«Μόνος γυμνός και ανυπόδητος/ Με ποταμίσια μέχρις αστραγάλων γένια…/ Μια πρόχειρη καλύβα/ για να στεγάζει το σαρκίο του/ στις αιφνίδιες καταιγίδες/ ένας καχεκτικός φοίνικας/ για να προστατεύεται από τη λαύρα του καλοκαιριού/ μια μικρή-πικρή πηγή για να πίνει νερό μια φορά την εβδομάδα./ Οι μόνες απολαύσεις/ που επέτρεπε στον εαυτό του/ ο Οσιος Ονούφριος/ ενόσω μόναζε, εξήντα τόσα χρόνια/ ως πολίτης της αιγυπτιακής ερήμου/ κουβεντιάζοντας με τον θεό./ Μόνος γυμνός και ανυπόδητος./ Με ποταμίσια μέχρις αστραγάλου γένια…/ Και στην εικόνα του./ Οντας στο εκκλησάκι/ που ονομάτισε στη χάρη Του/ η λαϊκή ευσέβεια./ Κάτω απ’ τη σκιά ενός θεόρατου πλατάνου/ δίπλα σε μια αστείρευτη γάργαρη πηγή./ Στο κέντρο του χωριού/ Αλώνες του Ρεθύμνου./ Ν’ αφήνει καθημερινά το τέμπλο/ για να συνδράμει με τον τρόπο του τους χωριανούς/ η μόνη του απόλαυση!» (“Ο γυμνός Αγιος”, ανέκδοτο ποίημά μου).
Γυμνός, όπως τον γέννησε η μάνα του, και ανυπόδητος ο Αγιος Ονούφριος, που γιορτάζει σήμερα. Αποστεωμένος, μακριά μέχρι τους αστραγάλους η γενειάδα του. Μόνα του ενδύματα, σε κάποιες (όχι όλες) απ’ τις εικόνες του, μερικά κλαδιά. Νούφρης στο στόμα του λαού, αλλά και Ρούφνης, καθώς κατά που λέγεται “ρουφά” τα στάχυα της νέας σοδειάς και τιμωρεί όσους δεν τον γιορτάζουν. Προστάτης Αγιος λόγω ονόματος (Ρούφνης-ρουφώ) των Καπνοπωλών της Κωνσταντινουπόλεως σε περαζούμενους καιρούς μα και των κουρέων λόγω γενειάδας. Αγαπημένος Αγιος στον Καμπανό του Σελίνου, στους Κομητάδες των Σφακίων, στη Ρέντα του Αποκόρωνα, στην ομώνυμη περιοχή των Κουνουπιδιανών Ακρωτηρίου και όπου αλλού η ευσέβεια των ανθρώπων, έχτισε ξωκλήσια στη χάρη του. Λίαν αγαπημένος ωστόσο στις Αλώνες του Ρεθύμνου, όπου βρέθηκα πρόπερσι σαν σήμερα, ανήμερα της γιορτής του.
«Ο βιογράφος του Αγίου Ονουφρίου ο Οσιος Παφνούτιος, αναφέρει ότι δύο λιοντάρια άνοιξαν τον τάφο του Αγίου στον οποίο ενταφιάστηκε το ιερό σκήνωμά του. Ο Αγιος Παφνούτιος έθαψε τον Αγιο Ονούφριο, μετά το θάνατό του, αφού έσχισε στα δύο το δικό του φτωχό ένδυμα και περιτύλιξε με το μισό το γυμνό σώμα του Οσίου που το σκέπαζαν λευκές τρίχες και κράτησε το άλλο μισό για την κάλυψη του δικού του σώματος. Ετσι αχίτωνας δηλαδή, αναχώρησε για την άλλη ζωή ο Αγιος Ονούφριος όχι απλώς τηρώντας, αλλά ξεπερνώντας την εντολή του Κυρίου “ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι, και ο έχων βρώματα ομοίως ποιείτω” αφού γυμνός βρέθηκε στο τέλος της ζωής του». Τα που διαβάζω, μεταξύ άλλων στο συναξάρι του Γυμνού Αγίου, που έγραψε ο θεολόγος Ραφαήλ Χ. Μισιαούλης στο Pemtousia.gr. Τι ευλογία κι αυτή να δίνεις την ευλογία της γύμνιας σου!
Η αλληλογραφία μας
Γιάννη Θ. Πολυράκη, γεωπόνο-συγγραφέα, Χανιά: Εχεις έναν δικό σου, έναν ξεχωριστό τρόπο, να επικοινωνείς με τον αναγνώστη σου, τον οποιονδήποτε αναγνώστη σου. Το πρώτο που θέλω να πω ύστερα από την επισταμένη ανάγνωση, με το μολυβάκι ανά χείρας, του τελευταίου σου βιβλίου με τίτλο “Ζητείται άνθρωπος” (Αθήνα 2017) που είχες την καλοσύνη να μου αφιερώσεις. Ευλογημένη η στιγμή που άρχισα να το διαβάζω. Ενας ποταμός πολλών ρυακίων η γραφή σου πώς να μη με συνεπάρει, πώς να μην συνεπάρει τον κάθε αναγνώστη σου που επιμένει να θέλει να “λέγεται άνθρωπος”. Οντως και στα 62 δοκίμια του βιβλίου σου, όπως κι εσύ επισημαίνεις είναι διάχυτη η αναζήτηση του ανθρώπου. Του ανθρώπου που είναι σπάνιο είδος σ’ έναν απάνθρωπο κόσμο. Θα επιστρέψω στις σελίδες του βιβλίου του Πολυράκη, “Ζητείται άνθρωπος”, η υπόσχεση που δίνω στον εαυτό μου. Εχοντας κατά νου, εκτός όλων των άλλων και το πολύ ομιλητικό σκίτσο του Χρίστου Πετράκη που κοσμεί το εξώφυλλο…