» Delmore Schwartz (μτφρ. Σοφία Αυγερινού, εκδόσεις Μάγμα)
Το όνομα του Ντέλμορ Σβαρτς στο εξώφυλλο δεν μου έλεγε τίποτα. Ωστόσο, το ίδιο το εξώφυλλο —ξεκάθαρη υποψηφιότητα για ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα της χρονιάς—, συνεπικουρούμενο από τον αρκούντως παράδοξο τίτλο, Ο κόσμος είναι ένας γάμος, μου κίνησε την περιέργεια. Πήρα το βιβλίο στα χέρια μου, το περιεργάστηκα, διάβασα το οπισθόφυλλο σε μια απόπειρα να διαλευκάνω αν επρόκειτο για μυθοπλασία ή δοκίμιο. Η αναφορά στη Νέα Υόρκη της Μεγάλης Ύφεσης, ως χωροχρονικό σημείο κατά το οποίο διαδραματίζεται η πλοκή της νουβέλας, ήταν αρκετή για να ενεργοποιήσει προσδοκίες και επιθυμίες ανάγνωσης. Έτσι έγιναν τα πράγματα.
Ο κύκλος των ανθρώπινων πλασμάτων που ένωσαν η ανάγκη και η αγάπη εγκαινιάστηκε με την αποφοίτηση, ή αναχώρηση, του Ράντγιαρντ Μπελ από το σχολείο, ακριβώς την εποχή που ξεσπούσε η μεγάλη οικονομική ύφεση. Ο Ράντγιαρντ ήταν αρχηγός και καπετάνιος σ’ όλες τις καρδιές, και το διαμέρισμα της αδερφής του, της Λόρα, ήταν ο τόπος που ολοκληρώθηκε η δημιουργία του κύκλου. Όταν αποφοίτησε ο Ράντγιαρντ, αποφάσισε να αφοσιωθεί στη συγγραφή θεατρικών έργων. Η θεία του είχε προτείνει να γίνει καθηγητής στη δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση μέχρι να αποδείξει την αξία του ως δραματουργού, αλλά ο Ράντγιαρντ απέρριψε την πρότασή της. Είπε πως το να είσαι θεατρικός συγγραφέας ήταν επάγγελμα ευγενές και δύσκολο, στο οποίο έπρεπε να δώσεις όλο σου το είναι.
Ένας κύκλος νέων ανθρώπων με φιλοδοξία αναντίστοιχη της εποχής κατά την οποία όλα γύρω καταρρέουν, που οι κραυγές των απελπισμένων ακούγονται λίγο πριν την πρόσκρουση στο έδαφος, αλλά εκείνοι, ίσως επειδή είναι νέοι, ίσως επειδή δεν τα έχουν χάσει όλα, όχι ακόμα τουλάχιστον, συνεχίζουν να επιμένουν, νιώθοντας πως κάποια πράγματα, αν όχι τα πάντα, δικαιωματικά τους αξίζουν. Ο ρουμανοεβραϊκής καταγωγής Σβαρτς, γεννημένος το 1913 στη Νέα Υόρκη, ανήκε σε αντίστοιχους κύκλους με τους ήρωες της νουβέλας του. Είναι ένας κόσμος που γνώριζε καλά, αυτός της μεσαίας τάξης της δεύτερης γενιάς μεταναστών, ένας κόσμος εν πολλοίς περίκλειστος, που διατηρεί μια δεδομένη, αν και μάλλον τυχαία, απόσταση με όσα τρομακτικά συμβαίνουν τριγύρω, διαθέτοντας ακόμα μια σειρά από προνόμια, με βασικό εκείνο της έλλειψης προβλημάτων επιβίωσης, ένας κόσμος που ακόμα μπορεί να γελά εις βάρος της αποτυχίας των άλλων και να μη φοβάται πως αργά ή γρήγορα θα βρεθεί στην ίδια δεινή θέση. Ο Σβαρτς, όχι τυχαία, στρέφει τα βέλη της σάτιρας προς τα μέλη του κύκλου, επιθυμώντας να εντείνει την απόσταση αυτή, κατασκευάζει έναν μικρόκοσμο εντός της μεγάλης εικόνας, ένα σύνολο μεμονωμένων, ατομικών αποτυχιών εντός μιας συλλογικής αποτυχίας, της —πρόσκαιρης μα με περισσό πάταγο— κατάρρευσης του αμερικανικού ονείρου. Καθένας, μοιάζει να λέει, έχει τα δικά του προβλήματα, τις δικές του υπό αίρεση βεβαιότητες, όλα εκείνα που θεωρούσε ως δεδομένα, ωστόσο, όσο απομακρύνεται κανείς από τον κύκλο, τόσο τα προβλήματα αυτά ξεφουσκώνουν και υποχωρούν υπό το ίδιο τους το βάρος, τόσο μοιάζουν κάπως αστεία.
Η νουβέλα, Ο κόσμος είναι ένας γάμος, παρότι τελικά συμπεριλήφθηκε στην ομώνυμη συλλογή διηγημάτων, αποτελούσε αρχικά κεφάλαιο ενός φιλόδοξου μυθιστορήματος το οποίο δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε. Και λέω δυστυχώς, γιατί σ’ αυτή την ανολοκλήρωτη φιλοδοξία ο αναγνώστης διακρίνει πολύ ενδιαφέροντα συστατικά, υποσχόμενα ένα σπουδαίο μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα, ικανό, στη φαντασία μου, να ενταχθεί στον κανόνα της σπουδαίας λογοτεχνίας των Εβραίων της Αμερικής. Ο Σβαρτς, δημιουργικά πολυσχιδής και αντιπροσωπευτικό δείγμα της αμερικανικής εκδοχής του μοντερνισμού, ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση, αλλά και με το θέατρο, και αυτό είναι κάτι το οποίο φαίνεται έντονα στις σελίδες της νουβέλας αυτής, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο. Ξεχωρίζουν οι διάλογοι μεταξύ των προσώπων καθώς αποδεικνύονται καταλυτικοί για την ολοκλήρωση των χαρακτήρων και για την αποτύπωση της αποτυχίας και των ονείρων. Εντός αυτών, επίσης, ο Σβαρτς παραχώνει ένα μεγάλο μέρος της σατιρικής διάθεσης, αναδεικνύοντας την απόσταση που χωρίζει τον μικρό τους κύκλο από τον μεγάλο κόσμο μέσα από τα ίδια τους τα λόγια.
Γραφή θελκτική, ιδιότυπα ρεαλιστική, που συνοδεύει και υποστηρίζει γλωσσικά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα εντός του σαλονιού. Η αμφιθυμία αναδεικνύεται ως το κυρίαρχο συναίσθημα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Το γέλιο εδώ είναι γλυκόπικρο καθώς περιλαμβάνει και ένα σαφέστατο κομμάτι ενοχής υπό τη μορφή χαιρεκακίας στη θέα της αποτυχίας του άλλου. Οι αναλογίες με το δικό μας οικονομικό και κοινωνικό παρόν είναι ορατές, το σαλόνι εκείνο δεν μοιάζει και τόσο μακρινό τελικά. Να θυμάστε καλά: τα προβλήματά μας πάντα θα είναι μεγαλύτερα των άλλων και αλίμονο σε όποιον μας στερεί το δικαίωμα αυτό.
Υπερκάλυψη προσδοκιών. Ο κόσμος είναι ένας γάμος υπήρξε μια αναγνωστική έκπληξη.