Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ο Λεωνίδας Παπαμαλέκος στη δυτική Μακεδονία

και η μάχη της Σιάτιστας (4 Νοεμβρίου 1912)

 

H αρχή του 20ού αιώνα υπήρξε μια ιδιαίτερα ταραχώδης εποχή για τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Μία από τις μεγάλες συγκρούσεις που την ταλάνισαν ήταν ο Μακεδονικός Αγώνας (1903-1908), στο πλαίσιο του οποίου Έλληνες πατριαρχικοί και Βούλγαροι εξαρχικοί πολέμησαν με κάθε μέσο για να προστατέψουν ή διευρύνουν τα ερείσματά τους στην οθωμανική Μακεδονία, με την ελπίδα να «κερδίσουν» τους κατοίκους της και να την προσαρτήσουν σε δεύτερο χρόνο.

 

O αγώνας αυτός ανακόπηκε με τη συνταγματική επανάσταση των Νεότουρκων τον Ιούλιο του 1908, αλλά η εθνικιστική πολιτική που ακολούθησαν ώθησε τους τέως αντίπαλους και πλήθος άλλους εντός και εκτός του οθωμανικού κράτους να συμμαχήσουν, ώστε να διώξουν τους Τούρκους από την Ευρώπη. Με πρωτοβουλία της Ρωσίας, στις αρχές του 1912 η Σερβία και η Βουλγαρία σύναψαν διμερή στρατιωτική συμμαχία, ωθώντας την Ελλάδα να προχωρήσει σε κάτι αντίστοιχο με τη δεύτερη λίγο αργότερα. Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1912 τα βαλκανικά κράτη επέδωσαν κοινή διακοίνωση στην Πύλη, με την οποία ζητούσαν την υιοθέτηση ριζικών μεταρρυθμίσεων στα ευρωπαϊκά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η οθωμανική κυβέρνηση χαρακτήρισε τη διακοίνωση απαράδεκτη και ανακάλεσε τους πρέσβεις της, ενώ το ίδιο έκαναν και τα βαλκανικά κράτη, με τη διαφορά ότι της κήρυξαν τον πόλεμο.
Παρότι η Κρήτη τελούσε τυπικά υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου (από το 1898), οι Κρητικοί συμμετείχαν εξ αρχής και ενεργά στην πολεμική προσπάθεια. Η επιστράτευση που κηρύχθηκε στο νησί στις 18 Σεπτεμβρίου απέδωσε 3,5 χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι άρχισαν να επιβιβάζονται σε πλοία με κατεύθυνση τον Πειραιά στις 5 Οκτωβρίου, όπου την ίδια μέρα συγκροτήθηκε το Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών.1 Τις επόμενες μέρες το 1ο Τάγμα στάλθηκε στο Θεσσαλικό μέτωπο, όπου εξελισσόταν η κύρια ελληνική επίθεση, ενώ τα άλλα δύο τάγματα στάλθηκαν στην Ήπειρο, όπου έλαβαν μέρος στις εκεί επιχειρήσεις μέχρι την άνοιξη του 1913, οπότε και μεταφέρθηκαν στη Μακεδονία. Λίγες βδομάδες αργότερα αποφασίστηκε η μετάθεση μεγάλου μέρους της Κρητικής Χωροφυλακής στη Μακεδονία, ενώ χιλιάδες ακόμη Κρητικοί συμμετείχαν στην πολεμική προσπάθεια ως εθελοντές, αναλογικά πολύ περισσότεροι απ’ ότι από άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα της «Παλαιάς Ελλάδας».2
Ο Λεωνίδας Παπαμαλέκος ανταποκρίνεται στο κάλεσμα
Ένας από αυτούς τους εθελοντές ήταν και ο Λεωνίδας Μαλεκάκης – Παπαμαλέκος από τον Βάμο Αποκορώνου, γεννηθείς το 1870, ο οποίος πολέμησε όπως και ο αδερφός του Μανώλης στη Μεταπολιτευτική Επανάσταση των ετών 1895-1896, η οποία οδήγησε στην απελευθέρωση του Αποκόρωνα και του μεγαλύτερου μέρους του τότε Νομού Σφακίων, για αυτό και δίκαια ονομάστηκε «το προοίμιο της Κρητικής ελευθερίας». Ο Λεωνίδας δεν επαναπαύτηκε με την επίτευξη της αυτονομίας το 1898, αλλά έδωσε δυναμικά το «παρών» στον Μακεδονικό Αγώνα, αναλαμβάνοντας δράση στην κεντρική Μακεδονία, στην περιοχή Γευγελής – Δοϊράνης από το 1903 έως το 1905, οπότε και γύρισε στην Κρήτη για να συμμετάσχει στο Κίνημα του Θερίσου.

Με την κήρυξη του Βαλκανικού Πολέμου το 1912, ο Παπαμαλέκος «κατήλθε πάλιν αρξαμένου του πολέμου εκ των πρώτων. Επολέμησεν εις πλείστας μάχας και συμπλοκάς από του Σαρανταπόρου [7-8 Οκτωβρίου] μέχρι των Γιανιτσών [19-20 Οκτωβρίου], και είτα απεσύρθη προς τα μέρη της Ανασελίτσης [Νεάπολη Κοζάνης]» με το σώμα εθελοντών του, αποτελούμενο από 63 άνδρες εκτός από τον ίδιο.3 Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ήταν παρών στην απελευθέρωση της Κοζάνης στις 11 Οκτωβρίου, ως προς την οποία ο ανταποκριτής της Νέας Έρευνας αναφέρει: «Μετά 6ωρον πορείαν [από τα Σέρβια] εφθάσαμεν εις Κοζάνην, πόλιν 15 χιλιάδων, ελληνικωτάτην το αίσθημα, την γλώσσαν, τας μορφάς, την ευγένειαν, την φιλοξενίαν. Τύπος αμιγής Ελλήνων, παντού γέλως αθώος και ζητωκραυγαί υπέρ των Κρητών. Καίτοι μένουν 15 χιλ. στρατού και 10 χιλ. προσφύγων εντός, οι κάτοικοι εξήλθον των οικιών των, μας έδωσαν οικίας, φαγητά, ρούχα προς καταύλισιν, περιποιήσεις δε όσας ευρίσκει εν Κρήτη ο κουμπάρος βαπτίζων κανένα παιδί εις άλλο χωρίον. Εις τας καρδίας μας και την μνήμην μας όλων δια παντός θα μείνουν κεγχαραγμέναι αι εκ Κοζάνης εντυπώσεις μας. […] Ουδέποτε θα λησμονήσωμεν τους κατοίκους δια την φιλοξενία και τας περιποιήσεις των. Μας κατεγοήτευσαν».4

Η πρώτη απελευθέρωση της Σιάτιστας

Το βράδυ της ίδιας μέρας, 11 Οκτωβρίου, συγκροτήθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Σισανίου και Σιατίστης «Επιτροπή» από μέλη της Εθνικής Οργανώσεως Μακεδονικής Αμύνης και ντόπιους πρόκριτους, όπου ανακοινώθηκε ότι πλησιάζουν τα σώματα των Γεώργιου Δικώνυμου-Μακρή (από τον Καλλικράτη) και Ιωάννη Καραβίτη (από την Ανώπολη), οι οποίοι είχαν ήδη στείλει επιστολή στον μουδίρη (τον τοπικό διοικητή) να εκκενώσει την πόλη.5 Όταν ο μουδίρης διάβασε την επιστολή, πήγε στο Διοικητήριο και από εκεί στο τηλεγραφείο, προκειμένου να ζητήσει οδηγίες. Ωστόσο, τα σύρματα ήταν κομμένα, κι έτσι επέστρεψε στο Διοικητήριο, όπου συναντήθηκε με ορισμένους υπαλλήλους και συζήτησαν τι θα μπορούσαν να κάνουν. Το επόμενο πρωί το στρατιωτικό απόσπασμα που έδρευε στην πόλη, οι χωροφύλακες και οι λοιποί υπάλληλοι αναχώρησαν για τη Λείψιστα (Νεάπολη), αλλά ο μουδίρης δεν τους ακολούθησε.6
Τα ξημερώματα της 12ης Οκτωβρίου άρχισαν να χτυπούν οι καμπάνες και οι κάτοικοι ξεσηκώθηκαν και βγήκαν έξω να δουν τι γινόταν. Οι κάτοικοι της Χώρας μαζεύτηκαν στον περίβολο της Μητρόπολης και από εκεί πήγαν στη Γεράνεια, με επικεφαλής το Ιερατείο και σημαιοφόρο τον Παπαλάζαρο Κουρσάνου. Φτάσανε στην αγορά της Γεράνειας και από εκεί κατευθύνθηκαν όλοι μαζί προς τον Άγιο Νικάνορα, περιμένοντας τους αντάρτες, που φάνηκαν να πλησιάζουν βαδίζοντας συντεταγμένα. Ξέσπασαν ζητωκραυγές και χειροκροτήματα, ενώ η Επιτροπή και ο κλήρος έσπευσαν να τους υποδεχτούν. Το πλήθος φώναζε «Χριστός ανέστη! Καλώς ήρθατε αδέρφια μας!», πολλοί έκλαιγαν, άλλοι αγκαλιάζονταν και φιλιόντουσαν. Η πορεία επέστρεψε στη Χώρα με τον ίδιο ενθουσιασμό, ενώ η τελετή κορυφώθηκε με την απαγγελία του Εθνικού Ύμνου μπροστά από το Διοικητήριο, όπου ο Δήμαρχος Μηνάς Θεοδώρου υποδέχτηκε τους απελευθερωτές. Η παράδοση και παραλαβή της πόλης έγινε σε κλίμα ιδιαίτερης συγκίνησης, ενώ στη συνέχεια υψώθηκε στο κτήριο η γαλανόλευκη, εν μέσω ζητωκραυγών, χειροκροτημάτων και δακρύων. Η Σιάτιστα ήταν ελεύθερη.
Τα σώματα των Ευθύμιου Καούδη (από το Καψοδάσος) και Σεϊμένη (από την Ανώπολη) έμειναν για λίγες μέρες στη Χώρα και το σώμα του Ηλία Δεληγιαννάκη (από την Αργυρούπολη) στη Γεράνεια. Στις 15 Οκτωβρίου τα εθελοντικά σώματα των Κρητών αναχώρησαν, και η Επιτροπή ανέθεσε στους οπλαρχηγούς Σπύρο Τσαούση, Καραπιπέρη και Λιόλιο Τσαούση τη φρούρηση της πόλης. Παράλληλα, έστειλε μια αντιπροσωπεία στην Κοζάνη, προκειμένου να ζητήσει από τις εκεί ελληνικές στρατιωτικές αρχές την αποστολή αποσπάσματος για να καταλάβει «επίσημα» τη Σιάτιστα, όπως και έγινε. (*Η κατάληψη μιας περιοχής από εθελοντικά σώματα δεν στοιχειοθετεί αμάχητο τεκμήριο απελευθέρωσής της, καθώς τα σώματα αυτά δεν εκπροσωπούν επίσημα ορισμένη κρατική αρχή.) Στις 19 Οκτωβρίου μπήκε στη Σιάτιστα το απόσπασμα Ευζώνων του συνταγματάρχη Γεννάδη, και έγινε δοξολογία για την απελευθέρωση στην εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Έχοντας εκπληρώσει την αποστολή του, την επόμενη μέρα το απόσπασμα αποχώρησε.7

Η τουρκική αντεπίθεση

Στις 26 Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη, τον κύριο αντικειμενικό του σκοπό, ενώ μέσα στις επόμενες μέρες οι ελληνικές προφυλακές συνάντησαν τις βουλγαρικές νότια του Κιλκίς, κοντά στον Σοχό και στο Παγγαίο. Η κατάσταση φαινόταν να σταθεροποιείται στην κεντρική και ανατολική Μακεδονία, αλλά εξακολουθούσε να είναι ασταθής -αν όχι «νεφελώδης»- στη δυτική, όπου οι Τούρκοι κατάφεραν να απωθήσουν επιτυχώς την 5η Μεραρχία κοντά στη Βεύη και να συγκροτήσουν έναν μεγάλο τουρκικό θύλακα που περιλάμβανε το Μοναστήρι, την Κορυτσά, τη Φλώρινα και την Καστοριά. Οι τουρκικές δυνάμεις σε αυτή την περιοχή δεν ήταν πολύ ισχυρές, αλλά υπήρχε ο κίνδυνος να κινηθούν προς τα νοτιοδυτικά και να συνενωθούν με τις τουρκικές δυνάμεις στα Γιάννενα, πράγμα που θα καθιστούσε δυσχερέστερη την ελληνική προέλαση στην Ήπειρο, ενώ παράλληλα θα επέτρεπε στους Σέρβους να καταλάβουν «δια περιπάτου» τη δυτική Μακεδονία και την Αλβανία.
Αντιλαμβανόμενο τον κίνδυνο, το Γενικό Επιτελείο αναδιοργάνωσε τις δυνάμεις του και επιδίωξε την κατάληψη της Φλώρινας (η οποία καταλήφθηκε στις 7 Νοεμβρίου), αλλά στο μεταξύ δύο τμήματα τουρκικού στρατού ξεκίνησαν από τη Φλώρινα κινούμενα προς τα νότια, ένα προς τη Σιάτιστα υπό τη διοίκηση του Μεχμέτ πασά και ένα άλλο προς τα Γρεβενά υπό τη διοίκηση του Μπεκίρ αγά. Οι κινήσεις αυτές ανάγκασαν τα ελληνικά σώματα εθελοντών που είχαν προωθηθεί προς την Καστοριά να συμπτυχθούν προς τη Σιάτιστα, εν αναμονή ενισχύσεων. Μέσα σε λίγες μέρες, οι Τούρκοι προέλασαν στην περιοχή λεηλατώντας και καίγοντας πολλά χωριά, φτάνοντας μέχρι τη Λείψιστα (Νεάπολη), όπου εγκατέστησαν την έδρα τους.

Η μάχη της Σιάτιστας (4 Νοεμβρίου 1912)

Έχοντας αποφασίσει να συνεχίσει την προέλασή του προς τα νότια, στις 2 Νοεμβρίου 1912 ο Μεχμέτ πασάς έστειλε τον Οσμάν Μπάτσαρο από τη Βρόγκιστα (Καλονέρι) στη Σιάτιστα, προκειμένου να ζητήσει την παράδοσή της. Το τελεσίγραφο ανέφερε:
Αύριον πρωί περί την 1ην ώραν [εννοεί στις 7 το πρωί] να αποστείλητε πέντε προκρίτους δια να παραδώσητε την πόλιν. Άλλως θα βαδίσω εναντίον αυτής και θα την βομβαρδίσω.
Λειψίστη, 2 Νοεμβρίου 1912
Μεχμέτ πασάς, αρχηγός του στρατεύματος
Όταν το τελεσίγραφο έφτασε στη Σιάτιστα, επικράτησε μεγάλη ταραχή. Η κατάσταση στην πόλη ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς σε αυτήν είχαν καταφύγει δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες από την ευρύτερη περιοχή, και υπήρχαν ήδη σοβαρά προβλήματα ως προς την εξεύρεση επαρκούς τροφής και νερού.8 Οι πρόκριτοι μαζεύτηκαν στη Μητρόπολη για να συζητήσουν τι απάντηση να δώσουν. Ορισμένοι πρότειναν να αγνοηθεί το τελεσίγραφο και να σκοτώσουν τον αγγελιοφόρο, υπερίσχυσε όμως η γνώμη του αρχηγού των Κρητικών σωμάτων Γεώργιου Κατεχάκη να ζητηθεί προθεσμία μία-δύο ημερών, ώστε να κερδηθεί χρόνος.9 Έτσι, έστειλαν πίσω τον Μπάτσαρο μαζί με τον Νικόλαο Παπαχατζή, με ένα σημείωμα που έλεγε «Λάβαμε τη διαταγή σας και, αφού σκεφθούμε, θα απαντήσουμε αύριο». Ο Μεχμέτ πασάς εξέλαβε την απάντηση ως άρνηση, και άρχισε να προετοιμάζει τις δυνάμεις του για επίθεση.10
Σύμφωνα με επίσημη έκθεση του ΓΕΣ, οι τουρκικές δυνάμεις που διενήργησαν την επίθεση κατά της Σιάτιστας αποτελούνταν από το 16ο Τάγμα Σκοπευτών, δύο τάγματα εφέδρων, ένα τάγμα χωροφυλακής και μία ορειβατική πυροβολαρχία, συνολικά 1.800 άνδρες.11 Οι υπερασπιστές της Σιάτιστας δεν είχαν πλήρη εικόνα της δύναμης που είχαν απέναντί τους, αλλά έκαναν άμεσα αντίστοιχες προετοιμασίες, οργανώνοντας την άμυνα της πόλης και ζητώντας επειγόντως ενισχύσεις, ενώ τόνισαν στους άνδρες τους την εξαιρετική σημασία της επικείμενης μάχης, η οποία θα έκρινε όχι μόνο την τύχη της Σιάτιστας, αλλά ολόκληρης της δυτικής Μακεδονίας. Την πόλη υπερασπίστηκαν το απόσπασμα του Ηπειρώτη αντισυνταγματάρχη Αντώνιου Ηπίτη, δύο τάγματα πεζικού και μία πυροβολαρχία (με τρία πυροβόλα), το άνθος των κρητικών εθελοντικών σωμάτων υπό τους παλαίμαχους μακεδονομάχους Λεωνίδα Παπαμαλέκο, Μιχαήλ Αναστασάκη, Στυλιανό Παπαδόπετρο, Γεώργιο Δικώνυμο-Μακρή, Ευθύμιο Καούδη, Μανώλη Μακράκη, Εμμανουήλ Φιωτάκη, Μιχαήλ Τσόντο-Βάρδα, Γεώργιο Βολάνη, Ιωάννη Μαυρογένη, Βασίλειο Πούλακα, Ιωάννη Βρανά, Παύλο Γύπαρη, Εμμανουήλ Νικολούδη, Π. Γερογιάννη και Στ. Τζωρτζάκη, ο Λόχος Κρητών Διδασκάλων, δύναμη υπό τον αξιωματικό Γεώργιο Καπιτσίνη, το σώμα των Γαριβαλδίνων του Αλέξανδρου Ρώμα και σώμα από ντόπιους εθελοντές και άλλους Μακεδόνες.12
Σύμφωνα με την ανταπόκριση του Κήρυκα που δημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο «Η Μεγάλη Μάχη της Σιατίστης», «από της 11ης π.μ. της 4 τρέχοντος [Νοεμβρίου] ήρχισαν οι Τούρκοι ετοιμαζόμενοι όπως επιτεθούν κατά των ημετέρων. Υπεδείχθησαν εις τους Κρήτας θέσεις τινές τας οποίας και κατέλαβον […] Η μάχη ήρχισε την 12η ακριβώς, αλλ’ οι Τούρκοι ένεκα της ακατασχέτου ορμής των Κρητικών σωμάτων ηναγκάσθησαν να υποχωρήσωσιν ολίγον παρακάτω και να προφυλαχθώσιν όπισθεν δένδρων και υψωμάτων του [αναπεπταμένου] εδάφους. Αραιοί πυροβολισμοί εξηκολούθουν μέχρι της 2ας μ.μ. ώρας, οπότε διαλυθείσης ολίγον της ομίχλης εφάνησαν 1.000 Τούρκοι με λόγχην εφ’ όπλου, δοκιμάζοντες να αναρριχηθώσιν επί των δεσποζουσών των θέσεων ημών κλιτύων των λόφων.
Επειδή οι Τουρκαλβανοί έφερον μανδύλια επί της κεφαλής των, οι ημέτεροι εξέλαβον τούτους ως εδικούς των και ολίγον έλειψε να εμπέσωσιν εις παγίδα φοβεράν. Ευτυχώς οι ησκημένοι εις τοιαύτας πονηρίας Κρήτες κατανοήσαντες το τέχνασμα των Τούρκων επετέθησαν μετά τόλμης και ηρωισμού πρωτοφανούς κατ’ αυτών και τους εστενοχώρησαν [στρίμωξαν] τόσον, ώστε ήρχισαν να φωνάζωσιν ότι είναι Έλληνες και να μη τους πυροβολώσι. Εκ των τοιούτων επλανήθη και ο υπολοχαγός Γ. Καπιτσίνης ο γενναίος εν Κρήτη αγωνιστής κατά το 1897 και διέταξε διακοπήν του πυρός, αλλ’ οι Κρήτες εξηκολούθησαν τούτο, επλησίασαν δε τόσον μετά του λοιπού στρατού, ώστε ήλθον εις χείρας σχεδόν μετά των Τούρκων. [Ακολούθησαν] λογχισμοί, πυροβολισμοί δι’ όπλων και περιστρόφων, φωναί, μαχαιριές, αίματα, θάνατος.
Τότε τον γενναίον Καπιτσίνην, τον τολμηρόν μαχητήν, τον τολμηρότατον αεροπόρον μαχόμενον με το περίστροφον εις την μίαν χείραν και την σπάθην εις την άλλην φονεύει οβίς τουρκική και δύο παρ’ αυτού πολεμούντας Κρήτας. […] Ο νεαρός εύελπις Στυλιανός Παπαδόπετρος, ο προ διετίας απολυθείς εκ του Γυμνασίου Χανίων, ο μετά διαγωνισμόν εισαχθείς εις την Σχολήν των Ευελπίδων, μέλλων να καταστή εις εκ των αρίστων του Ελληνικού στρατού αξιωματικών μάχεται ηρωικώς και ευρίσκει ένδοξον θάνατον επί του αιμοβαφούς εδάφους, παρ’ αυτόν πίπτει και ο νεαρώτατος δημοδιδάσκαλος του Πρασσέ Εμμ. Φιωτάκης, απόφοιτος του Ιεροδιδασκαλείου Κρήτης και εκ της γνωστής φιλοπάτριδος και πολυκλάδου του Σελίνου οικογενείας. Παρ’ αυτούς πίπτει και ο Λεωνίδας Παπαμαλέκος, ο γνωστός ηρωικός μαχητής της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής του 1895-1896, ο εν Κάμποις, Βρύσες, Σελλίοις Αγίου Βασιλείου και Βάμω τοσάκις αναμετρηθείς εν Κρήτη προς τας ορδάς της Αλβανικής Χωροφυλακής, προς τον ταγματάρχην Μουσταφάν Μεμένην και τον Γιανιτσαράκην του Αγίου Βασιλείου.
Εν τη Ομηρική εκείνη μάχη της Σιατίστης εφονεύθησαν και επληγώθησαν περί τους 100 Κρήτες, Τούρκοι δε πλείονες των 400, αφού 200 πτώματα ευρέθησαν επί του πεδίου της μάχης της επιούσαν. Ο περίφημος Μπεκήρ αγάς επληγώθη, αυτός δε ήτο ο διευθύνων τους Τούρκους έφιππος και ατρόμητος κατά το πλείστον της μάχης. Τιμή και δόξα εις τους τετιμημένους της Σιατίστης νεκρούς, τιμή και δόξα εις τον Κατεχάκην, το γενναίον της Ίδης τέκνον, τιμή και δόξα εις πάντα τα ανταρτικά σώματα τα μετάσχοντα της μάχης, καθ’ ότι έσωσαν την Σιάτισταν, προέλαβον των εν αυτή συσσωρευμένων προσφύγων την σφαγήν, προέλαβον πλείστα όσα κακά και την κατά της Κοζάνης επίθεσιν, ήτις σήμερον ευγνωμονεί πάντας τους μαχητάς της Σιατίστης και εύχεται ίνα η Πατρίς γεννά άξια τοιαύτα τέκνα».13
Ο Ιωάννης Αποστόλου περιγράφει στο βιβλίο του Ιστορία της Σιάτιστας (1929) τον ηρωικό θάνατο του Παπαμαλέκου: «Εις εκατό μέτρων απόστασιν από της θέσεώς μας το αντάρτικον σώμα του Καπετάν Παπαμαλέκου πλησιάζει τον εχθρόν πενήντα βήματα, οι γενναίοι Κρητικοί μάχονται πλέον με τα περίστροφά των και εξάγουν τις πελώριες κάμες των. Δύο διμοιρίαι τρέχουν εις ενίσχυσίν των και οι εχθροί αντλαμβάνονται πλέον τον κίνδυνον. Αλλ’ είναι αργά, η λόγχη του Έλληνος στρατιώτου και η κάμα του Κρητικού έχουν τον λόγον. […] Ο εχθρός προ της μανίας αυτής απελπίζεται. Μεταχειρίζεται διάφορα μέσα για να μας εξαπατήσει, βοηθούμενος προς τούτο από πυκνήν ομίχλη, η οποία δεν μας επέτρεπε να τον βλέπωμεν. Ακούωμεν φωνάς. «Μη κτυπάτε, μωρέ παιδιά, δικοί σας είμαστε, Έλληνες. Γιώργο, Κώστα, Γιάννη». Και πράγματι, πολλοί στρατιώται απατώμεθα και παύομεν προς στιγμήν το πυρ. Ακούεται όμως αμέσως η βροντώδης φωνή του Παπαμαλέκου: «Βαράτε τα σκυλιά! Βαράτε τους!» Ένα πυρ ομαδικό ολοκλήρου της διμοιρίας στέλλει τον θάνατον εις τους εχθρούς. Ο Καπετάν Παπαμαλέκος ενθουσιάζεται και διατάσσει τους άνδρας του να επιτεθούν κραυγάζων: «Στα χέρια, στα χέρια!» Μια σφαίρα του εχθρού κόβει την φράσιν του εις το μέσον και σωριάζει τον λεβέντη καπετάνιο επάνω σε κάτι θυμάρια. «Α! Τα σκυλιά εφάγανε τον καπετάνιο μας!» ακούγονται τα μουγκρητά των παλληκαριών του, τα οποία ορμούν με τις κάμες εναντίον των αφρισμένων Τουρκαλβανών, οι οποίοι προ της λύσσης φεύγουν, πηδώντες τους απότομους βράχους του βουνού σαν κατσίκια».14
Η μάχη συνέχισε να είναι αμφίρροπη για ένα διάστημα, αλλά το απόγευμα οι Τούρκοι συνειδητοποίησαν ότι θα ήταν αδύνατο να υπερισχύσουν και καταλάβουν την πόλη, οπότε ο Μεχμέτ πασάς αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την ομίχλη και την έλευση της νύχτας και διέταξε τα αποδεκατισμένα τάγματά του να υποχωρήσουν προς τη Λείψιστα. Πολλοί πίστευαν πως εκεί θα αναδιοργάνωνε τις δυνάμεις του και θα συνέχιζε να ανθίσταται, αλλά αντιθέτως μάζεψε ό,τι δυνάμεις είχε και συνέχισε την υποχώρηση βορειοδυτικά προς το Άργος Ορεστικό (τότε Χρούπιστα) και την Καστοριά. Σύμφωνα με ανταπόκριση της χανιώτικης εφημερίδας Ελεύθερον Βήμα μερικές μέρες αργότερα, «Μετά την [ανα]κατάληψιν των Γρεβενών, εθελοντικά σώματα Κρητών και ευζωνικά τάγματα στρατού, προελάσαντα βορείως συνήψον μάχας αιματηράς προς μεμονωμένα τάγματα Τουρκικού στρατού και σώματα τουρκαλβανών εις Τσούρχλι [Άγιος Γεώργιος Γρεβενών], Ανασελίτσαν [Νεάπολη] και άλλα χωρία της περιφερείας εκείνης της Μακεδονίας. Απωθήσαντες και διασκορπίσαντες οι ημέτεροι τας Τουρκικάς αυτάς δυνάμεις, απηλευθέρωσαν όλα τα χωρία και τας κωμοπόλεις της περιφερείας Γρεβενών και Ανασελίτσας, φθάσαντες μέχρι της λίμνης της Καστοριάς».15 Στις 15 Νοεμβρίου ο «Διάδοχος τηλεγραφεί ότι ημέτερον Σύνταγμα ιππικού κατέλαβε προχθές Καστοριάν, όπου έφθασεν ήδη και ολόκληρος Μεραρχία του εκεί Τουρκικού στρατού, τραπέντος εις φυγήν».16 Ο έλεγχος της δυτικής Μακεδονίας είχε πλέον διασφαλιστεί, και οι ελληνικές δυνάμεις μπορούσαν να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στην Ήπειρο, όπου οι Τούρκοι εξακολουθούσαν να αντιστέκονται (τα Γιάννενα τελικά παραδόθηκαν στις 21 Φεβρουαρίου 1913).

Ο απολογισμός

Ο απολογισμός της μάχης της Σιάτιστας για την ελληνική πλευρά ήταν 70 νεκροί και 150 τραυματίες, ενώ οι Τούρκοι είχαν περίπου 470 νεκρούς.17 Ο διοικητής των ελληνικών δυνάμεων αντισυνταγματάρχης Ηπίτης έκανε σαφή μνεία στον ηρωισμό όλων των υπερασπιστών της Σιάτιστας στην ημερήσια διαταγή που εξέδωσε, και ιδίως των Κρητών: «Λαβών υπ’ όψιν μου αφ’ ενός μεν την μέχρι τούδε δράσιν και θυσίαν, ην κατά τας δυσχερείς ταύτας της πατρίδος περιστάσεις τα υπό τον λοχαγόν Κατεχάκην εθελοντικά σώματα επεδείξαντο, αφ’ ετέρου δε την υπό πάντων των Κρητών επιδειχθείσαν γενναιότητα κατά την μάχην Σιατίστης, επαινώ ανεξαιρέτως πάντας τους υπό τας διαταγάς μου τεθέντας Κρήτας, συγχαίρων αυτούς δια τα γενναία και φιλοπάτριδα αισθήματα, άτινα οδηγούσιν εις τον κοινόν τούτον υπέρ της Πατρίδος αγώνα, πεποιθώς ότι και εις το μέλλον την αυτήν θέλουσιν επιδείξει γενναιότητα και πειθαρχίαν, να είστε δε βέβαιοι ότι ουδεμίαν ποιούμαι διάκρισιν μεταξύ αυτών και των λοιπών υπό τας διαταγάς μου ανδρών».18
Τη συμβολή των Κρητών εθελοντών εξήρε με καθυστέρηση μερικών ημερών -λόγω της δυσκολίας μεταφοράς και επαλήθευσης των ειδήσεων- και η χανιώτικη εφημερίδα Νέα Έρευνα, η οποία ανέφερε στις 24 Νοεμβρίου πως «Των [Κρητικών] αντάρτικων σωμάτων η δράσις και η συμβολή εις τον διεξαγόμενον μέγαν εθνικόν αγώνα είναι σημαντική, ο ελληνικός τύπος δε ευφημότατα αναφέρει αυτήν. Εν Σιατίστη τα ανταρτικά σώματα τα υπό τους Παπαδόπετρον, Φιωτάκην, Αναστασάκην, Μαλέκον και άλλους, υπό την γενικήν αρχηγίαν του υπολοχαγού Καπιτσίνη, επολέμησαν μετ΄ απαραμίλλου ηρωισμού, έσωσαν δε την ελληνικήν ταύτην πόλιν από της επιδρομής των ορδών του Μπεκήρ αγά [του Μεχμέτ πασά]. Περί τους 100 εφονεύθησαν εκ των Ελλήνων κατά την μάχην ταύτην, εν οις ο αρχηγός Καπιτσίνης, εκ τούτων δε υπέρ των 30 ήσαν Κρήτες, εν οις ο Στ. Παπαδόπετρος, Φιωτάκης, Λ. Μαλέκος οπλαρχηγός, Λ. Παπαδάκης και άλλοι, ετραυματίσθη δε κατά το γόνυ ο αρχηγός Αναστασάκης. Εκ των Τούρκων εφονεύθησαν άνω των 200, εν τέλει δε απεκρούσθησαν ούτοι και εσώθη η Σιάτιστα».19
Ως προς τη σημασία της μάχης αυτής, ο μετέπειτα στρατηγός Νικόλαος Κλαδάς έγραψε στις Πολεμικές Αναμνήσεις του πως «Η μάχη της Σιατίστης είναι μοναδική εις το είδος της κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους». Αναφέρει επίσης ότι «οι Σιατιστείς δεν προσήλθαν στη μάχη ως ερασιτέχνες… αλλά ως πραγματικοί μαχητές, υπό τις διαταγές του Λοχαγού Γ. Κατεχάκη». Τη σημασία της μάχης εξήρε και ο γιατρός Μιχαήλ Αναστασάκης από τη Σπηλιά Κισάμου, ο οποίος πολέμησε σε αυτήν ως αρχηγός περίπου εκατό Κισαμιτών εθελοντών και τραυματίστηκε, αναφέροντας στο βιβλίο του Ιστορικές Αφηγήσεις του 1912 πως «Εάν η Σιάτιστα έπιπτε, τα όρια του Ελληνικού κράτους θα ήταν νοτιώτερον της Φλωρίνης».20
Περισσότερα ονόματα και στοιχεία για τους πεσόντες αναφέρονται σε άρθρο υπό τον τίτλο «Οι Φονευθέντες Κρήτες εις την Σιάτιστα» που δημοσιεύτηκε την 1η Δεκεμβρίου 1912 στο Ελεύθερο Βήμα, όπου αναφέρεται πως στη μάχη της Σιάτιστας έπεσαν οι Στυλιανός Παπαδόπετρος από τα Σφακιά, Κωνσταντίνος Επισκοπάκης από το Ρέθυμνο, Ιωάννης Καγιαννάκης από τα Σφακιά, Εμμανουήλ Γιωτάκης από το Σέλινο, Λεωνίδας Παπαμαλέκος (Μαλεκάκης) από το Βάμο, Λεωνίδας Παπαδάκης από τον Αποκόρωνα (δεν αναφέρεται χωριό), Ν. Γιαννουριάκης από την Κυδωνία, Χρίστος Χριστοδουλάκης από την Κυδωνία, Αστρινός Πετράκης, Σάββας Πετράκης από το Μαλεβίζι και Γεώργιος Πατεράκης, επίσης από το Μαλεβίζι.21 Ιδιαίτερη εντύπωση φαίνεται να προκάλεσε η είδηση του θανάτου του Λεωνίδα Παπαμαλέκου, η οποία προκάλεσε θρήνο αλλά και θαυμασμό για τον μεγάλο άνδρα, τον οποίο το ριζίτικο τραγούδι απαθανάτισε με τον δικό του τρόπο:
Μαύρο πουλίν εκάθισε στου Βάμου τα σεράγια
Και κελαϊδεί λυπητερά και παραπονεμένα
-Μαλέκο Λεωνίδα μου, όμορφο παλληκάρι,
απού ‘χες το λυγνό κορμί και τη βεργένια μέση,
η μαύρη γη σε χαίρεται εις την Μακεδονία.
Κλαίει σ’ ο Βάμος, κλαίει σε, κι η Επαρχία ούλη,
κι είναι για σένα τα βουνά τ’ Αποκορώνου μαύρα,
σα να τα δέρνη άνεμος και ταραχή μεγάλη.22
Αναγνωρίζοντας τον ηρωισμό και τη συμβολή του στην απελευθέρωση της δυτικής Μακεδονίας, ο Δήμος Σιάτιστας τοποθέτησε προτομή του Λεωνίδα Παπαμαλέκου μπροστά από το Δημαρχείο της Σιάτιστας, το Τσιστοπούλειο Μέγαρο, τα αποκαλυπτήρια της οποίας έγιναν με μεγαλοπρέπεια στις 4 Νοεμβρίου 2004, παρουσία πλήθους εκπροσώπων των τοπικών αρχών και αντιπροσωπείας δεκάδων Κρητικών. Σε συνέχεια αυτής της πρωτοβουλίας, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χανίων, ο Δήμος Βάμου, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Βάμου «ο Πρίνος» και ο Σύλλογος Βαμιανών Αττικής «ο Βάμος» χρηματοδότησαν την τοποθέτηση αντίστοιχης προτομής μπροστά από το Δημαρχείο του Βάμου, τα αποκαλυπτήρια της οποίας έγιναν στις 12 Αυγούστου 2007. Οι Σιατιστινοί και λοιποί Βοϊώτες τιμούν κάθε χρόνο τη μνήμη του Παπαμαλέκου και των άλλων Κρητικών πεσόντων με λαμπρότητα, και στις φετινές εκδηλώσεις μνήμης θα παραστεί για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια μεγάλη αντιπροσωπεία του Δήμου Αποκορώνου και έξι πολιτιστικών συλλόγων της περιοχής (Βάμου, Γαβαλοχωρίου, Κάινας, Ντουλιανών, Τσιβαρά και Πλάκας – Αλμυρίδας).

*O δρ. Γιώργος Λιμαντζάκης είναι τουρκολόγος – ιστορικός

Πηγές – Βιβλιογραφία

• Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος, Το Μακεδονικό Ζήτημα 1856-1913, Επίκεντρο, 5η έκδοση, Θεσσαλονίκη 1993.
• Ιστορικό Αρχείο Κρήτης (ΙΑΚ), Αρχείο Εφημερίδων, Ελεύθερον Βήμα, Κήρυξ, Νέα Έρευνα Χανίων, Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1912.
• Κελαϊδής Πάρις, Κρητικοί Εθελοντές στους Απελευθερωτικούς Πολέμους 1912- 1913, Αθήνα 1995.
• Μάντακας Γιάννης, Κρήτες Μακεδονομάχοι 1903- 1912, Ένα μήνυμα Ελευθερίας με ιστορίες – εικόνες – ριζίτικα τραγούδια, Χανιά 1994.
• Μόδης Γεώργιος, Μακεδονικός Αγών και Μακεδόνες Αρχηγοί, Θεσσαλονίκη 1950.
• Μπόντας Γεώργιος, τέως διευθυντής της Μανουσείου Δημοσίας Βιβλιοθήκης Σιάτιστας, «Ο Κρητικός Λεωνίδας Παπαμαλέκος, αγωνιστής οπλαρχηγός της Μάχης της Σιάτιστας», εφ. Πτολεμαίος, 19 Νοεμβρίου 2004.
• Παναγιωτάκης Γεώργιος, 20ός αιώνας, Ιστορία των Κρητικών αγώνων εκτός Κρήτης, 2010.

1. Κατά την επιβίβαση τους στα πλοία οι άνδρες έφεραν πολιτική περιβολή, ώστε να μη δοθεί πρόσχημα στις Δυνάμεις να επέμβουν.
2. Σύμφωνα με την επίσημη πολεμική έκθεση του ΓΕΣ για το 1912, από τους 6.025 εθελοντές που συνέδραμαν την πολεμική προσπάθεια του ελληνικού στρατού, οι 3.566 ήταν Κρητικοί, οι οποίοι σχημάτισαν 77 εθελοντικά σώματα, ενώ από την «Παλαιά Ελλάδα» κατατάχθηκαν μόλις 1.812 άνδρες ως εθελοντές.
3. ΙΑΚ, Κήρυξ, 23 Νοεμβρίου 1912, σ. 2.
4. ΙΑΚ, Νέα Έρευνα, 10 Νοεμβρίου 1912, σ. 2.
5. Η επιστολή αυτή ανέφερε: «Προς τον Σταθμάρχη Σιατίστης. Εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου σε διατάσσομεν όπως αμέσως εκκενώσης την πόλιν, διότι θα παρελάση αύριον ο Ελληνικός Στρατός προς απελευθέρωσιν αυτής. Οι αρχηγοί Μακρής και Καραβίτης». Φ. Σαραντόπουλος, Εμπρός δια της λόγχης (1912-1913), σ. 156.
6. Ο μουδίρης της Σιάτιστας ήταν βλαχόφωνος, ρουμανίζων ως προς το φρόνημα. Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 157.
7. Σύμφωνα με τη Σιατιστινή ζωγράφο Θάλεια Φλωρά – Καραβία, «Η Σιάτιστα έχει την υπερηφάνειαν ότι ύψωσε την Ελληνική σημαία μόνη της, προτού έλθει ο Στρατός». Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 160.
8. Σύμφωνα με τον Σαραντόπουλο, στη Σιάτιστα είχαν καταφύγει περίπου 45.000 πρόσφυγες, αριθμός υπερβολικά μεγάλος για τα δεδομένα και τις υποδομές της πόλης. Ό.π., σ. 287.
9. Σύμφωνα με τον Αναστασάκη, ο Κατεχάκης ανέφερε πως «ο Στρατός και οι Κρήτες θα υπερασπισθούμε την πόλη μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός μας και δεν θα την παραδώσουμε». Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 301.
10. Οι Τούρκοι δεν σεβάστηκαν τον Έλληνα απεσταλμένο, τον οποίο έδεσαν και οδήγησαν έξω από το χωριό για εκτέλεση. Ο Παπαχατζής ζήτησε με τη μεσολάβηση του Οσμάν Μπάτσαρου να γράψει μια αποχαιρετιστήρια επιστολή στην οικογένειά του, αλλά ενώ οι Τούρκοι αξιωματούχοι διαφωνούσαν ως προς αυτό ο Οσμάν που εκτιμούσε τον Παπαχατζή τον άφησε να διαφύγει. Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 287.
11. Έκθεση ΓΕΣ, ό.π., σ. 248.
12. Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 288.
13. ΙΑΚ, Κήρυξ, 23 Νοεμβρίου 1912, σ. 1-2.
14. Γ. Μπόντας, «Ο Κρητικός Λεωνίδας Παπαμαλέκος», Πτολεμαίος, 19 Νοεμβρίου 2004, σ. 2.
15. ΙΑΚ, Ελεύθερον Βήμα, 3 Νοεμβρίου 1912, σ. 3.
16. ΙΑΚ, Νέα Έρευνα, 16 Νοεμβρίου 1912, σ. 2.
17. Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 303.
18. Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 297.
19. ΙΑΚ, Νέα Έρευνα, 24 Νοεμβρίου 1912, σ. 2-3.
20. Φ. Σαραντόπουλος, ό.π., σ. 297 και 303.
21. ΙΑΚ, Ελεύθερον Βήμα, 1 Δεκεμβρίου 1912, σ. 4.
22. Ι. Παπαγρηγοράκης, ποιητική συλλογή Ριζίτικα και Κ. Λαγουμιτζάκης, Μνημόσυνα, Ένωση Φρεδιανών «Η Παναγία των Δύο Βράχων», Καλλιτεχνικός Όμιλος «Ο Αποκόρωνας», Χανιά 1988.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα