Η γερμανική πολιτική τάξη, η οποία έχει επιτύχει θαύματα στο εσωτερικό της χώρας της, διακρίνεται ιστορικά για την εσωστρέφεια, τις εμμονές και την υπεροψία στην εξωτερική πολιτική.
Είναι όλα τα στοιχεία που είδαμε να επαναλαμβάνονται μέσα στην κρίση από το σύνολο των πρωταγωνιστών του γερμανικού πολιτικού συστήματος, από τη die Linke και το SPD μέχρι τη CDU και τους φιλελεύθερους.
Η κα Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε, ηγέτες της μεγαλύτερης χώρας της Ε.Ε., κινούνται με βάση τις εσωτερικές δημοσκοπήσεις, αρνούνται να δουν ένα συνολικό ευρωπαϊκό σχέδιο σε σχέση με την Ασία και την Αμερική, εμμένουν σε επιλογές ακόμα και όταν είναι εμφανή τα λάθη και η ανάγκη διορθώσεων.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι κουνούν με άνεση το δάχτυλο όχι μόνο σε κυβερνήσεις, αλλά και σε λαούς.
Οι “παρεμβάσεις” του κ. Σόιμπλε, όπως εκείνες πριν από τις εκλογές του 2012, αλλά όπως και η προχθεσινή, αποδομούν τις κυβερνήσεις που επιχειρούν να ορθοποδήσουν δημοσιονομικά, φουσκώνοντας τα ποσοστά κάθε μορφής -λογικής ή παλαβής- αμφισβήτησης και καθιστούν τη Γερμανία μία επικίνδυνα αποδυναμωμένη δύναμη.
Μία δύναμη που κινδυνεύει εκείνη… να μείνει μόνη της με το Ευρώ στο χέρι.
Η Ευρώπη χρειάζεται ανάπτυξη και συνοχή. Αυτό σημαίνει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ πάνω από 3,5% για να ανακάμψει και ηγεσία με συλλογικό όραμα για τους λαούς (ιδιαίτερα αυτούς που έχουν ζήσει δραματικά την κρίση), αλλά και όραμα για τον ρόλο της στον κόσμο.
Ο κ. Σόιμπλε και η πολιτική σχολή που εκφράζει, οδηγεί σε προσβολή του εθνικού αισθήματος σε πολλές χώρες και όχι μόνο στην Ελλάδα και δημιουργεί μέτωπα άγονων συγκρούσεων.
Αυτή η συμπεριφορά όχι μόνο δεν προλαμβάνει, αλλά αυξάνει τον κίνδυνο ενός μοιραίου πολιτικού ευρω-ατυχήματος που πλανάται πλέον, πάνω από την Ευρώπη.