» Πρώτη βολά ο άθρωπος ευρήκενε το μεγαλύτερό ντου
Τον άθρωπο τον έσιαξενε ο Θεός νταμακιάρη και οι διαόλοι δε ντονε χορταίνουνε. Εκαταπάτησενε τα δικαιώματα και στα ζωντανά του Θεού μα και στα δεντρά και στα χόρτα τση γης, κι εφουσκώσανε τα μυαλά ντου και του φαίνεται μικρή η Γη και είναι μια ουλιά δικαιολογημένος, γιατί διαφεντεύει ούλη τη Γη, φτερουγά στον αέρα σα ντο πουλί, πάει στα βάθη τση θάλασσας σαν το ψάρι. Μπορεί από κειά απού κάθεται να γρικά και να τονε γρικούνε, να θωρεί και να τονε θωρούνε, σε ούλη τη Γη κι ακόμις σε ούλο τον ουρανό, κι εφουσκώσανε τα μυαλά ντου κι επήγε στο φεγγάρι και ετοιμάζεται να πάει και στα άστρα.
Μα έλεγενε ένας παπάς: “Άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει”. Κι ήθελενε να πει πως άλλα σκέφτουνται οι γι αθρώποι, μα άλλα αποφασίζει ο Θεός. Έτσα γιατ’ απού λέτε, μια σκοπανές εύρηκενε το μεγαλύτερό ντου ο άνθρωπος. Και πώς χαντάτε πως είναι ο μεγαλύτερός του; Ένα μικρόβιο απού μόνο με καλό μικροσκόπιο μπορείς να το δεις. Μα είναι παντοδύναμο αυτό το μικρόβιο. Ετσά το θέλει και έχει σε “καραντίνα” πιλιά από τρία δισεκατομμύρια αθρώπους. Έχει αρρωστημένους πιλιά από ένα εκατομμύριο, μα έχει μπεμπάτους μια ντρακοσιαρέ χιλιάδες στον άλλο γκόσμο.
Έκλεισενε ούλα τα σκολειά, έκλεισενε ούλες τσ’ εκκλησιές, έκλεισενε ούλα τα μαγατζιά, απαγόρεψενε τα αεροπλάνα να μη φτερουγούνε, τα παπόρια, τσοι σιντεροδρόμους, τα αυτοκίνητα, τ’ απαγόρεψενε να μην κυκλοφορούνε. Δε θέλει μούδε να σμίγουνε οι γι αθρώποι πιλιά κοντά από ενάμισι μέτρο. Μούδε τα αντρόυνα. Αυτός απού ‘θελα πάει στ’ άστρα. Μα λέει ο Τσιόδρας πως πρέπει “να μένομε στο σπίτι”.
Μωρέ κακομοίρη άθρωπε, δε ντρέπεσαι να σ’ έχει στην υποταγή ντου ένα μικρόβιο; Εσύ απού θελα κάμεις κατοχή ούλα τ’ άστρα τ’ ουρανού και δε δικούνε δα όσα μας αξιώσανε ως επά, μα “οπίσω σκούλος βράζει”. Έτσα απού εκολώσανε οπίσω ούλες οι δουλειές, περιμένω πως θα πέσει μεγάλη φτώχεια και δεν κατέω ανέ ξανάρθωμενε στα καλά μας, γιατί το κακό έρχεται με το τσουβάλι μα φεύγει με το κουτάλι.
ΓΛΩΣΣΑΡΙ
Νταμακιάρης = Πλεονέκτης
Βολά = Φορά
Γρικώ = Ακούω
Μούδε = Μήτε
Χαντώ = Νομίζω
Πιλιά = Περισσότερα
Αξιώνω = Βιάζω
Επά = Εδώ
Οπίσω σκούλος βράζει = Έρχονται τα δύσκολα
Κατέω ή κατέχω = Ξέρω
Ουλιά = Μικρή δόση
Δικά = Φτάνει
Μπεμπάτα = Απεσταλμένα (Τα είχα μπεμπάτα).
Θωρώ = Βλέπω (“Πώς με θωρείς ακίνητος”, αρχίζει το ποίημά του προς τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’ ο Παλαμάς).
Διαφεντεύω = Εξουσιάζω
Κοπανέ ή σκοπανέ = Ένα πολύ μικρό ………………………….. όπου με αυτό εμετρούσανε την πυρίτιδα για να φτιάξουνε φυσίγγια.