Δυο νέοι εταξίδευαν με το λεωφορείο
και το κορίτσι κράταγε ένα μικρό βιβλίο.
Ο νέος ήταν Γερμανός και αυτή Εβραία,
αμέσως ερωτεύτηκε την όμορφη τη νέα.
Αυτή μπροστά καθότανε διάβαζε το βιβλίο,
αυτός στο πίσω κάθισμα το διάβασε για λίγο.
Εκαταλάβανε κι οι δυο αντίθετοι πως ήταν,
μα αυτοί ερωτευτήκαν, τίποτα δεν σκεφτήκαν.
Ο οδηγός εφώναξε τρέξτε να κρυφτείτε
οι Γερμανοί μας πιάσανε, φύγετε να σωθείτε.
Πέσαν σε ξεροπήγαδο και οι δυο αγκαλιασμένοι
εκεί ήτανε αμίλητοι, αλλά και φοβισμένοι.
Οι βόμβες πέφτανε βροχή και εκεί εσκεπάστηκαν
κανένας δεν τους ζήτησε κι όλα ξεχαστήκαν.
Δυο κυπαρίσσια φύτρωσαν σα να ταν οι μορφές τους
κι όταν φυσούσε ο άνεμος έσμιγαν οι κορφές τους.
Μα όλα είναι αληθινά τα έχω εγώ διαβάσει,
για αυτό και εγώ τα έγραψα, ο κόσμος να τα μάθει.
Ερμιόνη Μπασιά-Παπαδογιαννάκη