Θωρείς εκείνη την κορφή την άλλη πιο παρέκει
εκεί από πίσω κάνουνε μιας ορφανούλας γάμο,
καθώς απού ‘ταν ορφανή, πλούσιο ‘τανε τ’ ασκέρι.
Πέντε χιλιάδες παν’ ομπρός και τέσσερις οπίσω
στη μέση πάει η Λυγερή στ’ ασήμι κουκλωμένη,
σ’ ασήμι κι είσαι μάλαμα κι εις τα μαργαριτάρια.
Τραγούδι του χορού
Εις την εμπρός μερέ κρατεί τση Κρήτης κυπαρίσσι
και από πίσω τ’ ακλουθά μια κρουσταλένια βρύση.
Είναι λεβέντης όμορφος και ρούκουνας τση χώρας
κι α δε μου το πιστεύετε ξάνοιξέ ντο κιόλας.
Κι η κοπελιά μες το χορό τα πέντε ζάλα κάνει
μ’ άγγελος νάναι άνθρωπος θα τονε κουζουλάνει.
Και ‘σφιξε τη χέρα μου το κρουσταλένιο χέρι
χρυσή ελπίδα μου ‘δωκε πως θα με κάνει ταίρι.
Αν δε χορέψω και δε δω τση Κρήτης πεντοζάλι
ό,τι και να μου κάμουνε δε μου περνά η ζάλη.
Ίντα ‘χεις και χολώθηκες κι έκατσες στο πεζούλι
σηκώσου πιάσε στο χορό ωραίο μου ζουμπούλι.
Και ‘συ λυράρη παίξε μας κι εγώ θα σε πληρώσω
διάλεξε και μια κοπελιά κι εγώ θα σου τη δώσω.