Κύριε διευθυντά,
άσπρο ή μαύρο; Από ποια μεριά της γραμμής να πάει… και αυτό είναι ένα ερώτημα που ξεκινάει, μαζί με το δημοτικό, όταν πλέον τα παιδιά έχουν κρίση και ένστικτο καθαρό ακόμα! Στις πρώτες ερωτήσεις που να στραφεί αλλού, να ρωτήσει, παρά στον “μπαμπά” ή την “μαμά” όσο καιρό το φιλοξενούν όπως γράφει κι ο Χαλίλ Γκιμπράν: «Τα παιδιά σου δεν είναι παιδιά σου, είναι οι γιοι και οι κόρες της λαχτάρας της Ζωής για την Ζωή».
Οπως σοφά το έγραψε με τη δική του όμως καθαρή ματιά. Αν οι γονείς δεν έχουν εμπειρία, όμως, και γνώση και καθαρή καρδιά, τότε τι γίνεται; Και πολύ περισσότερο, αν όπως αντιλαμβάνομαι, δεν ωριμάσουν συναισθηματικά μέσα τους, σε μερικούς μέχρι και το τέλος της ζωής τους, παραμένει μια πλευρά τους έτσι παιδική, που αυτό σημαίνει πως, εκεί, στην εφηβεία περίπου, θα είναι δύο οι έφηβοι, ο ένας ο γονέας, και ο άλλος ο πραγματικός (ηλικιακά, συναισθηματικά και σωματικά). Τότε τι;
Το παιδί μέσα σε όλον αυτό τον αναβρασμό που περνάει με την ταυτότητά του και ορμονικά (εκείνη είναι η εποχή που αρχίζει ο έφηβος να “φτερουγίζει” προς τον έξω κόσμο, και βλέπει τη ζωή μέσα από τα δικά του μάτια και αναλόγως να κρίνει και να πράξει), τότε αν οι γονείς κουβαλάνε δικά τους “φορτία” τα ονομάζω εγώ, από τις δικές τους οικογένειες, τότε ο έφηβος, με “τσακισμένα” ήδη τα φτερά του, αφού στις ερωτήσεις του οι ίδιοι του οι γονείς, ή θυμώνουν ή παθητικά παρατάνε την προσπάθεια, έτσι λοιπόν με αυτή την παρακαταθήκη βγαίνουν έξω από το “σκαλοπάτι” της οικογενειακής εστίας και ζητάνε να λύσουν τις όποιες ερωτήσεις και να βρουν διεξόδους στις αγωνίες τους ρωτώντας άτομα τρίτα (δασκάλους, καθηγητές ή φίλους), τότε ή θα σταθούν τυχερά ή που θα βρεθούν μπλεγμένα σε δύσκολα μονοπάτια, που για να βγουν από αυτά μπορεί και να τους πάρει και ολόκληρη την ζωή τους. Ισως…
Δασκαλάκη Ελένη
καθηγήτρια Αγγλικών