Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Ο μη αποκλεισμός στο περιβάλλον της σχολικής τάξης

Οι ορισμοί που δίνουν οι διάφοροι συγγραφείς στην έννοια του μη αποκλεισμού (inclusion) ποικίλλουν. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι ο μη αποκλεισμός στην εκπαίδευση είναι μία προσέγγιση στη διδασκαλία για παιδιά με ειδικές ανάγκες.
Στα πλαίσια της προσέγγισης του μη αποκλεισμού, μαθητές με ειδικές ανάγκες συνυπάρχουν με κανονικούς μαθητές (χωρίς ειδικές ανάγκες) μες απ’ την ικανοποίηση των ιδιαίτερων εκπαιδευτικών αναγκών τους. Η έρευνα έχει δείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει αυτή η συνύπαρξη χωρίς να παρατηρείται αρνητισμός από πλευράς των «κανονικών» μαθητών.
Οι πρακτικές του μη αποκλεισμού απορρίπτουν την ύπαρξη ειδικών σχολείων ή τάξεων προκειμένου να μην διαχωρίζονται τα παιδιά με ειδικές ανάγκες απ’ τα παιδιά που δεν έχουν ειδικές ανάγκες. Σε μία ευρύτερη βάση ο μη αποκλεισμός έχει να κάνει με το δικαίωμα του κάθε παιδιού να συμμετέχει στην εκπαιδευτική διαδικασία και με το καθήκον του σχολείου να δέχεται το κάθε παιδί στην τάξη. Πηγαίνοντας και λίγο πιο πέρα, θα ’λεγα ότι ο μη αποκλεισμός δεν αφορά μόνο σε μαθητές, αλλά και σε εκπαιδευτικούς σκοπούς, στυλ διδασκαλίας, διδακτικές και μαθησιακές συμπεριφορές και στην ίδια τη διδακτική ύλη· επομένως, ένας τέτοιος μη αποκλεισμός είναι σύστοιχος με την αρχή της μη εναντίωσης σύμφωνα με την οποία δεν αποκλείεται απ’ την διδασκαλία τίποτα απ’ τα παραπάνω.
Γίνεται φανερό ότι η ανάγκη υιοθέτησης μίας τέτοιας προσέγγισης απορρέει απ’ την ανομοιογένεια του μαθητικού πληθυσμού σε επίπεδο ικανοτήτων (φυσικών ή πνευματικών). Η φοίτηση ατόμων με κάποια μορφή ανικανότητας (disability) σε κανονικά σχολεία της Αυστραλίας και των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής επιβάλλει την υιοθέτηση πρακτικών μη αποκλεισμού. Αρκετές άλλες χώρες, επίσης, είναι πρωτοπόρες στην εφαρμογή τακτικών που ευνοούν τον μη αποκλεισμό ατόμων με αναπηρίες από κανονικές τάξεις.
Ο μη αποκλεισμός μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους. Απ’ τους πιο διαδεδομένους είναι η ανταποδοτική διδασκαλία (peer teaching, peer tutoring) όπου σε κάθε τάξη σχηματίζονται δυάδες αποτελούμενες από έναν μαθητή χωρίς ειδικές ανάγκες κι από έναν μαθητή με ειδικές ανάγκες. Ο «κανονικός» μαθητής αναλαμβάνει να διδάξει τον άλλο μαθητή με την αναπηρία. Μία τέτοια μορφή μη αποκλεισμού έχει θετικές επιδράσεις σε διάφορες εκπαιδευτικές παραμέτρους. Συγκεκριμένα, η έρευνα έχει δείξει ότι συμβάλλει στην αύξηση της φυσικής δραστηριότητας, του χρόνου ενεργούς συμμετοχής (αναφέρεται στο χρονικό εκείνο διάστημα όπου οι μαθητές συμμετέχουν στις δραστηριότητες του μαθήματος με τρόπο που εξασφαλίζει την επιτυχία ή τη μάθηση) και των επιπέδων φυσικής κατάστασης και αλληλεπίδρασης των ατόμων με αναπηρίες.
Άλλος τρόπος για την επίτευξη του μη αποκλεισμού είν’ η ιδέα της αναπτυξιακής κίνησης. Με τον όρο αυτό εννοούνται εκείνες οι κινήσεις οι σχεδιασμένες και οργανωμένες με τρόπο που απαιτεί απ’ τον ασκούμενο να περάσει απ’ το απλό στο σύνθετο κι απ’ το εύκολο στο δύσκολο. Ο σκοπός αυτών των κινήσεων είν’ η αλλαγή της κινητικής συμπεριφοράς.
Πασίγνωστη είναι κι η προσέγγιση Mastery Learning που αναφέρεται σε μία μεγάλη κατηγορία διδακτικών μεθόδων, γνωστή ήδη απ’ τη δεκαετία του 1960 όταν οι δάσκαλοι ανέπτυσσαν τις δικές τους μεθοδολογίες (η μέθοδος Mastery Learning έπαιζε, τότε, έναν καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό). Τα κύρια χαραχτηριστικά αυτής της μεθόδου είν’ η καθιέρωση ενός κριτηρίου απόδοσης βάσει του οποίου καθορίζεται εάν ο μαθητής έχει εμπεδώσει κάποια δεξιότητα ή έννοια, η συχνή αξιολόγηση του μαθητή για να διαπιστωθεί εάν ικανοποιεί το κριτήριο κι η μέριμνα για διορθωτική καθοδήγηση του μαθητή που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στο κριτήριο, έτσι ώστε σε μία μελλοντική επαναξιολόγησή του να είναι σε θέση να δείξει ότι πληροί το κριτήριο αυτό. Με τη μέθοδο αυτή οι μαθητές δεν προχωράνε στο επόμενο επίπεδο μάθησης εάν δεν έχουν εμπεδώσει καλά την ύλη στο τρέχον επίπεδο. Η εμπέδωση αυτή διαπιστώνεται μες από ειδικές δοκιμασίες (tests) στις οποίες οι μαθητές πρέπει να πετύχουν μία προκαθορισμένη απ’ τον δάσκαλο βαθμολογία για να προχωρήσουν στο επόμενο επίπεδο μάθησης. Σ’ αντίθετη περίπτωση τους δίνεται χρόνος για να επαναλάβουν την ύλη και να ξαναπεράσουν τη δοκιμασία.
Τέλος, ν’ αναφέρω τη διαφοροποιημένη διδασκαλία (differentiated instruction) (όπου γίνονται προσαρμογές όχι μόνον στον χρόνο μάθησης αλλά και στις μεθόδους και στο υλικό που χρησιμοποιείται για να προκύψει η μάθηση) και την υιοθέτηση μαθητοκεντρικών μεθόδων, ιδιαίτερα το στυλ του μη Αποκλεισμού, το στυλ του Αυτοελέγχου και τα στυλ Ανακάλυψης των Mosston και της Ashworth. Στη φυσική αγωγή το στυλ του μη Αποκλεισμού αντλεί απ’ το γενικότερο πλαίσιο των πρακτικών αυτών με θετικές επιδράσεις στην απόκτηση κινητικών δεξιοτήτων, στην παρακίνηση, στην αντίληψη της αθλητικής ικανότητας κ.α. Το στυλ αυτό εισάγει στη διδασκαλία το στοιχείο της τροποποίησης όχι μόνο των ασκήσεων αλλά και των αθλητικών οργάνων, των κανονισμών, της διδασκόμενης ύλης και του περιβάλλοντος της τάξης, γενικότερα, προκειμένου να συμπεριληφθούν στην εκπαιδευτική διαδικασία και άτομα με κινητικές αναπηρίες.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα