Όταν κάποιος με ρωτάει τι θα πει καλοκαίρι, συνήθως (αν όχι πάντα) αποφεύγω το κλισέ της θάλασσας κι απαντώ “τα θερινά σινεμά”! Η καλή παρέα, η μυρωδιά του ποπ κόρν, ο ήχος του πασατέμπο και η δροσιά μιας απολαυστικής μπίρας είναι το νόημα μιας ολόκληρης εποχής, της πιο όμορφης κι ανέμελης.
Τα θερινά σινεμά μυρίζουν -εδώ και δεκαετίες- αγιόκλημα και γιασεμί, φέρνουν αναμνήσεις από βραδιές με πανσέληνο, αστέρια και χαλίκια. Διαθέτουν προσωπικότητα, στιλ, φανατικό κοινό και μια ιδιαίτερη, νοσταλγική αισθητική, άρρηκτα συνδεδεμένη με καλοκαίρι και Ελλάδα. Βέβαια, όσο κι αν μας κολακεύει να το πιστεύουμε, τα θερινά δεν είναι ελληνική αποκλειστικότητα. Είναι όμως μέρος μιας τρυφερής, απολαυστικής, νοσταλγικής ιστορίας, γραμμένης με εικόνες Ελλάδας (τη Μελίνα στη “Στέλλα” και την Αλίκη στο “Ναυτικό”) και πολλά άλλα.
Το αναμενόμενο θα ήταν μετά από αυτόν τον πρόλογο να σας εμφανίσω την ιστορία πίσω από το τραγούδι του Λουκιανού Κηλαηδόνη “Τα θερινά σινεμά”.
Όμως μια άλλη ιστορία θα ξετυλιχθεί και έχει να κάνει με μιά απολαυστική συνήθεια που συνοδεύει χρόνια τώρα τις επισκέψεις μας στα θερινά αλλά και στα θέατρα, τις συναυλίες, τα πάρκα και ταυτίζεται απόλυτα με την έννοια του καλοκαιριού.
Αναφέρομαι στους λευκούς σπόρους που πωλούνται από τους μικροπωλητές και είναι οι γνωστοί κολοκυθόσποροι, όπου εξαιτίας του θορύβου που προκαλείται κατά τη μάσηση, τους ονόμαζαν χαριτολογώντας και “τσάκα-τσούκα”.
Ωστόσο, είναι περισσότερο γνωστοί ως πασατέμπος, μια λέξη που – όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα στη mixanitouxronou.gr, προέρχεται από την ιταλική γλώσσα και πιθανόν ήρθε στην Ελλάδα από τους ισπανόφωνους Εβραίους που εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη τον 16ο αιώνα.
“Passo” σημαίνει περνάω και “tempo” χρόνος, γιατί καταναλώνονται για να περάσει η ώρα. Πουλιόταν από τους “στραγαλατζήδες”, που στέκονταν σε πολυσύχναστους δρόμους και πλατείες και φώναζαν στους περαστικούς: «Πασατέμπος ζεστός, εδώ της ώρας!». Επειδή ήταν ένα φθηνό σνακ είχε συνδυαστεί κυρίως με τους εργάτες και τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, γιατί συνήθιζαν να τρώνε σπόρους στο διάλειμμα της δουλειάς για να χορτάσουν.
Επίσης, ήταν δημοφιλές σνακ στους καλοκαιρινούς περιπάτους και από τους τηλεθεατές τα πρώτα χρόνια της τηλεόρασης.
Τη λέξη “πασατέμπος” δεν τη χρησιμοποιούμε μόνο για τους σπόρους αλλά και ως έκφραση που σημαίνει «περνάει η ώρα». Με αυτή την έννοια χρησιμοποίησε τη λέξη ο Γιαννακόπουλος στο ρεμπέτικο τραγούδι “Ο Πασατέμπος” .
Το 1946 ο Γιώργος Γιαννακόπουλος έγραψε τους στίχους του τραγουδιο “Ο Πασατέμπος”. Ο Μανώλης Χιώτης σε ηλικία 25 ετών έκανε τη σύνθεση και αρχικά ερμηνεύτηκε από την Ιωάννα Γεωργακοπούλου και τον Στελλάκη Περπινιάδη. Το τραγούδι συμπεριλαμβανόταν στον δίσκο του Μανώλη Χιώτη, που ήταν ο πρώτος δίσκος που κυκλοφόρησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
“Αυτά που λές εγώ τ’ ακούω βερεσέ / Τα παραμύθια σου τ’ ανθίστηκα πια τώρα / Και το κατάλαβα πως ήμουνα για σε / Ο πασατέμπος σου για να περνάς την ώρα”.
Ποια ήταν όμως η μούσα του τραγουδιού;
Το 1948 ο Γιαννακόπουλος είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή του στο περιοδικό “Εδώ Αθήναι” για ποια γυναίκα είχε γράψει το τραγούδι: «Φαίνεται λοιπόν ότι ο διχασμός του Εγώ δεν αποτελεί σπάνια περίπτωση. Κι έτσι ένα βράδυ, πλημμυρισμένος από έρωτα, παραπονεμένος για τη συμπεριφορά της απέναντί μου, φτιαγμένος από κρασί και επηρεασμένος από μια συντροφιά που τραγουδούσε όλο ζεϊμπέκικα και χασάπικα, έγινα άλλος άνθρωπος. Όσο για τη μούσα μου, τη λένε… πάλι Μαρίνα Σμυρνάκη».
Το τραγούδι έγινε τεράστια επιτυχία και όπως είχε αναφέρει ο Γιαννακόπουλος οι περισσότεροι αποκαλούσαν τη Σμυρνάκη “Πασατέμπο”.
Καλές ακροάσεις μέχρι την επόμενη ιστορία με ρεφρέν
* Η Μαρία Σουρουκίδου είναι ραδιοφωνική παραγωγός