Παρασκευή, 8 Νοεμβρίου, 2024

Ο γέρος συνεχίζει να βρίσκεται στον κόσμο ντου

Του κύκλου τα γυρίσματα μάς εξαναφέρανε και τούτηνε τη χρονιά στσοι μέρες και τσ’ εβδομάδες, όπως ελέγανε μια φορά κι ένα καιρό, απού ετραγουδούσανε τα παιδιά κι εχαίρουντανε οι μανάδες. Ήτανε η γι εποχή απού οι γι αθρώποι δεν ήτανε μόνο στη μορφή, παρά και στα αιστήματα και στη συμπεριφορά ντωνε αληθινοί αθρώποι. Ήτανε ακόμη η γι εποχή απού εβασίλευε στσοι κοινωνίες των αθρώπω ο αθρωπισμός, το φιλότιμο και ο σεβασμός. Κι εκουμάνταρε τη κοινωνική και θρησκευτική ζωή ντωνε η στέρεα δεμένη στσ’ άγκυρες των ηθικών αξιών παράδοση.
Αυτή ήτανε μπροστάρης κι ο καθοδηγητής τοτεσάς στη στράτα τση ζωής τωνε. Η παράδοση τσ’ οδηγούσε για τσοι θρησκευτικές τωνε υποχρεώσεις στα πανηγυράκια τω ξωκλησιώ και στα μεγάλα πανηγύρια τω Μοναστηριώ και των ενοριακώ ναώ. Κι εκείνη εκαθοδηγούσε τη συμπεριφορά ντωνε στα γλέντια, τσοι ξεφάντωσες και τσοι χαροκοπιές τωνε.
Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις, κατά τον ποιητή.
Όμως οι χρόνοι παρήλθαν, κι οι καιροί αλλάξανε κι η γι αφεδιά μου απού συνεχίζει να βρίσκεται στον κόσμο τση. Καθισμένος στη γωνιά του καφενέ, αναστορούμαι κι αναλιγαδιάζω παλιά και καινούργια. Και με τουτανά τα ροζοναρίσματα, ξαναβρίσκομαι στσοι στράτες και τα σοκάκια τση νιότης μου κι αναθιβάνω τη ταπεινή και αθόρυβη ζωή των αθρώπω, κείνουσας τσ’ ευλοημένους χρόνους. Κάθε χρόνο σα τουτεσές τσοι μέρες, οι χωριανοί ούλοι εφορτώνουντανε εκτός από τσοι πολλές αγροτοεργασίες τσ’ εποχής, και με τσοι πρόστετες δουλειές απου απαιτούντανε για τη προετοιμασία ντωνε για τσοι χρονιάρες μέρες απούρχουντανε.
Κάθε φορά απου εγυροσιμώνανε μεγάλες εορτές γή χρονιάρες μέρες, όπως ελέγανε τσοι Λαμπροσκολάδες και τα Χριστόγεννα, τό χανε αντέτι οι χωριανές νοικοκεράδες και εξεσηκώνανε τα φτωχικά ντωνε, για καθαριότητα και μπαντανάδες. Γι’ αυτό κι ανήμερα των εορτώ ελάμπανε από καθαριότητα τα σπίθια ντωνε κι εμοσκομυρίζανε ακρωτηριανό ασβέστη. Εκτός όμως από τσοι παραπάνω δουλειές, είχανε και τη ζαχαροπλαστική. Τουτεσάς τσοι μέρες επαίρνανε φωθιά τα χαβάνια, και τα ξυλίκια κι οι γι αυλές τω νοικοκυριώ, εμοσκομυρίζανε από τσοι μυρωδιές τω μπαχαρικώ.
Οι αεικίνητες νοικεράδες εμπαινοβγαίνανε σα τσοι σαΐτες, πεσίχαρες, χαμογελαστές κι αναψοκοκκινισμένες από το πύρωμα του φούρνου, γιατί ‘πρεπε να τα προλάβουνε ούλα. Τα κοπελάκια επαραστεκουλίζανε και θωρούσανε τσοι μανάδες τωνε απου εξετρουλιάζανε τσοι πιατέλες με τσοι κουραμπιέδες, τα ξεροτήγανα και μελομακάρουνα και τσοι στερεύανε στα ντολάπια ντωνε για να μη τα μαγαρίσουνε οι γρουσούζηδες οι καλικάντζαροι, ταχιά απου θαν’ ήρχουντανε από τα τάρταρα απου διάουνε. Κι ελειξουρεύανε τα φουκαριάρικα γιατί ‘τανε στερημένα από ξελιξίδια κείνηνά τη δύσκολη εποχή. Γι’ αυτό και περιμένανε τ’ άδεια τεψιά για να φάνε τα θρουλίδια.
Ως τόσο ήρχουντανε η παραμονή, κι από πολύ πρωί επορίζανε στσοι δρόμους τα κοπελάκια για τα κάλαντρα, με τα καλάθια ντωνε για να βάνουνε τα καλοχερίδια απόυ θα τωνε δούνανε. Γιατί κείνουσας τσοι χρόνους τα λεφτά ήτανε πανάκριβα. Κι αντί για μπαξίσι, τα φιλεύανε με γλυκά, αυγά, καρύδια, γή μανταρινοπορτόκαλα. Έτσα εκαλημερίζανε τα σπίθια τω χωριανώ ντωνε κι εψάλλανε τα χριστογεννιάτικα κάλαντρα σ’ ούλους τσοι χωριανούς. Το βραδάκι όμως αναμαζώνουντανε από νωρίς στα σπίθια ντωνε. Γιατί ‘πρεπε να λουστούνε ούλα με το νερό απού ’χε το καζάνι κι ήτανε ζεσταμένο στη καμινάδα από ώρα. Κι απόις ν’ αλλάξουνε ρούχα και να κάτσουνε για να δειπνήσουνε το λιτό βραδινό ντωνε, γιατί ταχιά ήτανε Χριστόγεννα και θα ‘πρεπε να μεταλάβουνε. Κι ύστερα, θαν’ επηγαίνανε αμέσως για ύπνο, γιατί θα τα ξυπνούσανε αξημέρωτα, για να πάνε στην εκκλησία. Όπως κι εγίνουντανε κιόλας ταϊτέρου – ταϊτέρου και θαν’ ετοιμάζουντανε, εξεκινούσανε συγκούρμουλη ούλη η γι οικογένεια για ν’ ακούσουνε τη χριστογεννιάτικη Ακολουθία του Όρθρου και τση Θείας Λειτουργίας.
Ύστερα από την απόλυση τση Λουτρουγιάς και το δι ευχών του λειτουργού ιερέα, οι χωριανοί ανταλλάσσανε ευχές αναμεταξύ τωνε για τη χρονιάρα μέρα τω Χριστογέννω κι απόις επαίρνανε το δρόμο τσ’ επιστροφής για τσ’ οικογενειακές τωνε εστίες, για την οικογενειακή γιορτή, απού θα ν’ ακλουθούσε στη συνέχεια σε κάθε οικογενειακή σύναξη.
Γιατί τοτεσάς τσοι χρονιάρες μέρες τσοι χαραχτηρίζανε και οικογενειακές εορτές, κι οι γι οικογένειες ήτανε αρραγείς κι αδιάσπαστες κείνουσας τσοι καιρούς, κι όι όπως τα σημερινά σκορποχώρια, αλλού η μάνα κι ο πατέρας, αλλού τα παιδιά κι οι παππουδολαλάδες, αποξενωμένοι κάπου και μετρούνε τα τελευταία ντωνε χρόνια μπροστά σε κάποια τηλεόραση, υποχρεωμένοι να θωρούνε τ’ απαίσια και αχαραχτήριστα προγράμματά ντωνε. Απού εκτός των άλλων τσ’ υποβαθμίζουνε σε χαμηλής νοημοσύνης αθρώπους.
Πολλές φορές τσ’ αναστορούμαι τουτεσάς τσ’ εικόνες από τσ’ οικογενειακές συνάξεις από κεινανά τα φτωχά και στερημένα χρόνια, απού τα πιρουνοκούταλά ντωνε δεν αστραφταλίζανε σαν προϊόντα κάποιας πολυτελούς κατασκευής και κιανένα ντωνε φαητό δεν ήτανε επινόηση κάποιου πολυκουβεδιασμένου σεφ. Παρά ούλα ήτανε προσφορά από τη χρυσοχέρα νοικοκερά, την αχτύπητη ηρωίδα του σπιθιού τη μεγάλη Μάνα τσ’ οικογένειας.
Για ούλα κι ούλα τουτανά ουλονώ τα μούτρα, μικιώ και μεγάλω, ελαμποκοπούσανε από ευτυχία από τη μεγάλη ευχαρίστηση απού ήταν ούλοι εκειά. Γι’ αυτό και στο τέλος εύχουντανε ούλοι μαζί και του χρόνου αναζήτηχτοι. Κι ύστερα σαν εβράδιαζε, αρχινούσανε να γροικούνται τραγούδια και χαρούμενες φωνές στσοι στράτες και τα σοκάκια του χωριού από τσ’ εορταστάδες απού εμπαινοβγαίνανε στα σπίθια σ’ όσους κι όσες είχανε την ονομαστική ντωνε εορτή τουτηνά την ημέρα. Όπως εκάνανε και για ούλες τσ’ άλλες εορτές του χρόνου. Γιατί στσ’ εορτές δε καλούνε παρά εχτυπούσανε τσοι πόρτες τω σπιθιώ τω χωριανώ ντωνε απού ήτανε αναμμένος ο λύχνος τωνε. Γιατί έτσα το ‘λεγε η γι αθρωπιά τωνε γιατί ‘τανε χωριανοί. Και τα κούρταλα ήτανε δανεικά στο γάμο.
Εύχομαι καλά και ευλοημένα Χριστόγεννα. Χαρούμενη κι ευτυχισμένη χρονιά. Και καλή χρήση του νου σας. Για να μη περάσει ποτέ από τη σκέψη σας υστερνή μου γνώση και να σ’ είχα πρώτα.
Καλή φώτιση!

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Μπροστάρης = Ο ηγήτορας, ο πρωτοπόρος
Στράτα = Δρόμος
Ξεφάντωση = Διασκέδαση σε γάμους κι αρραβωνιάσματα
Χαροκοπιά = Γλέντι
Αναστορούμαι = Θυμούμαι
Αναλιγαδιάζω = Αναφέρομαι σε διάφορα γεγονότα
Ροζονάρισμα = Κουβεντολόι
Αναθιβάνω = Θυμούμαι και διηγούμαι
Αντέτι = Συνήθεια
Μπαντανάς = Το άσπρισμα με ασβέστη
Χαβάνι = Το γουδί
Ξυλίκι = Κατάλληλο ξύλο για άνοιγμα φύλλου για ξεροτήγανα
Πεσίχαρος = Χαρούμενος και πρόθυμος
Σαΐτα = Βέλος
Πυρώνω = Θερμαίνω το φούρνο
Ξετρουλιάζω = Γεμίζω τρουλωτά κάτι
Στερεύω = Φυλάσσω
Ντολάπια = Ντουλάπια
Μαγαρίζω = Λερώνω
Φουκαριάρικα = Κακόμοιρα
Παραστεκουλίζω = Στέκομαι μπροστά σε εκλεκτά φαγητά, προκλητικά
Ξελιξίδι = Διαλεχτή λιχουδιά
Τεψί = Ταψί
Ταχιά = Αύριο
Θρουλίδι = Απόξεσμα, ψίχουλα
Κιαπόις = Ύστερα
Ταϊτέρου – ταϊτέρου = Λίαν πρωί
Πορίζω = Βγαίνω έξω
Συγκούρμουλοι = Όλοι μαζί
Παππουδολαλάδες = Οι παππούδες και οι γιαγιάδες
Γροικούνται = Ακούγονται
Λύχνος = Λυχνάρι
Κούρταλα = Χειροκροτήματα, παλαμάκια
Μπαξίσι = Φιλοδώρημα
Αφεδιά μου = Εγώ
Γνοιάζομαι = Ενδιαφέρομαι


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα