Πρίν λίγες μέρες -πέρασε σχεδόν απαρατήρητο- ότι το συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματικό τον τρόπο της επιλογής των Δ/ντων των σχολείων.
Ποιος να συγκινηθεί για ένα τέτοιο θέμα, όταν η πολιτική ζωή του τόπου κυλά από, το αρχίζει η αξιολόγηση, θα κλείσει η αξιολόγηση και στις διαρκείς επιπτώσεις στην οικονομική καταστροφή του τόπου. Κάποιοι βλέπουν την ανάπτυξη να ξεκινά αλλά να μη φτάνει ποτέ. Ακόμη και στις σκοτεινότερες εποχές
-στη βαθειά νύκτα της υποδούλωσης- οι φωτισμένοι του γένους επένδυαν στην παιδεία, μόνη ελπίδα που οδηγεί στην ελευθερία.
Τα τελευταία χρόνια σε στιγμές ανάτασης της πατρίδας υπήρξαν σημαντικές εκπαιδευτικές παρεμβάσεις – μεταρρυθμίσεις – που παρά τη μη πολιτική συνέχεια και τα όποια πισωγυρίσματα έδειχναν, ότι τούτος ο λαός είχε την παιδεία και σαν γνώση και σαν σύστημα αξιών πολύ ψηλά.
Πέρα από την κρατική φροντίδα, στα μέτρα του εκάστοτε δυνατού, πολλοί ιδιώτες χορηγοί – ευεργέτες- και κυρίως η εκκλησία συνέδραμαν στο κτίσιμο και την λειτουργία σχολείων, Δημοτικά οι δήμοι και Γυμνάσια το σύνολο μιας επαρχίας και ακόμη στα Ανώτερα, Ακαδημίες και Πανεπιστήμια. Ανά την Ελλάδα σε πολλές πόλεις σχολεία ακόμη και σήμερα φέρουν το όνομα των δωρητών και άλλων πρωτεργατών – Βαρβάκειο- Ζωγράφειο, Λεόντειος, Καποδιστριακό, Μετσόβειο. Και για να μείνω μόνο στα καθ’ ημάς, το Γυμνάσιο Κισάμου έγινε με πρωτοβουλία του τότε επισκόπου Aνθιμου Λελεδάκη και την καθολική συμμετοχή των κατοίκων γύρω στα 1920. Οι τεχνικές Σχολές με την πρωτοβουλία του Επισκόπου Ειρηναίου και αργότερα, το 1970 στεγάστηκαν σε οικόπεδο που παρεχώρησε η Εκκλησία. Καθένας -από τους μεγαλυτέρους- γνωρίζει και την ιστορία του σχολείου του χωριού του,εγώ συμπληρώνω, το κτίσιμο του Γυμνασίου Σητείας του σχολείου μου- λαμπρό και περικαλλές οικοδόμημα, κτίσθηκε εξολοκλήρου από ερανικές συνδρομές των φτωχότατων και αγράμματων τότε παππούδων μας και εγκαινιάστηκε πανηγυρικά το 1937.
Η πολιτεία από συστάσεως του Ελληνικού κράτους ήτο φυσικό να έχει την ευθύνη λειτουργίας των σχολείων και την οποία ευθύνη ανέθετε διοικητικά στους προϊσταμένους της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ο επιθεωρητής ως γενικός υπεύθυνος είχε την ευθύνη να συνδράμει τους σκοπού της εκπαίδευσης που θέτει η πολιτεία, ανάλογα ο Γυμνασιάρχης και κάθε σχολάρχης. Η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση πέρα από τις όποιες γνώσεις που πρέπει να μεταδίδει, «θεωρεί» το σχολείο χώρο πνευματικών αξιών, διαμόρφωσης χαρακτήρων, εθνικού και θρησκευτικού φρονηματισμού. Όποιες αντιρρήσεις ή διαφοροποιήσεις και να σημειώθηκαν στη μακρόχρονη πορεία του εκπαιδευτικού συστήματος όλοι συμφωνούσαν: πρέπει να αξιολογείται το σχολείο. Ποιοί και με ποια προσόντα διδάσκουν, τι διδάσκουν, πώς μεταδίδουν τη γνώση και τι το αποτέλεσμα, ήτοι βαθμολογία -αξιολόγηση- μαθητών και εκπαιδευτικών. Είναι φυσικό πέρα από τη κεντρική διοίκηση και οι άλλοι ενδιαφερόμενοι γονείς, κοινότητα και εκκλησία να έχουν ενδιαφέρον συμμετοχή και λόγο.
Θεσμικά λοιπόν πέρα των επιθεωρητών, Ο Γυμνασιάρχης και κάθε σχολάρχης συνεργάζεται σε μικρότερο ή ευρύτερο χώρο με τις τοπικές αρχές. Αυτή η συνεργασία-σχολική εφορεία- ή η εμπλοκή και άλλων παραγόντων δεν ήταν πάντοτε η καλύτερη, κυρίως σε περιόδους ανωμαλίας – δικτατορίες – ή πολιτικών φανατισμών.
Φωτισμένες προσωπικότητες, επιστήμονες και δάσκαλοι όπως ο Δελμούζος, ο Τριανταφυλλίδης, ο Γληνός… συνέδραμαν στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του Ε. Βενιζέλου 1917 και 1928.
Οι Παπανούτσος, Ακρίτας και το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο οργάνωσαν την μεγάλη μεταρρύθμιση του Γ. Παπανδρέου το 1964, η οποία συνεχίσθηκε το 1974 επί Κ. Καραμανλή. Στο κυρίαρχο εθνικό φρόνημα του Ελληνισμού όπως διαμορφώθηκε από την μακρόχρονη ιστορία, η αντίθετη πολιτική αντίληψη που πρέσβευε η κομμουνιστική ιδεολογία, στάθηκε αιτία για σταθερή αντιπαράθεση και ακραίες συμπεριφορές αυταρχισμού από την πολιτεία για μακρά περίοδο από το 1920 μέχρι ακόμη και το 1980.
Η εκάστοτε αντιπολίτευση και οι άλλες κομματικές δυνάμεις απαξίωναν το κυβερνητικό εκπαιδευτικό έργο χωρίς ποτέ να συναινέσουν σε εθνική πολιτική για την παιδεία.
Εν πάση περιπτώσει και στις δυσκολότερες εποχές, ασχέτως του τρόπου επιλογής πολλοί με διακεκριμένα προσόντα, έστω επιλεγμένοι από την πολιτεία εκπαιδευτικοί στάθηκαν φάροι της πνευματικής πορείας του έθνους και πρότυπα για γενιές μαθητών. Τα ελληνικά σχολεία και πανεπιστήμια με την καθιερωμένη επιλογή πρυτάνεων Γυμνασιαρχών Δ/ντών υπήρξαν σημαντικά, σε παιδεία και επιστημονική ανάδειξη των δυνατό καλυτέρων και ως τέτοια έχαιραν της εμπιστοσύνης και του σεβασμού της μεγάλης πλειοψηφίας.
Δυστυχώς ο λαϊκισμός της δημοκρατίας όπως επεκράτησε μετά τη μεταπολίτευση σηματοδότησε, κάθε αριστερά ιδεολογία ως αναμφισβήτητο προοδευτισμό.
Η πολιτική παρέμβαση στη δομή της παιδείας το 1985 αν και χαιρετίσθηκε ως προοδευτική ενείχε τα σπέρματα μιας καταστροφής που όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, όμοιά της δεν συντελέσθηκε σε σύγχρονο κράτος. Κατάργησαν τον επιθεωρητή – Γυμνασιάρχη την προσωποποίηση του θεσμού του σχολείου. Κατάργησαν την αξιολόγηση εκπαιδευτικών και μαθητών. Ο,τι έμεινε ήταν μια τέτοια ισοπέδωση όπου μαθητές με συμβατική βαθμολογία ακόμη και5(!) να εισάγονται και σε πανεπιστήμια. Η αξιολόγηση των Δ/ντών μόνο από το σύνολο των εκπαιδευτικών, με κυβερνητική κομματική παρέμβαση «αναβαθμίστηκε» και με συνδικαλιστικές κομματικές συμμετοχές και απέτρεψε τους ικανότερους να διεκδικήσουν θέση ευθύνης σε σχολεία και όπου διδάσκοντες και διδασκόμενοι γνώριζαν μόνο για δικαιώματα σχεδόν χωρίς ορισμένα καθήκοντα.
Όσες φορές μετά το 1985 υπουργοί παιδείας – Αρσένης, Γιαννάκου, Διαμαντοπούλου προσπάθησαν να ξαναθεσμοθετήσουν την αξιολόγηση με διακομματική συναίνεση, συνάντησαν τις γνωστές καταλήψεις και τις καταστροφές των σχολείων.
Χάθηκε έτσι στο πνεύμα του λαϊκισμού και η δυνατότης να επαινεθούν και να αναδειχθούν σημαντικοί δάσκαλοι που σ’ένα σημαντικό ποσοστό κράτησαν ψηλά την σημαία της διδακτικής διαδικασίας -παρά το ρεύμα- και ευτυχώς για την πατρίδα πολλοί μαθητές μας συνέχισαν να προσπαθούν και να προοδεύουν.
Οι τελευταία ελθόντες με το αριστερό πρόσημο και τον δεδηλωμένο προοδευτισμό. Κατάργησαν τα πρότυπα σχολεία, χλεύασαν την αριστεία! Στα μεν πανεπιστήμια επανέφεραν την επιλογή των πρυτάνεων από τις κομματικές και παρακομματικές οργανώσεις. Στα άλλα σχολεία για την επιλογή των Δ/ντων κοντά στην κομματική αντίληψη της κυβέρνησης -που και πριν ίσχυε- πρόσθεσαν και την ψήφο των δασκάλων.
Αν σημειώσομε δε ότι οι σημερινοί δάσκαλοι – καθηγητές είναι οι περισσότεροι αναπληρωτές ωρομίσθιοι εμπερίστατοι, χωρίς μονιμότητα θέσης και εργασίας ποιον να ψηφίσουν για Δ/ντή, όταν οι ίδιοι είναι εξαρτώμενοι και χωρίς μόνιμη θέση.
Πρυτάνεις και Δ/ντές αμφιβόλου επιλογής και χωρίς ουσιαστικά προσόντα σχολεία με κάποιους διεκπεραιωτές της αναγκαίας γραφειοκρατίας, ποιες αξίες να υπηρετήσουν; όσο για τις αναγκαίες των εξετάσεων γνώσεις, τις διδάσκουν τα φροντιστήρια. Μια πολιτεία στο στρουθοκαμηλισμό της δωρεάν παιδείας και που αρνείται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια
Πόσο δρόμο ακόμη θα πρέπει να διανύσομε για εθνική πολιτική στην παιδεία, γεγονός που οι χώρες της Ευρώπης προ πολλού έχουν επιτύχει;