Γενικά
H διεθνής κρίση εξαπλώθηκε ταχύτατα σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Η συρρίκνωση του κύκλου εργασιών, η εκτόξευση της ανεργίας, η μείωση των επενδύσεων θεωρούνται τα αναπόφευκτα δεινά της εποχής. Ο τουρισμός επλήγη σε παγκόσμια κλίμακα, όχι όμως στον ίδιο βαθμό.
Όταν αποκατασταθεί η ισορροπία στις οικονομίες, προτεραιότητα θα έχει η εξυπηρέτηση των βασικών αναγκών. Ωστόσο, αν δεν καταστεί ο Τουρισμός είδος πρώτης ανάγκης, η περίοδος ανάρρωσης της ταξιδιωτικής βιομηχανίας, θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια. Για να καταστεί λοιπόν ανάγκη, πρέπει να πάρει τη θεματική διάσταση, αυτήν δηλαδή που ικανοποιεί επιθυμίες χαλάρωσης, κυρίως λόγω των καθημερινών πιέσεων που δέχεται ο άνθρωπος της σύγχρονης εποχής. Από την άλλη, προέκυψαν ανάγκες κάλυψης άλλων βασικών παραμέτρων που έχουν να κάνουν με την ίδια την υγεία που, λόγω της παγκοσμιοποίησης, διεύρυναν το πεδίο αναζήτησης λύσεων και εκτός συνόρων διαμονής κάθε ανθρώπου.
Έτσι γεννήθηκε και γιγαντώθηκε, λόγω της φύσης του, ο Τουρισμός Υγείας. Ένας τομέας που γνωρίζει ραγδαία ανάπτυξη λόγω και της συνεισφοράς του στην καταπολέμηση της εποχικότητας που, παρά την αξία του Τουρισμού, αποτελεί και την παθογένειά του.
Και τούτο διότι, την ώρα που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού προβλέπει ότι ο τουρισμός στις ανερχόμενες οικονομίες θα φτάσει μέχρι το 2030 σε ποσοστό 57% της παγκόσμιας αγοράς, έναντι 47% το 2010, η εποχικότητα παραμένει, με κίνδυνο την υπερσυγκέντρωση πληθυσμών σε τουριστικούς προορισμούς. Άρα, η επέκταση της τουριστικής περιόδου βασίζεται στην ανάπτυξη των ειδικών εκείνων θεματικών μορφών που ολοένα και περισσότερο κερδίζουν σημαντικά μερίδια ταξιδιωτών και μάλιστα «φανατικών», πράγμα που συμβάλει και στην επανάληψη της επίσκεψης, ένα εξίσου βασικό ζητούμενο για την επιτυχία κάθε στρατηγικής προσέγγισης των αγορών. Και σε αυτό, η συμβολή του Τουρισμού Υγείας είναι σημαντική.
Τουριστικό Προϊόν
Η Ελλάδα διαθέτει ένα αξιόλογο τουριστικό προϊόν που προσφέρεται ως «πρώτη ύλη» για αξιοποίηση. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι ο τουρισμός αποτελεί τη μόνη εξαγωγική (αφού εισάγει πόρους) δραστηριότητα που φέρνει τον καταναλωτή στον τόπο παραγωγής (προσφοράς) του προϊόντος (υπηρεσίας) καθιστώντας, με τον τρόπο αυτό, εξαγωγικές και άλλες δραστηριότητες που από τη φύση τους δεν είναι εξαγώγιμες (κέντρα εστίασης και αναψυχής, εμπορικά καταστήματα κ.λπ.).
Ωστόσο, η άσκηση της τουριστικής πολιτικής σε επίπεδο χώρας ή και περιοχής οφείλει να είναι απόλυτα ταυτισμένη με τους κανόνες της αγοράς. Να λαμβάνει , δηλαδή, υπόψη τους νόμους της προσφοράς και ζήτησης και τις σύγχρονες μεθόδους του marketing. Για το λόγο αυτό δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε το ένα από το άλλο-το αντίθετο θα ήταν ένα ξεκίνημα από λάθος «αφετηρία». Όταν λοιπόν, στην προκειμένη περίπτωση μιλάμε για «προσφορά» δεν εννοούμε τίποτα περισσότερο από αυτό που ονομάζουμε «τουριστικό προϊόν»: τι είναι αυτό που η χώρα ή η περιοχή προσφέρει στον επισκέπτη της.
Η διεύρυνση της ΕΕ με νέα μέλη, έθεσε νέα δημογραφικά και οικονομικά δεδομένα. Ο τουρισμός δεν μπορούσε να παραμείνει ανεπηρέαστος. Νέοι, σχετικά άγνωστοι και φθηνοί προορισμοί από τη Νοτιοανατολική Ευρώπη έκαναν τη εμφάνιση τους. Το φυσικό κάλλος, οι πολιτιστικοί πόλοι έλξης και η έφεση σε θεματικές μορφές τουρισμού προσθέτουν αξία στην πρόταση διακοπών που υπόσχονται. Επιπλέον η πλεονεκτική τοποθεσία των προορισμών σε σχέση με την Ελλάδα ευνοεί την μετακίνηση από τις χώρες τη Βόρειας Ευρώπης που αποτελούν τις κυριότερες «δεξαμενές» τουρισμού της Ελλάδας. Οι νέες αλλαγές συμβάλλουν στη όξυνση του ανταγωνισμού. Από την άλλη πλευρά η είσοδος νέων μελών θα μπορούσε να σημάνει το «άνοιγμα» νέων αγορών .
Ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από αναδυόμενους προορισμούς από την Ανατολική Μεσόγειο και την Αδριατική, θεωρείται μία εκ των σημαντικότερων απειλών για τον Τουρισμό της Ελλάδος. Σύμφωνα με τη προτεινόμενη κατηγοριοποίηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, η Ελλάδα, ως σύνολο, διαθέτει εύρος προϊόντων μεσαίας προς χαμηλής τιμής στην αγορά.
Ωστόσο, το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, μονοδιάστατο και εξακολουθεί να μαστίζεται από έντονη εποχικότητα. Η οργανωμένη προσέγγιση σε νέες αγορές και ο εμπλουτισμός των υπηρεσιών που θα μπορούσε να αποτελεί θεραπεία στο πρόβλημα. Αυτό όμως, απαιτεί ενιαίο σχεδιασμό, ευελιξία και προγραμματισμό σε συλλογικό επίπεδο.
Ο τζίρος της παγκόσμιας αγοράς μόνο του ιατρικού τουρισμού εκτιμάται άνω των 20 δισ. δολαρίων, παρουσιάζοντας ρυθμό αύξησης 15%-25%, με περίπου 14 εκατ. διασυνοριακούς ασθενείς σε όλο τον κόσμο να ξοδεύουν κατά μέσο όρο 3.800-6.000 δολάρια ανά ιατρική επίσκεψη, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που σχετίζονται με ιατρικές υπηρεσίες, διασυνοριακές και τοπικές μετακινήσεις, ενδονοσοκομειακή παραμονή και καταλύματα. Χώρες όπως η Ινδία, η Σιγκαπούρη, η Ταϊλάνδη, η Κόστα Ρίκα, το Ισραήλ και η Τουρκία έχουν ήδη διεκδικήσει ένα κομμάτι από αυτή την προσοδοφόρο αγορά με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Ιατρικός Τουρισμός
Χαρακτηριστικά να αναφερθεί ότι, το 46% του παγκόσμιου τζίρου του ιατρικού τουρισμού δαπανάται αποκλειστικά για οδοντιατρική θεραπεία, στην Ελλάδα το κόστος αυτών των οδοντιατρικών εργασιών είναι το 20%-30% του αντίστοιχου στον τόπο προορισμού των διεθνών ασθενών. Επίσης, οι εκτιμήσεις δείχνουν 60%-90% χαμηλότερη δαπάνη υγειονομικής περίθαλψης και μικρότερες λίστες αναμονής σε σύγκριση με τις αντίστοιχες τιμές στο Ηνωμένο Βασίλειο, στον Καναδά ή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για παράδειγμα, μια εξωσωματική γονιμοποίηση στην Ελλάδα κοστίζει περίπου 3.000-5.000 ευρώ, ενώ στην Αμερική και στον Καναδά κοστίζει περί τα 20.000 ευρώ και στην Αγγλία 8.000 ευρώ.
Παράλληλα, η ανάπτυξη του τουρισμού υγείας έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός νέου –και εξαιρετικά ανερχόμενου– επαγγελματικού κλάδου, αυτού του συντονιστή υγείας. Ο ασθενής από το εξωτερικό προγραμματίζει τη θεραπεία του σε πιστοποιημένα ελληνικά νοσοκομεία, ενώ παράλληλα αναθέτει τη φροντίδα όλων των λεπτομερειών του ταξιδιού στην Ελλάδα στους ανθρώπους που ασκούν αυτή την ειδικότητα. Προαιρετικά προσφέρονται υπηρεσίες διερμηνείας και μετάφρασης εγγράφων, κρατήσεις αεροπορικών εισιτηρίων – ξενοδοχείων, υπηρεσίες μεταφοράς, βοήθεια σε όλα τα γραφειοκρατικά και διαδικαστικά θέματα, αλλά και τουριστικές δραστηριότητες για τον ασθενή ή/και για τα μέλη της οικογένειάς του.
Εν κατακλείδι, η δημιουργία ισχυρού brand και φήμης της Ελλάδας ως ελκυστικού προορισμού ιατρικού τουρισμού είναι κρίσιμη για την επιτυχία της νέας στρατηγικής. Ο ιατρικός τουρισμός έδωσε την ευκαιρία σε χώρες εντελώς διαφορετικού προφίλ να εξελιχθούν σε σημαντικούς ιατρικούς προορισμούς, πώς είναι δυνατόν η Ελλάδα να στερηθεί του μεριδίου αγοράς που της ανήκει και της αξίζει. Χρειάζεται βούληση. Χρειάζονται πρωτοβουλίες σε ελληνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο.