Με αφορμή τα όσα γράφτηκαν τις τελευταίες ημέρες για το “φουρόγατο” που έπιασε ο βοσκός στον Ομαλό, ήρθε στο νου μου η συνάντηση που είχα μ’ ένα τέτοιο ζώο στον Ψηλορείτη, τη δεκαετία του 1940.
Hταν καλοκαίρι κι έβοσκα τα πρόβατά μας στις πλαγιές του ιερού βουνού. Ξεκινούσα μαζί μ’ ένα άλλο χωριανάκι μου, λίγο μεγαλύτερο από μένα, πολύ πρωί και μέναμε όλη μέρα στο βουνό. Οι εμπειρίες μου από εκείνη τη σύντομη περίοδο της “βοσκικής” μένουν βαθιά χαραγμένες μέσα μου.
Η φροντίδα των προβάτων δεν παρουσίαζε προβλήματα και μας έμενε πολύς χρόνος για άλλες ασχολίες. Ο Αγησίλαος, έτσι έλεγαν το άλλο παιδί που βόσκαμε μαζί, κρατούσε τον Ερωτόκριτο, είχε ωραία φωνή και σχεδόν όλη μέρα τραγουδούσε. Εγώ άκουγα το τραγούδι, το σιγομουρμούριζα κι έψαχνα για φωλιές (περδικοφωλιές) ή έπαιζα με τα ξύλα και τις πέτρες κάνοντας διάφορες κατασκευές.
Μια μερα εκεί που τριγύριζα είδα πάνω σ’ ένα μεγάλο χαράκι έναν “κάτη” να με παρατηρεί. Είχα ακούσει πως υπήρχαν “αγριόκατοι” στον Ψηλορείτη μα ίσαμε τότε δεν τους είχα δει. Τούτος εδώ που παρουσιάστηκε αναπάντεχα μπροστά μου ήταν αρκετά μεγάλος και άγριος. Στάθηκα έκπληκτος, λίγο φοβισμένος και τον παρατηρούσα. Πόση ώρα έμεινα ακίνητος δεν μπορώ να υπολογίσω. Μόλις όμως έκαμα να κινηθώ, αστραπιαία, μ’ ένα σάλτο, εξαφανίστηκε…
Την άλλη μέρα οδηγήσαμε τα πρόβατα πάλι στο ίδιο μέρος. Λαχταρούσα να ξαναπαρουσιαστεί το πρωτοφανέρωτο ζώο και δεν διαψεύστηκα. Κάποια στιγμή,από το ίδιο χαράκι, ο “άγριοκατος” μάς παρατηρούσε με τα διαπεραστικά του μάτια. Χάθηκε από μπροστά μας με τον ίδιο τρόπο που είχε φύγει και την προηγούμενη. Είχα πληροφορήσει τον Αγησίλαο για την εμφάνιση του ζώου, είχε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί κι αυτός δεν είχε ξαναδεί “αγριόκατο” και με έκπληξη τον παρατηρούσαμε να διασχίζει, γρηγορότερα από το λαγό, την πλαγιά του βουνού. Για να τον καλοπιάσομε, του αφήσαμε πάνω στο μεγάλο χαράκι του ένα κομματάκι ψωμί, αλλα δεν το άγγιξε. Εντυπωσιαστήκαμε.
Αργότερα διάβασα ότι ο αγριόγατος, που δεν εξημερώνεται ποτέ, σχετίζεται με τη γέννηση του μυθικού ήρωα, του Ηρακλή:
Οταν η Αλκμήνη ήταν στην ώρα της να τον γεννήσει, η Ηρα που γνώριζε ότι το νεογέννητο ήταν νόθος καρπός του άνδρα της, του Δία, θέλησε να εμποδίσει τη γέννηση. Εστειλε, λοιπόν τις Μοίρες και την Ειλείθυια (θεότητες των τοκετών) να κά- θονται έξω από την πόρτα της Αλκμήνης με σταυρωμένα τα χέρια γύρω από τα γόνατα, ματαιώνοντας έτσι τη γέννα. Αυτό το σταύρωμα των χεριών συνεχιζόταν επί ένα μήνα.
Η Γαλινθιάδα όμως, κόρη του Προίτου από τη Θήβα, που είχε γίνει φιλενάδα τής Αλκμήνης, μη μπορώντας να βλέπει τόσον καιρό τη φίλη της να πονά και να υποφέρει, πήγε έξω στις Μοίρες και τους φώναξε: «Με τη θέληση του Δία, η Αλκμήνη απόχτησε αγόρι. Η υπηρεσία σας τελείωσε λοιπόν!».
Μόλις το άκουσαν αυτό οι Μοίρες κυριεύτηκαν από έκπληξη και σήκωσαν τα χέρια. Λύνοντας όμως τα χέρια, λύθηκαν και οι πόνοι της Αλκμήνης και αμέσως γεννήθηκε ο Ηρακλής.
Οι Μοίρες τότε εξοργίστηκαν με τη Γαλινθιάδα που όντας θνητή ξεγέλασε τους θεούς. Γι’ αυτό την τιμώρησαν και μεταμορφώθηκε,όπως γράφει ο Antonini Liberalis, η «Γαλινθιάς εις Γαλήν» (πιθανώς σε αγριόγατα). Από τότε το ζώο αυτό ονομάζεται και “Μαία του Ηρακλή”…
Λέγεται ότι ο Ηρακλής,για να τιμήσει τη Γαλινθιάδα τής έκαμε ιερό στο οποίο οι Θηβαίοι θυσίαζαν πριν από την εορτή του μεγάλου ήρωα.