Είναι γνωστό ότι το κίνημα της 15ης Αυγούστου 1909 στο Γουδί έθεσε τις βάσεις για τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής, κοινωνικής, πολιτιστικής, οικονομικής και στρατιωτικής ζωής στην Ελλάδα. Ο άνθρωπος που επιλέχθηκε να κυβερνήσει την Ελλάδα ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος ήταν ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που ίδρυσε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα (το κόμμα των Φιλελευθέρων) με αρχές, ιδέες και συγκεκριμένους στόχους, έχοντας το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας και το ρεαλιστικό σχέδιο για να το πραγματοποιήσει. Με αριστοτεχνικό τρόπο απέφυγε τη σύγκρουση με τον βασιλιά Γεώργιο, διατηρώντας το πολίτευμα της βασιλευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, αναθεώρησε το σύνταγμα του 1911 χωρίς να το αλλάξει. Με τον τρόπο αυτό δεν δίχασε τον λαό, ισορροπώντας ταυτόχρονα με το βασιλιά και τους πολιτικούς του αντιπάλους, με αποτέλεσμα το θρίαμβο στους Βαλκανικούς Πολέμους.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το κίνημα στο Γουδί δεν ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά εντασσόταν στο ευρύτερο νοτιοευρωπαϊκό πλαίσιο των επαναστάσεων των μικροαστών, οι οποίοι συσπειρώθηκαν γύρω από τον ριζοσπαστισμό (αριστερή πτέρυγα του φιλελευθερισμού), με στόχο την εμβάθυνση της δημοκρατίας, τις μεταρρυθμίσεις και την επικράτηση της λαϊκής κυριαρχίας. Αυτά τα κινήματα εμφανίστηκαν την ίδια περίπου χρονική περίοδο με το ελληνικό κίνημα, στη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και στην Πορτογαλία, ως αποτέλεσμα αποικιοκρατικών συγκρούσεων.
Η ιδεολογική βάση του νεοϊδρυθέντος κόμματος των Φιλελευθέρων ήταν ο γαλλικός φιλελεύθερος ριζοσπαστισμός, με πρότυπο τον Γάλλο φιλελεύθερο δημοκράτη Γαμβέτα, ο οποίος το 1870-1871 συγκρούστηκε με τον αυτοκράτορα Λουδοβίκο και τον δεσποτισμό του, σώζοντας το Παρίσι από τον πρωσικό στρατό. Ο Βενιζέλος ήδη από το 1901 με τα άρθρα του στην εφημερίδα «Κήρυξ» («Γεννηθήτω φως», Δεκέμβριος 1901- Ιανουάριος 1902) έδειξε τις ισχυρές επιρροές που δέχτηκε από τον Γάλλο ριζοσπάστη πρωθυπουργό Κλεμανσώ. Ταυτόχρονα, χρησιμοποίησε τη διπλωματική δεινότητα του Ιταλού ριζοσπάστη πρωθυπουργού Giovani Giolitti, αριστοτέχνη των πολιτικών ελιγμών (transformismo) για να μπορέσει να ισορροπήσει στην ελληνική πολιτική σκηνή, καθώς η Ελλάδα είχε βασιλευόμενη δημοκρατία, ενώ η Γαλλία είχε αβασίλευτη.
Επίσης, ο Κρητικός πολιτικός γνώριζε πολύ καλά τη χαμηλή πολιτική κουλτούρα του ελληνικού λαού, στην οποία κυριαρχούσε ο επαρχιωτισμός και ο τοπικισμός, καθώς στην Ελλάδα υπήρχε μια δημοκρατία-βιτρίνα στην οποία πρωταγωνιστούσαν πολιτικά και κοινωνικά οι παραδοσιακές “ιστορικές ολιγαρχίες” των οικογενειών της Επανάστασης του 1821. Η σύγκρουσή του με τον παλαιοκομματισμό την πρώτη πενταετία της διακυβέρνησής του τον ανέδειξε νικητή, διότι έκανε συντηρητικές πολιτικές μεταρρυθμίσεις, συνεργάστηκε με τον βασιλιά, αναδιοργάνωσε το δημόσιο και τον στρατό, μείωσε τη φορολογία και προώθησε πολλά νέα, άφθαρτα πρόσωπα στην πολιτική ζωή του τόπου. Με αυτό τον τρόπο, κέρδισε τους δύο Βαλκανικούς Πολέμους και εκσυγχρόνισε το κράτος. Αναμφίβολα ο Βενιζέλος υποστήριζε πάντα την αβασίλευτη δημοκρατία, σύμφωνα με το γαλλικό πολιτικό πρότυπο, αλλά την πρώτη πενταετία έκανε ένα ιστορικό συμβιβασμό με το θρόνο. Το 1915, όμως, δεν συμβιβάστηκε, καθώς το εθνικό συμφέρον υπερίσχυε της αντεθνικής στάσης του βασιλιά, ο οποίος επέλεξε το οικογενειακό συμφέρον. Τελικά, ο Βενιζέλος ουσιαστικά ηττήθηκε από το παλαιό πολιτικό κατεστημένο, το οποίο συσπειρώθηκε γύρω από το θρόνο, καθώς ο λαός πίστευε στο θεσμό της βασιλείας και η χώρα οδηγήθηκε στο ταπεινωτικό και ολέθριο 1922.
Πηγή
«Σπυρίδων Πλουμίδης, «Μεταξύ επανάστασης και μεταρρύθμισης. Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος και βενιζελισμός 1909-1922», εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2020».