Στα τρία σωζόµενα κάστρα του λιµανιού της Σούδας στην ανατολική θαλάσσια είσοδο του ∆ήµου Χανίων, τόσο ξεχωριστά στο καθένα από αυτά, όσο και ως σύνολο ενός σπάνιου οχυρωµατικού συµπλέγµατος, µοναδικού στο είδος του στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, έχουµε αναφερθεί µε άρθρα µας µέσα από αυτή τη στήλη στο παρελθόν.
Έχουµε επισηµάνει επίσης, τη δυνατότητα της δηµιουργίας ενός αξιόλογου θεµατικού µονοπατιού σε συνδυασµό µε τις αρχαιότητες της Απτέρας, της σπουδαιότερης πόλης -κράτους της ∆υτικής Κρήτης, µε διαχρονικές αναφορές για την ζωή και την ύπαρξη των ανθρώπων στο χαρισµατικό αυτό τόπο από τα πανάρχαια χρόνια.
Ωστόσο νεότερα δεδοµένα και εξελίξεις που έχουν προκύψει, ως προς τη διάσωση και αξιοποίηση αυτών των µνηµείων των περιόδων της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη, µας ώθησαν στην επαναφορά στο δηµόσιο βήµα «των Χανιώτικων Νέων», του σηµαντικού αυτού για τον τόπο µας ζητήµατος.
ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΙΤΖΕ∆ΙΝ
Εξελίξεις θετικές και ελπιδοφόρες, ως προς το φρούριο «Ιτζεδίν», το οποίο µετά από αίτηµα της ∆ηµοτικής Αρχής παραχωρήθηκε πρόσφατα µε µικρό ενοίκιο από την Εταιρεία Ακινήτων του ∆ηµοσίου στο ∆ήµο Χανίων. Πράξη που θεωρείται επίτευγµα της ∆ηµοτικής Αρχής, ως συνέχεια και των ενεργειών προηγούµενων Αυτοδιοικητικών Αρχών, αλλά και ως δικαίωση των πνευµατικών ανθρώπων και ενεργών πολιτών του τόπου µας που αγωνίζονται εδώ και χρόνια για τη διάσωση του µνηµείου. Ταυτόχρονα ανακοινώθηκε από τον κύριο ∆ήµαρχο η πρόθεση της ∆ηµοτικής αρχής να µεταφερθεί το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης στο χώρο, στο πλαίσιο πιθανόν µιας επιχειρούµενης αποκέντρωσης των υπηρεσιών από το κέντρο της πόλης. Η άποψη, όµως, αυτή προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις από ειδικούς επιστήµονες επί του θέµατος, οι οποίοι µιλούν για σοβαρές τεχνικές και πρακτικές δυσκολίες, ως προς τη λειτουργία του Ιστορικού Αρχείου στο χώρο αυτό. Γνώµες µε βαρύνουσα σηµασία που οφείλει το ∆ηµοτικό Συµβούλιο της πόλης µας να τις εξετάσει, γιατί προέρχονται από ειδικούς που οφείλουµε να λαµβάνουµε υπόψη τη γνώµη τους, κατά τη Σωκρατική αντίληψη, όπως αυτή αποτυπώνεται στον «Κριτία» του Πλάτωνα.
Από την άλλη, το µνηµείο υποδεικνύει από µόνο του τη µελλοντική χρήση του µε την ανάδειξη του χώρου, δίνοντας ιδιαίτερη έµφαση στον πολιτικό ρόλο του στα νεότερα χρόνια της Ιστορίας της πατρίδας µας, ως χώρος φυλάκισης κυρίως πολιτικών κρατουµένων που αγωνίσθηκαν για την ελευθερία και τη ∆ηµοκρατία και διώχτηκαν για τις ιδέες τους. Αυτή η χρήση προσδίδει και την πρωτοτυπία στο µνηµείο και αποτελεί από µόνη της λόγο επίσκεψης και προσκυνήµατος σε αυτόν το χώρο. Αρκεί η διάσταση αυτή να φωτιστεί, και να ενισχυθεί µε σεβασµό στην ιστορία και την πολιτική βαρύτητα κάθε γωνιάς του µνηµείου.
Συνακόλουθα θα αναδειχτεί µέσα από την αποκατάσταση του φρουρίου και η άλλη σηµαντική διάσταση του µνηµείου, που πηγάζει από τη χρήση του ως Οθωµανικό φρούριο, ενώ θα προκύψουν και κατάλληλοι χώροι για πολυποίκιλες πολιτιστικές εκδηλώσεις και δράσεις.
Οποιαδήποτε άλλη κυρίαρχη χρήση υιοθετηθεί στην καθηµερινότητα του µνηµείου κατά την άποψή µας, µετά από ορισµένα χρόνια υπάρχει ο κίνδυνος να επισκιάσει τη χρήση του, ως τόπου µαρτυρίου και θυσίας, αποδυναµώνοντας τη διάσταση της ιστορικής και πολιτικής µνήµης αυτού του τοπόσηµου της Ιστορίας της νεότερης Ελλάδας.
Σε κάθε περίπτωση αυτό που προέχει αυτή τη στιγµή δεν είναι µια χρονοβόρα µελέτη για τη µελλοντική χρήση του φρουρίου, αλλά οι άµεσες ενέργειες και επεµβάσεις που πρέπει να γίνουν, αξιοποιώντας και τη σχετική υπάρχουσα νοµοθεσία του κατεπείγοντος, για την άρση της ετοιµορροπίας του µνηµείου και την αποκατάστασή του, πριν την πλήρη κατάρρευσή του… Εκεί να επικεντρωθούν όλες οι προσπάθειες!
Ο ΚΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΣΟΥΜΠΑΣΗ
Το άνοιγµά του «Κούλε του Σούµπαση» στο λόφο «Παλαιοκάστρο» της Απτέρας, στους επισκέπτες το φετινό καλοκαίρι, µετά από δεκατρία χρόνια που παρέµεινε κλειστός, µε τη µεγάλη επισκεψιµότητα που ακολούθησε στο χώρο, αλλά και η οργάνωση σε αυτόν πολιτιστικών δρώµενων, δικαίωσαν την από κοινού πρωτοβουλία του ∆ήµου Χανίων και του Πολιτιστικού Συλλόγου Απτέρας. Και τούτο γιατί µέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου ανέλαβαν, ως εθελοντές, το καθηµερινό άνοιγµά του κάστρου. Αλλά και για τους χειµερινούς µήνες, µέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου προθυµοποιούνται να ανοίγουν κάθε Κυριακή το κάστρο προκειµένου οι επισκέπτες να έχουν τη δυνατότητα να δουν τη µόνιµη έκθεση που λειτουργεί στο χώρο µε τίτλο:«Οι φρουροί της Σούδας». Μια έκθεση που καλό είναι κατά την άποψή µας να εµπλουτισθεί επιστηµονικά µε το σπάνιο αρχειακό υλικό της προσωπικής συλλογής του αρχαιολόγου, πρώην διευθυντή της 13ης και 28ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Κου Μιχάλη Ανδριανάκη.
Ο Μιχάλης Ανδριανάκης, που είναι ο πρώτος ο οποίος έκανε την πρόταση για την ανάδειξη και αξιοποίηση των κάστρων της Σούδας και που µε πρωτοβουλία του αναπαλαιώθηκε το κάστρο, έχει, ως γνωστό ασχοληθεί ιδιαίτερα µε το αµυντικό σύστηµα του λιµανιού. Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι σε δηµόσιες συζητήσεις στο παρελθόν, έχει εκδηλώσει την προθυµία του για την παραχώρηση του υλικού που διαθέτει για τη δηµιουργία µιας µόνιµης έκθεσης στο χώρο του «Κούλε του Σούµπαση.» Ευνόητο ακόµα είναι ότι το κάστρο πρέπει να παραµένει ανοιχτό όλη τη διάρκεια του έτους, σε καθηµερινή βάση, µε την παρουσία υπαλλήλου του ∆ήµου Χανίων, στον οποίο ανήκει ιδιοκτησιακά, ώστε να έχουν και τα σχολεία τη δυνατότητα να τον επισκεφτούν.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΝΗΣΙ∆ΑΣ ΤΗΣ ΣΟΥ∆ΑΣ
Το εµβληµατικό Βενετσιάνικο κάστρο της Νησίδας της Σούδας, εξακολουθεί να βυθίζεται στη δίνη της λήθης, παρά το σηµαντικό αρχαιολογικό έργο αναστήλωσης του κάστρου που έγινε κατά την περίοδο 1996- 1999, στο πλαίσιο του προγράµµατος:«Κάστρων περίπλους». Το έργο µάλιστα συµπληρώθηκε µε παρεµβάσεις της Αυτοδιοίκησης, το 2005 µε έργα ελλιµενισµού για την ευκολότερη προσάραξη των πλοιαρίων στο νησί και το 2017 µε έργα συντήρησης της πύλης εισόδου του κάστρου. Αξιοσηµείωτο είναι ακόµα ότι από το 2007 έως το 2013 η νησίδα ήταν επισκέψιµη και προσβάσιµη στους πολίτες κατά τους καλοκαιρινούς µήνες.
Καιρός είναι λοιπόν να µπει ξανά στο τραπέζι του διαλόγου το θέµα της επισκεψιµότητας της νησίδας της Σούδας, ενόψει της επικείµενης καλοκαιρινής περιόδου. Τα όποια εµπόδια προκύψουν σαφώς µπορούν να ξεπερασθούν µε µια µαχητική διεκδίκηση.