Μικρότερη ύφεση για την ελληνική οικονομία τo 2020 σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης προβλέπει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην εξαμηνιαία έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) που είχαν ανακοινώσει τις προβλέψεις τους πριν από έναν και δύο μήνες, αντίστοιχα. Λόγω του «ασυνήθιστου βαθμού αβεβαιότητας», ο ΟΟΣΑ χρησιμοποιεί δύο σενάρια για όλες τις χώρες και τις οικονομίες, τα οποία θεωρεί εξ ίσου πιθανά. Στο πρώτο σενάριο, κατά το οποίο δεν θα υπάρξει νέα έξαρση του κορονοϊού, το ελληνικό ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί 8% φέτος έναντι 9,1% στην Ευρωζώνη και να αναπτυχθεί 4,5% το 2021 έναντι 6,5% στην Ευρωζώνη. Στο δεύτερο σενάριο, κατά το οποίο θα υπάρξει μία νέα έξαρση της COVID-19 σε όλες τις χώρες περί τα τέλη του 2020, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να καταγράψει ύφεση 9,8% φέτος έναντι 11,5% στην Ευρωζώνη και να αναπτυχθεί 2,3% το 2021 έναντι 3,5% στην Ευρωζώνη. Για την παγκόσμια οικονομία, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ύφεση 6% φέτος και ανάπτυξη 5,2% το 2021 στο πρώτο σενάριο, ενώ στο δεύτερο σενάριο προβλέπει ύφεση 7,6% και ανάπτυξη 2,8%, αντίστοιχα. Ακόμη, όμως, και στο πρώτο σενάριο πολλές αναπτυγμένες οικονομίες θα έχουν χάσει την αύξηση που είχαν στο κατά κεφαλήν εισόδημά τους για μία πενταετία, τονίζει.
Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι η Ελλάδα ήταν πολύ αποτελεσματική στον περιορισμό των κρουσμάτων κορονοϊού, αποφεύγοντας την υπερφόρτωση του συστήματος υγείας της. Τονίζει, ακόμη, ότι η στήριξη στα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις από τα μέτρα που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση έως τώρα ως αντίδραση στην COVID -19 θα φτάνει και μέσα στο 2021, αλλά σημειώνει ότι θα χρειαστούν νέα μέτρα στην περίπτωση του δεύτερου σεναρίου (νέας έξαρσης του κορονοϊού στα τέλη του 2020) για την επανέναρξη της ανάκαμψης. «Η κρίση του κορονοϊού είναι ένα εξωτερικό σοκ που αναστέλλει την ανάκαμψη της Ελλάδας από τις προηγούμενες κρίσεις της και καθυστερεί κάποιες από τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της κυβέρνησης, ενώ επιταχύνει άλλες», σημειώνει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας ότι αυτό ενισχύει τη σημασία του να συνεχισθεί η επιδίωξη ενός πολυετούς προγράμματος μετασχηματισμού.
Η έκθεση σημειώνει την ανακοίνωση από την κυβέρνηση ενός «ξεκάθαρου χρονοδιαγράμματος για την επανέναρξη του τουρισμού, που μπορεί να προκαλέσει μία αύξηση των κρατήσεων αργότερα στη διάρκεια της σεζόν». Ωστόσο, προσθέτει ότι στην περίπτωση του δεύτερου σεναρίου, η μείωση των εισοδημάτων και της εμπιστοσύνης παγκοσμίως αναμένεται να περιορίσουν τις αφίξεις τουριστών και το 2021 και συνιστά να δοθεί η δυνατότητα ανάπτυξης άλλων τομέων της οικονομίας. «Η στήριξη για τον τουριστικό τομέα μπορεί να συμβάλει στη γεφύρωση της σεζόν του 2020. Ωστόσο, η κρίση αυτή έχει εξασθενήσει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές του τομέα και μέτρα πρέπει να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενούς τους να αναβαθμίσουν τις δραστηριότητες και τις δεξιότητές τους και να στραφούν σε τομείς που υπόσχονται καλύτερες ευκαιρίες». Ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η ενίσχυση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος θα βελτίωνε το κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας, ιδιαίτερα στην περίπτωση μίας νέας έξαρσης του ιού που θα συνοδεύεται από περιοριστικά μέτρα.
Οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και η απόφασή της να συμπεριλάβει τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων έχουν βοηθήσει στη διαχείριση του κόστους χρηματοδότησης του δημοσίου και των τραπεζών, σημειώνει η έκθεση, Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη δέσμευση της κυβέρνησης στο σχέδιο «Ηρακλής» για την επιτάχυνση της μείωσης των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών. «Ο κίνδυνος αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων υπογραμμίζει την ανάγκη ταχείας εφαρμογής του σχεδίου για την αποκατάσταση της υγείας των τραπεζών και τη χρηματοδότηση επενδύσεων». Ο ΟΟΣΑ τάσσεται υπέρ του ενιαίου πτωχευτικού καθεστώτος, σημειώνοντας ότι «η ενοποίηση του πτωχευτικού καθεστώτος και η ταχύτητα του συστήματος δικαιοσύνης θα βοηθούσαν την ελληνική οικονομία να προσαρμοστεί στην κρίση». Συνιστά επίσης την ενίσχυση της εκπαίδευσης των ενηλίκων και των ενεργών πολιτικών απασχόλησης που θα εφοδίαζαν τους εργαζόμενους με νέες ευκαιρίες. «Η μείωση των βαρών από τη δημόσια διοίκηση και τις ρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση με την ψηφιακή ατζέντα της θα βοηθούσε στην εμφάνιση νέων εταιρειών. Με τη στήριξη του νέου ευρωπαϊκού ταμείου ανάκαμψης, οι επενδύσεις στις υποδομές και η στροφή σε μία οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα θα στήριζαν την ανάπτυξη», αναφέρει ο ΟΟΣΑ.
Η μειωμένη οικονομική δραστηριότητα και εισοδήματα θα περιορίσουν τις πληρωμές φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, οδηγώντας σε πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα από ένα σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο οποίος προβλέπει ότι το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα θα φθάσει φέτος το 7,7% του ΑΕΠ (8,8% με το δεύτερο σενάριο) και το 4,9% το 2021 (6.6% με το δεύτερο σενάριο) από πλεόνασμα 1,5% πέρυσι. Σε συνδυασμό με τη μείωση του ΑΕΠ, ο λόγος του δημόσιου χρέους (με βάση τον ορισμό του Μάαστριχτ) προβλέπεται να αυξηθεί φέτος στο 196,9% του ΑΕΠ (στο 209,3% με το δεύτερο σενάριο) από 176,5% το 2019 για να υποχωρήσει το 2021 στο 190,7% (204,7% στο δεύτερο σενάριο). Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να αυξηθεί στο 19,4% (19,6% στο δεύτερο σενάριο) φέτος και στο 19,8% (20,4% στο δεύτερο σενάριο) το 2021.