Τους γείτονές σου δεν τους διαλέγεις, τους υφίστασαι όμως για μια ζωή. Τα παιδιά σου αναγκαστικά θα συναναστραφούν με τα δικά τους, μαζί θα μεγαλώσουν. Εκ δυσμάς λοιπόν, είχα και εγώ σαν παιδί τον Αντώνη, και από Βορρά με φυσικό σύνορο τον δρόμο ανάμεσά μας, τον μικρό Ραφαέλο. Ο δρόμος για χρόνια ήταν αδιέξοδο και στις επιστολές αναγραφόταν ως το τέρμα της οδού. Από το τέρμα κι έπειτα, ενδημούσαν χωράφια με μανταρινιές, των οποίων οι ιδιοκτήτες μας κυνηγούσαν ανελέητα την περίοδο της συγκομιδής, αν τυχόν μπαίναμε κι εμείς σαν παιδιά στον πειρασμό να γευτούμε λιγάκι τη γλύκα του φρεσκοκομμένου μανταρινιού.
Στην ηλικία ανάμεσα στα 12-15 έτη, περιδιαβάζαμε τον αδιέξοδο δρόμο και χαζολογούσαμε. Ο Αντώνης φωνακλάς και νταής από μικρός -δεν άφηνε χαζούλικο, απροστάτευτο στην ακτίνα επιρροής του, που να μην το ξυλοφορτώνει, έτσι για το γούστο- κι ο μικρός Ραφαέλο ντελικάτος, αδύνατος, με μια χαριτωμένη, κατά την γνώμη μου, περπατησιά. Σαν τον έβλεπε ο Αντώνης έλεγε μέσα απ’ τα δόντια του: Για δες το πώς κουνιέται το πουστάκι.
Εμείς που δεν καταλαβαίναμε ακόμα ούτε τα βασικά, δεν δίναμε σημασία. Ακόμα κι εγώ κάπως μεγαλύτερος, δεν πονηρευόμουν. Μέχρι που ήρθε κι η σειρά μου να πάρω την κρυάδα. Ήμουν ερωτοχτυπημένος με το Μαριώ από την απάνω γειτονιά, και τελευταία πολύ σεκλετισμένος, καθώς αυτή τώρα τελευταία, είχε μάτια μόνο για τον Νίκο, ένα όμορφο δεν λέω, γειτονάκι της. Καθώς ξεροστάλιαζα απέναντι από το σπίτι της μπας και φανεί στο μπαλκόνι, και τη δω τότε λίγο, αυτό μου έφτανε, και έχοντας τον Αντώνη δίπλα μου του εκμυστηρεύτηκα τον νταλκά μου. Και τότε αυτός με γείωσε σε μια σκληρή πραγματικότητα που εγώ αδυνατούσα και δεν ήθελα να συλλάβω: Μάλλον την @@@ ο Νικόλας την Μαριώ, μου είπε ο αθεόφοβος, κι αλίμονο εγώ ο αιθεροβάμων τότε δεν το δέχτηκα, τώρα όμως σκέφτομαι, ότι είχε δίκιο. Ο Αντώνης είχε ένα βρώμικο και ωμό αλλά αναντίρρητα ενήλικο και «αντρίκιο» τρόπο να εκφράζεται. Εγώ ανήκα στην κατηγορία: «ακούμε αναδρομικά αφότου καταλάβουμε».
Για μένα όμως και το μικρό Ραφαέλο, που από μικρός είχε δείξει την κλίση του, η πραγματικότητα ήταν ό,τι δεν υπήρχε περίπτωση να μας ικανοποιήσει, ό,τι με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να προσκυνάμε και να λατρεύουμε, καθώς συνόψιζε ό,τι άχρηστο στοιχείο υπήρχε στη ζωή. Και αυτή η τετριμμένη, παντοτινά απογοητευτική πραγματικότητα δεν μπορεί να άλλαζε διαφορετικά παρά μόνο αν την αρνούμασταν, με το να δείχνουμε ότι είμαστε πιο δυνατοί απ’ αυτήν.
Ο Αντώνης απέτυχε όπως ήταν επόμενο στις πανελλήνιες εξετάσεις, αλλά η επιθυμία του να γίνει καθηγητής φιλόλογος εκπληρώθηκε, δια της πλαγία οδού, που πάντα υφίσταται. Μετά από ολιγοετείς σπουδές στην Βουλγαρία, όπου πέρασε διακοπές χαρισάμενες με τη φτώχεια που επικρατούσε στη χώρα αυτή, κατόρθωσε αργότερα στην Θεσσαλονίκη να πάρει τον τίτλο του ιστορικού – αρχαιολόγου και σήμερα να διαπρέπει ως φροντιστής στην παραπαιδεία.
Ο Ραφαέλο δυνατό μυαλό, πέτυχε να εισαχτεί στο τμήμα βιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Όμως η εσωτερική τρικυμία ως προς την σεξουαλική κλίση του απ’ τη μια, και η αδιαφορία που έδειξε για την σχολή απ’ την άλλη, τον κάνουν να παρατήσει τη σχολή, και μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας, να ακολουθήσει σπουδές θεάτρου στην Αθήνα. Όσο δε αφορά τους δικούς του, όσο πιο μακριά τόσο πιο καλά.
Για τον μικρό Ραφαέλο, συνεχίζω να τον αναφέρω «μικρό» όχι μόνο εξαιτίας της καμωσιάς του, αλλά γιατί πάντα έτσι έχει μείνει στην μνήμη μου, η γνώση δεν ήταν η γνώση των εξωτερικών πραγμάτων που θέλουμε να παρατηρούμε, αλλά των αθέατων αισθήσεων. Ποτέ δεν έμαθε να οδηγά, πάντα κυκλοφορούσε μ’ αυτήν την ιδιαίτερη, χαριτωμένη περπατησιά που τον διέκρινε από νωρίς. Ο Αντώνης απέκτησε κάθε πολυτελές αμάξι, από αστραφτερές ακριβές BWM, μέχρι ογκώδη πολυτελή Jeep. Του άρεσε να κάνει επίδειξη στο αντριλίκι του χορεύοντας στις πίστες βαριά ζεϊμπέκικα, ενώ ο μικρός Ραφαέλο επιδείκνυε την ευαισθησία του συγκατανεύοντας σε εκφράσεις του τύπου: «κατά βάθος υπάρχουν περισσότεροι απαρηγόρητοι εραστές, παρά σύζυγοι». Ο μικρός Ραφαέλο ξεχνιόνταν με τις ώρες να μιλά στο τηλέφωνο με τους «φίλους» του, φλυαρώντας επί παντός επιστητού. Έκανε ολική αποτρίχωση σώματος και φρόντιζε το φρύδι. Ο Αντώνης παθιαζόταν με το ποδόσφαιρο και ακολουθούσε φανατικά τον «αιώνιο» πρωταθλητή.
Οι άνθρωποι μπορούν να έχουν πολλών ειδών απολαύσεις. Η πραγματική είναι εκείνη που για χάρη της εγκαταλείπουν μιαν άλλη. Έτσι κι ο μικρός Ραφαέλο εγκατέλειψε τις πανεπιστημιακές σπουδές στην συμπρωτεύουσα για το θέατρο στην πρωτεύουσα. Αρκετές φορές πείνασε όντας άνεργος, και ρίχνοντας τα μούτρα, δέχτηκε ανερυθρίαστα, οικονομική βοήθεια από τους συνταξιούχους γονείς. Ο Αντώνης που απέκτησε τη φιλοσοφία να κολυμπά στα χρέη, αλλά να μην πνίγεται απ’ αυτά, άφησε με τη σειρά του την ταπεινή μας γειτονιά, και έκτισε υπερπολυτελή βίλα με πισίνα για την πολυμελή πλέον οικογένεια του. Αλλά κι η γειτονιά μας άλλαξε. Οι μανταρινιές απαλλοτριώθηκαν και ο δρόμος άνοιξε. Η γειτονιά απέκτησε πολλούς οικογενειάρχες οικονομικούς μετανάστες, που μετά από χρόνια σκληρής εργασίας και έχοντας προκόψει, ανέθρεφαν την νέα γενιά Ελλήνων πολιτών στέλνοντας τα παιδιά τους στα δημόσια σχολεία, ενώ οι ίδιοι αγόραζαν για το μεράκι τους το αγαπημένο τους αμάξι. Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις. Και δάσκαλος εν τέλει είχε γίνει ο ωμός Αντώνης.