Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

O ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός (1849 – 1896)

και οι τραγικές μεταμορφώσεις ενός ανεκπλήρωτου έρωτα

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ

«Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ/ Πού θα ‘θελα να σε υιοθετήσω/ Να σε στείλω σχολείο στην Ιωνία/ Να μάθεις μανταρίνι και άψινθο/ Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ/ Στο πυργάκι του φάρου το καταμεσήμερο/ Να γυρίσεις τον ήλιο και ν’ ακούσεις/
Πώς η μοίρα ξεγίνεται…»
(Από το ποίημα του Οδ. Ελύτη “Μικρή Πράσινη Θάλασσα”)

ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ και κάποια σούρουπα η αδήριτη επιθυμία γραφής έχει τη δύναμη να φέρει και στις πιο πιο μικρές πένες παράδοξες επισκέψεις. Ανοίγουμε με ορμή τη θύρα του μέσα-μέσα μας. Σηκώνουμε το χέρι σε χαιρετισμό προς την αντίπερα όχθη. Σιγανεμένες ζωές ξυπνούν και οι μοιραίοι άλλων εποχών κρατώντας το δυσερμήνευτο στα χέρια τους διασχίζουν το άπειρο κι έρχονται να μας ψιθυρίσουν ακριβές αλήθειες.

Έτσι κι εγώ αυτή την άνοιξη τον δέχθηκα στην αυστηρά προσωπική χώρα της φαντασίας μου. Δεν ήρθε αλλόκοσμος και με σκοτεινά μάτια. Σε μένα ήρθε από τα παιδικάτα του με βλέμμα γεμάτο προσδοκίες για τη ζωή… Ένα γλυκό μελαχρινό αγόρι με σκονισμένα υποδήματα που είχε διανύσει τις απλωσιές στα Θρακιώτικα χωράφια κι ήρθε για να μου φωνάξει από τα υψώματα των παραμυθιακών οριζόντων του αυτό που ήθελα ακριβώς να ακούσω:

«-Σήκω, σήκω Κυρά που καταπιάνεσαι με βίους Ποιητών και ψάχνεις τα μυστικά τους και τους ανηφορικούς τους δρόμους. Γιατί άραγε; Άσε την πένα… Ποιος είπε ότι οι λέξεις είναι η αρχή; Η αρχή είναι η ίδια η ζωή… Ανέβα πάνω στ’ άλογο μαζί μου! Το σέλωσε η φαντασία σου… Θα σε πάω λοιπόν εκεί που γεννήθηκα, εκεί που ερωτεύτηκα, εκεί που μαρτύρησα… Ακολούθησέ με στο “ΜΟΝΟΝ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΤΑΞΙΔΙΟΝ” – κι ας ταξίδεψα τόσο… Εμείς οι “μεγάλοι” κάποτε χαριζόμαστε και στους “μικρούς”. Δες με τώρα με το γυναίκειο βλέμμα της ψυχής σου, δες τις γωνιές της στέρησης, της ματαίωσης, του ανεκπλήρωτου, των πενθών μου. Μαθαίνω ότι το έργο μου άρεσε, είπανε μάλιστα ότι οι λέξεις μου αγαπήθηκαν. Μα εγώ γνωρίζω πως εκεί που μάτωνε η ζωή μου ασταμάτητα, ανάβρυζε ο λόγος μου, λόγος επικυρωμένης οδύνης.

– Μην με αδικήσεις Κυρά! Μίλησε απαλά για την παραφορά μου – υπήρξα ολόκληρος μια κατακόκκινη και διάπυρη Επιθυμία. Κάποιοι μάλιστα είπαν ότι ποτέ δεν ενηλικιώθηκα. Ας γελάσω! Λες και υπήρχε άλλη επιλογή για μένα; Ένας ποιητής που αξιώθηκε την οδύνη του έρωτα! Κι εντέλει ποιος με εννόησε; Μόνον η δική της αθωότητα… γνωρίζεις για ποιαν μιλώ… για τη δική μου “ΜΙΚΡΗ ΠΡΑΣΙΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ”… πνιγμένος στον βυθό της τρεις αιώνες τώρα… δίχως να έχω αγγίξει ούτε μια της μπούκλα…».

«Φυσά βοριάς, φυσά θρακιάς, γεννιέται
μπόρα φοβερή
με παίρνουν, μάνα, σαν φτερό, σαν πεταλούδα τρυφερή,
και δεν μπορώ να κρατηθώ∙
μάνα, μην κλαίς, θα ξαναρθώ.
Βογκούν του κόσμου τα στοιχειά, σηκώνουν κύμα βροντερό∙
Θαρρείς ανάλυωσεν η γη και τρέχ’
η στράτα, σαν νερό.
Και γω το κύμα τ’ ακλουθώ∙
μάνα μην κλαίς, θα ξαναρθώ.
Όσες γλυκάδες και χαρές μας περιχύν’
ο ερχομός
Τόσες πικράδες και χολές μας δίν’
ο μαύρος χωρισμός!
Ώχ! Άς ημπόργα να σταθώ…
Μάνα, μην κλαίς, θα ξαναρθώ.
Πλάκωσε γύρω καταχνιά, κ’ ήρθε
στα χείλη μ’ η ψυχή!
Δος με την άγια σου δεξιά, δος με συντρόφισσαν ευχή,
Να με φυλάγη, μη χαθώ,
Μάνα μην κλαίς, θα ξαναρθώ».
ποίηση Γ.Β. Αποχαιρετισμός Β’. ΤΟ ΠΑΙΔΙ – συλλογή ‘’Βοσπορίδες αύραι’’)

Ο Γεώργιος Βιζυηνός ο σπουδαίος πεζογράφος, ποιητής και λόγιος γεννήθηκε στη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης, το σημερινό Βιζέ της Τουρκίας στις 8 Μαρτίου του 1849. Το πραγματικό του όνομα είναι Μιχαήλ Σύρμας ή Μιχαηλίδης. Σήμερα οι ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ ακολουθώντας τα νήματα του ποιητικού του λόγου θα φτάσουν σε κάποια σημεία του βίου του που απαιτούν επιτακτικά φως, περισσότερο φως!

Ο Βιζυηνός, ο αγαπημένος Γιωργής της μητέρας του από μικρός θα αντιμετωπίσει τραγικές καταστάσεις ορφάνιας, φτώχειας και απώλειας. Θα ορφανέψει από πατέρα σε ηλικία μόλις πέντε χρόνων, θα χάσει νωρίς τον αδελφό του Χρήστο και την αδελφή του Άννα και όλο αυτό το αφόρητο σιδερόφραχτο πλέγμα οικογενειακού πένθους θα μεταβολισθεί αργότερα στα πεζογραφικά αριστουργήματα: “Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου” και “Το αμάρτημα της μητρός μου”. Ανθεκτικός, υγιής και δυνατός θα αντέξει τα πλήγματα όπως και η μητέρα του και αποφασιστικά θα πάρει τη ζωή στα χέρια του κάνοντας δυναμικές υπερβάσεις, φεύγοντας μακριά και διαγράφοντας πορεία ανεξάρτητου ανθρώπου. Στα δέκα του μόλις χρόνια φεύγει για την Κωνσταντινούπολη όπου εργάζεται ως ραφτόπουλο κοντά σε έναν θείο του. Ονειροπόλος κρατά τη βελόνα και τις βασιλοπούλες στη φαντασία του κι αρχίζει το νοερό ταξίδι της γραφής. Όμορφος, γλυκύς με οξύ και θερμό βλέμμα θα γοητεύσει από μικρός ανθρώπους που διείδαν το ταλέντο του και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Αργότερα θα βρεθεί στην Κύπρο ως προστατευόμενος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, Σωφρονίου Β’. Εδώ ο εικοσάχρονος Βιζυηνός θα ερωτευτεί τη νεαρή Ελένη Φυσεντζίδη. Θα καταχωρηθεί στη συνείδησή του ως ο πρώτος έρωτας. Έχει όλα τα χαρακτηριστικά που ικανοποιούν τη ρομαντική φύση του. Είναι πλατωνικός, έχει μια επική αλληλογραφία με ποιήματά του, κρυφές συναντήσεις και φυσικά σύμφωνα με τα ήθη της εποχής ο έρωτάς τους διώκεται. Αυτός ο δεσμός θα είναι και ο λόγος που θα του απαιτήσουν να εγκαταλείψει την Κύπρο.

Ο Βιζυηνός έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπος με το μέγεθος της ματαίωσης στον έρωτα. Θα υπακούσει και θα φύγει από το νησί έχοντας την πικρία του άδοξου τέλους της πρώτης του αγάπης. Η ζωή θα τον συμπαρασύρει σε νέες εμπειρίες, καινούργιους τόπους, όμως το ανεκπλήρωτο γνωρίζει πολύ καλά να επιβάλλει τους όρους του στις ασυνείδητες επιλογές του στην υπόλοιπη ζωή του. Αλλά και η Ελένη Φυσεντζίδη παρέμεινε ανύπαντρη μέχρι λίγο πριν τα σαράντα της, έχοντας αποστηθίσει τα περισσότερα ποιήματά του και διασώζοντας μερικές επιστολές του. Σαν να τον περίμενε, άργησε να παντρευτεί και το αποφάσισε μόνο όταν έμαθε ότι εκείνος είχε μπει για πάντα στο Δρομοκαΐτειο.

Ο Βιζυηνός σφράγιζε ανεξίτηλα τις γυναίκες που ερωτεύτηκε. Δεν ήταν μόνο η τέχνη του λόγου του, κυρίως ήταν η δύναμή του στον τρόπο που διεκδικούσε τον έρωτα. Αυτή η ένταση έμενε αλησμόνητη στις αγαπημένες του. Το πάθος του ποιητή διατράνωνε με τρόπο ισχυρό τα συναισθήματά του. Όμως γιατί ο Βιζυηνός αφιέρωνε στον έρωτα με τέτοια ένταση; Μα γιατί φυσικά ως αληθινός ποιητής διψούσε για τον αδιαπραγμάτευτο έρωτα. Κι ύστερα γνώριζε ότι με το άφθαρτο μέταλλο ενός τέτοιου ισχυρού συναισθήματος θα μπορούσε να διώξει μακριά τον φόβο του θανάτου που από μικρός τον γνώρισε.

Γι’ αυτό είναι άδικος ο χαρακτηρισμός κάποιων συγκαιρινών του λογοτεχνών -άραγε εκείνοι πόσο γενναίοι υπήρξαν στην ερωτική διεκδίκηση;- ότι δήθεν ο Βιζυηνός απέμεινε παιδί. Ο Βιζυηνός έκοψε τον ομφάλιο λώρο έγκαιρα, ξεμάκρυνε από τα γονικά του κι ενώ φυσικά αγαπούσε τη μητέρα του, οι ερωτικές του επιλογές ήταν αυθεντικά μακρινές από την ασφάλεια του μητρικού προτύπου. Αγάπησε τις άπιαστες, τις ονειρικές γυναικείες μορφές και μακριά από συμφερτικούς συμψηφισμούς τόλμησε… Μέχρι τέλους της ζωής του ο Βιζυηνός προσπαθούσε με γενναιότητα να ακυρώσει την πίκρα της πρώτης του ερωτικής ματαίωσης. Ο ίδιος απραγματοποίητος νεανικός έρωτας μεταμορφωνόταν σε κάποιον άλλον παρόμοιο ασυνείδητα κι ενώ αποζητούσε την πλήρωσή του, κάθε φορά το αίτημά του ήταν και πιο ανέφικτο. Οι έρωτες του Βιζυηνού δεν παραχωρούσαν εύκολα τη θέση τους στο ειδύλλιο, είχαν πάντα μέσα τους τη ματαίωση, τέλος και τη συμφορά.

Γεώργιος ΒιζυηνόςΤΟ ΤΡΥΓΟΝΙ

Ταίρι ταίρι τα πουλιά/ στην βοσκή πηγαίνουν∙ ταίρι ταίρι στην φωλιά,/ σαν νυκτώσει, ’μβαίνουν.
Ένα μόνο, το φτωχό,/ με καρδιά θλιμμένη,/
όλη μέρα μοναχό/ κι όλη νύχτα μένει.
Είχεν άλλοτε κι αυτό/ ταίρι μπιστεμένο,/ κι έψαλλε ζευγαρωτό/ και ευτυχισμένο.
Μα σαν βόσκαν μιαν αυγή/ κ’ έπαιζαν στην φτέρη,/ σκότωσαν οι κυνηγοί/ το γλυκό του ταίρι!
Ούτε θέλησ’ άλλη μια/ να χαρή να ψάλη/ ούτε κάμνει γνωριμιά/ και φιλίαν άλλη
Μόνο, τόσο θλιβερό/ ’λογυρνά στα δάση/ που θολώνει το νερό/ πριν το δοκιμάση.
Από λύπη και στοργή/ λίγο λίγο λυώνει∙ κι αποθνήσκει στην σιγή/ και το λεν τρυγόνι.
(από Ατθίδες Αύραι)

 

Γεώργιος ΒιζυηνόςΜετά την απομάκρυνσή του από την Κύπρο θα φύγει για την Κωνσταντινούπολη, αργότερα θα εγκατασταθεί στην Αθήνα για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και απογοητευμένος από τις εδώ σπουδές φεύγει για τη Γερμανία όπου σπουδάζει φιλοσοφία και στη Λειψία εκπονεί την πρωτοποριακή διδακτορική διατριβή του με θέμα τον ρόλο του παιδικού παιχνιδιού στη ψυχοσύνθεση των παιδιών.

Στη Γερμανία το ανεκπλήρωτο του πρώτου έρωτα θα ψευτοεκπληρωθεί με τρόπο εύκολο και φυσικό ανταποκρινόμενος στα θέλγητρα της νεαρής κόρης της σπιτονοικοκυράς του. Ενώ η μητέρα και η κόρη εφαρμόζουν ένα συντονισμένο σχέδιο αποκατάστασης της θυγατέρας, ο Βιζυηνός απομακρύνεται δρομαίος. Πολύ αργότερα κάποιος Έλληνας φοιτητής στην ίδια πόλη θα προσπαθήσει να νοικιάσει στο ίδιο σπίτι. Θα βρει την κόρη της σπιτονοικοκυράς ηλικιωμένη και παντρεμένη, αλλά απαρηγόρητη και οργισμένη από το φευγιό του ποιητή.

Στην Αθήνα θα αντιμετωπίσει το τείχος υποτίμησης από τους φιλολογικούς κύκλους της πρωτεύουσας.Θα χαριτολογήσει εύστοχα: «Μη με μαλώνετε αν εμβαίνω με λερωμένα τσαρούχια εις το καθάριο κατώγι σας. Είμαι χωριατοπαίδι, καθώς γνωρίζετε, και έχω διανύσει μακρόν, πολύ μακρόν και λασπωμένον δρόμον!». Απογοητευμένος φεύγει για το Παρίσι και στη συνέχεια για το Λονδίνο. Αναγκάζεται όμως να επιστρέψει γιατί ο μεγάλος ευεργέτης του ο Γεώργιος Ζαρίφης πεθαίνει και τώρα ο Βιζυηνός θα πρέπει να εργαστεί.

Γεώργιος Βιζυηνός

Ήρθε ο καιρός να αναμετρηθεί και με τον απόλυτο έρωτα και με το παλαιό ψυχοφθόρο ανεκπλήρωτο. Το υποσυνείδητο θα κάνει νέα επιλογή, ιδεωδέστερη. Βάζει θεμέλια για τον κατοπινό τραγικό στίχο του «μετεβλήθη εντός μου κι ο ρυθμός του κόσμου». Θα εργαστεί ως καθηγητής ρυθμικής και δραματουργίας στο Ωδείο Αθηνών κι εκεί θα γνωρίσει τη δική του “Μικρή Πράσινη Θάλασσα” τη μαθήτριά του Μπετίνα Φραβασίλη. Τα περισσότερα δημοσιεύματα μιλούν για μια όμορφη δεκατετράχρονη ή δεκαεξάχρονη κοπέλα. Ο ποιητής την ερωτεύεται παράφορα και στη δίνη αυτής της δύσκολης κατάστασης μπαίνει όλο το οικογενειακό περιβάλλον της.

Ο Βιζυηνός τότε είναι περίπου 43 χρονών, μάλιστα φαίνεται μια δεκαετία μεγαλύτερος. Ασφαλώς και τρόμαξε με τα συναισθήματά του για την ανήλικη μαθήτριά του. Θεώρησε ότι το εντιμότερο θα ήταν να τη ζητήσει σε γάμο. Οι γονείς φυσικά αρνούνται. Εκείνος λαμπαδιασμένος μέσα στο ερωτικό του πάθος σχεδιάζει δυο φορές την απαγωγή της και διατυμπανίζει παντού τα συναισθήματά του. Συγχρόνως επιδεινώνεται δραματικά η κατάσταση της υγείας του γιατί ήδη του έχουν εκδηλωθεί τα συμπτώματα ενός αφροδισίου νοσήματος που έχει επιπτώσεις στο νευρικό του σύστημα. Συντελείται η τελευταία και η πλέον τραγική μεταμόρφωση του παλαιού ανεκπλήρωτου και τώρα μάλιστα στην ύψιστη και οριακή τιμή του, αφού η Μπετίνα έχει όλα τα προσόντα για να είναι το απόλυτο ιδεώδες του. Πολύ γρήγορα σαν τον τρελό από έρωτα Μαζνούν του Αραβικού έπους θα διαβεί την έρημο της παραφροσύνης μέσα από θλιβερά ψυχωτικά επεισόδια. Θα νοσηλευθεί για τέσσερα χρόνια στο Δρομοκαΐτειο όπου και στα 47 του θα κλείσουν για πάντα τα φωτερά του μάτια. Μέχρι τότε πολλές φορές στο ψυχωτικό του παραλήρημα θα ντυθεί γαμπρός και θα την περιμένει να έρθει ντυμένη νύφη. Όχι, ο Βιζυηνός δεν απέμεινε παιδί, στην ουσία δεν πρόλαβε ούτε παιδική ηλικία να ζήσει αφού στα δέκα του πρωτοβγήκε στη βιοπάλη και στη ξενιτιά. Ο Βιζυηνός υπήρξε απόλυτος και ασυμβίβαστος. Το στοίχημα ζωής του Βιζυηνού ήταν πέρα από τις συμβάσεις, πέρα από την πεπατημένη, η ασύλληπτη ευχέρειά του να φτιάχνει ολόκληρους κόσμους από τις λέξεις, τον παρασύρει σε μια ερωτική παντοδυναμία.

Τα υψηλά δέντρα έχουν μεγάλη σκιά…

Ηττάται όμως και απαρηγόρητος, δίχως φρένα, με άλμα φθοράς εκτινάσσεται στην άβυσσο…

Γεώργιος ΒιζυηνόςΤΟ ΟΝΕΙΡΟΝ

Εψές είδα στον ύπνο μου/ ένα βαθύ ποτάμι/ Θεός να μην το κάμη/ να γίν’ αληθινό!
Στην όχθη του στεκόντανε/ γνωστό μου παληκάρι/ χλωμό σαν το φεγγάρι/ σαν νύχτα σιγανό.
Αγέρας το παράσπρωχνε/ με δύναμη μεγάλη/ σαν να’ θε να το βγάλη/ απ’ της ζωής την μέση
Και το νερό, π’ αχόρταγα/ τα πόδια του φιλούσε/ θαρρείς το προσκαλούσε/ στ’αγκάλια του να πέση.
Δεν είναι αγέρας, σκέφθηκα/ και σένα που σε δέρνει/ Η απελπισιά σε παίρνει/ κ η απονιά του κόσμου!
Κ’ εχύθηκ’, απ’ τον θάνατο/ τον δύστυχο ν’ αρπάξω…/ Ωιμέ! Πριν ή προφθάξω/ εχάθηκ’ απ’ εμπρός μου!
Στα ρέματ’ αγναντεύω/ Το λείψανό μ’ αχνό!/ Εψές είδα στον ύπνο μου/ ένα βαθύ ποτάμι
Θεός να μην το κάμη/ να γίν’ αληθινό!
(Ατθίδες Αύραι)

Οι αντιστάσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος της κοπέλας ήταν απόλυτα δικαιολογημένες και έντονες. Ο πατέρας της κοπέλας αστός και Ιταλός στην καταγωγή είχε άλλα όνειρα για την τύχη της κόρης του. Στην υπερβολή της απαίτησης του Βιζυηνού ο πατέρας οργίζεται.

Γεώργιος Βιζυηνός

Ασφαλώς θα του αντέτεινε «κ. Βιζυηνέ, το παιδί μου είναι μικρό. Η Μπετίνα δεν σας ανήκει!». Όμως και ο Βιζυηνός με την παιδεία του, την πολυσχιδή καλλιέργειά του και την πολύχρονη παραμονή του στο εξωτερικό είναι σίγουρο ότι στα όνειρά του για την Μπετίνα Φραβασίλη σχεδίαζε ορίζοντες και για τη δική της προσωπική εξέλιξη. Δεν ήταν ανόητος ο Βιζυηνός, ερωτευμένος ήταν αλλά άτυχος, αφού είχε και τεράστια διαφορά ηλικίας με τη νεαρή. Ωστόσο ως δάσκαλός της εγνώριζε την ψυχή της, ίσως και να την είχε σμιλέψει με τέχνη και αγάπη, δεν θα παραμέριζε τα ταλέντα της γιατί ήταν και θαυμάσια πιανίστρια.
Στα δεκατέσσερά της ή δεκάξι της η Μπετίνα Φραβασίλη ασφαλώς και δεν είχε εννοήσει την επικίνδυνη ομορφιά της που πολλαπλασιαζόταν με τη γοητευτική άγνοιά της. Ούτε μπορούσε να καταλάβει το μαρτύριο του κ. Βιζυηνού. Οπωσδήποτε κολακεύτηκε. Γνώριζε όμως ότι η παρουσία της δεν άφηνε ασυγκίνητο τον κόσμο των ανδρών αφού είχε ήδη δεχθεί και άλλες προτάσεις εκτός του «κ. Βιζυηνού».

Με κοριτσίστικη προσμονή κοίταζε χωρίς βιασύνη προς το μακρινό μέλλον. Ίσως είχε γοητευθεί από την προσωπικότητα του δασκάλου της, ίσως και να άνθιζε ένας τρυφερός ανομολόγητος κοριτσίστικος έρωτας για εκείνον. Όμως πείσθηκε από το οικογενειακό της περιβάλλον ότι πρέπει να προσπεράσει τον «κ. Βιζυηνό», να μην παρασύρεται από το πάθος του, εξάλλου είναι ιδιόρρυθμος και πολύ μεγαλύτερός της. Στο τέλος για να διασφαλίσουν ότι δεν θα μείνει ίχνος στην εφηβική της ψυχή από τον Βιζυηνό επανέλαβαν πολλές φορές ότι ήταν σκοτεινός άνθρωπος γι’ αυτό κατέληξε για πάντα στο Ψυχιατρείο. Αργότερα έμαθε και τον θάνατό του. Συχνά μικρές δαγκωματιές τύψεων μάτωναν τη νεανική της ψυχή. Αν ζούσε ο «κ. Βιζυηνός» θα της έλεγε να μην τύπτεται: «Ήσουν μικρούλα. Έπρεπε να σε έχω κλέψει, όμως τους άφησα κι έκλεψαν τα όνειρά μου. Φέρτε μου πίσω τη ζωή μου!».

Ωστόσο ο Γεώργιος Βιζυηνός αν και δεν άγγιξε ποτέ ούτε μια μπούκλα από τα μαλλιά της, πρόλαβε σαν τους αγγειοπλάστες κι έβαλε τους δυο του αντίχειρες στην εύπλαστη ψυχή της και άφησε το σημάδι του για πάντα. Ίσως με λόγια, ίσως με ποίηση, ίσως με το βλέμμα του ή την ταραχή του σαν την έβλεπε κι έτσι μέχρι τα δεκαεννιά της που έκανε τον επιθυμητό από τους γονείς της γάμο η όμορφη Μπετίνα έπαιζε συχνά θλιβερές μελωδίες στο πιάνο, εκδήλωσε νεανικό διαβήτη και ντύθηκε νύφη μάλλον ανόρεχτα. Μετά τον ηφαιστειώδη έρωτα του Βιζυηνού, η Μπετίνα δεν θα συγκινείται εύκολα από τις συνήθεις αντιδράσεις των ανδρών. Θα τις βρίσκει άχρωμες, χλιαρές κι ίσως κάλπικες. Παντρεύτηκε αλλά αμέσως μετά το μυστήριο η υγεία της υποτροπίασε και σε τέσσερις μέρες η ψυχή της φτερούγισε κοντά στη ψυχή του δασκάλου της. Κάποιοι μίλησαν για τη δύναμη της οργής της μάνας του Βιζυηνού που μόλις έμαθε ότι πέθανε ο Γιωργής της, έχασε το φως της για πάντα. Αν ψάξουμε για αίτιους σε αυτή την ιστορία θα βρούμε μόνο αθώους κι ένοχο έναν, τον Έρωτα.

Ο γάμος δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί ή μήπως η νύφη το απέφυγε ασυνείδητα αρρωσταίνοντας; Τέλος πεθαίνοντας. Ο Βιζυηνός δεν θα άφηνε τη “Μικρή Πράσινη θάλασσά του”. Την πήρε για πάντα μαζί του, κοριτσόπουλο, όπως την αγάπησε. Το ανεκπλήρωτο πληρώθηκε… διανύοντας λαβυρινθώδη μεταφυσική διαδρομή. Όταν ο Έρωτας είναι σθεναρός υπογράφει πάντα τελευταίος… Δικαιοσύνη….

***Στις φωτογραφίες ο Γεώργιος Βιζυηνός και η Μπετίνα Φραβασίλη.

Ε Π Ι Μ Υ Θ Ι Ο

Ως επιμύθιο ταξιδεύει μέσα στον χρόνο με ορμή και πάνω σε γιγάντια φτερά το παρακάτω ποίημα από τη συλλογή μου ΤΑ ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ:

“ΜΗ ΜΟΥ ΑΠΤΟΥ”

Και να αγαπήσεις πολύ/ Να περνάς μακριά/ από τους απολιθωμένους κήπους/ ανίσχυρων ερώτων.
Κλείσε τ’ αυτιά σου/ σε άφυλους προφήτες./ Μην κρατάς κειμήλια/ όλα στη θάλασσα.
Υπάρχει τόπος μυστικός∙/ εκεί αναπαύεται η Ιστορία /εκεί ανταμώνουν οι ψυχές.

Γεώργιος Βιζυηνός

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

4 Comments

  1. Βιώματα έντονα, και καθοριστικά ίσως, έχουν όλοι οι άνθρωποι. Ο λογοτέχνης, πεζογράφος ή ποιητής, είναι σε θέση και έχει το ταλέντο (την ένθεη χάρη) να τα διαχειριστεί με τρόπο που το ατομικό και προσωπικό γίνεται πανανθρώπινο – κτήμα όλων.
    Η απόδειξη βρίσκεται (και) στο σημερινό άρθρο της κυρίας Χουρδάκη: καταστάσεις σαν αυτές που έζησε από μικρός ο Βιζυηνός έχουν ζήσει (και ζουν) πολλοί άνθρωποι· τις κρατούν όμως για τον εαυτό τους και με αυτές πορεύονται στη ζωή. Ο Βιζυηνός τις ανέδειξε, έστω και υπαινικτικώς, με το έργο του και μέσω αυτών φώτισε μια πτυχή σημαντική της ανθρώπινης ύπαρξης..
    Συγχαρητήρια, κυρία Χουρδάκη! Με τις παρεμβάσεις σας τα αγαθά δώρα της Λογοτεχνίας γίνονται κτήμα των πολλών – όσων τουλάχιστον γνωρίζουν πως υπάρχουν και τα αναζητούν.
    Με εκτίμηση!

    • Σας ευχαριστώ κ Λουπάση ! Οι απόψεις σας πάντα προωθούν τη δυναμική των άρθρων μου.Να συμπληρώαω ότι ο λογοτέχνης επιβάλλεται να μοιραστεί με τους αλλους, να εκτίθεται στο φως.Είναι μια αρχή γενναιοφροσύνης. Με εκτίμηση

  2. Αγαπητή κυρία Χουρδάκη, καλοδεχούμενο το μηνιαίο αφιέρωμα σας σε σημαντικούς ποιητές της χώρας μας και όχι μόνο!
    Ο Γεώργιος Βιζυηνός είναι ο ποιητής που φώτισε και διεύρυνε τα όρια της παιδικής ευαισθησίας!
    Αυτή την περίοδο μας κατατρέχει το βαρύ διεθνές κλίμα και ειδικότερα οι απειλές της Τουρκίας εις βάρος της χώρας μας.
    Οι κύκλοι των εξελίξεων φαίνεται ότι θα μας συναντήσουν και θα καθορίσουν όσους επιβιώσουν!
    Καλή δύναμη!

    • Αγαπητέ κύριε Πατσουράκη ,σας ευχαριστώ!
      Ο Γεώργιος Βιζυηνός με τη σπάνια ευαισθησία του σφράγισε όλη μας τη λογοτεχνία κι εμάς βέβαια.
      Τώρα βέβαια προέχουν οι πολιτικές εξελίξεις , έχετε απόλυτο δίκιο!
      Καλή δύναμη για όλους μας!

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα