Όποτε ξύπναγε στο δάσος μες στα σκοτάδια και την παγωνιά της νύχτας άπλωνε το χέρι ν’ αγγίξει το παιδί που κοιμόταν πλάι του. Νύχτες πιο σκοτεινές κι απ’ το σκοτάδι και μέρες πιο γκρίζα η καθεμιά απ’ την προηγούμενή της. Σαν την αρχή ενός παγερού γλαυκώματος που ‘σβηνε τον κόσμο λίγο λίγο.
Πατέρας και γιος βαδίζουν προς τη θάλασσα σε μία μεταποκαλυπτική Αμερική, μία χώρα κατεστραμμένη. Οι ελάχιστοι επιζώντες περιπλανιούνται σε αναζήτηση τροφής, είτε σε ομάδες, είτε μεμονωμένα, σε ένα περιβάλλον εχθρικό, σε ένα περιβάλλον επικράτησης του ισχυρότερου.
Ο ΜακΚάρθυ έχει μία δυνατή ιστορία να διηγηθεί, όχι εντυπωσιακά πρωτότυπη, και το κάνει με έναν τρόπο υπέροχης μαστοριάς και συγγραφικής ευφυΐας, χωρίς να παραπλανηθεί από τις δυνατότητες που αφειδώς του προσφέρει η αρχική ιδέα, δυνατότητες προς διάφορες κατευθύνσεις. Ο ΜακΚάρθυ δεν εντυπωσιάζεται από την ίδια του την ιστορία, από την αύρα του σεναριακού ευρήματος.
Αποφεύγει τον φιλοσοφικό, κοινωνικοπολιτικό και συναισθηματικό στοχασμό, επιμένοντας στον αγώνα πατέρα και γιου για την επιβίωση. Αποφεύγει την αχρείαστη δράση και δεν αφήνεται σε μια εξέλιξη της ιστορίας τύπου θρίλερ. Αποφεύγει τα υπέρμετρα φλας μπακ στη ζωή πριν την καταστροφή και την αναφορά στις αιτίες της καταστροφής· οι ήρωές του ζουν στο εδώ και το τώρα, ήρωες ανθρώπινοι σε υπεράνθρωπες συνθήκες. Αποφεύγει τις γλωσσικές υπερβολές -αν και η περιγραφή του μεταποκαλυπτικού τοπίου τού έδινε τη δυνατότητα αυτή. Αποφεύγει να μιλήσει με όρους σωστού-λάθους ή καλού-κακού. Αποφεύγει τη συναισθηματική καθοδήγηση του αναγνώστη.
Τόσο κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, όσο και τώρα, λίγες μέρες μετά, μου έρχονται στον νου αρκετά βιβλία αντίστοιχης δυστοπικής και μεταποκαλυπτικής θεματικής, όμως δυσκολεύομαι να τοποθετήσω κάποιο από αυτά δίπλα στο μυθιστόρημα του ΜακΚάρθυ, κυρίως επειδή Ο δρόμος διακρίνεται για μια απλότητα, για μία απέχθεια προς τις διαρκείς ανατροπές και τα ευφάνταστα ευρήματα, που σκοπό έχουν να εντυπωσιάσουν τον αναγνώστη, να τον καθηλώσουν, προσφέροντάς του σασπένς, όμως συχνά δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από συγγραφικές ευκολίες. Και όμως το μυαλό μου επιμένει στη σύνδεση με τον Ροβινσώνα Κρούσο, σύνδεση που αρχικά μου φάνηκε υπερβολική, αλλά σκεφτόμενός την, ξανά και ξανά, μοιάζει άμεση και εύστοχη, όσον αφορά την προσήλωση στη σεναριακή συνθήκη.
Ο δρόμος του ΜακΚάρθυ είναι ένα δύσκολο βιβλίο, ένα πολύ δύσκολο βιβλίο ως προς τη συναισθηματική διαχείρισή του από τον αναγνώστη. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ανέβαλλα συνεχώς την ανάγνωση αυτού του βιβλίου, επηρεασμένος και από την κινηματογραφική του μεταφορά. Και όσο προετοιμασμένος και αν νιώθει κανείς, εξακολουθεί να είναι δύσκολη η διαχείριση του ζοφερού κλίματος που δεσπόζει στο βιβλίο.
Ο δρόμος είναι ένα σπουδαίο μυθιστόρημα, σκληρό αλλά σπουδαίο, και ο ΜακΚάρθυ αποδεικνύει πως για την επιτυχία δεν είναι απαραίτητες οι όλο και πιο σύνθετες πλοκές.