Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ο δράκος της Πρέσπας

» Ιωάννα Μπουραζοπούλου (εκδόσεις Καστανιώτη)

 

Ο καιρός πέρασε, ο καιρός ήρθε. Ο δράκος της Πρέσπας, η τριλογία της Ιωάννας Μπουραζοπούλου, ολοκληρώθηκε, επιτέλους και ευτυχώς.

Το πρώτο µέρος, Η κοιλάδα της λάσπης, εκδόθηκε το 2014, το δεύτερο µέρος, Κεχριµπαρένια έρηµος, το 2019, Η µνήµη του πάγου, λίγο πριν ολοκληρωθεί το 2023. Η ολοκλήρωση ήταν αρκετή για να τοποθετήσει τον ∆ράκο της Πρέσπας στα δέκα καλύτερα βιβλία που δεν διάβασα το ‘23, και πώς αλλιώς ύστερα από τέτοια υποµονή και αναµονή. ∆εν κρύβω πως στην άκρη του µυαλού µου κρυβόταν ο φόβος του ανολοκλήρωτου, δεν ήταν κάτι, θέλω να πω, που το θεωρούσα δεδοµένο, δεν είµαστε συνηθισµένοι εδώ σε τέτοια φιλόδοξα πρότζεκτ. Η φιλοδοξία είναι µια λέξη κλειδί για την αναγνωστική εµπειρία, η υποµονή και η αναµονή ανταµείφθηκαν.

Ας ξεκαθαρίσω κάτι ακόµα. Η λογοτεχνία του φανταστικού, την οποία η Μπουραζοπούλου υπηρετεί, δεν είναι ακριβώς του γούστου µου. Έχοντας ωστόσο διαβάσει το Τι είδε η γυναίκα του Λοτ και την Ενοχή της αθωότητας, µε βεβαιότητα µπορούσα να πω πως η περίπτωση της Μπουραζοπούλου αποτελούσε την ξεχωριστή και καλοδεχούµενη εξαίρεση ενός κανόνα υποκειµενικού, ικανή να τοποθετήσει ένα µεγάλο θέλω στην αναµονή της τριλογίας αυτής. Η πρόθεση ήταν να βυθιστώ στις χίλιες πεντακόσιες περίπου σελίδες του έργου αυτού, να βυθιστώ στον κόσµο που η συγγραφέας έστησε πέριξ της λίµνης της Πρέσπας µετά την εµφάνιση του δράκου στα νερά της και έτσι έκανα.

Η συνθήκη αυτή, η εµφάνιση του δράκου και τα παρελκόµενά της, αποτελεί στην ουσία το µοναδικό ανοίκειο συστατικό του χωροχρονικού σκηνικού. Οι χώρες της βαλκανικής χερσονήσου ταλανίζονται από οικονοµικές δυσκολίες, η ανάγκη για επαναδιαπραγµάτευση του υπέρογκου εξωτερικού τους χρέους είναι απαραίτητη και οδυνηρή για τη ζωή των κατοίκων της. Η Τράπεζα, εξέλιξη διαφόρων χρηµατοοικονοµικών ιδρυµάτων µε σκοπό την παγκόσµια οικονοµική ανάπτυξη µε κάθε κόστος, χωρίς κοινωνικοπολιτικές ευαισθησίες, θα διακρίνει πίσω από την εµφάνιση του µυστηριώδους αυτού πλάσµατος µια οικονοµική ευκαιρία. Θα ωθήσει στην έξοδο τους κατοίκους των χωριών στα περίχωρα της λίµνης και θα αποκτήσει τον αποκλειστικό έλεγχο της ζώνης ενδιαφέροντος. Σε κάθε µια από τις τρεις όχθες θα αναπτυχθούν οικισµοί δρακολόγων, µε στόχο τη µελέτη και την κατανόηση του δράκου. Μεταξύ τους θα αναπτυχθεί ανταγωνισµός, βούτυρο στο ψωµί της Τράπεζας και του αδυσώπητου επιτρόπου της στην περιοχή.

Την εµφάνιση του δράκου ακολούθησαν µια σειρά από φυσικά φαινόµενα, οι δύο λίµνες ενώθηκαν και έγιναν µία, ενώ ο καιρός σε κάθε µια από τις ακτές είναι διαφορετικός, ακατάπαυστη βροχή στη νότια, ξηρασία στην ανατολική και δριµύ ψύχος στη δυτική. Ο τρόπος προσέγγισης του φαινοµένου είναι επίσης διαφορετικός: «Η νότια όχθη και η συνακόλουθη αγορά της υποστήριζαν πως ο δράκος είναι ένα προϊστορικό τέρας µε κεφάλι βονάσου και φτερά νυχτερίδας, που η επανεµφάνισή του προκάλεσε διαρκή βροχή, ανεβάζοντας τη στάθµη του νερού στη λίµνη και µετατρέποντας την περιβάλλουσα ξηρά σε βάλτο. Η ανατολική όχθη και οι οπαδοί της πάλι, επέµεναν πως ο δράκος είναι ένας εξωγήινος εισβολέας, που έχει τη µορφή κεχριµπαρένιας άµµου, έφερε ξηρασία και µετέτρεψε την Πρέσπα σε καυτή έρηµο. Ήταν αδύνατο οι υποστηρικτές της δυτικής όχθης να πάρουν στα σοβαρά τους παραπάνω ισχυρισµούς και να µην τους αντιµετωπίζουν µε καχυποψία». Καχυποψία και ανταγωνισµός, ποιος καλύτερος συνδυασµός για να ελέγχει κανείς πλήρως τρεις γείτονες πληθυσµούς.

Κάθε βιβλίο διαδραµατίζεται και σε µία από τις όχθες, µε την Μπουραζοπούλου µε µαεστρία να απλώνει τα νήµατα που θα κινήσουν την παράλληλη ιστορία, τα γεγονότα και τις ανατροπές που θα επηρεάσουν και τις τρεις πλευρές. Καθοριστική αφηγηµατικά είναι η ικανότητα της συγγραφέως να ελέγχει και να διαχειρίζεται τον χρόνο. Έτσι, σε κάθε βιβλίο πετυχαίνει να προβεί στις απαραίτητες αναλήψεις από το παρελθόν, ώστε ο αναγνώστης να εξοικειωθεί µε τις ιδιάζουσες συνισταµένες της κάθε όχθης, τα όσα προηγήθηκαν και οδήγησαν στο αφηγηµατικό σήµερα, ενώ ταυτόχρονα προωθεί την πλοκή ώστε να φτάσει εγκαίρως στο σηµείο τοµής, στο παρόν της αφήγησης, µε τρόπο συντεταγµένο και δικαιολογηµένο ως αλληλουχία των γεγονότων. Ο αφηγηµατικός αυτός τρόπος είναι που ταυτόχρονα επιτρέπει στον αναγνώστη να εισέλθει από όποια πλευρά της λίµνης προτιµά, χωρίς να είναι υποχρεωµένος να ακολουθήσει τη σειρά των βιβλίων. Βέβαια, εγώ, κάπως συντηρητικά ίσως, θα επέµενα στη σειρά που η συγγραφέας όρισε.

Σε αντιστοιχία µε τη διαχείριση του χρόνου, έτσι και ως προς το περιεχόµενο της πλοκής, η Μπουραζοπούλου ικανοποιεί ταυτόχρονα δύο απαιτήσεις. Η µια έχει να κάνει µε το ιδεολογικό, κοινωνικό, επιστηµονικό, ανθρωπολογικό περιεχόµενο της κάθε ακτής, τη σύνθεση των δρακολογικών οµάδων, τα χαρακτηριστικά όσων τις αποτελούν, τους στόχους και τις φιλοδοξίες τους κατά τη στράτευσή τους, η άλλη µε διάφορα γεγονότα, λιγότερο ή περισσότερο σύγχρονα, που αποδίδονται στον δράκο, εγκλήµατα, οικονοµικές ατασθαλίες, υπόγειες και παρασκηνιακές συµφωνίες. Με τον τρόπο αυτό κατορθώνει να κατασκευάσει και να κινήσει µια σύνθετη και πολύπτυχη πλοκή, η οποία πατάει στέρεα σε διάφορες αρχές που γνωστοποιήθηκαν έγκαιρα στον αναγνώστη, χωρίς να µοιάζουν και να είναι παράταιρες, ενώ ταυτόχρονα η δράση επιταχύνει δηµιουργώντας την επιθυµία να διαβάσεις τι θα συµβεί παρακάτω.

Η φιλοδοξία χαρακτηρίζει από άκρη σε άκρη τη συνολική κατασκευή, η φαντασία σε σηµεία είναι οργιαστική, η επιµονή στη λεπτοµέρεια καθοριστική, η σύνδεση των γεγονότων µεταξύ τους απαραίτητη για να διατηρηθεί αµείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον, ευρήµατα λειτουργικά, µε κύριο εκείνο του εγκιβωτισµένου θεατρικού έργου, αλλά και τους µικροκόσµους της κάθε όχθης.

Η Μπουραζοπούλου συνθέτει ένα παραµύθι ενηλίκων, που λειτουργεί ως παραβολή, αλλά δεν εγκλωβίζεται ούτε περιορίζεται στο σώµα της. Η ιστορία, θέλω να πω, στέκει ενδιαφέρουσα και αυτάρκης, παρότι ταυτόχρονα φέρει ευκρινώς αναλογίες µε τη δική µας, µακριά από τον δράκο της Πρέσπας, οικονοµική και κοινωνικοπολιτική πραγµατικότητα, αλλά και σε άλλα φλέγοντα ζητήµατα γειτνίασης. Ο δράκος, θέλω να πω, υπήρχε και θα υπάρχει, σε διάφορες µορφές και εκφάνσεις, η Μπουραζοπούλου, µε τον τρόπο της, σχολιάζει την πραγµατικότητα, µε όχηµα τη φαντασία, χωρίς ωστόσο να επιθυµεί να παράξει άνευρη, προφανή και διδακτική πολιτική, αλλά λογοτεχνία αξιώσεων, παρά τους όποιους αναπόφευκτους ειδολογικούς περιορισµούς.

Επιτυχής υπήρξε και ο τρόπος µε τον οποίο η συγγραφέας έβαλε την τελευταία τελεία, απόδειξη πως εξαρχής γνώριζε που θα την οδηγήσει ο δρόµος της συγγραφής, όποιες και όσες παρακαµπτηρίους οδούς και αν πήρε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αυτού. Ο δράκος της Πρέσπας επιβεβαίωσε πως η Μπουραζοπούλου αποτελεί για µένα µια συγγραφική εξαίρεση, καθ’ υπερβολή θα έλεγα πως είναι η καθ’ ηµάς Τοκάρτσουκ, µια γεννήτρια παραγωγής ιστοριών που ίπταται µε χάρη πάνω από τον ατόφιο ρεαλισµό, τον γεµάτο αποµάγευση και ενοχλητικά όρια. Η καταβύθιση στο σύµπαν που κατασκεύασε και έθεσε σε λειτουργία σίγουρα αποτελεί ένα χάι λάιτ της αναγνωστικής µου πραγµατικότητας. Η υποµονή και η αναµονή επιβραβεύτηκαν και µε το παραπάνω.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα