρίου 1960. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρξε από τους σημαντικότερους Έλληνες του ‘20, ακόμα μία μουσική ιδιοφυΐα, ένας Ιεροφάντης της Μουσικής, ένα αστείρευτο ταλέντο. Λέγεται μάλιστα ότι δεν διάβαζε ποτέ παρτιτούρα, μιας και θυμόταν απ’ έξω τα έργα, από μνήμης. Εργαζόταν εξαντλητικά, ζώντας μοναχική και λιτή ζωή, δεν ενδιαφερόταν παρά μοναχά για την μουσική, την οποία υπηρέτησε ως δημιουργός, ερμηνευτής, ερευνητής και παιδαγωγός. Σύμφωνα με γραπτή εκφρασμένη επιθυμία του η σορός του αποτεφρώθηκε. Στις 6 Νοεμβρίου η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα όπου σε πένθιμη τελετή στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού, λαός και αρχές, αποχαιρέτισαν τον μεγάλο Μαέστρο. Ο Δήμος Αθηναίων παραχώρησε τάφο στο Α’ νεκροταφείο όπου εναποτέθηκε η τέφρα και ο γλύπτης Γιάννης Παππάς φιλοτέχνησε επιταφικό μνημείο.

Υ.Γ.: Το κείμενο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Μεγάλου Μαέστρου, εξήντα χρόνια από τον θάνατό του.

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα