Ένα τηλεφώνημα από το φίλο-συγγενή Μανώλη Αγγελάκη με έκανε να σπεύσω στο γαϊδουράκι – μηχανάκι μου:
– Σήφη έλα γερά-γερά και έπα από πάνω – εψόφησενε μιαν αίγα και εμαζωχτήκανε σα χίλιοι καναβοί να τσοι φωτογραφίσεις.
Εξάλλου ήθελα και να επισκεφτώ το Βουρβουρέ. Εκεί που είχα μεταφέρει τα λίγα μελισσάκια που μου απέμειναν ζωντανά, ύστερα από την άνιση μάχη που είχαν δώσει με τα εκατομμύρια τις σφίγγες, που εφέτος ήταν … η χρονιά τους!
Έτσι λοιπόν σε μερικά λεπτά βρέθηκα απέναντι από το χωριό, λίγο παραπάνω από το «Πάνω Φτερέ» στον Όνυχα. Ο Όνυχας ήταν παλιά ένα μικρό χωριουδάκι απέναντι από την Ασηγωνιά. Μάλιστα υπάρχει και η σχετική μαντινάδα:
Αρολύθι και Ρουμπάδο
Όνυχας και Βελονάδο
κάνουν ένα χωριό μεγάλο
Όλα βέβαια τα υπόλοιπα χωριά, εκτός από τον Όνυχα, υπάρχουν ακόμα. Όμως ο Όνυχας, αρκετές δεκαετίες τώρα, δεν υπάρχει σαν χωριό. Υπάρχει μόνο σαν τοποθεσία. Μερικά ερείπια θυμίζουν πως κάποτε εδώ υπήρχαν σπίτια και ένα μικρό χωριό. Η παράδοση λέει πως το κατοικούσαν οι Μπουγιουκάληδες από τον Καλλικράτη. Ζούσαν εδώ το χειμώνα και ξεχειμώνιαζαν τα οζά τους. Μόλις ερχόταν το καλοκαίρι, το εγκατέλειπαν, και ανέβαιναν στο κανονικό τους χωριό, λίγο παραπάνω. Αργότερα ήρθαν εδώ οι τελευταίοι κάτοικοί του, οι Αγγελήδες, που και αυτοί το εγκατέλειψαν λίγο αργότερα, και ήρθαν και κατοίκησαν απέναντι στην Ασηγωνιά. Σήμερα είναι μόνο μια τοποθεσία.
Εδώ λοιπόν συνάντησα το Μανώλη που όπως μου υπέδειξε λίγο παραπάνω στο δρόμο Ασηγωνιά – Καλλικράτη, είχε ψοφήσει μια ν’ αίγα και είχαν μαζευτεί κατά ένα μυστηριώδη τρόπο, εκατοντάδες καναβοί – γύπες, και με βουλιμία κατασπάρασσαν το κουφάρι της αίγας.
Ξεκίνησα να πάω να τους φωτογραφίσω, όμως εκείνη τη στιγμή κατέβαινε ένα 4×4 από κάποιο υπόστεγο και τους έδιωξε. Οι καναβοί δεν είχαν λόγο να επιστρέψουν γιατί από την αίγα είχαν μείνει μόνο … τα κόκκαλα. Μερικοί λικνίζονταν στον αέρα και τους φωτογράφισα.
Όταν τελείωσε η ιστορία με τσοι καναβούς, πήρα τον ανήφορο για τον Βουρβουρέ. Ο δρόμος μέχρι το πιο ψηλό σημείο είναι ίσως από τους πιο επικίνδυνους. Ο ίδιος ο δρόμος είναι χαρακτηρισμένος επαρχιακός και είναι σε καλή κατάσταση. Όμως οι εκατοντάδες αίγες που διαβιούν εκεί, τσουρούν – κατρακυλούν πέτρες και σε πολλά σημεία ο μισός δρόμος είναι αδιάβατος, και θα πρέπει μερικές φορές κάθε χρόνο να απομακρυνθούν οι πέτρες που αχρηστεύουν το μισό δρόμο. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι πως αν κάτι πάει στραβά και το όχημα (μοτοσικλέτα ή αυτοκίνητο) φύγει από τον δρόμο… θα πέσει στον γκρεμό που «χάσκει» από κάτω, και αν ξεχαστείς και ρίξεις το βλέμμα σου προς τα κάτω θα σε πιάσει δέος!
Νομίζω πως θα έπρεπε άμεσα να τοποθετηθούν προφυλακτικές μπάρες, τουλάχιστον στα πλέον επικίνδυνα σημεία, όπως έγινε στο δρόμο από την Ασηγωνιά μέχρι την Γέφυρα. Αυτό θα πρέπει να γίνει άμεσα γιατί ο δρόμος αυτός αρκετές ημέρες το χειμώνα είναι σκεπασμένος από χιόνι, και ως εκ τούτου αρκετά ολισθηρός!
Δεν ξέρω ποιανής υπηρεσίας είναι αρμοδιότητα. Ένα πιστεύω, πως πρέπει να γίνει σύντομα!
Σε λίγο βρέθηκα στο «Γκουλέ» που είναι το πιο ψηλό σημείο. Εδώ που:
«Πάνω στον κόκκινο γκρεμό
αρχίνηξε ‘ν’ η μάχη
και εκειά πρωτοχτυπήσανε
οι Κρήτες πολεμάρχοι»
Ριζίτικο
Απέναντι φαίνεται ο Χαϊνόσπηλιος, όπου είχε καταφύγει η επαναστατική επιστροπή το 1868:
«Τυπογραφείο είχανε στο σπήλιο αυτό ντυμένο
Καλαϊτζάκης Στυλιανός ήτανε αποσταλμένος
κι ο Βιβιλάκης ο καλός και με τον Παφιώτη
που’ βγαζε το Ροδάμανθη κι ήτανε Ρεθεμνιώτης»
Ριζίτικο
Φαίνεται πως όταν τελείωσε η Επανάσταση, οι Τούρκοι έκτισαν ξύλινους Γκουλέδες σε επίκαιρα σημεία. Ίσως να άφησαν και μερικούς στρατιώτες φρουρούς. Κάποια εποχή οι Επαναστάτες θα τους κατέστρεψαν – έκαψαν.
Εδώ λοιπόν φαίνονται αρκετά ευδιάκριτα τα ίχνη της φωτιάς και το καμμένο χώμα. Ανεβαίνοντας πιο πάνω, σε λίγο βρέθηκα στα μελισσάκια μου. Αφού τα τακτοποίησα, περπάτησα ακόμα λίγο παραπέρα. Για πολλοστή φορά βρέθηκα να παρατηρώ το σπίτι του Ανδρέα Παπαδάκη. Το σπίτι που ιδρύθηκε η ΑΕΑΚ (Ανωτάτη Επιτροπή Αγώνος Κρήτης).
Εδώ, όπως με διαβεβαίωσε η γυναίκα του Ευαγγελία Παπαδάκη, στο σπίτι της στους Αμπελόκηπους της Αθήνας, όταν ακόμα ζούσε:
«Έξω απο το σπίτι και κάτω από ένα μεγάλο αζίλακα (που δυστυχώς δεν υπάρχει πια) ιδρύσαν ετην ΑΕΑΚ ο Παπαδάκης, ο Πολέντας και οι άλλοι…»
Άρχισα να παρατηρώ το σπίτι και σαν να διέκρινα αμυδρά την μορφή του Παπαδάκη, ντυμένο με την στολή του συνταγματάρχη με όλα του τα παράσημα που είχε πάρει όταν πολεμούσε, δίπλα στον «μαύρο καβαλάρη», Νικόλαου Πλαστήρα, στο μέτωπο της Μικράς Ασίας.
Μάλιστα σαν να άκουγα και την φωνή του :
«Μα δεν ντρέπονται! Είναι ζήτημα να βγάλει και το φετινό χειμώνα το σπίτι! Πού είναι οι υποσχέσεις που δώσαν πριν μερικά χρόνια;»
Το σπίτι του Παπαδάκη, του Παΐζη, του Πολέντα και των άλλων ηρώων της Α.Ε.Α.Κ. παλεύει απεγνωσμένα να κρατηθεί όρθιο!
Όμως μπροστά του έχει τον σκληρό Ασηγωνιώτικο χειμώνα και δεν γατέω ως πότε! Ίσως να το κρατά όρθιο η ψυχή του Παπαδάκη που ίσως να αναπαύεται στο βαθούλωμα κάποιου βράχου εκεί κοντά!
Εγώ θα το ξαναπώ και θα το ξαναγράψω. Κάνω έκκληση σε ούλους τους επιστήμονες σε δήμο – περιφέρεια κτλ. για μα γρήγορα τουλάχιστον στατική μελέτη και ΣΤΗΡΙΞΗ:
Γιατί αν πέσει το σπίτι της ΑΕΑΚ, το σπίτι σύμβολο της αντίστασης κατά των Ναζί, θα πέσει κάτω και ένα κομμάτι από την πρόσφατη ιστορία μας!