Ο συνεργάτης της εφημερίδας «Ημερήσια Νέα» με το ψευδώνυμο «Ντόριαν» στο φύλλο της 27/2/1919 κάνει ένα ειδικό αφιέρωμα στη φυλακή της πόλης, η οποία βρισκόταν στο φρούριο του Φιρκά. Με καυστικό χιούμορ σατιρίζει το φαινόμενο της ζωοκλοπής στο άρθρο με τίτλο «Ο Φιρκάς» στη στήλη «Σκίτσα από την φυλακήν», η οποία έχει μορφή χρονογραφήματος.
«Έχομεν φυλακάς;». Με αυτό το ρητορικό ερώτημα αρχίζει το πρωτοσέλιδο άρθρο και συνεχίζει καταθέτοντας την άποψή του ο αρθρογράφος για τις φυλακές του κράτους γενικότερα, τις οποίες θεωρεί ότι επιφέρουν ανεπανόρθωτες βλάβες στην κοινωνία.
Γνωρίζοντας ο ίδιος μόνο τις φυλακές του Φιρκά στα Χανιά τις χαρακτηρίζει ως «[…] ένα τέλειον σχολείον της λωποδυτικής τέχνης και, ειδικότερον, της ζωοκλεπτικής[…]». Αυτή η Σχολή Φιρκά, όπως την ονομάζει, έχει πολλούς πιστούς και αφοσιωμένους οπαδούς, οι οποίοι βασίζονται στην αρχή: «Φροντίζετε να καλοπερνάτε, χωρίς να εργάζεστε». Η προσεκτική μελέτη του μητρώου εισερχομένων-εξερχομένων καταδίκων της φυλακής αποκαλύπτει μια διαρκή εναλλαγή των ίδιων προσώπων, τα οποία φυλακίζονταν για 2 χρόνια, έβγαιναν για μερικούς μήνες και μετά επέστρεφαν ξανά στα κελιά τους με νέες καταδίκες.
«Αι μεγαλύτεραι κλοπαί οργανώνονται μέσα εις την φυλακήν όπου συννενοούντο δυο ή περισσότεροι δια κλοπήν η οποία θα γίνει αφού αποφυλακιστούν. Ο εις κλέπτης θα είναι, αίφνης, από την Σητείαν, όπου θα διαπραχθεί η κλοπή, ο δε έτερος από εδώ ή από το Ρέθυμνον όπου θα μεταφερθούν προς πώλησιν τα κλοπιμαία ζώα δια να μην αναγνωρισθούν[…]». Φυσικά οι ζωοκλέφτες δεν στενοχωρούνταν όταν επέστρεφαν στη φυλακή, διότι οι παλιοί τους συγκρατούμενοι τους υποδέχονταν με χαρά και τιμές. Έτσι, όταν ένα νέος κρατούμενος ήλθε στη φυλακή στενοχωρημένος με τη διετή ποινή, λόγω κλοπής μιας προβατίνας, δέχτηκε την παρηγοριά και τις συμβουλές ενός παλαιού αλογοκλέφτη, ο οποίος του εξήγησε ότι στη φυλακή θα έχει δωρεάν φαγητό, στέγη και πολλούς καρδιακούς φίλους για παρέα. Ο νέος κρατούμενος «[…]εξήλθε περισσότερον εύθυμος και γελαστός απ’ όσον ήτο ο ‘αρχαίος’ αλογοκλέπτης[…] κι άρχισε να παίζει…αμπάριζα με τους συγκρατούμενούς του!». Μετά από λίγες μέρες ο δημοσιογράφος τον άκουσε «[…]να παρωδή τον Ερωτόκριτον και να τραγουδή:
Τα’ μαθες Ελενίτσα μου τα θλιβερά μαντάτα
στη φυλακή με κλείσανε πως πήρα μια προβάτα.
Μα μην πιάνης βαρυθυμιά και συντροφιά καλή ‘χω
άντρες που κλέφτουν άλογα κοπάδια τσ’ αγελάδες[…]».
Στις 28/2/1919 στην ίδια εφημερίδα υπάρχει η συνέχεια του άρθρου για τον Φιρκά, όπου ο αρθρογράφος αναλύει όλες τις τεχνικές ζωοκλοπής, οι οποίες διδάσκονται στη φυλακή. Ο επίδοξος ζωοκλέφτης μαθαίνει πώς να σκάβει υπόγεια για να κρύβει τα κλεμμένα αρνιά, το τρύπημα των τοίχων για να κρύβει τις κλεμμένες κότες, την αλλαγή των σημαδιών των κλεμμένων βοοειδών για να μην τα αναγνωρίσουν, καθώς και τις «σωστές» γνωριμίες με τους κλεπταποδόχους. Εξίσου σημαντική ήταν και η διαφθορά των νέων σε ηλικία κρατούμενων από τους γηραιότερους, οι οποίοι τους εκπαίδευαν και γίνονται χειρότεροι κλέφτες από ότι ήταν όταν μπήκαν στη φυλακή!